«Αυτός ο κόσμος μπορεί να αλλάξει Κεμάλ»

Ήταν ένα κλασικό ανοιξιάτικο Θεσσαλονικιώτικο απόγευμα Σαββάτου με ήλιο, ζέστη και πολύ κόσμο στα καφέ και στα εστιατόρια. Κι όμως, στην παρέα μας κανείς δεν είχε όρεξη για μια απλή «σιέστα». Κανείς δεν ήθελε απλά να δει ωραίες κοπέλες και να πιει ξένοιαστα τον καφέ του. Όλοι μας θέλαμε και κάτι παραπάνω γιατί… το είχαμε […]

Άκης Σακισλόγλου
αυτός-ο-κόσμος-μπορεί-να-αλλάξει-κεμά-8783
Άκης Σακισλόγλου
1.jpg

Ήταν ένα κλασικό ανοιξιάτικο Θεσσαλονικιώτικο απόγευμα Σαββάτου με ήλιο, ζέστη και πολύ κόσμο στα καφέ και στα εστιατόρια. Κι όμως, στην παρέα μας κανείς δεν είχε όρεξη για μια απλή «σιέστα». Κανείς δεν ήθελε απλά να δει ωραίες κοπέλες και να πιει ξένοιαστα τον καφέ του. Όλοι μας θέλαμε και κάτι παραπάνω γιατί… το είχαμε ξαναδοκιμάσει. Μας είχε συνηθίσει το «Θεσσαλονίκη αλλιώς» στο να ζητάμε από τον ελεύθερό μας χρόνο το «κάτι παραπάνω». Να ζητάμε αυτό που δεν υπάρχει και που πρέπει να το δημιουργήσουμε, να το επινοήσουμε. Έτσι, πήγαμε περισσότεροι από 750 άνθρωποι στο νέο κτίριο του Μεγάρου Μουσικής να ακούσουμε έναν πολεοδόμο να μας μιλά για το πόσο σημαντικό είναι το να ομορφαίνεις την πόλη σου. Πόσο σημαντικό είναι το να δοκιμάζεις πράγματα, να αλλάζεις τα «μικρά», να παίρνεις χώρο από τα αυτοκίνητα και να τον δίνεις στους ανθρώπους. Να αλλάζεις εσύ πριν απ’ την πόλη σου και να προσπαθείς αυτό το «εσύ» να γίνει τόσο μεγάλο που να αλλάζει και την πόλη. Μια πόλη που θα είχε ακόμη ομορφότερα Σαββατοκύριακα να μας προσφέρει στο μέλλον, αν την φροντίζαμε λίγο περισσότερο. Ο Ντέιβιντ Σιμ είναι ένας επαγγελματίας. Πληρώνεται για να μελετά άμεσες, γρήγορες και συχνά φτηνές παρεμβάσεις που να βελτιώνουν τη ζωή των ανθρώπων στις μεγαλουπόλεις. Νέα Υόρκη, Σίδνεϊ, Κοπεγχάγη και πολλές άλλες πόλεις έγιναν «αλλιώς» μέσα από το μεράκι, την έμπνευση και τη σκληρή δουλειά του γραφείου «Gehl Architects» το οποίο διευθύνει. Ο Σιμ δεν ήρθε, φυσικά, για να αλλάξει τη Θεσσαλονίκη. Δέχτηκε την πρόταση της Parallaxi και του «Θεσσαλονίκη αλλιώς» να δώσει μια διάλεξη, έμεινε λίγες ώρες, είδε συγκεκριμένα πράγματα και δεν μπήκε σε λεπτομέρειες για το τι θα έκανε αν του αναθέταμε κάποιες παρεμβάσεις στη συμπρωτεύουσα. Νομίζω όμως ότι είναι καλύτερα έτσι. Γιατί ο Σιμ στη δίωρη παρουσίασή του μας απέδειξε με χιούμορ, απλά επιχειρήματα και κατανοητό λόγο ότι σημαντικότερο κι από το να επιλέξεις τις ιδανικότερες παρεμβάσεις, τα πιο εμπνευσμένα σχέδια και τους καλύτερους συνεργάτες είναι το να πιστέψεις ότι μπορείς να αλλάξεις την πόλη σου. Αν οι κάτοικοι μιας πόλης πιστέψουν στη μεγάλη τους πλειοψηφία ότι μπορεί να συμβεί αυτό κι αν δεχτούν να πειραματιστούν δοκιμάζοντας λύσεις που σε πρώτο επίπεδο τους φαίνονται λανθασμένες ή τους ξεβολεύουν, τότε μπορεί και να προκύψει κάτι καλό. Μπορεί οι πολιτικοί, οι οποίοι προκρίνουν (σχεδόν) πάντα τα έργα τα οποία φέρνουν περισσότερες ψήφους, να συνειδητοποιήσουν ότι πλέον «λαοφιλές» είναι το καινοτόμο, το απλό, το «αλλιώς». Ήταν ένα απόγευμα Σαββάτου που ξεκίνησε με ήλιο στο μικρόκοσμό μας και συνεχίστηκε με φως και ζεστασιά στην ψυχή και στο μυαλό μας. Πήγαμε στην παραλία της Θεσσαλονίκης, ήπιαμε καφέ βλέποντας από μια εντυπωσιακή τζαμαρία του μεγάρου το Αιγαίο, είδαμε κόσμο όμορφο, γοητευτικό, γεμάτο δίψα γι’ αυτά που θα έλεγε ο Σιμ και γύρω στις 7 το διαλύσαμε για να συνεχίσουμε το βράδυ μας. Στο δρόμο για το σπίτι όλα τα κτίρια φάνταζαν έτοιμα για αλλαγή. Όλοι οι κοινόχρηστοι χώροι έμοιαζαν με οάσεις και όλα τα αυτοκίνητα με εμπόδια. Δεν ήταν που γεμίσαμε εικόνες από τη Νέα Υόρκη και την Κοπεγχάγη και μας φαινόταν «φτωχή» η Θεσσαλονίκη. Ήταν που ο Σιμ μας είχε αποδείξει ότι όλα μπορούν να αλλάξουν απλά και εύκολα. Ήταν που καταλάβαμε ότι όταν οι πόλεις σε πνίγουν δεν φεύγεις αλλά τις αλλάζεις «από μέσα». Δεν τις γκρεμίζεις αλλά τις βελτιώνεις με όποια μέσα διαθέτεις. Δουλεύεις για τους ανθρώπους και όχι για τα κτίρια. Για τους πεζούς και όχι για τα αυτοκίνητα. Βάζεις στοιχεία της φύσης, προσαρμόζεσαι με το περιβάλλον, κάνεις πολλά μικρά για να φανεί ένα μεγάλο. Πρέπει να ευχαριστήσω, ανώνυμα και γενικά, όλο αυτό το κύμα ενεργών πολιτών που μέρα με τη μέρα μετέτρεψαν μια ωραία σκέψη κι έναν ανιδιοτελή προβληματισμό σε πραγματικό τρόπο ζωής. Η ανάγκη να κάνουμε την πόλη μας καλύτερη γέννησε το «αλλιώς» και οι πρώτες δράσεις έγιναν παράδειγμα συμπεριφοράς. Αφού σκεφτόμαστε «αλλιώς» μπορούμε και να συμπεριφερθούμε «αλλιώς». Μπορεί το «αλλιώς» να γίνει ένα αθόρυβο κύμα και να μας κάνει καλύτερους. Για μας, όχι για την πόλη, όχι για τα παιδιά μας, όχι για το μέλλον. Αν αλλάξουμε εμείς (και είναι στη φύση του ανθρώπου η αλλαγή και η συνεχής βελτίωση) τότε θα αλλάξει και η πόλη, και οι επόμενες γενιές. Το «αλλιώς» είναι το μέλλον. Αν το ακολουθήσουμε, ίσως νιώσουμε καλύτερα στον απολογισμό. Ξέρω πως το «αλλιώς» αυτό ξεβολεύει τους «επαγγελματίες εναλλακτικούς». Αυτούς που θα ζητούσαν 1.000.000 ευρώ για να στήσουν το περσινό διήμερο φεστιβάλ. Που τους προτείνεις ένα σωρό δράσεις και σε ρωτάνε το νούμερο του «μπάτζετ». Που αναζητούν πολιτικούς για να υιοθετηθούν μπας και βολευτούν σε κάποια θέση. Όλους αυτούς θα τους στεναχωρήσω αλλά δύσκολα θα κάνουν σερφ πάνω στο κύμα του «αλλιώς». Το κύμα αυτό το κινεί μια βαθιά εσωτερική ανάγκη. Ένας αέρας βαθύτερος από το κίνητρο του κέρδους και της επαγγελματικής ανέλιξης (επιθυμίες καθ’ όλα σεβαστές για τον καθένα, αλλά όχι εδώ). Το κύμα του «αλλιώς» είναι ένα πραγματικό συνειδησιακό τσουνάμι που το συνοψίζω στο στίχο του αγαπημένου μου Μανώλη Ρασούλη: «Αυτός ο κόσμος μπορεί ν’ αλλάξει, Κεμάλ / Μέσα στις καρδιές, στις πλατείες, σε γραφεία οβάλ. / Θέλει σωστοί χιλιάδες να ‘ναι στους τροχούς / να ‘ναι η ψυχή η νύφη και γαμπρός ο νους». Αυτό ακριβώς κάνει το «Θεσσαλονίκη αλλιώς»: Παντρεύει την ψυχή κάθε ανθρώπου που θέλει το καλό με το νου του και στη συνέχεια ψάχνει τους «σωστούς» για να τους βάλει στους τροχούς της μηχανής που αλλάζει τον κόσμο.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα