Ιστορίες αεροδρομίου

Τέσσερις ιστορίες λίγο πριν μία αναχώρηση ή λίγο μετά από μία άφιξη… 1. Οι νύχτες μου έχουν γεμίσει προστακτικές. Στην άκρη τους κάνει βαριές αιωρήσεις το διαρκές αίτημα για συλλογικότητα. Από τις προτροπές σε αναρτήσεις στο fb και τα μέιλ-καινούργια κοσκινάκια μιας αόρατης επιχειρηματικότητας ως τα ανορθόγραφα παραγγέλματα με λευκά ή κόκκινα στοιχεία σε μαύρο […]

Γιάννης Κοτσιφός
ιστορίες-αεροδρομίου-8307
Γιάννης Κοτσιφός
1.jpg

Τέσσερις ιστορίες λίγο πριν μία αναχώρηση ή λίγο μετά από μία άφιξη…

1. Οι νύχτες μου έχουν γεμίσει προστακτικές. Στην άκρη τους κάνει βαριές αιωρήσεις το διαρκές αίτημα για συλλογικότητα. Από τις προτροπές σε αναρτήσεις στο fb και τα μέιλ-καινούργια κοσκινάκια μιας αόρατης επιχειρηματικότητας ως τα ανορθόγραφα παραγγέλματα με λευκά ή κόκκινα στοιχεία σε μαύρο φόντο, όλα με καλούν κάπου να στοιχηθώ. Να μην είμαι πια ένας ανάμεσα σε άλλους, αλλά μαζί τους. Δεν το κάνω. Είμαι ζωντανή επαλήθευση της θεωρίας του Μαξ Βέμπερ: αποξενωμένος, ενεός μπροστά στην πολυπλοκότητα που απαιτείται για να λειτουργήσουν στοιχειώδεις μηχανισμοί του κόσμου, δεν ξέρω πια τον τρόπο να είμαι αποτελεσματικά αλληλέγγυος με οποιονδήποτε.

2. Οι προστακτικές στις ανακοινώσεις των αεροδρομίων είναι οι μόνες που ξέρω πια πώς να διαχειριστώ — έχουν όλες τους πολύ συγκεκριμένο αντίκρισμα. Στη συνείδηση μου, την μονίμως εντυπωσιασμένη από τους συσχετισμούς ακριβείας που απαιτεί η καθημερινότητα για να υπαρξει, τα αεροδρόμια αποτελούν κορυφαίους μηχανισμούς-έργα τέχνης. Οι δικές τους προστακτικές, συχνά καλυμμένες σε αμφίβολες υποτακτικές, δεν γεννούν ερωτήματα, απαντούν σε αυτά. Και η επαλήθευση της απάντησης είναι άμεση και απόλυτη: ούτε ερμηνείες, ούτε υπεκφυγές. Όταν σου λένε να πας στη θύρα 4 για να επιβιβαστείς στην πτήση 291, εννοούν ακριβώς αυτό. Έχεις την ευκαιρία να το διαπιστώσεις αμέσως και στο τέλος της διαπίστωσης βρίσκεται ο προορισμός που διάλεξες, μεταξύ αυτών που σου διατέθηκαν. Φτάνεις σε αυτόν μαζί με άλλους – ή μήπως ανάμεσά τους;

3. Η ρητορική της συλλογικότητας που προστάζει έχει ένα ιλιγγιώδες χάσμα το οποίο με τρομοκρατεί: αγνοεί την ατομική μου ανεπάρκεια και αδιαφορεί για την ατομική μου επάρκεια. Απαιτεί από μένα να διανύσω μόνο την απόσταση που θα με φέρει στο ασαφές μαζί, αλλά δεν θέτει κανέναν όρο για το τι θα κομίσω σε αυτό. Η απόσταση έτσι δεν είναι ποτέ μεγαλύτερη από τη μία ανάσα της συγκατάθεσης – μαζί με την επόμενη έχει ήδη σβήσει και η ατομική μου ευθύνη για το αν θα προσεγγίσουμε ποτέ τον κοινό προορισμό. Στην πράξη (και στη ρητορική) του αεροδρομίου ισχύει ακριβώς το αντίθετο: προσέρχεσαι σε μια κοινότητα που ο πληθυσμός της παραλλάσσει διαρκώς, αλλά διατηρεί μονίμως αυστηρά μοιρασμένες αρμοδιότητες. Καθένας, ακόμα κι εσύ ως επιβάτης, τελικός αποδέκτης μιας σειράς πληρωμένων υπηρεσιών, διατηρεί την ατομική του ευθύνη, για να οδηγηθούν κάθε μέρα δεκάδες ευκαιριακές αλλά συγκεκριμένες συλλογικότητες στον προορισμό τους. Και όσο βελτιώνεις τις ατομικές σου ταξιδιωτικές προδιαγραφές τόσο πιο εύκολα γίνονται τα πράγματα για όλους – την πρώτη φορά που θα κρατήσουν τη γιγάντια χειραποσκευή σου το καταλαβαίνεις αυτό… Κάθε φορά που φτάνω σε θύρα επιβίβασης νιώθω ότι μπαίνω σε ένα πεδίο γνήσιας συλλογικότητας. Δεν διαθέτει μεγαλείο, το πιθανότερο είναι ότι δεν θα χρειαστεί να επαληθευτεί ούτε με μισή κουβέντα, πόσο μάλλον με θριαμβικούς λόγους, θα διαλυθεί τη στιγμή της αποβίβασης, αλλά διατηρεί προδιαγραφές προτύπου αποτελεσματικότητας. Προδιαγραφές που συγκροτούν ένα σιωπηλό μαζί τόσο ουσιώδες που δεν μπαίνει στον κόπο να πάψει να φαίνεται σαν ανάμεσα.

4. Εκείνη: «Αναμεσά μας είναι αυτοί που δεν είναι ανάμεσά μας». Εκείνος: «Δεν είμαι ανάμεσα σε κανέναν». [01.06-01.11]

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα