Από το παιχνίδι στη γειτονιά, στο παιχνίδι στην οθόνη: Playmobil vs PlayStation
Από το γλυκό ταξίδι της παιδικής ηλικίας στη δεκαετία του 80' στη σιωπή του ψηφιακού κόσμου και του φόβου της απλότητας στο σήμερα
Λέξεις: Χρυσούλα Τσάπα
Η παιδική ηλικία της δεκαετίας του ’80 δεν ήταν απλώς μια εποχή. Ήταν ένα γλυκό ταξίδι γεμάτο απλότητα, αυθεντικότητα και μια αίσθηση ελευθερίας που δύσκολα περιγράφεται με λέξεις.
Δεν είχαμε την απαίτηση να μας αγοράζουν οι γονείς μας πράγματα για να νιώθουμε χαρά. Η ευτυχία ήταν κάτι που ανακαλύπταμε μόνοι μας, κρυμμένη στις γωνιές του δρόμου, στις αλάνες, στις αυλές των σπιτιών.
Ήταν μια εποχή που η φαντασία ήταν ο πιο πολύτιμος θησαυρός. Ένα απλό ξύλο μπορούσε να γίνει σπαθί, ένα παλιό σεντόνι μπορούσε να μεταμορφωθεί σε κάστρο και ο χωματόδρομος έξω από το σπίτι μας γινόταν το πεδίο για τις πιο συναρπαστικές περιπέτειες. .
Ήταν το γέλιο που ξεσπούσε αυθόρμητα, η μυρωδιά του βρεγμένου χώματος μετά τη βροχή, η αίσθηση της ελευθερίας που ένιωθες καθώς έτρεχες με τους φίλους σου μέχρι να σου κοπούν τα πόδια. Το παιχνίδι μας δεν είχε κανόνες. Ήταν μια συνεχής δημιουργία. Χωρίς tablets, smartphones ή κονσόλες, αναγκαστικά επιστρατεύαμε τη φαντασία μας για να γεμίσουμε τον χρόνο μας. Το “κρυφτό”, τα “μήλα”, το “σχοινάκι” δεν ήταν απλά παιχνίδια. Ήταν μαθήματα ζωής, όπου μαθαίναμε να συνεργαζόμαστε, να διαφωνούμε, να συμβιβαζόμαστε και να γινόμαστε ομάδα. Οι σχέσεις μας χτίζονταν στον δρόμο, με τον ήλιο να δύει και τις φωνές των γονιών να μας καλούν για δείπνο. Αυτή η αλληλεπίδραση ήταν το πραγματικό σχολείο των κοινωνικών δεξιοτήτων.
Είχαμε την ελευθερία να εξερευνήσουμε, να λερωθούμε και να δοκιμάσουμε τα όριά μας. Τα γόνατα μας ήταν γεμάτα γρατζουνιές, αλλά οι καρδιές μας είναι γεμάτες με αναμνήσεις και ιστορίες. Οι δυσκολίες ήταν μέρος του παιχνιδιού. Όταν κάτι έσπαγε, δεν υπήρχε η δυνατότητα να το αντικαταστήσεις άμεσα. Έπρεπε να βρεις μια λύση, να το φτιάξεις, να δημιουργήσεις κάτι νέο από το παλιό. Αυτό μας δίδαξε την ευρηματικότητα και την ανθεκτικότητα απέναντι στις προκλήσεις.
Η παιδική ηλικία της δεκαετίας του ’80 μας δίδαξε μια πολύτιμη αλήθεια: η ευτυχία βρίσκεται στα απλά πράγματα. Δεν πωλείται, ούτε αγοράζεται. Είναι ένα δώρο που προσφέρουμε στον εαυτό μας, μια εσωτερική κατάσταση που πηγάζει από την ελευθερία να είσαι ο εαυτός σου, να δημιουργείς, να συνδέεσαι και να εξερευνάς.
Σήμερα, η σιωπή του ψηφιακού κόσμου και ο φόβος της απλότητας
Σήμερα, βλέπουμε κάτι διαφορετικό. Τα παιδιά έχουν στα χέρια τους ολόκληρους ψηφιακούς κόσμους, αλλά συχνά νιώθουν μοναξιά. Η ευτυχία, για πολλούς, έχει γίνει μια ατέλειωτη λίστα επιθυμιών, ένας αγώνας για την απόκτηση όλο και περισσοτέρων αγαθών. Ένα παιχνίδι αντικαθίσταται από ένα άλλο, μια οθόνη από μια πιο μεγάλη, σε έναν αδιάκοπο κύκλο. Η απλότητα έχει χαθεί, και μαζί της η μαγεία της ανακάλυψης.
Αυτή η αλλαγή δεν είναι απλώς μια διαφορά στον τρόπο παιχνιδιού. Αντικατοπτρίζει μια αλλαγή στην ίδια την έννοια της παιδικής ηλικίας. Παλιά, ο ελεύθερος χρόνος ήταν ο καμβάς όπου τα παιδιά μάθαιναν για τη ζωή: να διαπραγματεύονται, να συνεργάζονται, να αποτυγχάνουν και να ξαναπροσπαθούν, μακριά από τον έλεγχο των ενηλίκων. Σήμερα, ο ελεύθερος χρόνος είναι συχνά προγραμματισμένος και οργανωμένος, γεμάτος με δραστηριότητες, αλλά κενός από αυθόρμητο παιχνίδι.
Η διαχρονική αξία της απλότητας και ο ρόλος μας.
Ως κοινωνικοί λειτουργοί, είναι σημαντικό να θυμίσουμε στους γονείς του σήμερα αυτή τη μαγεία. Να τους ενθαρρύνουμε να αφήσουν τα παιδιά τους να ανακαλύψουν την ομορφιά της αυθόρμητης δημιουργίας, να παίξουν έξω και να χτίσουν αληθινές σχέσεις, μακριά από τον ψηφιακό κόσμο. Για να γίνει όμως αυτό, χρειάζονται οι κατάλληλοι χώροι.
Γι’ αυτό, είναι χρέος μας ως κοινωνία να απαιτήσουμε τη δημιουργία και την αναβάθμιση παιδικών χαρών και πάρκων. Χώροι ασφαλείς, όμορφοι και γεμάτοι ζωή, όπου τα παιδιά θα μπορούν να παίξουν, να γνωριστούν και να χτίσουν τις δικές τους αναμνήσεις. Είναι απαραίτητο να επενδύσουμε στη δημιουργία δημόσιων χώρων που ενθαρρύνουν την κοινωνική αλληλεπίδραση και την επαφή με τη φύση, ώστε να προσφέρουμε στα παιδιά του σήμερα μια καλύτερη ποιότητα ζωής.
Γιατί, στο τέλος, η πιο μεγάλη χαρά είναι αυτή που δεν μας τη δίνουν οι άλλοι, αλλά αυτή που βρίσκουμε μόνοι μας.
*Η Χρυσούλα Τσάπα είναι Kοινωνική Λειτουργός, ΜSc Κοινωνικής Προληπτικής Ιατρικής