Parallax View

«Κολλάει» το μετρό, «κολλάει» και η ζωή μας

Μερικές σκέψεις για ένα πρωινό από το πίσω κάθισμα ενός ταξί

Χρυσάνθη Αρχοντίδου
κολλάει-το-μετρό-κολλάει-και-η-ζωή-1396739
Χρυσάνθη Αρχοντίδου

Εικόνα: Ιάσων Μπάντιος / Facebook

Εννιά το πρωί, με την τσάντα του γραφείου βαριά από το λάπτοπ και το τάπερ με το μεσημεριανό, έχω ήδη ξεκινήσει να πηγαίνω προς τη στάση της 25ης Μαρτίου για να πάρω το μετρό για τη δουλειά.

Εννιά και δέκα, χτυπάω την κάρτα, κατεβαίνω τις κυλιόμενες και περιμένω τον συρμό που ο πίνακας γράφει ότι θα έρθει στα επόμενα τρία λεπτά.

Χαμηλώνω τη μουσική από τα ακουστικά μου όταν ένας κύριος με κίτρινο φωσφοριζέ γιλέκο, φωνάζει: «Για να το ακούσουν όσοι ήρθαν τώρα. Για κέντρο θα κατεβείτε στη στάση της Ανάληψης και θα αλλάξετε συρμό. Θα σας αφήσει στο Πανεπιστήμιο και από εκεί θα πάρετε άλλον συρμό για να συνεχίσετε για Σιδηροδρομικό Σταθμό». 

Κοιτιόμαστε μεταξύ μας με ένα βλέμμα απογοήτευσης – όχι όμως έκπληξης, τι πιο κλασσικό να συμβεί στο μετρό Θεσσαλονίκης, λίγες ημέρες πριν κλείσει προσωρινά για έναν ολόκληρο μήνα.

Ο συρμός έρχεται όντως στην ώρα του, ανεβαίνουμε σε ένα ήδη γεμάτο βαγόνι και κατεβαίνουμε μερικά δευτερόλεπτα αργότερα, στην επόμενη στάση.

Οι πίνακες στον σταθμό της Ανάληψης δεν λειτουργούν σωστά, ο ένας από τους δύο είναι κατάμαυρος.

Στον στενό διάδρομο, περιμένουμε ο ένας δίπλα στον άλλον, πιο κοντά από ποτέ με τους ξένους γύρω μας.

Ξανά στην αναμονή, έρχεται ένα βαγόνι που ξεφορτώνει κόσμο.

Με το που ανοίγουν οι πόρτες και αφού ο κόσμος έχει κατέβει, κάνουμε δύο βήματα να μπούμε μέσα, όταν ένας διαφορετικός κύριος με κίτρινο γιλέκο φωνάζει «Όχι σε αυτό, στο επόμενο. Όσοι πάτε κέντρο θα αργήσετε λιγάκι». 

Για ακόμα μία φορά, ανταλλάσσουμε βλέμματα με τους αγνώστους δίπλα μας, μερικοί αρχίζουν να ανεβαίνουν τα σκαλιά της εξόδου.

«Και γιατί δεν μας το λέτε πιο νωρίς;», «Τι μας αφήνετε να περιμένουμε;», ακούω πίσω μου ανθρώπους να παραπονιούνται, ενώ ανεβαίνω γρήγορα τις κυλιόμενες.

Έξω από τον σταθμό επικρατεί ένας πανικός, όσοι ανεβαίνουν από το μετρό ψάχνουν για ταξί, άλλοι για πατίνι.

«Αυτή τη στιγμή υπάρχει αυξημένη ζήτηση. Ελάχιστη αναμονή 5 λεπτά», γράφει η εφαρμογή, ενώ τα λιγοστά ταξί που περνούν από τη Δελφών είναι κατειλημμένα ή παίρνουν δυο και τρεις επιβάτες που βολεύουν οι διαδρομές τους.

Ενώ μιλάω στο τηλέφωνο για να ειδοποιήσω στη δουλειά ότι μπορεί να αργήσω λίγο – ή τουλάχιστον έτσι θέλω να ελπίζω, έχω αφήσει την εφαρμογή να «ψάχνει» για ταξί και σηκώνω το χέρι σε όποιο μπλε όχημα περνάει από μπροστά μου, την ώρα που όλα με αγνοούν επιδεικτικά.

«Χαλασμένο είναι πάλι το μετρό ε;» μου λέει μια κυρία γελώντας ενώ μιλάω στο τηλέφωνο – της γνέφω καταφατικά με ένα χαμόγελο.

Ένα μπλε όχημα σταματάει μπροστά μου. «Κέντρο πάω» λέω στον οδηγό μέσα από το μισάνοιχτο παράθυρο του συνοδηγού και μου κάνει νόημα να μπω μέσα.

«Να πάρουμε και κανέναν άλλον που είναι στον δρόμο μας;», με ρωτά και απαντάω «φυσικά», μπας και προλάβει κάποιος από όλους εμάς να φτάσει στην ώρα του.

Μία κοπέλα κάθεται δίπλα μου, «ευχαριστώ πολύ» μου κάνει ευγενικά και κατεβαίνει λίγα λεπτά μετά, στην Αγγελάκη. Ένα χαμόγελο και λίγη ευγένεια, τουλάχιστον έχουμε ακόμα αυτά.

Όσο κάθομαι στο πίσω κάθισμα, βάζω τα αγαπημένα μου κομμάτια ξανά στα ακουστικά μου μήπως και καταφέρω να ξεχαστώ και να σταματήσω να κοιτάω τα λεπτά που περνούν πιο γρήγορα από ότι συνήθως, στην οθόνη του κινητού μου.

Το ψηφιακό ρολόι δείχνει εννέα και τριάντα τέσσερα λεπτά, που σημαίνει ότι είμαι ήδη τέσσερα λεπτά αργοπορημένη και ακόμα στα μισά της διαδρομής.

Το κάθε σταμάτα – ξεκίνα στα κόκκινα φανάρια, η αναμονή πίσω από αυτοκίνητα που δεν διακρίνεις πού ξεκινούν και πού τελειώνουν, μου υπενθυμίζουν πώς παραλύει η πόλη κάθε φορά που βρέχει, «κολλάει» το μετρό ή παίρνει φωτιά ένα λεωφορείο του ΟΑΣΘ.

Κάθε φορά, έχουμε τις ίδιες αντιδράσεις. Εκνευριζόμαστε, θυμώνουμε, φωνάζουμε σε υπαλλήλους που δεν φταίνε, λες και δεν ξέρουμε ότι σε μερικές ημέρες, εβδομάδες, μήνες θα ξαναβρεθούμε στο ίδιο έργο θεατές, με τους ίδιους πρωταγωνιστές.

Κάθε φορά που βρίσκομαι στο πίσω μέρος ενός ταξί, στις εννιά το πρωί, για τον ίδιο ακριβώς λόγο, νιώθω πως η ζωή -για εκείνα τα λίγα λεπτά που περνούν βασανιστικά αργά- μπαίνει σε μία αχρείαστη και ατέρμονη παύση.

Ίσως το σημερινό, ήταν μία πρόβα για την επόμενη εβδομάδα, που θα επιστρέψουμε στις παλιές μας συνήθειες. Τέλος η «καλοπέραση» του πιο σύγχρονου μετρό της Ευρώπης για έναν (;) μήνα, πίσω στον παραδοσιακό ΟΑΣΘ.

Πίσω στο μποτιλιάρισμα, στο κολλημένο φανάρι στην Αγγελάκη,  στην αναμονή στη στάση, στους χαλασμένους πίνακες, στα λεωφορεία – φαντάσματα, στα «πίτα» γεμάτα λεωφορεία που ο προσωπικός χώρος δεν υφίσταται και στις φωνές από αυτούς που έχουν όρεξη για καυγάδες κάθε στιγμή και ώρα της ημέρας.

Και κάθε φορά που βρίσκομαι σε αυτήν την ίδια, επαναλαμβανόμενη κατάσταση, καταλαβαίνω πως τελικά ζούμε για να είμαστε «κολλημένοι» σε μία πόλη που βρίσκεται ολοκληρωτικά στο έλεος των προβληματικών συγκοινωνιών της.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα