2012: Δημόσιο και μεταρρυθμίσεις
Το 2012 φτάνει στο τέλος του, ένας ακόμη μνημονιακός χρόνος ολοκληρώνεται. Και αυτή τη χρονιά η πιο λοιδορημένη ιδεολογική ομάδα είναι η ομάδα των ανθρώπων που τάσσονται υπέρ του δημοσίου και κατά των «μεταρρυθμίσεων». Αυτή την ομάδα, στην οποία και ανήκω, θα ήθελα να υπερασπιστώ. (Απαραίτητη σημείωση: Δεν μιλώ για κομματικούς ή συνδικαλιστικούς σχηματισμούς. Μιλώ […]
Το 2012 φτάνει στο τέλος του, ένας ακόμη μνημονιακός χρόνος ολοκληρώνεται. Και αυτή τη χρονιά η πιο λοιδορημένη ιδεολογική ομάδα είναι η ομάδα των ανθρώπων που τάσσονται υπέρ του δημοσίου και κατά των «μεταρρυθμίσεων». Αυτή την ομάδα, στην οποία και ανήκω, θα ήθελα να υπερασπιστώ. (Απαραίτητη σημείωση: Δεν μιλώ για κομματικούς ή συνδικαλιστικούς σχηματισμούς. Μιλώ για μια ευρύτερη ιδεολογική ομάδα)
Μας κατηγορούν λοιπόν ότι είμαστε κρατικιστές, κρατικοδίαιτοι, ότι θέλουμε να αναπαράξουμε το γνωστό παλιό μοντέλο του κομματικού κράτους των κολλητών και των κουμπάρων, απλά και μόνο επειδή είμαστε υπέρ των δημοσίων αγαθών και του δημοσίου ελέγχου τους, χωρίς να ακούσουν τι λέμε. Ποίοι ακριβώς μας κατηγορούν; Μα αυτοί που έχτισαν, συντήρησαν και συντηρούν αυτό το μοντέλο.
Ας πάρουμε μερικά παραδείγματα. Διαβάσαμε μέσα Δεκεμβρίου στο site του ΣΚΑΪ ότι «στα 520 εκατομμύρια ευρώ ανέρχονται τα χρέη του κράτους προς την ΕΥΔΑΠ, είπε στον ΣΚΑΪ ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της επιχείρησης, Στέλιος Σταυρίδης». Από αυτή την είδηση αντλούμε δυο χρήσιμες πληροφορίες. Πρώτον, το πώς η ίδια κυβέρνηση που θα παρουσιάσει ως ζημιογόνα την ΕΥΔΑΠ για να την ιδιωτικοποιήσει, συμβάλλει στη δημιουργία ζημιών στην επιχείρηση κα παράλληλα θα αγνοήσει το γεγονός όταν θα επιτεθεί στις ζημιογόνες ΔΕΚΟ. Δεύτερον, το όνομα του προέδρου και διευθύνοντα συμβούλου. Ο Στέλιος Σταυρίδης ήταν επικεφαλής του ψηφοδελτίου επικρατείας της Δράσης στις εκλογές της 6ης Μαϊου. Τον γνώρισαν, κι όσοι δεν τον ήξεραν, χάρη στον καυγά του με τον Πέτρο Τατσόπουλο, εκεί δηλαδή που υπερηφανευόταν για την ιδιωτική επιχείρηση που διατηρεί. Στις 21 Μαΐου αποχώρησε από τη Δράση, «ανταποκρινόμενος στο κάλεσμα του Αντώνη Σαμαρά», και προσχώρησε στη ΝΔ. Η ανταμοιβή δεν άργησε να έρθει με τον υπερήφανο επιχειρηματία να αποδέχεται να γίνει κρατικοδίαιτο στέλεχος της ΕΥΔΑΠ. Κι όλοι αυτοί μαζί έχουν ακόμα το θράσος να μιλούν, να μέμφονται το δημόσιο και όσους το υπερασπίζονται. Η ιστορία του κύριου Σταυρίδη είναι απλώς ενδεικτική και καθόλου μεμονωμένη. Αποτυχημένοι πολιτευτές, άεργα κομματικά στελέχη, εκλεκτοί πρώην πρωθυπουργών θα αναλαμβάνουν για άλλη μια φορά τις διοικήσεις των ΔΕΚΟ με τρικομματική αυτή τη φορά συναίνεση. Μερικά παραδείγματα:
-ο Αντώνης Σελιανάκης, πρόεδρος στον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας επί κυβερνήσεως Καραμανλή, θα αναλάβει τώρα την «Αττικό Μετρό»
– ο Άγγελος Τόλκας, πρώην βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, θα αναλάβει τον ΕΛΟΤ-ΕΣΥΔ
-ο εκλεκτός του Κώστα Καραμανλή, Γιώργος Βερναδάκης, θα λάβει τη θέση του προέδρου στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων
-ο πρώην βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Βασίλης Έξαρχος στα ΕΛΓΑ
– ο προερχόμενος από τη ΔΗΜ.ΑΡ. Νίκος Τσιάλτας, στον ΕΦΕΤ
Ταυτόχρονα διατηρούνται στις θέσεις τους αποτυχημένοι –με τα δικά τους κριτήρια- διοικητές όπως ο Αρθούρος Ζερβός και απομακρύνονται επιτυχημένοι -πάλι με τα δικά τους κριτήρια- όπως ο κ. Ζηλιασκόπουλος, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΤΡΑΙΝΟΣΕ.
Όπως έγραψε κι ο Νίκος Ξυδάκης πρόσφατα: «μιλάμε βέβαια για την πιο αισχρή μορφή πελατειακής διαχείρισης κρατικών πόρων και εξουσίας και για τον παρασιτισμό της πολιτικής τάξης επί του κοινωνικού σώματος».
Και δεν σταματούν εδώ. Μπορούμε να αναφέρουμε τόσο την υποβάθμιση του προϊόντος όσο την κακοδιαχείριση και τη σπατάλη πόρων. Όλα αυτά μπορούμε να τα εντοπίσουμε και να τα μελετήσουμε στην περίπτωση της ΕΡΤ.
Κι όλοι αυτοί συνεχίζουν να μιλούν… Που βρίσκεται το πρόβλημα από τη δική μας πλευρά; Το είχε περιγράψει άψογα το radiobubble στο αφιέρωμά του για τις ιδιωτικοποιήσεις: «Η θεμελιώδης σύγχυση αφορά τον ίδιο τον ορισμό των λέξεων που χρησιμοποιούνται, καθώς προέρχεται από την ταύτιση του Κράτους με το Δημόσιο και ακόμη χειρότερα την ταύτιση της εκάστοτε Κυβέρνησης με το Κράτος και κατά συνέπεια το σύνολο του Δημοσίου. Ο δημόσιος πλούτος, οι εταιρείες, τα δάση, τα ποτάμια, ο ορυκτός πλούτος, οι θάλασσες και οι λίμνες, δεν ανήκουν στο Κράτος με την έννοια του ιδιοκτήτη που μπορεί να ορίσει όπως νομίζει την κτήση του. Οι Κυβερνήσεις από την άλλη οφείλουν να διαχειρίζονται το δημόσιο αυτό πλούτο προς όφελος του νόμιμου ιδιοκτήτη του που δεν είναι άλλος από το σύνολο της κοινωνίας.» (Ιδιωτικοποιήσεις – Στρώνοντας το δρόμο με Μύθους)
Επιπλέον οι εκάστοτε κυβερνώντες τα τελευταία χρόνια είναι πασιφανές πως δεν έχουν κανένα σχέδιο, δεν έχουν κανένα πλάνο για το «Δημόσιο», πέρα φυσικά από την ιδιωτικοποίησή του. Δεν ξέρουν και δεν θέλουν να κάνουν κάτι για αυτό πέρα από το να το ξεφορτωθούν. Βρήκαν προίκα μερικές ΔΕΚΟ και εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία να βολέψουν μερικά δικά τους παιδιά. Εμείς από την άλλη ξέρουμε πολύ καλά τι θέλουμε να κάνουμε με το «Δημόσιο» και για αυτό ακριβώς μπορούμε να το κάνουμε, μπορούμε να πετύχουμε. Για μας το «Δημόσιο» είναι ταυτόχρονα μοχλός ανάπτυξης και δίκτυ προστασίας. Ξέρουμε τα προβλήματα του, τη γραφειοκρατία του, την αναποτελεσματικότητά του αλλά ξέρουμε πώς να τα λύσουμε και κυρίως θέλουμε να τα λύσουμε προς όφελος του συνόλου, προς όφελος όσων το έχουν ανάγκη. Και παρά τον κυρίαρχο λόγο, δεν είμαστε δογματικοί. Απόδειξη η πρόταση του Immanuel Wallerstein για ένταξη παραγωγικών δραστηριοτήτων σε «σε μεσαίας κλίμακας αποκεντρωμένες και μη κερδοσκοπικές δομές, ανταγωνιστικές μεταξύ τους». Με αυτή τη πρόταση πιστεύει ο Wallerstein πως θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε την πιο εύστοχη κριτική ότι δηλαδή «η μη ιδιωτική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής οδηγεί σε σπατάλη, αδιαφορία για την τεχνολογική αποτελεσματικότητα και διαφθορά».
Ας περάσουμε και στο ζήτημα των μεταρρυθμίσεων. Αντιμεταρρυθμιστές κι ανορθολογικούς μας λένε γιατί δεν δεχόμαστε τις δικές τους «μεταρρυθμίσεις» που στη πραγματικότητα είναι μόνο αλχημείες ή αποφάσεις εξαθλίωσης και ταπείνωσης. Ανακάλυψαν το ιδεολόγημα των μεταρρυθμίσεων για να κρύψουν την απουσία εθνικού σχεδίου για την αντιμετώπιση της κρίσης και την συνακόλουθη υποταγή τους στις ανελαστικές επιταγές της τροϊκας, στο ίδιο κουστούμι της εσωτερικής υποτίμησης που ράβει το ΔΝΤ για κάθε χώρα που προσέτρεξε σε αυτό για βοήθεια χωρίς τη παραμικρή διαφοροποίηση, χωρίς καμία διάθεση να προσαρμόσει το πρόγραμμά του στις ξεχωριστές ανάγκες ή συνθήκες της κάθε οικονομίας στην οποία παρεμβαίνει. Κάθε κόψιμο μισθών και συντάξεων, κάθε μείωση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων ήταν άλλη μια μεταρρύθμιση για την κυβέρνηση. Τελευταίο παράδειγμα διαστροφής του όρου της μεταρρύθμισης ήταν η υπόθεση με το άνοιγμα των εμπορικών καταστημάτων τις Κυριακές. Μια απόφαση φούσκα, κενή νοήματος και παράταιρη τις μέρες που ζούμε παρουσιάστηκε φυσικά ως… μεταρρύθμιση! «Επιμένει στη μεταρρύθμιση ο Κωστής Χατζηδάκης» ακούγαμε στο ραδιόφωνο. «Η κυβέρνηση θα κάνει διάλογο με όλους τους ενδιαφερόμενους, αλλά δεν θα επιτρέψει σε όσους φοβούνται το καινούργιο, συχνά χωρίς κανένα λόγο, να κρατήσουν την Ελλάδα στο παρελθόν» δήλωνε ο ίδιος ο υπουργός Ανάπτυξης.
Για μας οι μεταρρυθμίσεις έχουν πρόσημο. Οι μεταρρυθμίσεις δεν είναι απλώς αλλαγές, αλλά είναι μια μετακίνηση προς μια προοδευτική κατεύθυνση, μια εμπροσθοδρομική αλλαγή. Μεταρρύθμιση θα είναι να καταπιαστούμε μια φορά με τα σοβαρά ζητήματα, ξεκινώντας από το παραγωγικό μοντέλο, την παραγωγική ανασυγκρότηση. Τι μπορεί και τι θέλουμε να παράγει η χώρα. Αυτή είναι η καρδιά των μεταρρυθμίσεων, αυτή η απόφαση θα ορίσει και τις υπόλοιπες. Δεν είναι τυχαίο ότι βαφτίζουμε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της αλλαγή στο τρόπο διοίκησης των ΑΕΙ, όταν ξεχνάμε συστηματικά τη σύνδεση του εκπαιδευτικού συστήματος με το παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Σε δεύτερο επίπεδο ακολουθεί μια σειρά από τομές στο φορολογικό, στο ασφαλιστικό αλλά και στο εκλογικό σύστημα. Το γεγονός πως και τα τρία συστήματα είναι προβληματικά είναι κοινή αλήθεια. Το πεδίο των αλλαγών είναι ανοικτό κα εδώ θα δοθεί μα μεγάλη μάχη. Μαγικές, απλοϊκές λύσεις δεν υπάρχουν για κανένα από αυτά τα συστήματα.
Στις μεταρρυθμίσεις είναι που θα κριθεί η μάχη των θέσεων, όπως ακριβώς έγραφε κι ο Αντώνης Λιάκος: «Πρέπει λοιπόν να κατανοήσουμε τις μεταρρυθμίσεις ως πεδίο αναμέτρησης· αναμέτρησης για το πώς θα αλλάξει μια κοινωνία που δεν μπορεί παρά να αλλάξει. Δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής στο status quo ante, στην προ κρίσης εποχή. Ο κίνδυνος όμως δεν είναι μόνο η ήττα, αλλά η εγκατάλειψη εκ των προτέρων του πεδίου των μεταρρυθμίσεων στον εχθρό. Γιατί η κατάκτηση του πεδίου αυτού, και μάλιστα χωρίς αμφισβητήσεις, του χαρίζει τεράστιο πλεονέκτημα.»
Το παιχνίδι είναι ανοικτό λοιπόν και ένας νέος χρόνος ξεκινά. Ένας ακόμα χρόνος στη διάρκεια του οποίου θα κληθούμε να δώσουμε τον καλύτερο εαυτό μας για να κερδίσουμε τον πόλεμο των θέσεων. Ένας χρόνος κρίσιμος. Το 2013 έρχεται, το μέλλον μας περιμένει…