Ένα πιάτο σπιτικό φαγητό στην Θεσσαλονίκη
Λέξεις-Εικόνες: Χριστίνα Παρασκευοπούλου Η αγορά της εστίασης στην Θεσσαλονίκη θα έλεγε κανείς πως είναι πλέον κορεσμένη, με εκατοντάδες εστιατόρια και φαστ φουντ να έχουν ανοίξει αυτή την περίοδο της κρίσης στην πόλη, επενδύοντας στην ύστατη και αδιαπραγμάτευτη ανάγκη του κόσμου. Και ενώ οι αλυσίδες έχουν πάει σύννεφο, υπάρχει ακόμα μια βασική ανάγκη των πολιτών που […]
Λέξεις-Εικόνες: Χριστίνα Παρασκευοπούλου
Η αγορά της εστίασης στην Θεσσαλονίκη θα έλεγε κανείς πως είναι πλέον κορεσμένη, με εκατοντάδες εστιατόρια και φαστ φουντ να έχουν ανοίξει αυτή την περίοδο της κρίσης στην πόλη, επενδύοντας στην ύστατη και αδιαπραγμάτευτη ανάγκη του κόσμου. Και ενώ οι αλυσίδες έχουν πάει σύννεφο, υπάρχει ακόμα μια βασική ανάγκη των πολιτών που δεν έχει καλύψει η αγορά, το φρέσκο μαγειρευτό φαγητό. Συμμεριζόμενο τη ζήτηση αυτή, ένα νέο και διαφορετικό μαγειρείο έχει ανοίξει εδώ και τρεις εβδομάδες τις πόρτες του στην Βασιλέως Ηρακλείου και προσκαλεί τον κόσμο να το γνωρίσει.
Μπαίνοντας μέσα, σε υποδέχεται μια σειρά από χαμογελαστά πρόσωπα, έτοιμα να σε περιποιηθούν, και όχι με τον τυπικό ψυχρό τρόπο που έχουμε συνηθίσει στα franchise που έχουν γεμίσει την πόλη, αλλά με μια οικειότητα που έχει πλέον εκλείψει από τις περισσότερες συναναστροφές του είδους. Η επιχείρηση άλλωστε είναι καρπός της ιδέας τεσσάρων φίλων, παλιών επιχειρηματιών της πόλης, που είδαν ένα κενό στην αγορά και αποφάσισαν να το γεμίσουν, δημιουργώντας έναν πρωτότυπο χώρο εστίασης. Μία επιχείρηση σύγχρονης αισθητικής με ταυτότητα, που προσφέρει ζεστά μαγειρευτά πιάτα.
Οι ιδρυτές παρατήρησαν μια ροπή αδράνειας στον χώρο της εστίασης την περίοδο της ύφεσης, ενώ θα περίμενε κανείς να έχει περισσότερη ελαστικότητα. Έτσι, επιδίωξαν να κάνουν κάτι διαφορετικό και ουσιαστικό, γυρνώντας πίσω στο παραδοσιακό ελληνικό μαγειρευτό φαγητό, που υποβαθμίστηκε απίστευτα στην κρίση και επιθυμούν να το επαναφέρουν. Όλα τα πιάτα που θα συναντήσει κανείς στους επονομαζόμενους «Μάγειρες» είναι της ελληνικής κουζίνας, ενώ όλα τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή τους είναι καθαρά ελληνικά προϊόντα. Ακόμα και τα ποτά και τα αναψυκτικά που προσφέρονται είναι όλα ελληνικής παρασκευής. «Λέμε όχι στα μακαρόνια Barilla και επιλέγουμε μακαρόνια Μέλισσα, λέμε όχι στην Coca-Cola και επιλέγουμε Λούξ», είπε ο κ. Θάνος Βενιέρης, ένας εκ των ιδρυτών, και ενώ στην αρχή φοβήθηκαν πως η έλλειψη κάποιων εμπορικών προϊόντων θα τους κόστιζε πελάτες, είδαν πως ο κόσμος δεν δυσαρεστήθηκε και μάλιστα εκτίμησε την επιλογή αυτή.
Οι «Μάγειρες» λοιπόν προσφέρουν ποιοτικό φαγητό αλλά και σε πολύ οικονομικές τιμές, καθώς χρεώνουν την μερίδα για τα λαδερά 3 ευρώ, τους κιμάδες 4 ευρώ και τα κρέατα 5 ευρώ, ενώ υπάρχει η επιλογή του μπουφέ, όπου μπορεί κανείς να γεμίσει το πιάτο του με ότι επιθυμεί, και να φάει γλυκό και ποτό της επιλογής του με μόλις 7 ευρώ. Οι «Μάγειρες» επιδιώκουν μια αυξημένη σχέση ποιότητας-τιμής, ενώ όπως είπε ο κ. Βενιέρης, «Ηθική συν επιχειρείν έχει σαν αποτέλεσμα μια απίστευτη αρμονία, και αυτό επιθυμούμε».
Δεν πρόκειται όμως απλά για ένα νέο μαγειρείο, καθώς οι «Μάγειρες» διακατέχονται από μια μορφή κοινωνικής ευαισθησίας, στην οποία συμμετέχει όποιος επιλέξει να γευματίσει εκεί, καθώς το στελεχώνουν άτομα που ανήκουν σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες. Ο κ. Βενιέρης, αναφέρει πως όσοι έχουν προσληφθεί στην επιχείρηση δεν είναι νέα εμφανίσιμα παιδιά, αλλά και άτομα άνω των 45 ετών, διαζευγμένοι, μακροχρόνια άνεργοι, που λόγω ηλικίας δεν είχαν την δυνατότητα να βρουν εργασία, ευκαιρία που τους έδωσαν οι «Μάγειρες». «Τα νέα παιδιά μπορούν να βρουν δουλειά κι αλλού, όμως οι γυναίκες που προσλάβαμε είναι χωρισμένες με παιδιά και έτρεχαν σε συνεντεύξεις 4 χρόνια χωρίς αποτέλεσμα», όπως είπε ο κ. Βενιέρης.
Ανέφερε ακόμη πως σκοπεύουν σύντομα να προσφέρουν και την δυνατότητα παράδοσης φαγητού κατ’ οίκον, και για την θέση αυτή επιθυμούν να προσλάβουν άτομο με ειδικές ανάγκες, κάποιον περιορισμένης κινητικότητας ή τυφλό. Έτσι, θα γίνει ένα βήμα για να σπάσει ο κοινωνικός ρατσισμός που ισχύει σήμερα ως επί το πλείστον στην αγορά εργασίας και θα στείλουν ένα σημαντικό μήνυμα για να γίνουν πιο ανθρωποκεντρικές οι επιχειρήσεις. «Φρέσκα δεν είναι μόνο τα πρόσωπα, φρέσκια είναι και η αλληλεγγύη» όπως λέει. Οι «Μάγειρες» επιδιώκουν να είναι μια επιχείρηση απενοχοποιημένη από όλες τις κοινές προκαταλήψεις και να βοηθήσουν κάποια άτομα που έχουν ανάγκη να επανέλθουν.
Μία επιπλέον πλευρά της κοινωνικής προσφοράς του μαγειρείου είναι και το γεγονός ότι το φαγητό που περισσεύει στο τέλος της ημέρας δίνεται στην Εκκλησία, καθώς συνεργάζονται κυρίως με τον ναό Αγίου Γεωργίου Νεαπόλεως αλλά και με άλλους, ενώ ακόμα και να μην περισσεύει, προνοείται να δοθεί ένα μέρος σε συσσίτια. Ο κ. Βενιέρης ανέφερε χαρακτηριστικά πως οι «Μάγειρες» δεν κάνουν διαφήμιση της επιχείρησής τους, καθώς η προσπάθεια γίνεται περισσότερο για κοινωνικούς σκοπούς. «Ο προϋπολογισμός της διαφήμισης δίνεται στους άστεγους», όπως είπε.
Εκτός όμως από την αίσθηση που έχει κανείς ότι τρώγοντας εκεί συμμετέχει στο κοινωνικό αυτό έργο, ένα από τα πιο ελκυστικά στοιχεία του μαγειρείου είναι και η ζεστή ατμόσφαιρα που την αντιλαμβάνεσαι αμέσως, καθώς ήδη καθημερινά η κίνηση είναι μεγάλη και έχει αποκτήσει τακτικούς πελάτες, με αποτέλεσμα να νιώθει μια αίσθηση παρέας όποιος περνάει τις πόρτες του. Ο κόσμος που κάθεται να φάει εκεί νιώθει άνετα, σαν στο σπίτι του, και απολαμβάνει ένα περιβάλλον οικειότητας που πολλοί επιθυμούν σε τέτοιους χώρους αλλά σπάνια πλέον βρίσκουν. Οι ιδρυτές του θέλουν να αποδείξουν ότι οι επιχειρηματίες μπορούν να κάνουν κάτι διαφορετικό και προτρέπουν να ακολουθήσουν και άλλοι το παράδειγμα. Μέχρι τότε, οι «Μάγειρες» σας περιμένουν να τους γνωρίσετε.
*Μάγειρες, Βασιλέως Ηρακλείου 42, 2310272379