Καλώς το κορίτσι
Του Γιώργου Τούλα Καμιά φορά τη διάθεση σου μπορεί να την αλλάξει, έστω και για λίγο ένα αναπάντεχο δώρο. Εμένα χθες το δώρο αυτό ήρθε με mail. Ένα κορίτσι που είχε χαθεί στο πέρασμα του χρόνου επιστρέφει. Η Θεοδοσία. Γεννημένη και μεγαλωμένη στην Αυστραλία με το μεγαλείο του Έλληνα, όπως της αρέσει να λέει, ένα […]
Του Γιώργου Τούλα
Καμιά φορά τη διάθεση σου μπορεί να την αλλάξει, έστω και για λίγο ένα αναπάντεχο δώρο. Εμένα χθες το δώρο αυτό ήρθε με mail. Ένα κορίτσι που είχε χαθεί στο πέρασμα του χρόνου επιστρέφει. Η Θεοδοσία.
Γεννημένη και μεγαλωμένη στην Αυστραλία με το μεγαλείο του Έλληνα, όπως της αρέσει να λέει, ένα μεγαλείο που εδώ απομυθοποιήθηκε εξαιτίας της άγνοιας που διαπίστωσε παντού. Την Αυστραλία την λατρεύει για την μίξη εικόνων και πολιτισμών, γιατί μπορείς να περπατήσεις σε κήπους που τα πουλιά μιλάνε όλες τις γλώσσες του κόσμου. Σπούδασε μουσική, χορό και θέατρο. Κατόπιν, συνέχισε τις σπουδές της στην Ελλάδα, και συγκεκριμένα στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, ενώ παράλληλα σπούδασε και Αγγλική Φιλολογία. Διάλεξε να μείνει στη Θεσσαλονίκη, εντάχθηκε στους Μπλε, έκανε μια τεράστια επιτυχία με τις Ενοχές, ένιωσε κάποια στιγμή πως ήθελε να πάει παραπέρα. Να μην είναι απλώς μια τραγουδίστρια, καθώς οι σπουδές της στην Τέχνη, οι παραστάσεις των μιούζικαλ που είχε συμμετάσχει στην δεύτερη πατρίδα της και ένας δημιουργικός οίστρος που την έκαιγε, την οδήγησαν σε μια σόλο καριέρα. Όχι εύκολα. ‘’Ταλαιπωρήθηκα πολύ. Με θεωρούν παράξενη, διαφορετική, απόμακρη και όχι Ελληνίδα στο πως τραγουδάω. Λένε πως είμαι αυθάδης στη σκηνή. Αλλά αν δεν υπάρχει αλητεία νομίζω πως δεν υπάρχει ουσία. Η προσωπικότητα μου, μου δημιούργησε προβλήματα. Δεν αντέχω να επαναλαμβάνω ρεφρέν. Εξοργίζομαι από τόσα αγόρια και κορίτσια που βγαίνουν με φωνή-διαμάντι και συνθηκολογούν. Αυτή η ασφάλεια των τετριμμένων, ξέρω πως δεν μου κάνει καλό’’.
Κυκλοφόρησε το Κόκκινο, ένα δίσκο που έβγαλε τραγούδια σαν την Θάλασσα που στοίχειωσαν στα ραδιόφωνα, με μια εντυπωσιακή παραγωγή που έγινε παρέα με τον Γιάννη Νάστα από τους Ξάξακες. Συνεργάστηκε με τους Πυξ Λαξ, τις Μάσκες, τους Mode Plagal. Λατρεύει την Σαντέ, έξω ακούς ακόμα ωραία πράματα, λέει, εναλλακτική μουσική. ‘’Πιστεύω πως οι ταυτότητες και οι ρόλοι μας κάνουν δέσμιους. Νιώθω πως δεν έχω παρελθόν και μέλλον. Είμαι εδώ και τώρα όπως είμαι, μου αρέσει να τραγουδάω για τον έρωτα, το σεξ, τα χρήματα, όσα από την καθημερινότητα μας δίνουν ζωή’’. Μυημένη από χρόνια στο διαλογισμό και το ρέϊκι, τις πολεμικές τέχνες, το Τάι τσι και τον ινδικό χορό των σπαθιών, χορεύει καταπληκτικό ινδικό τσιφτετέλι. ‘’ Είμαι παιδί της Ανατολής, μια και πιστεύω πως τα λουλούδια γεννιούνται σε δύσκολους καιρούς. Κάτω από τις βόμβες βγαίνουν τα μαγικά βότανα. Η δύναμη είναι στην καρδιά μας, ο θεός κρύβεται μέσα μας’’. Η σκηνή είναι ο φυσικός της χώρος. Εκεί πάνω απογειώνεται και το κοινό μοιάζει μαγεμένο. ‘’Οι funs είναι σαν τους Ρωμαίους με τα λιοντάρια. Σαν το ποδόσφαιρο. Τη μια μπορεί να σε αποθεώνουν και την άλλη να σε καθηλώσουν. Ο θαυμασμός έχει πάντα μια υπερβολή. Αν και άνετα θα γινόμουν λουλουδού στα πόδια του Πρινς…’’, μου έλεγε σε μια συνέντευξη το 2002 στο πατάρι του Stretto.
Από τότε την έχασα. Δεν ξανασυναντηθήκαμε ποτέ. Ούτε στο δρόμο. Έβγαλε ένα δυο δίσκους στα τέλη εκείνης της δεκαετίας, αλλά γενικά σιωπή. Σήμερα το πρωί πήρα στο mail μου το νέο της τραγούδι, που κυκλοφορεί από τη Feellgood. Για ένα παράξενο λόγο λειτούργησε σαν μια αναπνοή σε ένα καιρό ασφυξίας. Γραμμένο από το Γιώργο Μίχα, υπεύθυνο για μερικές από τις καλύτερες στιγμές της καριέρας της («Στη Θάλασσα», «Που να’σαι τώρα», «Σε θέλω» Καλώς όρισες πίσω κορίτσι. Μας έλλειψες.