Ο κινηματογραφικός Μίκης
Ο Γιάννης Γκροσδάνης γράφει για τον Μίκη, έναν από τους κατεξοχήν κινηματογραφικούς συνθέτες που έβγαλε η Ελλάδα.
Παρά το γεγονός ότι η φιλμογραφία του Μίκη Θεοδωράκη κρύβει σημαντικούς θησαυρούς και μουσικές που αργότερα ο ίδιος μετάγραψε και μετουσίωσε και σε τραγούδια ο κινηματογράφος ήταν μόνο μια επιμέρους δραστηριότητα από το σύνολο της καριέρας του.
Ο ίδιος παραδεχόταν πως παρά την αγάπη που είχε για τον κινηματογράφο δεν ασχολήθηκε με τον εντατικό ρυθμό που ίσως θα ήθελε κυρίως λόγω της πολυποίκιλης δραστηριότητας του τόσο ως συνθέτης όσο και λόγω της έντονης πολιτικής δραστηριότητας του.
Και είναι και το μουσικό του έργο τόσο πλούσιο και τόσο δημιουργικό που σε παρασέρνει μαζί του. Θα έλεγα – και πριν από μένα το έχουν πει πολλοί άλλοι σημαντικοί από τον χώρο του κινηματογράφου – πως ο Μίκης είναι ένας από τους κατεξοχήν κινηματογραφικούς συνθέτες που έβγαλε η Ελλάδα. Με μια πλούσια φιλμογραφία, με σπουδαίες συνεργασίες τόσο στην πατρίδα του όσο και στο εξωτερικό. Όπως σημειώνει και ο ίδιος “ο κινηματογράφος είναι μια τέχνη σύγχρονη στην οποία ενώνονται όλα: ιστορία, σκηνοθεσία, φωτογραφία μουσική, τα πάντα”. Το δυστύχημα είναι πως η έντονη προσωπικότητα και οι πολιτικοκοινωνικές ανησυχίες και δράσεις του δεν τον άφησαν να αναδείξει αυτό το ταλέντο του κινηματογραφικά όσο θα έπρεπε. Όταν ο Σίντνει Λουμέτ ακούει τη μουσική του Σέρπικο είναι αλήθεια πως γοητεύεται τόσο που θα του προτείνει μια σπουδαία συνεργασία που θα του έδινε την ευκαιρία να ασχολείται μόνο με την κινηματογραφική και σοβαρή μουσική και να έχει ένα σεβαστό εισόδημα για πολλά χρόνια. Πως όμως ο Μίκης να προδώσει τότε την αλήθεια του μέσα στην κόλαση της χούντας;
Από το Ξυπόλητο Τάγμα του Γκρέγκ Τάλλας (1953) μέχρι τον Έβδομο Ήλιο του Έρωτα του Σερντάρη (2003) ο Μίκης Θεοδωράκης πάρ’ όλα αυτά έχει μια αρκετά σπουδαία πορεία στον χώρο του κινηματογράφου. Με τον Μιχάλη Κακογιάννη θα δώσει μια βαθιά γήινη και ελληνική μουσική στην αρχαία ιστορία των Ατρειδών και του Τρωικού πολέμου (Ηλέκτρα, Ιφιγένεια, Τρωάδες), με τον Γαβρά θα κάνει τα πιστεύω του καθαρή μουσική (Ζ, Κατάσταση πολιορκίας).
Ο Ζορμπάς θα μπορούσε να του χαρίσει πολλά περισσότερα από μια φήμη (που έτσι κι αλλιώς είχε αρχίσει να οικοδομεί από την δεκαετία του ’50 γράφοντας μουσική σε ταινίες του βρετανικού κινηματογράφου). Το Όσκαρ εδώ χάθηκε κυρίως λόγω της ίδιας της σύνθεσης που ο συνθέτης την είχε ξαναχρησιμοποιήσει ως βασική μελωδία σε άλλες περιστάσεις θεατρικά και κινηματογραφικά.
Αυτό συνέβη το 1962 στην Συνοικία το Όνειρο, θαυμάσια σκηνοθετική απόπειρα του Αλέκου Αλεξανδράκη, εκεί που θα μπορούσε να κερδίσει άλλη μια σπουδαία διάκριση στο Φεστιβάλ (τότε ακόμη Εβδομάδα) Ελληνικού κινηματογράφου όμως η καθεστωτική νοοτροπία των οργάνων της τότε εξουσίας δεν επέτρεψε σε έναν κομμουνιστή (όπως θεωρούνταν ο Θεοδωράκης) την διάκριση.
Οι ιστορίες – κινηματογραφικές ή όχι που θα μπορούσαμε να πούμε για τον Θεοδωράκη είναι άπειρες. Κάποιες αποτυπώνονται στις συνεντεύξεις του (έστω και με κάποια στοιχεία υπερβολής, όπως κάνουν οι παππούδες μας για να μας κάνουν να γοητευουτούμε από την δυσκολία της εποχής τους), κάποιες άλλες σε βιογραφίες και έρευνες ή ντοκιμαντέρ γύρω από το έργο του.
Πριν μερικά χρόνια αυτή η κινηματογραφική εργασία του παρουσιάστηκε από την Ορχήστρα Μίκης Θεοδωράκης σε μια σειρά συναυλίών σε όλη την Ελλάδα επιμελημένη από την Κάκια Ιγερινού. Και φυσικά μέσα από αυτή την πορεία θα θυμόμαστε και να τραγουδάμε όλες αυτές τις μελωδίες και τα τραγούδια που είναια δύνατον να ξεχαστούν γιατί είναι πλέον κτήμα όλων μας. Από την “Όμορφη Πόλη” και το “Αν θυμηθείς το όνειρο μου” μέχρι το “Δρόμοι παλιοί” που κάποτε έγινε το μελαγχολικό ορχηστρικό μοτίβο ενός τίμιου αστυνόμου, του Φρανκ Σέρπικο…
Οι πρώτες του μουσικές για το σινεμά έρχονται το 1953 για δύο ελληνικές ταινίες: την Εύα της Μαρίας Πλυτά αλλά και το εμβληματικό Ξυπόλητο Τάγμα του Γκρεγκ Τάλας. Ακολουθούν σημαντικές συνεργασίες με σκηνοθέτες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ο Βρετανός Μαϊκλ Πάουελ ανήκει σε αυτές, ο Αλέκος Αλεξανδράκης στη μοναδική σκηνοθετική του δουλειά στο Συνοικία το Όνειρο επίσης θα του δώσει στην ευκαιρία να μετουσιώσει τις συνθέσεις του σε υπέροχη κινηματογραφική μουσική. Εκεί θα ακουστεί πρώτη φορά η σύνθεση που αργότερα θα τον απογειώσει κινηματογραφικά και θα τον πάει στα πέρατα της οικουμένης, το γνωστό συρτάκι του Ζορμπά (όπως θα γίνει αργότερα γνωστό). Με τον Μιχάλη Κακογιάννη – ίσως ένα από τα σημαντικότερα κομμάτια της κινηματογραφικής του διαδρομής – θα κάνουν μαζί 6 ταινίες. Η αρχή θα γίνει στην Ηλέκτρα το 1962, συνθέτοντας μια πραγματικά εκπληκτική μουσική, μια γήινη σύνθεση που ταιριάζει στα πλάνα του Κακογιάννη δίπλα στην υπέροχη φωτογραφία του Γουόλτερ Λάσαλι στην ύπαιθρο. Ο Μίκης θα συνεργαστεί με τον Κακογιάννη και στα υπόλοιπα μέρη της τριλογίας του για τον Ευριπίδη (Τρωάδες το 1971 και στην υποψήφια για ξενόγλωσσο Όσκαρ Ιφιγένεια το 1977).
Αξίζει να σημειωθεί και η συνεργασία τους το 1966 στην οικολογική ντραμεντί Τα Ψάρια Βγήκαν στη Στεριά, όπου ο Θεοδωράκης θα δοκιμάσει πιο μοντέρνους ρυθμούς, αποτελεί ίσως μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα δουλειά μέσα στην οποία μπλέκει ελληνικούς και ροκ ψυχεδελικές μελωδίες με εύστοχο τρόπο. Η σημαντικότερη συνάντηση τους φυσικά θα είναι το 1964 στον Ζορμπά. Η σκηνή του φινάλε με τους Άλαν Μπέιτς και Άντονι Κουίν να μετουσιώνουν σε κίνηση και εικόνα την υπέροχη μελωδία του είναι μοναδική.
Τίποτα δεν θα ήταν ίδιο χωρίς την εμβληματική μουσική που ακούγεται στην ταινία. Μια μουσική που έχασε το Όσκαρ για έναν απλό λόγο. Το βασικό θέμα της είχε ξανακουστεί σε ένα θεατρικό έργο και ακόμη μια ταινία (Μιλάω για την Γειτονιά των Αγγέλων και το Συνοικία το Όνειρο του Αλέκου Αλεξανδράκη). Σόλο μπουζούκι σε αυτά ήταν ο Γιώργος Ζαμπέτας. Ο Μίκης Θεοδωράκης βέβαια έφτασε μέχρι τις Χρυσές Σφαίρες του 1964 και έγινε αναγνωρισιμος σε μια μεγάλη βάση του μουσικόφιλου κοινού σε Ευρώπη και Αμερική.
https://www.youtube.com/watch?v=TEHMwsztcVA
Είχε ξεκινήσει την καριέρα του ως συμφωνικός συνθέτης (όπερες και συμφωνικά έργα) και κατάφερε μεσα από την λαική παράδοση και την ποίηση της πατρίδας του να κάνει το όνομα του ταυτόσημο με την χώρα. Ο Ζορμπάς βέβαια γνώρισε πλήθος διασκεύων (Μορικόνε, Μιλβα, Νταλιντά, Χοσέ Φελιτσιάνο, Μελίνα, κ.α.). Έγινε τζαζ, έγινε ρούμπα, έγινε ροκ, έγινε ποπ, έγινε μπαλάντα, έγινε χαμός γενικώς! Ο σκηνοθέτης Γκαι Ρίτσι έβαλε τον Ζορμπα μέσα στο σάουντρακ της ταινίας του Δύο Καπνισμένες Κάνες. Ο ίδιος ο συνθέτης σημειώνει κάπου για την σύνθεση του Ζορμπά, που αργότερα μετέτρεψε σε συμφωνικό έργο για μπαλέτο : “Αποτελεί αυτή η μουσική μια από τις αντιπροσωπευτικότερες εργασίες μου. Είναι μια μουσική που τη συνέθεσε ένας Κρητικός, ένας Έλληνας και ένας Ευρωπαίος».
Εξίσου σπουδαία θα είναι η συνάντηση του με τον Ζυλ Ντασέν (και τη Μελίνα Μερκούρη) το 1962 στη Φαίδρα και φυσικά με τον Κώστα Γαβρά, το 1969 στο Ζ και το 1972 στην Κατάσταση Πολιορκίας. Η μουσική του Ζ, την οποία θα συνθέσει την εποχή της εξορίας του από την Χούντα, θα γίνει σύμβολο αντίστασης και ξεσηκωμού σε φοιτητικές διαδηλώσεις αλλά και στους λαϊκούς αγώνες παντού. Όσο για την Κατάσταση Πολιορκίας θα κερδίσει μια υποψηφιότητα για Βραβείο Μουσικής, το 1974, στα βρετανικά βραβεία Bafta. Η μουσική ηχογραφήθηκε τα Χριστούγεννα του 1972 με τον Θεοδωράκη, τον Γαβρά, τον Ιβ Μοντάν και τους μουσικούς κλεισμένους σε ένα στούντιο στο Παρίσι.
https://www.youtube.com/watch?v=Y1lHx6JrYSU
Το 1973 βρίσκεται στην Αμερική. Εκεί θα συνεργαστεί με τον Σίντνει Λουμέτ για τις ανάγκες της ταινίες Σέρπικο. Η συνεργασία τους θα ενθουσιάσει τόσο πολύ τον Λουμέτ (είχε πραγματικά ερωτευτεί το μουσικό θέμα του Σέρπικο) και έτσι πρότεινε στον συνθέτη αποκλειστική συνεργασία και μια νέα καριέρα στην Αμερική. Δυστυχώς ή ευτυχώς ήταν άλλες οι προτεραιότητες του Θεοδωρακη εκείνα τα δύσκολα χρόνια. Είναι η εποχή που οι διώξεις, η εξορία, οι φυλακίσεις από το χουντικό καθεστώς και τελικά η η αντιδικτατορική δράση του στο εξωτερικό σημαδεύουν τον ίδιο τον Μίκη αλλά και το έργο του. Το μουσικό θέμα του Σέρπικο θα ακουστεί και αργότερα αφού ο ίδιος ο συνθέτης το ανέδειξε μελοποιόντας τους στίχους του Μανόλη Αναγνωστάκη και χαρίζοντας μας το τραγούδι Δρόμοι Παλιοί με την Μαργαρίτα Ζορμπαλά να το ερμηνεύει.
«Δυστυχώς, μετά την Ηλέκτρα και τον Ζορμπά», θα παραδεχτεί σε μια συνέντευξη του, «είχα μπει για καλά μέσα στους Λαμπράκηδες και δεν μπόρεσα να ασχοληθώ όσο ήθελα με αυτό το υπέροχο πράγμα που είναι ο κινηματογράφος. Ακόμα και το Ζ το έγραψα στη Ζάτουνα και φυσικά άλλος το ενορχήστρωσε. Μετά, όταν ηχογραφούσα τη μουσική για την Κατάσταση Πολιορκίας του Γαβρά στο Παρίσι, το μυαλό μου δεν ήταν εκεί, αλλά στις συνεδριάσεις για την αντίσταση. Η αντίσταση έφαγε όλη την καριέρα που θα μπορούσα να κάνω στον κινηματογράφο, όχι μόνο εμπορική, αλλά κυρίως μουσική. Γιατί είχα ιδέες, λάτρευα τον κινηματογράφο… Οι Αμερικανοί μού έδιναν όλα τα μέσα. Αυτό είναι το μείον της ζωής μου, το ομολογώ…», έχει πει ο ίδιος.
Οι συνεργασίες του στο εξωτερικό φυσικά δεν σταματάνε εδώ. Το 1964 με τον Ζαν Ντανιέλ Πολέ συνεργάζονται στο Μια Σφαίρα στην καρδιά (χαρίζοντας στην Τζένη Καρέζη επίσης δύο υπέροχα τραγούδια, το Πήρα τους δρόμους τ’ Ουρανού και το Κουράστηκα να σε κρατώ), το 1971 με τον Ντανιέλ Μπουσμάν συνθέτει τη μουσική για το Μπιριμπί, και το 1975 για τον Μιγκέλ Λιτίν τη μουσική για το Actas de Maruis (εξαιρετικά αν και από τα λιγότερο προσιτά στο εμπόριο σάουντρακ του συνθέτη).
Μεταπολιτευτικά και επιστρέφοντας πλέον μόνιμα στην Ελλάδα ο Μίκης δεν σταματά να αφουγκράζεται τη μαγεία της μουσικής του σινεμά. Το 1980 κάνει τη μουσική για την ταινία του Σταύρου Τζίμα Ο Ανθρωπος με το Γαρύφαλλο ενώ οι μουσικές του ντύνουν και πιο πρόσφατες ταινίες όπως το 2000 το Φοβού τους Έλληνες του Λάκη Λαζόπουλου και το 2001 τον Εβδομο Ήλιο του Έρωτα του Βαγγέλη Σερντάρη. Το 2007 τα World Soundtrack Awards στη Γάνδη, θα τον τιμήσουν με το τιμητικό βραβείο για το σύνολο της προσφοράς του στον κινηματογράφο.
Ο ίδιος έλεγε ότι ο κινηματογράφος είναι μία άκρως γοητευτική τέχνη στην οποία ενώνονται όλα: ιστορία, σκηνοθεσία, φωτογραφία, μουσική. Μέσα από την τέχνη και το ταλέντο του κατάφερε να συνθέσει μοναδικές μελωδίες που θα μείνουν για πάντα χαραγμένες στη μνήμη μας και στη καρδιά μας.
Μίκης Θεοδωράκης – Φιλμογραφία
1953 Εύα (Μαρία Πλυτά) 1953 Το Ξυπόλυτο Τάγμα (Γκρεγκ Τάλας) 1953 Ο Γολγοθάς Μιας Ορφανής (Ντίμης Δαδήρας και Σπύρος Νικολαΐδης) 1957 Night Ambush (Μάικλ Πάουελ και Εμερικ Πρεσμπέργκερ) 1959 Honeymoon (Μάικλ Πάουελ) 1960 Faces in the Dark (Ντέιβιντ Ιντι) 1961 The Shadow of the Cat (Τζον Γκίλινγκ) 1961 Συνοικία το Ονειρο (Αλέκος Αλεξανδράκης) 1961 Μυρτιά (Κώστας Καραγιάννης) 1961 Συνάντηση μιας Νύχτας (Ερρίκος Θαλασσινός) 1961 Manolis (Πολ Γκρόσφιλντ) 1962 Les Amants de Teruel (Ρεϊμόν Ρουλό) 1962 Ηλέκτρα (Μιχάλης Κακογιάννης) 1962 Φαίδρα (Ζιλ Ντασέν) 1962 Προδομένη Αγάπη (Ερρίκος Θαλασσινος) 1962 Troisieme Dimension (Ανατόλ Λίτβακ) 1964 Zorba the Greek (Μιχάλης Κακογιάννης) 1964 Το Νησί της Αφροδίτης (Χαρίλαος Παπαδόπουλος) 1964 Une Balle Au Coeur (Ζαν Ντανιέλ Πολέτ) 1965 Το Μπλόκο (Αδωνι Κύρου) 1966 Οταν τα Ψάρια Βγήκαν στη Στεριά (Μιχάλης Κακογιάννης) 1969 Ζ (Κώστας Γαβράς) 1970 Παρτιζάν (Στόλε Γιάνκοβιτς) 1971 Τρωάδες (Μιχάλη Κακογιάννη) 1971 Biribi (Ντάνιελ Μούσμαν) 1972 Σε Κατάσταση Πολιορκίας (Κώστας Γαβράς) 1973 The Story of Jacob and Joseph (Μιχάλης Κακογιάννης) 1973 Sutjeska – The Fifte Offensive (Στάιπ Ντέλικ) 1973 Σέρπικο (Σίντνεϊ Λιούμετ ) 1975 Der Geheimnistrager (Γιόζεφ Γκότλιμπ) 1975 Actas de Maruis (Μιγκέλ Λίτιν) 1976 Ιφιγένεια εν Αυλίδι (Μιχάλης Κακογιάννης) 1980 Ο Ανθρωπος με το Γαρύφαλλο (Νίκος Τζίμας)
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ