Άλλη μία απόδειξη «δωρεάν» παιδείας
Δυο λόγια με αφορμή μια απόπειρα για εισαγωγή σε ΠΜΣ στη Θεσσαλονίκη.
Στα χέρια της parallaxi έφτασε η παρακάτω καταγγελία. Τα στοιχεία της καταγγέλουσας είναι στη διάθεση μας.
«Η οικονομική κατάσταση υποψηφίου σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί λόγο μη επιλογής σε Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών» καταλήγει το Φύλλο Εφημερίδας της Κυβέρνησης (ΦΕΚ) που ρυθμίζει την απαλλαγή των διδάκτρων των οικονομικά ασθενέστερων φοιτητών που επιθυμούν να φοιτήσουν σε ελληνικά πανεπιστημιακά ιδρύματα. Φοιτητών που πληρούν τα ακαδημαϊκά κριτήρια εισαγωγής, στερούνται όμως της οικονομικής δυνατότητας πληρωμής των διδάκτρων της ελληνικής «δωρεάν» εκπαίδευσης.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, την περίοδο που διανύουμε ολοκληρώνονται οι διαδικασίες επιλογής των φοιτητών, και όπως ορίζει ο νόμος, έως και το 30% των εισακτέων που πληρούν ορισμένα οικονομικά και εισοδηματικά κριτήρια, απαλλάσσονται από την πληρωμή των διδάκτρων που είτε για πολλές οικογένειες είτε για πολλούς νέους και νέες αποτελούν λόγο μη ολοκλήρωσης ενός μεταπτυχιακού διπλώματος. Τα κριτήρια αυτά- αν και χαμηλά- εξασφαλίζουν την εκπλήρωση ενός ονείρου και τη διεκδίκηση μιας ζωής με περισσότερες ευκαιρίες και εφόδια.
Εδώ όμως, έρχεται μία λέξη που πολλοί εμίσησαν-το πολυσυζητημένο- «αλλά» και η ιστορία προχωράει σε μία ταπεινή εξιστόρηση της επαφής μου με το ζήτημα.
«Ίσως δικαιούσαι την απαλλαγή. Οφείλεις όμως πρώτα να καταβάλλεις την πρώτη δόση-της τάξεως των 1000 ευρώ- ποσό που μετά θα σου επιστραφεί. Πρέπει το πανεπιστήμιο να είναι κατοχυρωμένο ότι θα έχεις να πληρώσεις ή τέλος πάντων, ότι δεν θα στερήσεις τη θέση από κάποιον άλλον»… Και εδώ ξεκινάει μία παρωδία, μία συζήτηση χωρίς λογική και ουσία με ένα από τα μεγαλύτερα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας, το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
Την Δευτέρα 12 Οκτωβρίου μου γίνεται γνωστό πως μία θέση σε ένα μεταπτυχιακό πρόγραμμα του πανεπιστημίου μου ανήκει και έως την Πέμπτη 15 του μηνός όφειλα να απαντήσω εάν την αποδέχομαι ή όχι. «Ωραία, το ‘χουμε» σκέφτηκα, «Τώρα μένει μόνο να μιλήσω για τα δικαιολογητικά που χρειάζονται για να λάβω την απαλλαγή». Έτσι, θα γινόταν. Τόσο απλά και ομαλά, όπως και σε αρκετά ακόμα ιδρύματα που τηρούν τον νόμο, ή που μάλλον ακολουθούν τη διαδικασία που προβλέπεται- μετά την επιλογή του φοιτητή ή της φοιτήτριας, ανοίγουν οι δηλώσεις για την απαλλαγή των διδάκτρων-.
Την Τετάρτη 14 του μηνός μου γνωστοποιείται πως προκειμένου να φοιτήσω, έχω την υποχρέωση να προκαταβάλλω το ποσό των 1000 ευρώ. Η γραμματεία αφότου μου κατέστησε σαφή την ημιμάθειά της αναφορικά με το θέμα, με παρέπεμψε στη διεύθυνση. Η πρώτη μου κίνηση ήταν η επικοινωνία μου με το Υπουργείο Παιδείας ούτως ώστε να ξεκαθαρίσω όποια πιθανή ασάφεια. «Η διαδικασία που μου περιγράφετε δεν προβλέπεται, το ίδρυμα δεν θα έπρεπε να ζητάει το παρόν ποσό. Όμως δυστυχώς, δεν υπάρχει κάποιος νόμος που να καθιστά αξιόποινη την πράξη αυτή, ούτε μπορούμε εμείς, ως Υπουργείο να καλέσουμε το πανεπιστήμιο».
Παρά το γεγονός πως αντιλήφτηκα την αδυναμία του υπουργείου να προστατέψει τους φοιτητές από μία οριακά αυθαίρετη πράξη, αποφάσισα να αποστείλω ένα μήνυμα στη διεύθυνση του μεταπτυχιακού και να αναφέρω αυτά που ακριβώς προβλέπονται στο ΦΕΚ.
Η απάντηση, τουλάχιστον αδιάφορη. «Με βάση τον κανονισμό του ΜΠΣ (Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών) οι φοιτητές καταβάλλουν τα τέλη της φοίτησης στις ημερομηνίες που ορίζονται». Ποιος καθορίζει τον κανονισμό αυτόν και για ποιον λόγο δεν υπάρχει κάποιο αρμόδιο τμήμα για να απευθυνθώ; Κανένας φοιτητής και καμία φοιτήτρια πριν από εμένα δεν έθεσε ένα τέτοιο ερώτημα; Η μόνη απάντηση που πήρα, ήταν η φανερά κατανοητική, σε δεύτερο χρόνο, στάση της γραμματείας. Για να υπογραμμίσω τον παραλογισμό, αρκεί να αναφέρω το ποσό που ατομικού εισοδήματος που καθιστά κάποιον δικαιούχο εφόσον έχει ξεπεράσει το 24ο έτος της ηλικίας του για το ακαδημαϊκό έτος 2020-21: 8.195,00 ευρώ. Με απλά λόγια, αφαιρώντας τους φόρους, η προκαταβολή που ζητάει το πανεπιστήμιο με αποπληρωμή έως 22 του Οκτώβρη, αναλογεί σε περίπου δύο μηνιαίους μισθούς του ενδιαφερόμενου*.
Δεν έχει σημασία ποιος ή ποια είμαι. Είμαι ο καθένας από εμάς που ενώ δικαιούμαστε μία δωρεάν φοίτηση, ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα έχει καταφέρει μέσα από ορισμένα «παραθυράκια» του νόμου να μας στερήσει τη δυνατότητα αυτή. Τη δυνατότητα φοίτησης σε ένα μεταπτυχιακό που μας επέλεξαν με βάση τον βαθμό του προπτυχιακού μας, με βάση τις εθελοντικές-και μη- εργασίες και ασχολίες μας, με βάση τα χρόνια που αφιερώσαμε για να μάθουμε αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά και οτιδήποτε άλλο για να γίνουμε «ανταγωνιστικοί στην αγορά εργασίας», με βάση τα βράδια που δουλέψαμε και τα πρωινά που ξυπνήσαμε για να πάμε στη σχολή -για να μπορούμε να ξαναπάμε στη σχολή-.
Σημασία έχει ότι εγώ σήμερα αρνήθηκα τη θέση. Σημασία έχει πως ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα δεν εξέτασε καν το αίτημά μου. Σημασία επίσης, έχει ότι το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων δεν ήταν εκεί για να με προστατέψει από την αυθαιρεσία ενός πανεπιστημίου και να διασφαλίσει ένα δικαίωμα που το ίδιο μου παρέχει. Και τα ερωτήματα που θέτω είναι «Για πόσο ακόμα θα κάνουμε τα στραβά μάτια; Πόσες αδικίες ακόμα θα αναγκαστούμε να καταπιούμε ούτως ώστε να μην κλείσουμε την πόρτα σε ένα ίδρυμα που μας την έκλεισε με τον πιο ειρωνικό τρόπο;. Και πάνω απ’ όλα, για ποιον λόγο ένα άτομο που χρήζει βοηθείας, να έχει 1000 ευρώ στην άκρη».
Ίσως, θα ήταν χρήσιμο το Υπουργείο Παιδείας να ορίσει ένας σαφές χρονικό περιθώριο ολοκλήρωσης της κάθε διαδικασίας, ούτως ώστε να μην συμπίπτει με την άλλη- η διαδικασία απαλλαγής με την έναρξη των μαθημάτων. Ίσως, επίσης, θα ήταν σκόπιμο το κάθε επιστημονικό ίδρυμα να εξετάζει με ένα τρόπο περισσότερο διαλλακτικό την κάθε περίπτωση και να μην προβαίνει σε έτοιμες απαντήσεις που στην ουσία δεν βοηθούν κανέναν. Επιπλέον, το πιο σημαντικό, θα ήταν κανείς να μην σιωπά σε οποιαδήποτε αδικία που συναντά και να προσπαθεί να μιλάει. Όχι για τον ίδιο ή για την ίδια, αλλά για τους επόμενους.