Εθνικισμός και λαϊκισμός θρέφουν τη Χρυσή Αυγή
Τι κρύβεται πίσω από τις αντιδράσεις για το Μακεδονικό.
Κατανοητή, παρότι αρχικά ομολογώ ότι μ΄ εξέπληξε το μέγεθός της, είναι η έξαρση του εθνικισμού και του λαϊκισμού που εκδηλώνεται αυτές τις μέρες μετά τη συμφωνία για το Μακεδονικό.
Κάνοντας μια πρώτη εκτίμηση των αντιδράσεων, χωρίς καμία διάθεση να προσβάλω όσους τάσσονται κατά της εν λόγω συμφωνίας, κατέληξα σε ορισμένες παρατηρήσεις που αποτύπωσα σ΄ ένα σύντομο άρθρο με τίτλο «Γιατί τόσοι πολλοί αντιδρούν στη συμφωνία Αθήνας-Σκοπίων».
Το πρόβλημα, όμως, είναι βαθύτερο και δεν αναφέρομαι στην πρόκληση εντυπώσεων και την καλλιέργεια μίσους από fake news, που παρουσιάζουν δήθεν μια γυναίκα νεκρή από σφαίρα αστυνομικού στη διάρκεια εκδήλωσης διαμαρτυρίας για την υπογραφή συμφωνίας, ή τις χυδαιότητες που εκσφενδονίζονται κατά του «προδότη πρωθυπουργού» και όσων υποστηρίζουν τη συμφωνία, τις απειλές για κρεμάλες, ή ακόμη στην ανταλλαγή «απόψεων καφενείου» με δυο-τρεις λέξεις, που στερούνται επιχειρημάτων.
Τα αίτια για την έλλειψη ορθολογικής σκέψης και τη χρήση του θυμικού στην προσέγγιση θεμάτων, όπως το Μακεδονικό, μπορούν ν΄αναζητηθούν τόσο στο πεδίο της πολιτικής όσο και της κοινωνίας. Ο λαϊκισμός είναι βασικό στοιχείο της πολιτικής μας ζωής. Παρά τις θετικές αλλαγές που είχε προωθήσει το ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του ΄80 με αποκορύφωμα την αναγνώριση της Αντίστασης και την αλλαγή του Οικογενειακού Δικαίου, ο λαϊκισμός χαρακτήρισε το λόγο και την άσκηση της πολιτικής του. Ανάλογα χαρακτηριστικά είχε και εξακολουθεί να έχει η Νέα Δημοκρατία. Αμφότερα τα δύο κόμματα εξουσίας επιχείρησαν να εκσυγχρονιστούν, ή έστω να αφαιρέσουν τα αρνητικά στοιχεία του λαϊκισμού από την ταυτότητά τους, το μεν πρώτο επί θητείας Σημίτη, το δε δεύτερο επί Κ. Καραμανλή.
Η ΝΔ, όμως, δέσμια ενός ακροδεξιού ακροατηρίου της, δεν μπόρεσε να περιορίσει την εθνικιστική ρητορική της, που βεβαίως μετουσιώθηκε σε πράξη με τις επιχειρήσεις σκούπα κατά προσφύγων και μεταναστών, ξενοφοβικές και ρατσιστικές συμπεριφορές, κλπ. Ανάλογη συμπεριφορά είχαν υπουργοί και βουλευτές του ΠΑΣΟΚ (υπόθεση οροθετικών γυναικών, άτυπες επαναπροωθήσεις προσφύγων), αφήνοντας την εντύπωση ότι τα δύο κόμματα πλειοδοτούσαν στην κούρσα της υπεράσπισης του έθνους. Το αποτέλεσμα ήταν να γιγαντωθεί …η Χρυσή Αυγή. Έπρεπε να δολοφονηθεί ένας νέος άνθρωπος, ο Παύλος Φύσσας, από νεοναζί, να απειληθεί η ζωή ημεδαπών για να ταρακουνηθεί το πολιτικό προσωπικό της χώρας.
Η οικονομική κρίση, όμως, η ένταξη της Ελλάδας στα μνημόνια, η αυστηρή λιτότητα, η ανακατανομή του πλούτου και η επακόλουθη φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης, παρότι ορισμένες μεταρρυθμίσεις ήταν αναγκαίες, προκάλεσαν οργή και αγανάκτηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ, στην προσπάθειά του να καταλάβει την εξουσία, από απειρία ή άγνοια, ιδιοποιήθηκε στοιχεία λαϊκισμού σε μια ριζοσπαστική έκδοση. Ο κόσμος πίστεψε ότι όλα θα αλλάξουν αν το κόμμα αυτό καταλάβει την εξουσία. ΄Ώσπου το καλοκαίρι του 2015 έγινε ό,τι έγινε… Το αν είχε δίκιο ο Βαρουφάκης ή ο Τσίπρας, αν ήταν καλύτερα να ακολουθήσει η κυβέρνηση το «ναι» του δημοψηφίσματος είναι άλλο θέμα, που κρίνεται εκ του αποτελέσματος και θα εξετάσει ο ιστορικός του μέλλοντος.
Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι η οργή των Ελλήνων ξαναφούντωσε, ότι την «εργαλειοποίησαν» και την ενίσχυσαν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, που ευθύνονται για τα μύρια αρνητικά που χαρακτηρίζουν τον τόπο μας. Και τώρα που το θέμα των προσφύγων δεν καταλαμβάνει τα πρωτοσέλιδα, παρότι δεν έχει λυθεί, τώρα που φαίνεται ότι η χώρα πάει να βγει από τη στενωπό των μνημονίων, αλλά οι άνθρωποι ακόμη είναι «γονατισμένοι» από τη λιτότητα, τα δυο κόμματα «έκαναν σημαία» αυτήν την οργή, διοχετεύοντάς την στη δήθεν υπεράσπιση των εθνικών δικαίων.
Στα τσακίδια η ορθολογική σκέψη στην άσκηση της πολιτικής, στα «παλαιά μας υποδήματα» οι αρχές του Διεθνούς Δικαίου, οι σχέσεις της Ελλάδας με τους διεθνείς οργανισμούς, οι δεσμεύσεις της χώρας στην ενδιάμεση συμφωνία και οι αποφάσεις 140 χωρών ν΄ αναγνωρίσουν αυτό «το μόρφωμα» με το συνταγματικό του όνομα, στον Άδη η συμφωνία και μαζί της όσοι επιβουλεύονται την παραχάραξη της ιστορίας και το μέλλον των παιδιών μας. «Εμείς θα σας δείξουμε ποιοι είμαστε. Είμαστε και μόνον εμείς είμαστε Μακεδόνες». Και αυτό που διαπίστωσα είναι ότι αυτή τη στάση, δεν την υιοθετούν μόνο φασίστες, ακροδεξιά στοιχεία, οπαδοί της θεωρίας του αίματος, φανατικοί ψηφοφόροι της αντιπολίτευσης, αλλά και μέχρι πρότινος κάποιοι μετριοπαθείς «νοικοκυραίοι».
Το να υποστηρίξει, βεβαίως, κανείς ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι είναι θύματα της προπαγάνδας των κομμάτων της αντιπολίτευσης, της εκστρατείας παραπληροφόρησης, της έλλειψης ουσιαστικής γνώσης των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου και της ιστορίας για τη Μακεδονία, είναι εύκολο. Το μόνο, όμως, που θα πετύχει είναι να πολώσει ακόμη περισσότερο την κατάσταση σ΄ ένα περιβάλλον ήδη διχαστικό. Η μεροληπτική και ας μου επιτραπεί ο χαρακτηρισμός «στενόμυαλη» ανάγνωση της συμφωνίας, αυτή δηλαδή που ερμηνεύει άρθρα και παραγράφους, αποκρύπτοντας άλλα, κατά το δοκούν για να αποδείξει ό,τι εκ προοιμίου υποστηρίζει, οφείλεται σε κάτι βαθύτερο: στην έλλειψη αξιών στην Ελλάδα του 2018.
Η έξαρση του θυμικού όταν συζητάμε για το Μακεδονικό είναι απόρροια μιας βαθιάς κρίσης που περνά η κοινωνία μας. Μιας κρίσης που είναι κυρίως πολιτισμική, αξιακή και δεν μας επιτρέπει καν να συζητήσουμε νηφάλια για την ουσία των πραγμάτων. Έτσι πολλοί εξ΄ημών καταλήγουν σε πεποιθήσεις, που συγκρούονται με την απλή λογική, αλλά τις υιοθετούν και εμμένουν γιατί αισθάνονται καλύτερα. Και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, που πάντα επιδιώκουν να «κάνουν παρένθεση» τη διακυβέρνηση της χώρας από το ΣΥΡΙΖΑ, «χαϊδεύουν τα αυτιά» τους.
Σε «απλά ελληνικά» το υπαρξιακό κενό του παρόντος καλύπτεται από στείρες αναφορές στο παρελθόν. Η γνώση, όμως, της ιστορίας πρέπει να μας βοηθά για να ερμηνεύσουμε το παρόν και να σχεδιάζουμε καλύτερα το μέλλον. Όχι για να διαιωνίζει τις διχόνοιες και να δημιουργεί νέους εχθρούς και τραύματα. Μήπως, λοιπόν, με αφορμή το Μακεδονικό ήρθε η ώρα για να αφήσουμε επιτέλους τη γκρίνια, τις τιμωρητικές στάσεις, τη λογική του διχασμού, να επιστρέψουμε τις ανέξοδες εθνικιστικές κορώνες στους λογής-λογής Αδώνιδες και Σαμαράδες και να πάμε μπροστά; Λέω, μήπως, πριν «πλακώσουν» πάλι οι αετονύχηδες σωτήρες του Έθνους. Διότι ό,τι συμβαίνει τρέφει το «αυγό του φιδιού». Κι όποιος δεν το καταλαβαίνει, ας το καλοσκεφτεί.