Οι δεινόσαυροι
Δεν πρόκειται για τις θηριώδεις «τρομερές σαύρες», που υποτίθεται ότι εξέλιπαν πριν από 66 εκατομμύρια χρόνια. Υποτίθεται, γιατί ένα τουλάχιστον είδος απ’ αυτές φαίνεται πως ζει και βασιλεύει μέχρι τις μέρες μας. Πρόκειται για ένα είδος δίποδου θηρίου, που όχι μόνο ζει, αλλά και επιμένει να κυβερνά τη χώρα συμμετέχοντας στο πολιτικό γίγνεσθαι κάτω από […]
Δεν πρόκειται για τις θηριώδεις «τρομερές σαύρες», που υποτίθεται ότι εξέλιπαν πριν από 66 εκατομμύρια χρόνια. Υποτίθεται, γιατί ένα τουλάχιστον είδος απ’ αυτές φαίνεται πως ζει και βασιλεύει μέχρι τις μέρες μας. Πρόκειται για ένα είδος δίποδου θηρίου, που όχι μόνο ζει, αλλά και επιμένει να κυβερνά τη χώρα συμμετέχοντας στο πολιτικό γίγνεσθαι κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.
Πήραν το χρίσμα κάποτε πριν από χρόνια και ζαμάνια, ανέλαβαν θέσεις και οφίτσια, απόλαυσαν τιμές και αξιώματα κι έκτοτε δεν λένε να μας απαλλάξουν από την ανυπολόγιστου κόστους και απολύτως ανώφελη παρουσία τους στα πολιτικά πράγματα του τόπου. Εθίστηκαν τόσο στα σκανδαλώδη προνόμιά τους, στην παρασιτική ζωή τους, στην απόδοση τιμών, στις παχυλές αμοιβές, στις αβρότητες των κολάκων, στη δουλικότητα των αυλικών, στην αυτονόητη προστασία των σωμάτων ασφαλείας (των ίδιων ανθρώπων που με πρώτη ευκαιρία κακοποιούν τους άλλους πολίτες), στην αίσθηση της άσκησης της όποιας εξουσίας τους έχει δοθεί, στο στάτους μιας νομενκλατούρας ευνοημένων, που λησμόνησαν πολύ γρήγορα και εύκολα ότι δεν είναι τίποτα περισσότερο από όλους τους άλλους, στους οποίους οφείλουν την παρασιτική τους ύπαρξη, την όποια καριέρα και όχι το ψωμί, αλλά το …παντεσπάνι τους. Τίποτε περισσότερο απ’ όλους τους άλλους τους οποίους, όπως αποδείχτηκε, βαθύτατα περιφρονούν, αν εξαιρέσει κανείς τις προεκλογικές περιόδους, στις οποίες επιδίδονται με θέρμη στο σπορ της αναίσχυντης κολακείας του λαϊκού αισθήματος, με μόνιμο και σταθερό στόχο την υφαρπαγή της ψήφου των εύπιστων.
Επανέρχονται λοιπόν στο προσκήνιο για να εξαπατήσουν για μια ακόμη φορά και να εξασφαλίσουν την εκλογή δια της οποίας και μόνο θα διατηρήσουν το κοινωνικό τους στάτους, ανίκανοι να διανοηθούν ότι μπορεί να χρειαστεί να ζήσουν κι αυτοί όπως όλος ο κόσμος, να επιστρέψουν στο όποιο επάγγελμά τους, να δουν πως βγαίνει το ψωμί, πως είναι να μη σε περιμένει κανένας ταλαίπωρος μπάτσος το πρωί για να σου ανοίξει την πόρτα του αυτοκινήτου, τι θα πει να στήνεσαι στην ουρά της εφορείας ή του νοσοκομείου πίσω από κλειστές πόρτες, τι σημαίνει να εκλείπουν οι διευκολύνσεις και τα προνόμια, ανάξιοι να κερδίσουν τη ζωή τους, όπως ανάξιοι και άχρηστοι ήταν όσο απολάμβαναν τα μεγαλεία που εξασφαλίζει στους πολιτικούς του αυτός ο αμετανόητος και γενναιόδωρος λαός.
Χωρίς αιδώ απαιτούν και μια τρίτη, τέταρτη και πέμπτη θητεία γενναίων απολαβών και προνομίων, για να παρατείνουν τις παροχές στο τομάρι τους μη προσφέροντας τίποτα στο κοινωνικό σύνολο, αδιάφορο αν θα κληθούν εκ νέου σε μια βουλή να ψηφίζουν νέα μνημόνια «σωτηρίας» και βάρβαρα μέτρα που θα καταστρέφουν τη χώρα τους και θα απομυζούν το λαό της. Τίποτε απ’ αυτά δεν έχει σημασία μπροστά στη θεσούλα τους, που δεν πρέπει να χάσουν. Χωρίς αυτήν θα ξαναγυρίσουν στην ασημαντότητα και ανυπαρξία από την οποία προήλθαν και οι οποίες είναι οι μόνες που τους αξίζουν.
Και επειδή όλες οι ιστορίες μπορεί να έχουν ευχάριστο τέλος, έτσι κι αυτή. Από εμάς εξαρτάται να τους στείλουμε στο σπίτι τους. Ανεπιστρεπτί.