Μια κοινωνία διαιρεμένη από θυμό προσέρχεται στις κάλπες

Η διαμάχη δεν έγκειται ανάμεσα στη δεξιά και την αριστερά, αλλά ανάμεσα στους φανατικούς και τους μετριοπαθείς

Αθηνά Καλαϊτζόγλου
μια-κοινωνία-διαιρεμένη-από-θυμό-προσ-446043
Αθηνά Καλαϊτζόγλου

Μια κοινωνία διαιρεμένη. Από μεγάλο θυμό. Τυφλό. Στο δρόμο για τις κάλπες της Κυριακής. Που μοιάζουν να έχουν πάρει άρωμα εθνικών εκλογών, κάτι σαν βαρόμετρο του εμείς (η κυβέρνηση) και όλοι οι άλλοι απέναντι. Έστω κι αν έχουν όλοι αυτοί οι συσπειρωμένοι απέναντι διαφορετικές ιδεολογικές καταβολές και συμφέροντα. Το σύνθημα έχει δοθεί. «Να φύγει επιτέλους αυτή η κυβέρνηση». Όσο πιο μεγάλη η αποδοκιμασία, τόσο πιο έντονη η πίεση στις πραγματικές εθνικές εκλογές, προσδοκούν.

Ο θυμός έγινε συνώνυμος του φανατισμού. Δεν συζητάμε για τα μεγάλα ζητήματα που απασχολούν την κοινή μας οικογένεια, την Ευρώπη. Ούτε για τα θέματα που ταλανίζουν τον μικρόκοσμο μας, σε επίπεδο γειτονιάς ή Περιφέρειας (η σύγκριση με το ντιμπέιτ των υποψηφίων για το αξίωμα του προέδρου της Κομισιόν ήταν συντριπτικά άνιση). Η συζήτηση αφορά αποκλειστικά εσωτερικά θέματα. Δεν είναι βέβαια και πρωτόγνωρο ως φαινόμενο, συμβαίνει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά μπορεί να λειτουργεί ως άλλοθι;

Γνωρίσαμε την εμπειρία, μα μας ξέφυγε το νόημα, για να δανειστώ τον T.S. Eliot. Κανένα επιχείρημα σοβαρό από τους απέναντι, καμία διάθεση κριτικής προσέγγισης (προς όλες τις πλευρές, βρε αδελφέ). Αντίθετα, σκοντάφτεις σε ηθελημένη άγνοια για όλα τα σοβαρά ζητήματα, εστίαση σε συγκεκριμένα πρόσωπα που αγαπά περίτεχνα να αναδεικνύει η επικαιρότητα, μεροληπτική ματιά για την ηθική. Και η μόνιμη επωδός. «Να φύγουν».

Ωραία. Να φύγουν. Με τρομάζει αυτή η υπερτροφία του αμετάβλητου, όπως έξοχα το λέει ο Γιάννης Ρίτσος στην «Ελένη». Γιατί προσιδιάζει στα χαρακτηριστικά μιας αγέλης τυφλής και (παρ)ορμητικής. Που της έδωσαν απλά μια κατεύθυνση χωρίς να γνωρίζει ούτε που πατά, ούτε που πηγαίνει. Την κινητοποιεί και την αιμοδοτεί η απειλή: «ερχόμαστε και θα δείτε τι σας περιμένει». Παράσιτα, κηφήνες, άχρηστοι, όσοι αποδέχθηκαν με ανακούφιση τις ανεκτές από τα οικονομικά δεδομένα κοινωνικές παροχές. Ούτε κι αυτές έχουν σημασία, έστω κι αν καταλήγουν σε τσέπες αναξιοπαθούντων. Αυτό είναι και το πιο τραγελαφικό. Πολίτες που έχουν ανάγκη τις παροχές αυτές, που δεν ανήκουν σε ελίτ, δεν έχουν μπάρμπα στην Κορώνη, που μετρούν κάθε μέρα τα χρήματα τους για να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους, έχουν παγιδευτεί σε έναν θυμό ανεξέλεγκτο. Και έχουν γίνει αγέλη που την άγουν και τη φέρουν.

Θέλω να θυμάμαι συνέχεια τη φράση της Fania Oz-Salzberger: “Η διαμάχη δεν έγκειται ανάμεσα στη δεξιά και την αριστερά, αλλά ανάμεσα στους φανατικούς και τους μετριοπαθείς”.  Και επιλέγω να θυμάμαι, επίσης, ότι ο συμβιβασμός μπορεί να μην κανακεύει το εγώ (ακόμη και το πολιτικό), αλλά αποτρέπει τις διαιρέσεις και τους διαχωρισμούς.

Αν κάθε ένας από μας προσπαθήσει να δώσει μια ειλικρινή απάντηση στο τι ψηφίζουμε στις εκλογές της Κυριακής, χωρίς πάθος και μένος, ίσως και να καταφέρουμε να γίνουμε ενεργοί πολίτες. Και να θυμόμαστε: μια κοινωνία θυμωμένη και διαιρεμένη εξυπηρετεί αποκλειστικά και μόνον τους πιο ακραίους, σκοτεινούς και απεχθείς κύκλους που επιδιώκουν νομιμοποίηση κατά του δημοκρατικού μας πολιτισμού. Σε βάρος, τελικά, όλων μας.

«Γιατί κάθε λύση εμπεριέχει νέες επιλογές και κάθε επιλογή θέτει νέα προβλήματα που ζητούν λύσεις, κι έτσι πάλι και ξανά». 

Τζον Γουίλιαμς, «Αύγουστος»

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα