Αειθαλή, φυλλοβόλα και σημειωτική
Ας αναλογιστούμε όσο πιο αντικειμενικά γίνεται, πόσο όμορφο θα ήταν αντί των μικρών πεύκων που σήμερα κοσμούν τη Νέα Παραλία, να είχαν τοποθετηθεί φυλλοβόλα δέντρα
Πριν μερικά χρόνια είχα γράψει ένα άρθρο εδώ στην parallaxi όπου διατύπωνα την άποψη ότι καλό θα ήταν η Θεσσαλονίκη να γεμίσει με φοίνικες.
Αφορμή για αυτό το άρθρο ήταν ένα ταξίδι που είχα κάνει τότε στα παράλια της βόρειας Μεσογείου, από την Θεσσαλονίκη έως την Βαρκελώνη με βαν.
Οι αντιδράσεις του κοινού στο εν λόγω άρθρο ήταν κυρίως αρνητικές. Βασικό τους επιχείρημα ήταν το γεγονός ότι τα διάφορα είδη φοίνικα δεν είναι αυτοφυή στην περιοχή της Θεσσαλονίκης αλλά εισαγόμενα από άλλα μέρη. Στο ζήτημα αυτό απάντησα ότι πολλές φορές στην ιστορία διάφορα είδη πανίδας ή χλωρίδας εισήχθησαν σε ξένες περιοχές με επιτυχημένα αποτελέσματα, δίχως να προκληθεί αναστάτωση ή καταστροφή στο οικοσύστημα.
Σημαντικό παράδειγμα είναι τα βουβάλια της Κερκίνης που έφτασαν στην περιοχή εκείνη με την στρατιά της Περσικής αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών και έκτοτε αποτελούν μια καθόλα επιτυχημένη προσθήκη στο τοπικό οικοσύστημα. Άλλο παράδειγμα είναι οι χιλιάδες φοίνικες που υπάρχουν σήμερα σε περιοχές όπως η Χαλκιδική.
Γυρνώντας πίσω στα της Θεσσαλονίκης, πρόσφατα η πόλη διχάστηκε με την πρωτοβουλία του νυν δημάρχου Κ. Ζέρβα να αντικαταστήσει μεγάλο αριθμό της αστικής χλωρίδας του δήμου. Δεν είμαι σε θέση να κρίνω επιστημονικά αυτή την κίνηση. Θέλω να πιστεύω όμως ότι μπορώ να αρθρώσω άποψη για το θέμα της αισθητικής της χλωρίδας που θα αντικαταστήσει την υπάρχουσα μέσα στην πόλη.
Είναι ίσως κατανοητό για πολλά άτομα να αποστρέφονται τους φοίνικες σε μια πόλη της Βορείου Ελλάδος όπως η Θεσσαλονίκη. Γιατί όμως να επιμένουν ορισμένοι παράγοντες σε φυλλοβόλα δέντρα και φυτά αντί για αειθαλή;
Εδώ αξίζει να χρησιμοποιήσουμε μερικά απλά επιχειρήματα από την επιστήμη της σημειωτικής. Η Θεσσαλονίκη αν και ανήκει στην βόρεια Ελλάδα εξακολουθεί να είναι μια πόλη της Μεσογείου, της νότιας Ευρώπης, του νότιου άκρου της βαλκανικής χερσονήσου, μια πόλη που βρέχεται από το Αιγαίο.
Υπό αυτό το πρίσμα, πόσο συμβατό είναι για έναν κάτοικο ή έναν επισκέπτη της πόλης να περπατάει στην παραλιακή λεωφόρο Μεγάλου Αλεξάνδρου ή την Τσιμισκή και να περιβάλλεται από δέντρα και φυτά που χάνουν το φύλλωμα τους το φθινόπωρο και τους χειμερινούς μήνες και παραπέμπουν σημειολογικά σε αστικό κέντρο της Βόρειας Ευρώπης (χωρίς βέβαια την αντίστοιχη υψηλή αρχιτεκτονική αισθητική της Βόρειας Ευρώπης);
Είναι σαν να πηγαίνεις για ηλιοθεραπεία στην Σκανδιναβία, σαν να ταξιδεύεις στο Ντουμπάι για να κάνεις σκι, άσχετα αν εκεί υπάρχει μια (ματαιόδοξη και άτοπη) τεχνητή πίστα για το άθλημα αυτό. Είναι μια παράδοξη σημειολογική συνθήκη που ακυρώνει το αναμενόμενο οπτικό αφήγημα της πόλης και της ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής προκαλώντας αίσθηση σύγχυσης, παρανόησης, ακόμα και υποκρισίας.
Εν τέλει, ας αναλογιστούμε όσο πιο αντικειμενικά γίνεται, πόσο όμορφο θα ήταν στη θέση των μικρών πεύκων που σήμερα κοσμούν κατά μήκος την Νέα Παραλία να είχαν τοποθετηθεί φυλλοβόλα δέντρα.
Πόση συνάφεια θα είχε αυτή η καφετιά χλωρίδα με την προσδοκόμενη αισθητική του Παραλίου μετώπου και του ανοίγματος της πόλης προς τη θάλασσα;