Life

Μάνα, μητέρα, μαμά: Η μητρότητα ως επιλογή και όχι ως κοινωνικό καθήκον

Οι προσδοκίες που έχει η κοινωνία από τις (εν δυνάμει) μητέρες είναι ανέκαθεν απαιτητικές έως και άπιαστες.

Μαρίνα Τομπάζη
μάνα-μητέρα-μαμά-η-μητρότητα-ως-επιλο-1158673
Μαρίνα Τομπάζη

Μάνες. Μητέρες. Μαμάδες.

Επί αιώνες, οι κοινωνικές επιταγές προβάλλουν τη μητρότητα ως αυτοσκοπό όλων των γυναικών, ανεξαρτήτως των προσωπικών τους βλέψεων, με εκείνες που δεν περιλαμβάνουν στα μελλοντικά τους πλάνα την απόκτηση παιδιού, να πρέπει να «λογοδοτήσουν» για την απόφαση αυτή και «συμμορφωθούν» με το επικρατέστερο πρότυπο της κοινωνίας που υποδεικνύει το μονόδρομο της οικογενειακής αποκατάστασης.

Έτσι γυναίκες κατηγοριοποιούνται στερεοτυπικά σε «επιτυχημένες» λόγω των παιδιών τους ή «αποτυχημένες» εάν είναι άτεκνες.

Οι προσδοκίες που έχει η κοινωνία από τις (εν δυνάμει) μητέρες είναι ανέκαθεν απαιτητικές έως και άπιαστες· Ξεκινούν από τη γέννηση των ίδιων και συνεχίζονται και αφού κάνουν το παιδί τους.

«Η κοινωνία μας είναι βαθιά πατριαρχική, δεν έχουν ξεπεραστεί τα στερεότυπα και τα πρότυπα. Μια γυναίκα άπαξ και περάσει τα τριάντα και δεν έχει κάποια σχέση ακούει από το περιβάλλον της πως πρέπει να βρει κάποιον και μετά να κάνει οπωσδήποτε παιδί. Και μόλις το κάνει την ρωτάνε πότε θα κάνει το επόμενο», εξηγεί η Ψυχοθεραπεύτρια Gestalt και Κοινωνική Λειτουργός ΔΠΘ, Δέσποινα Πάρτσια.

Σε κοινωνίες πιο παραδοσιακές, σαν αυτή της χώρας μας, το νομοθετικό πλαίσιο δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένο προκειμένου να στηρίξει τις μονογονεϊκές οικογένειες, παρότι σημειώνεται μεγάλη αύξηση των διαζυγίων σε όλη την Ευρώπη, αλλά και των περιπτώσεων όπου γυναίκες αποφασίζουν να γίνουν μητέρες εκτός γάμου.

«Χρειάζονται πολλές γενιές ακόμα για να ξεφύγουμε από το παραδοσιακό στυλ οικογένειας, με τον μπαμπά, τη μαμά και τα παιδιά. Σήμερα, μια γυναίκα για να φέρει στον κόσμο και να μεγαλώσει μόνη της ένα παιδί θέλει στήριξη. Θα πρέπει να εργάζεται και ο μισθός της -τις περισσότερες φορές- δεν επαρκεί. Δεν μπορεί να λείψει από τη δουλειά της, δεν μπορεί να πάρει εύκολα όλες τις άδειες που δικαιούται, ενώ το κράτος δεν είναι στο πλευρό της με τα επιδόματα να μην αρκούν. Δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση», αναφέρει η κ. Πάρτσια.

Η μητρότητα λοιπόν, πρέπει να επανακατοχυρωθεί ως επιλογή και όχι ως κοινωνικό καθήκον που οφείλει να φέρει εις πέρας μια γυναίκα.

«Το “τα παιδιά είναι ευτυχία” αποτελεί μια απαρχαιωμένη άποψη. Μπορεί όντως να είναι για κάποιους, αλλά δεν είναι για όλους. Μια γυναίκα ή ένα ζευγάρι, μπορεί να μην θέλει να κάνει παιδιά και αυτό είναι εντάξει, γιατί πάνω από όλα σε αυτόν τον κόσμο χρειαζόμαστε ανθρώπους που να έρχονται με συναίνεση και συνειδητότητα. Είναι θέμα αποδοχής και αγάπης», επισημαίνει η Δέσποινα Πάρτσια και προσθέτει:

«Σήμερα, πολλές περιπτώσεις της επιλόχειου κατάθλιψης, των γυναικών που μπορεί να δυστυχούν, μπορεί να προέρχονται από τη δυσκολία τελικά της ίδιας να αντεπεξέλθει σε αυτόν τον ρόλο, αλλά και από την τεράστια ενοχή που έρχεται λόγω αυτής της αδυναμίας.

Η αποδοχή ότι ο ρόλος της μητέρας είναι δύσκολος και απαιτητικός, που θέλει τρομερά πολλές θυσίες, δεν σημαίνει λιγότερη αγάπη. Συχνά, η αίσθηση του να μην πετάω στα σύννεφα, να μην είμαι η χαμογελαστή μαμά της διαφήμισης, φέρνει φοβερά μεγάλες ενοχές στη μητέρα, κρίσεις ενδεχομένως και εντάσεις στο ζευγάρι, με αποτέλεσμα να είναι όλοι δυστυχισμένοι, γεγονός που απορρέει και στο ίδιο το παιδί».

Υπάρχουν και γυναίκες που αποφασίζουν να μην φέρουν στον κόσμο το παιδί που κυοφορούν. Στην Ελλάδα, σε αντίθεση με πολλές χώρες όπου η άμβλωση είναι παράνομη, οι γυναίκες έχουν δικαίωμα στη διακοπή της κύησης.

«Οι γυναίκες πρέπει να μπορούν να διαθέσουν το κορμί τους όπως εκείνες θέλουν ή αισθάνονται», σημειώνει η κ. Πάρτσια.

Θα πρέπει όμως αυτή η επιλογή να απενοχοποιηθεί, όπως και η λέξη «έκτρωση», η οποία εξακολουθεί να είναι φορτισμένη αρνητικά. Παρά το γεγονός ότι στη χώρα μας αποτελεί μια νόμιμη διέξοδο για τις γυναίκες που δεν επιθυμούν να γίνουν μητέρες, μεγάλο μέρος της κοινωνίας αποδοκιμάζει και πιέζει εγκύους να μην ρίξουν το «αγέννητο παιδί», αδιαφορώντας για το αναφαίρετο δικαίωμα στην αυτοδιάθεση του γυναικείου σώματος.

«Όταν δεν έχω επαφή με τον εαυτό μου, τα συναισθήματά μου και τα θέλω μου, δεν ξέρω αν όντως θέλω αυτό που σκέφτομαι, γιατί δεν μου έχω εμπιστοσύνη. Οπότε κάνω αυτά που μου λένε, αυτό που μου έμαθαν. Πολλές φορές η βιωμένη μάθηση είναι ισχυρότερη από αυτά που πραγματικά θέλω να κάνω. Όταν δεν εμπιστεύομαι την κρίση μου, ακούω μόνο τους άλλους και είναι πολύ δύσκολο να τα ξεχωρίσω από τις επιθυμίες μου, γιατί είναι ποτισμένες με την ενοχή που μου έχουν περάσει», αναφέρει η Ψυχοθεραπεύτρια Gestalt και Κοινωνική Λειτουργός ΔΠΘ, Δέσποινα Πάρτσια, μιλώντας για την επιρροή που μπορεί να έχει η άποψη τρίτων προσώπων –και κατά επέκταση της κοινωνίας- στην τελική απόφαση μιας γυναίκας που δεν επιθυμεί να γίνει μητέρα.

Ήδη από πολύ μικρή ηλικία, οι γυναίκες δέχονται συστηματική πλύση εγκεφάλου πως κάποια στιγμή θα γίνουν μητέρες. Η μητρότητα θεωρείται αυταπόδεικτα το πεπρωμένο της γυναίκας που την οδηγεί στην αυτοεκπλήρωση. Αλλιώς κρίνεται ως ανολοκλήρωτη και στιγματίζεται.

Από την άλλη, τη στιγμή που ένα παιδί έρχεται, η γυναίκα παίρνει τον ρόλο της μητέρας και «κουκουλώνεται» κάθε άλλη υπόστασή της. Δεν πρέπει όμως, να ξεχνάμε ότι υπάρχει ακόμα η γυναίκα πριν το παιδί ή τουλάχιστον έχει δημιουργηθεί μια νέα εκδοχή της. Γιατί στην τελική, όλοι ήρθαμε από μια γυναίκα.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα