Lucky, Μέρος 1ο

Το πρώτο μέρος από το διήγημα του Κώστα Παρζιάλη

Κώστας Παρζιάλης
lucky-μέρος-1ο-850572
Κώστας Παρζιάλης

Ο Λάκης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη.

Οι γονείς του, δεν ακολούθησαν την πατροπαράδοτη διαδικασία επιλογής ονόματος.

Μοντέρνοι άνθρωποι, σχεδόν πρωτοποριακοί.

Σκέφτηκαν ότι ήρθε η ώρα να ξεφύγουν από τα στερεότυπα και να γράψουν τη δική τους ιστορία.

Κάπως έτσι, αποφάσισαν να τον ονομάσουν Λάκη.

Όνομα λιτό, πιασάρικο, με παχύ λάμδα, αλλά το κυριότερο ότι συμβόλιζε καλοτυχία και ελπίδα.

Άλλωστε και ποιος δεν αναζητά λίγη τύχη στη ζωή του;

Το όνομα έλαμψε μέσα στο μυαλό τους σαν επιδότηση που εγκρίθηκε με την πρώτη.

Χαμογέλασαν, κοιτάχτηκαν στα μάτια και αποφάσισαν από κοινού.

Λάκης …ή Lucky για διεθνή καριέρα.

Ο Λάκης είχε ήδη βαπτιστεί στο μυαλό τους.

Η τύχη του Λάκη φάνηκε από την πρώτη μέρα.

Οι γονείς του έλαβαν αμέσως το επίδομα γέννησης.

Έκλαψαν από συγκίνηση.

Ένιωσαν και πάλι τυχεροί.

Για μια στιγμή.

Μέχρι που είδαν πόση είναι η επιδότηση για την αγορά ενός ηλεκτρικού αυτοκινήτου.

Είναι θέμα προτεραιότητας, σκέφτηκαν.

Κοίταξαν τον Λάκη… ροδαλός, ήσυχος και καλότυχος.

Η καχύποπτη σκέψη έφυγε αμέσως.

Ξεπετάχτηκε γρήγορα ο Λάκης και όλα κυλούσαν γλυκά.

Οι γονείς του δούλευαν από το χάραμα μέχρι βραδάκι.

Αν εξαιρέσεις βέβαια το αδιανόητα υψηλό ενοίκιο, τη μηνιαία πικρή επιστολή του λογαριασμού ρεύματος και το super market που έμοιαζε πια με επιδρομή σε πολυτελές delicatessen, όλα κυλούσαν ρολόι. Ένιωθαν προστατευμένοι.

Είχαν άλλωστε και τους παππούδες, οι οποίοι βοηθούσαν με κάθε τρόπο, παρόλο που η μισή τους σύνταξη είχε χαθεί κάπου ανάμεσα σε δομημένα ομόλογα και επενδυτικές ευκαιρίες.

Τα προσπερνούσαν όλα. Ενοίκια, λογαριασμούς, περικοπές και ανατιμήσεις. Τα άφηναν πίσω τους, γιατί είχαν την τύχη με το μέρος τους.

Το μόνο που φοβόντουσαν ήταν το κακό το μάτι. Μόνο αυτό.

Ούτε κρίσεις, ούτε μνημόνια.

Το μάτι, ναι. Εκεί έβαζαν όριο.

Ήταν βέβαια αποφασισμένοι από την αρχή.

Θα τα πάλευαν όλα, με οδηγό τον Λάκη.

Το φως τους και η τύχη τους, ήταν το μοναδικό πράγμα που δεν μπορούσε να φορολογήσει το κράτος.

Ο Λάκης μας… παιδί χαρούμενο.

Πάντα με ένα χαμόγελο, μια απορία και μια πληγή στο γόνατο. Γιατί ο Λάκης εκτός από τυχερός, είναι και παιδί της δράσης.

Οι γονείς του Λάκη, θέλοντας το καλύτερο, ξεκίνησαν να ψάχνουν μια παιδική χαρά φτιαγμένη από τον σωστό ανάδοχο και με το σωστό κονδύλι. Έναν απ’ αυτούς που χρησιμοποιούν υλικά που δεν σκουριάζουν, που στρώνουν ελαστικό δάπεδο αντί για τσιμέντο ή στην καλύτερη έναν από εκείνους που ξηλώνουν την ολοκαίνουργια παιδική χαρά για να την ξαναφτιάξουν από την αρχή. Ξεκάθαρα για λόγους απορροφητικούς.

Ο Λάκης σβέλτος, με πείσμα και τσαγανό έμαθε και ποδήλατο.

Μόλις ένιωσε έτοιμος να ξεχυθεί, του μίλησαν για τον υπέροχο ποδηλατόδρομο, που είχε κατασκευαστεί με μελέτη ειδικών και με τα λεφτά των πολιτών.

Ένας ποδηλατόδρομος στολίδι, που θα ένωνε πάρκα, γειτονιές και όνειρα.

Έργο μεγάλης σημασίας.

Ο τυχερός μας Λάκης, τελικά περιορίστηκε στο μπαλκόνι της γιαγιάς.

Ευτυχώς ήταν από εκείνα τα παλιά, τα πλατιά, με θέα σε κάδο ανακύκλωσης, δυο γλάστρες και μια πινακίδα “ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΣΤΑΘΜΕΥΣΗ” που κανείς δεν έπαιρνε στα σοβαρά.

Απογοητεύτηκε λίγο και έτσι οι γονείς του σκέφτηκαν να του προσφέρουν μια εμπειρία εξίσου ξεχωριστή.

Μια βόλτα με το υπερσύγχρονο μετρό ή στον πολυχώρο της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης.

Διάλεξαν το πρώτο.

Εκείνο το έργο των τριάντα ολόκληρων χρόνων, που πληρώθηκε αρκετές φορές πάνω αλλά άξιζε τον κόπο.

Ο Λάκης ενθουσιάστηκε.

Ζήτησε μόνο έναν όρο.

Για το παιχνίδι, έτσι το έθεσε.

Να χρησιμοποιήσει ο ίδιος την χρεωστική κάρτα του μπαμπά, για να αγοράσει τα εισιτήρια.

Μάταια.

Το υπερσύγχρονο έργο, που κατασκευάστηκε με κόπο, ιδρώτα και αναμονή δεν του έκανε τη χάρη.

Η κάρτα δεν ήταν στο παιχνίδι.

Συμφώνησαν λοιπόν, να βάλουν κανονικά χρήματα.

Ούτε τα ρέστα ήταν στο παιχνίδι.

Βέβαια, ο Λάκης αποζημιώθηκε, όχι από ρέστα αλλά με εικόνα.

Με την επιβλητική παρουσία των αποσπασμένων και επιμελώς τοποθετημένων, αρχαίων που διακοσμούσαν τον σταθμό, που δεν έμελλε ποτέ να αποτελέσουν ένα ενιαίο ζωντανό και μοναδικό μνημείο της Unesco.

Όλα ήταν όμορφα, τακτοποιημένα και διασπασμένα. Ένα κυριολεκτικά, κομμάτι ιστορίας.

Ο Λάκης πήρε το σωστό μάθημα.

Χάνουμε και κερδίζουμε. Η διαδρομή έχει αξία.

Ο Λάκης, παιδί μεσαίας τάξης και υψηλής αντοχής, δεν το έβαζε ποτέ κάτω.

Ρουφούσε κάθε εμπειρία σαν σφουγγάρι.

Γιατί η παιδική ηλικία είναι ανέμελη και το είχε καταλάβει από νωρίς.

Έτσι ο Λάκης μας, άρχισε να αναζητά την απόλαυση.

Άρχισε να ζητάει παιχνίδι στο λούνα παρκ.

Οι γονείς του Λάκη, το απέφευγαν.

Όχι επειδή φοβόντουσαν ότι θα κερδίσει όλα τα κουκλάκια, αλλά επειδή το λούνα παρκ λειτουργούσε χωρίς άδεια, με ευχές και ανοχή.

Ο τυχερός μας ο Λάκης.

Μέχρι να καταλάβει ότι τα πράγματα γίνονται αλλιώς εδώ, πήγε σχολείο.

Σχολείο και φροντιστήριο. Και τα δύο μαζί.

Ήταν ξεκάθαρο για τον Λάκη από την αρχή.

Για να γίνεις σπουδαίος επιστήμονας, όπως αυτοί του εξωτερικού πρέπει πρώτα να μάθεις τι θα πει πειθαρχία, κούραση και τσάντα πιο βαριά από το ίδιο σου το μέλλον

Ο Λάκης μεγάλωνε και κάθε Σεπτέμβρη γνώριζε έναν νέο δάσκαλο.

Όχι επειδή το σχολείο πίστευε στον πλουραλισμό και την εναλλαγή διδακτικών προσεγγίσεων, αλλά επειδή οι δάσκαλοι έρχονταν και έφευγαν σαν αποδημητικά πουλιά, με νέο φύλλο πορείας.

Ο Λάκης όμως, παιδί καλόψυχο.

Είχε μάθει να βλέπει το καλό στους ανθρώπους.

Πίστευε ότι οι δάσκαλοι φεύγουν γιατί δεν άντεχαν την πραγματικότητα μιας τάξης χωρίς θέρμανση, με καρέκλες που έτριζαν, με ταβάνια που τα κοιτούσες όχι για να εμπνευστείς, αλλά για να δεις αν υπάρχει χρόνος για να τρέξεις.

Ο Λάκης…παιδί μοναδικό.

Είχε καταλάβει από νωρίς ότι όλα αυτά, το χάος, η αλλαγή, η ασυνέπεια, είναι απλώς ένα σκληρό εκπαιδευτικό πρόγραμμα ζωής και μόνο θα κέρδιζε από όλα αυτά.

Ο Λάκης ήξερε τον τρόπο να τα αντιμετωπίζει όλα.

Είχε για συνοδοιπόρο, το ποδήλατο του. Ήταν η ψυχανάλυση του.

Ωστόσο, όπως σε κάθε ξεχωριστό ήρωα που σέβεται τον εαυτό του, έτσι και στον Λάκη συνέβη το αναπάντεχο.

Μια ηλιόλουστη μέρα, σε έναν αγώνα ταχύτητας με τον εαυτό του, έπεσε. Δυνατά.

Έσπασε το πόδι του.

Δεν τον πείραξε ο γύψος, ούτε η κακή κατάσταση στο νοσοκομείο.

Αντίθετα θαύμασε τους ήρωες γιατρούς, που τα βγάζουν πέρα κάτω από αυτές τις συνθήκες. Ίσως και να διάλεξε επάγγελμα εκείνη τη στιγμή.

Όχι του γιατρού αλλά του ήρωα, που επιβιώνει σε όλες τις συνθήκες σε μια τέτοια χώρα.

Κοίταξε τον γύψο, όμως με μια απορία, σχεδόν υπαρξιακή.

Και τώρα; Πώς θα πάω σχολείο; Θα χάσω το παιχνίδι; Τις εκδρομές; Θα απομονωθώ;

Ήταν η πρώτη φορά που ένιωσε πως μένει πίσω.

Μαζί με το πόδι, ράγισε και η καρδιά του μπαμπά του.

Γιατί ο πόνος είναι περαστικός, αλλά ο φόβος της απομόνωσης είναι εκεί.

Ήταν μια καλή στιγμή όμως για μια ουσιαστική συζήτηση και δεν την άφησαν να πάει χαμένη.

Μιλήσανε για τους ανθρώπους που δεν έχουν απλώς έναν τραυματισμό, αλλά ολόκληρη τη ζωή τους διαφορετική. Και όμως, προχωρούν.

Βρίσκουν τη δύναμη μέσα τους και συνεχίζουν.

Μίλησαν για την ουσία της συμπερίληψης.

Συμφώνησαν ότι δεν πρέπει να αφήνεται κανένας πίσω.

Να μην αποκλείεται το παιδί μας, ο φίλος μας, ο συνάνθρωπος μας.

Συμφώνησαν ότι όταν μια κοινωνία ενσωματώνει κάθε μέλος της, ανεξάρτητα από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει, είναι μια κοινωνία πιο δυνατή, πιο δίκαιη και πιο ανθρώπινη.

Ο Λάκης κατάλαβε πολλά εκείνες τις ημέρες.

Ότι δεν είναι ο πόνος το δυσκολότερο αλλά η απομόνωση.

Και ότι μια κοινωνία που θέλει να λέγεται δίκαιη, δεν αρκεί να φροντίζει μόνο τα δυνατά πόδια, αλλά και τα σπασμένα. Όχι με λύπηση, αλλά με πρόνοια.

Αντιμετώπισε βέβαια με γενναιότητα τα δύσβατα πεζοδρόμια, το σχολείο χωρίς σχέδιο και τις σκάλες που, με το γύψο στο πόδι, έμοιαζαν περισσότερο με ανάβαση σε βουνό παρά με καθημερινή διαδρομή.

Ο Λάκης μας, ήταν πλέον βέβαιος, πως όλα αυτά τα απρόοπτα, οι δυσκολίες και οι ανατροπές δεν θα πήγαιναν χαμένα. Ήταν τα θεμέλια για να χτίσει μια ισχυρή και ανθεκτική προσωπικότητα.

Η επιτυχία ήταν προδιαγεγραμμένη.

To be continued…

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα