Parallax View

Η αβάσταχτη ελαφρότητα του εντυπωσιασμού

Ποιο το νόημα να θες να εντυπωσιάζεις συνεχώς;

Θωμάς Καραγκιοζόπουλος
η-αβάσταχτη-ελαφρότητα-του-εντυπωσια-434485
Θωμάς Καραγκιοζόπουλος

Λέξεις: Θωμάς Καραγκιοζόπουλος

Πριν από λίγο καιρό έγραψα ένα κείμενο για τα ρητά πάσης φύσεως που κυκλοφορούν στα κοινωνικά δίκτυα. Με απλά λόγια είχα μία θέση, ότι γεμίσαμε σοφούς που έχουν επιλέξει το αγαπημένο τους απόφθεγμα, όπως επιλέγουν την αγαπημένη τους κρέμα νυκτός και το προβάλουν, σαν να λένε «είμαι αυτό που γράφω». Είναι κοινό φαινόμενο, άνθρωποι κάθε ηλικίας να κοινοποιούν φωτογραφίες με κάποιο απόφθεγμα μιας ή δυο προτάσεων. Σαν να έχει περάσει στο DNA του κόσμου ότι αυτό είναι κάτι το φυσιολογικό και ότι έχει νόημα, για τους ίδιους όμως.

Έχει κάποιο νόημα; Όταν κάποιος αναπαράγει μια φράση που είδε κάπου και του άρεσε, νιώθει σαν να έχει γράψει τη μεγαλύτερη σοφία, ή μία από τις μεγαλύτερες, γιατί μετά από λίγο θα ακολουθήσουν κι άλλες. Πιθανώς, ο λόγος που το κάνει είναι επειδή απλώς συμφωνεί με αυτό που διάβασε και θέλει να το μοιραστεί με τους γνωστούς του. Οι περισσότεροι, όμως, δεν το κάνουν από την καλή καρδιά τους, αλλά επειδή τους ενδιαφέρει να εντυπωσιάσουν.

Η επιθυμία για εντυπωσιασμό με κάθε τρόπο πηγάζει από την ανάγκη ικανοποίησης του Εγώ που βρίσκεται μέσα μας και ζητάει να ακουστεί. Ακόμη, λοιπόν, κι αν δεν γίνεται συνειδητά η ικανοποίηση του Εγώ με τη διασπορά της τόσης σοφίας, κατά βάθος εξυπηρετεί αυτό τον σκοπό, του εντυπωσιασμού.

Από τότε που τα κοινωνικά δίκτυα έδωσαν στους χρήστες τους τη δυνατότητα να επιβραβεύονται με εικονικό μπράβο (Like) για κάτι που δημοσιοποιούν, έχουν γραφτεί μελέτες και άρθρα που υποστηρίζουν το εξής απλό, ότι ο άνθρωπος βρήκε έναν ανέξοδο, εύκολο τρόπο να αποζητά την ικανοποίηση της επιβεβαίωσης. Αυτό είναι κατ’ ανάγκην κακό; Ίσως όχι, αλλά μια προσεκτική ματιά στον παράλληλο δρόμο που εξελίσσονται οι ανθρώπινες σχέσεις εντός και εκτός κοινωνικών δικτύων δημιουργεί την εξής εντύπωση: πολλοί άνθρωποι παρεξηγούν το γεγονός ότι δεν αντλούν την επιβεβαίωση που θέλουν από τους γνωστούς τους και αρχίζουν οι μικροκακίες. Μπορεί, βεβαίως αυτό να μην είναι ο κανόνας, ωστόσο είναι κάτι που έχει συμβεί σε όλους.

Κοντά, λοιπόν, στις σοφίες που κυκλοφορούν, έρχονται και οι φράσεις από διάφορους συγγραφείς. Ίσως στο μυαλό όσων κοινοποιούν αποφθέγματα συγγραφέων να υπάρχει η άποψη ότι έτσι δείχνουν εκτίμηση για το έργο και την προσωπικότητά του. Η αλήθεια είναι ότι δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Εκτίμηση του έργου και της φιλοσοφίας ενός συγγραφέα υπάρχει όταν αγοράσεις τα βιβλία του, τα διαβάσεις και ύστερα, αφού έχεις άποψη για το τί έχει πει, γράψεις με λίγα ή πολλά λόγια αυτά που σου έκαναν εντύπωση, θετική ή αρνητική. Τότε θα έχεις αξιολογήσει, στον βαθμό που μπορείς, κάτι που έχει γραφτεί και θα έχεις αποφύγει την αναπαραγωγή φράσεων που κυκλοφορούν αποσπασματικά σε διάφορες γωνιές του ίντερνετ.

Στο τέλος, έχει αξία να γίνει η σύνδεση της σοφίας που κυκλοφορεί στα κοινωνικά δίκτυα και η οποία ως επί το πλείστον εμπεριέχει μηνύματα αγάπης και ανθρωπιάς, με μια άποψη που κυκλοφορεί ταυτοχρόνως από πραγματικούς χρήστες των κοινωνικών δικτύων και όχι από τρολ. Είναι η άποψη ότι η μητέρα του Παύλου Φύσσα έγινε δημόσιο πρόσωπο, συγκεκριμένα ένα είδωλο ενάντια στον φασισμό, χωρίς ουσιαστικό λόγο και χωρίς να έχει κάνει κάτι για να κερδίσει αυτόν τον τίτλο· πως κι άλλες μάνες έχουν χάσει τα παιδιά τους, αλλά δεν κάνουν έτσι. «Στην τελική», λένε, «καλά του έκαναν», όπως πολύ εύκολα ακούς, πολλές φορές, να λέγεται για μια γυναίκα που κακοποιήθηκε «καλά να πάθει, αφού προκαλούσε». Αυτό κυκλοφορεί σε διαλόγους στα κοινωνικά δίκτυα και σίγουρα κυκλοφορεί με σχετική ευκολία ως άποψη σε πραγματικές συζητήσεις, όπου ο κρυπτοφασισμός ξεδιπλώνεται χωρίς ντροπή. Αραγε, πόση φιλοσοφία, από αυτήν που μοιράζονται απλόχερα όσοι θέλουν να δείξουν ότι είναι κάτι που, όμως, δεν είναι, χωράει σε αυτήν την άποψη; Απόψεις όπως αυτή: «καλά να πάθει για αυτό που συνέβη, αφού προκαλούσε», πόση αγάπη και σοφία περιέχουν;

Με αφορμή τα αποκρουστικά σχόλια, όπως το παραπάνω και όπως πολλά παρόμοια, που κυκλοφορούν στα κοινωνικά δίκτυα πίσω από την ασφάλεια μιας οθόνης, μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος για τον διπολισμό της κοινωνίας. Όταν μας συμφέρει αναπαράγουμε ξένα λόγια μεγαλοσύνης και πνεύματος για να καλύψουμε τη δική μας κενότητα, ενώ όταν εκφράζουμε αυτά που πραγματικά πιστεύουμε, τότε τρομάζουμε με τον ίδιο μας τον εαυτό.

Διαβάστε σχετικά: Τα ρητά και τα υπόρρητα 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα