Μια Θεσσαλονίκη που ζει στο αέναο παρόν τις πληγές της ιστορίας της
Πήγα με μοιρασμένες προσδοκίες στην πρεμιέρα της Πόλης και της πόλης του Σύλλα Τζουμέρκα και του Χρήστου Πασαλή. Μοιρασμένες γιατί γνώριζα πως το θέμα με το οποίο καταπιάνονταν ήταν δύσκολο και αποτελεί ακόμη και σήμερα μια πληγή για το σώμα της Θεσσαλονίκης. Μια πληγή για την οποία οι άνθρωποι της δεν γνωρίζουν πολλά ή ίσως […]
Πήγα με μοιρασμένες προσδοκίες στην πρεμιέρα της Πόλης και της πόλης του Σύλλα Τζουμέρκα και του Χρήστου Πασαλή. Μοιρασμένες γιατί γνώριζα πως το θέμα με το οποίο καταπιάνονταν ήταν δύσκολο και αποτελεί ακόμη και σήμερα μια πληγή για το σώμα της Θεσσαλονίκης. Μια πληγή για την οποία οι άνθρωποι της δεν γνωρίζουν πολλά ή ίσως ξέρουν κάποια σκόρπια πράματα ή ακόμα και τίποτα. Φεύγοντας από την προβολή η γροθιά που αισθάνεσαι στο στομάχι κάνει ώρα για να συνέλθεις.
Η Πόλη και η πόλη είναι σε γενικές γραμμές ένα ντοκιμαντέρ για την κοινότητα των Εβραίων και πως ξεκληρίστηκε με το Ολοκαύτωμα κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κι όμως αυτό δεν ισχύει. Η ταινία δεν είναι ακριβώς ντοκιμαντέρ αλλά ούτε και μυθοπλασία παρά το ότι αξιοποιεί ένα λαμπρό καστ ηθοποιών με την βοήθεια των οποίων εστιάζει αφηγηματικά στην ιστορία μίας οικογένειας Εβραίων και πως αναστατώνεται η ζωή της από το ξέσπασμα του πολέμου. Απαλλαγμένοι από το προσδιορισμό της ταυτότητας και της φόρμας ο Σύλλας Τζουμέρκας και ο Χρήστος Πασσαλής δημιουργούν με ελευθερία ένα δημιουργικό υβριδικό αποτέλεσμα που διαρκώς εκπλήσσει τον θεατή. Τα διαρκή πίσω – μπρος στο χρόνο, ο καταιγισμός των εικόνων, η ελλειπτική αφήγηση, η ευρηματική φωτογραφία που αγγίζει χρωματικά τα όρια του γκρίζου προκαλούν τον θεατή σε κάθε περίπτωση μέχρι το τέλος.
Αφηγηματικά η ταινία ξεκινάει με ένα καταιγιστικό δεκάλεπτο σκηνών που εναλάσσονται μεταξύ τους και δείχνουν την Θεσσαλονίκη του μεσοπολέμου. Μια πόλη κοσμοπολίτισσα στην οποία οι κοινότητες προσπαθούν να ζήσουν αρμονικά μεταξύ τους. Τούρκικα, Λαντίνο, Ελληνικά, Γαλλικά και άλλες γλώσσες και διάλεκτοι εναλλάσσονται μέχρι που ξεκινάει η ρατσιστική επίθεση στο συνοικισμό του Κάμπελ. Η πρώτη πληγή στην ιστορία της ταινίας είναι εδώ. Ότι ακολουθεί είναι μια λεπτή απεικόνιση – που πολλές φορές σε κάνει αισθάνεσαι την ασφυξία – της βαρβαρότητας της δίωξης που βίωσαν οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης. Τα βασανιστήρια στην πλατεία Ελευθερίας, οι περιορισμοί στα γκέτο, η αναχώρηση του πρώτου τρένου για το Άουσβιτς, η επιβίωση των λιγοστών Εβραίων που άντεξαν μέσα στη φρίκη του Άουσβιτς, η παρακμή της πόλης και η προσπάθεια από τους επιζήσαντες να μαζέψουν τα κομμάτια τους και να διεκδικήσουν πίσω τις περιουσίες τους από τους μεσεγγυούχους που όρισαν οι ναζί.
Και εδώ οι σκηνοθέτες κάνουν μια έξοχη επιλογή για να συνθέσουν ένα παζλ δύο πόλεων, αυτό που δίνει πραγματικό νόημα στον τίτλο της ταινίας. Υπάρχει μια του παρόντος και μια του ιστορικού παρελθόντος. Δύο πόλεις που παραπέμπουν ωστόσο σε μια, την Θεσσαλονίκη, στην οποία ο χρόνος που δημιουργεί τον διαχωρισμό, την δυαδικότητα και ο χώρος, ο οποίος παραμένει ίδιος τοπογραφικά μεταλλάσεται στο διάβα αυτού του χρόνου. Έτσι λ.χ. τα φαντάσματα των Εβραίων ζουν ξανά τα βασανιστήρια των Ναζί στην Πλατεία Ελευθερίας ενώ δίπλα τους μια φαγάνα εργάζεται για την ανάπλαση του χώρου από πάρκινγκ σε κανονική πλατεία και χώρο ιστορικής μνήμης ενώ στο βάθος του πλάνου οι ταμπέλες των εμπορικών καταστημάτων ΙΧ και τουριστικά λεωφορεία δημιουργούν μια παράταιρη προοπτική στο χώρο (που να ήξεραν βέβαια όλοι ότι η συγκεκριμένη ανάπλαση έχει εξελιχθεί με τη σειρά της σε ένα κακόγουστο σήριαλ πολλών επεισοδίων που δεν αφήνουν την πόλη να ορίσει και να τιμήσει με νηφαλιότητα τις αδικίες των παρελθόντος). Η επιλογή αυτή των δύο σκηνοθετών είναι εξαιρετική καθώς οι ήρωες τους ξαναζούν την ιστορία τους στο μεταλλασσόμενο περιβάλλον της σύγχρονης πόλης: Στο Πανεπιστήμιο που πήρε το χώρο του παλιού εβραϊκού νεκροταφείου, στον τερματικό σταθμό της ΙΚΕΑ του σήμερα από τον οποίο περνάνε όσοι οδηγήθηκαν πεζοί από το μπλόκο της Επανομής σε μια βασανιστική πορεία που κράτησε ώρες ατέλειωτες στο στρατόπεδο Παύλου Μελά για να εκτελεστούν, στον παλιό Σιδηροδρομικό σταθμό που είναι πλέον έρημος χώρος, στο Βαρδάρη εκεί που συνταντιούνται οι επιζήσαντες του Άουσβιτς την ώρα που δίπλα τους περνάνε στο παρόν με φόρα ΙΧ, ταξί και λεωφορεία σε ένα ακόμα απόγευμα ρουτίνας και κίνησης. Κάπως έτσι ο Τζουμέρκας και ο Πασσαλής καταργούν μοναδικά τον χρόνο και δημιουργούν ένα ακατέργαστο αλλά απόλυτα αυθεντικό αποτέλεσμα.
Η Πόλη και η πόλη δεν είναι απλά ένα ντοκιμαντέρ με την κλασική έννοια του όρου. Δεν προσανατολίζεται στο να τεκμηριώσει ακαδημαϊκά την ιστορική μνήμη, δεν παρουσιάζει μια σειρά μαρτυριών ή διαλέξεων ιστορικών. Και ακόμη μυθοπλαστικά δεν φοβάται να δείξει την Ιστορία όπως συνέβη χωρίς μελοδραματισμούς και ωραιοποιήσεις. Είναι μια τολμηρή ταινία που ξεπερνάει τα όρια του ντοκιμαντέρ και ανοίγει μια δύσκολη συζήτηση για την ίδια την πόλη. Μια συζήτηση που ίσως να ξεπερνάει και την ίδια την πόλη και αφορά όλες εκείνες τις πόλεις που δεν έμειναν στο κοσμοπολίτικο (ή στο όποιο) παρελθόν τους και οδηγήθηκαν στα χειρότερα και φρικτότερα εγκλήματα. Και ομολογουμένως η παρουσία της πέρα από την χρησιμότητα του να μιλήσει ανοιχτά χωρίς περιστροφές και μισόλογα για το παρελθόν της Θεσσαλονίκης είναι ότι προκαλεί τον θεατή να αναζητήσει μετά την προβολή μόνος του την αλήθεια, να μάθει και να συνθέσει την ιστορική πραγματικότητα, κάτι που ακόμα το επίσημο κράτος αρνείται να κάνει καθώς τα σχολικά βιβλία της Ιστορίας δεν μιλάνε ποτέ για αυτές τις μνήμες.