Τα κείμενα των άλλων
Είναι αναπόφευκτο να παρατηρεί κανείς σε ένα λογοτεχνικό έργο στοιχεία που ο ίδιος έχει την τάση και τη δυνατότητα να παρατηρήσει.
του Κυριάκου Χαλκόπουλου
Είναι αναπόφευκτο να παρατηρεί κανείς σε ένα λογοτεχνικό έργο στοιχεία που ο ίδιος έχει την τάση και τη δυνατότητα να παρατηρήσει, κατά τον ίδιο τρόπο που όταν κοιτάμε ένα υλικό αντικείμενο βλέπουμε ιδιότητες που του αναγνωρίζονται σύμφωνα με τις δικές μας αισθητήριες και νοητικές δυνάμεις της αντίληψης. Το υλικό αντικείμενο – αν μπορούσε να θεωρηθεί σε μια ιδεατή “καθεαυτή” κατάσταση – δε θα χαρακτηριζόταν απο αυτές τις ιδιότητες που αναπότρεπτα του αποδίδει ο συγκεκριμένος παρατηρητής του. Ομοίως και ένα λογοτεχνικό κείμενο δεν μεταφέρει μαζί του μια προδικασμένη εντύπωση που θα κάνει.
Αυτό δε σημαίνει, φυσικά, πως το κάθε κείμενο δυνητικά μπορεί να φανεί αξιόλογο σε αναγνώστες. Αν ξένα μάτια πρωτοδούν έναν άνθρωπο να περπατά κάτω απο το παράθυρο τους αφ ενός θα διαφέρει σε κάποιο βαθμό η γνώμη του κάθε τέτοιου παρατηρητή του διαβάτη, αφ ετέρου όμως είναι το πιο συνηθισμένο απο όλα να δημιουργηθεί συναφής εντύπωση σε πολλούς αν εκείνος ο άγνωστος έχει έκδηλα το ένα ή το άλλο χαρακτηριστικό που αβίαστα τον προσδιορίζει. Αν ο διαβάτης έχει ένα πόδι δε θα υποστηρίξουν πολλοί οτι είναι αρτιμελής. Ούτε πως περπατά σταθερά αν τρεκλίζει, ή οτι διαθέτει όμορφη φωνή αν μέσα στη μέθη του ουρλιάζει φαιδρά ή άγρια λόγια. Τότε έχει κανείς κάθε λόγο να κλείσει σε λίγο το παράθυρο, και αν ποτέ ξαναθυμόταν τον ενοχλητικό περαστικό δε θα επιδίωκε μια βαθύτερη εξέταση των χαρακτηριστικών του, αφού η αντιπαθητική εντύπωση κατέστησε ανούσιο και εξωπραγματικό το οποιοδήποτε μεγαλύτερο ενδιαφέρον…
Αντίστοιχα, μια πιο καλοδεχούμενη πρώτη εντύπωση ευνοεί και την παραμονή του παρατηρητή στο παράθυρό του. Ο αναγνώστης είναι ο παρατηρητής, που με τις υπάρχουσες προδιαθέσεις του αφήνεται για λίγο να ρίξει μια ματιά στον διαβάτη κάτω που στην περίπτωση της λογοτεχνίας είναι μια σειρά απο προτάσεις γραμμένες σε μια γλώσσα, και ακόμα μεγαλύτερη είναι η φιλοπεριέργεια αλλά και η έμφυτη ροπή για καχυποψία όταν τις βρούμε αυτές μπροστά μας.
Τα λογοτεχνικά κείμενα, γενικά, δε φτάνουν ως το μέρος μας με την τυπική προαναγγελία των αναγνωσμάτων που μας επιβάλει το επιστημονικό ενδιαφέρον ή μια άλλη επαγγελματική έγνοια. Είναι ξένοι που δεν τους καλέσαμε, και ούτε υποθέτουμε βάσιμα γι αυτούς φέρνοντας κατά νου κοινούς μας γνωστούς. Ένα λογοτεχνικό κείμενο κυριολεκτικά μπορεί να είναι ό,τι χειρότερο έχουμε ποτέ δει. Πάντως, ακόμα και αν τραβήξει την προσοχή μας, ας έχουμε κατά νου οτι το κείμενο – όπως ο διαβάτης κάτω απο το παράθυρο – δεν έχει φτάσει ως εδώ για εμάς, αν και δείχνοντας ενδιαφέρον για εκείνον κάνουμε σαν να φέρει ακριβώς ένα μήνυμα που απο καιρό περιμέναμε.
*Ο Κυριάκος Χαλκόπουλος φοίτησε στην Αγγλία και είναι πτυχιούχος της Φιλοσοφικής σχολής του πανεπιστημίου του Έσσεξ. Δημιουργεί και παρουσιάζει κύκλους σεμιναρίων για τη Φιλοσοφία, υπό την αιγίδα της Διεύθυνσης Βιβλιοθηκών και Μουσείων της Θεσσαλονίκης. Αρθρογραφεί για θέματα πολιτισμού στην εφημερίδα Μακεδονία της Θεσσαλονίκης. Έργα του έχουν δημοσιευθεί σε έντυπα περιοδικά Λόγου (Δέκατα, Ένεκεν, Ίαμβος, Εντευκτήριο κ.α.). Είναι συνεργάτης των εκδόσεων Ανάτυπο.