Μια ζωή μέσα από την σπασμένη πόρτα
«Είμαστε μ' αυτές τις καρδιές, τις φροντιστικές και τις τρυφερές που εκδιώχνονται απ' τα σπίτια τους αφήνοντας το μάτι ανοιχτό με το φαγητό να σιγοβράζει και ένα μήλο μισοτελειωμένο»
Λέξεις: Μάτα Καστρησίου
Το πρωί, είδα ολόκληρη μια ζωή μέσα από την σπασμένη πόρτα και σκέφτομαι, αυτό είναι, τα ρούχα προσεκτικά τοποθετημένα στην απλώστρα, και τα καθαρά τραπεζομάντηλα και τα παλιά μωσαϊκά κι οι βιτρίνες με τα διακοσμητικά ζωάκια, τις πορσελάνες και τα λειψά σερβίτσια, τα κάδρα, οι φωτογραφίες κι οι σκαλιστές ξύλινες καρέκλες, αυτό είναι, οι σκαλιστές καρέκλες κι όχι τα σαλόνια σαν διαφήμιση του ikea κι όχι εμείς σαν διακοσμητικά φυτά εσωτερικού χώρου σε γυαλιστερές σελίδες και τα δεκάδες βιβλία και τα ριχτάρια και το σπίτι ν’ αστράφτει και μετά μια σακούλα σουπερμάρκετ μ’ ένα μπουφάν και τρομαγμένες γάτες, αυτό είναι η συγκλονιστική ανθρωπένια σάρκα μας.
Αυτή είναι η σπουδαία ζωή όπως αναδύεται μέσα από μια σπασμένη πόρτα κι είμαστε με τις καρδιές των ανθρώπων που παίρνουν τη σκόνη απ’ τα έπιπλα και τινάζουν τα μαξιλάρια του καναπέ παρόλο που φυλάνε μέρα νύχτα καραούλι παρόλο που ξέρουν το εφήμερο, το τόσο εφήμερο και μάταιο πράγμα που είναι να σιδερώνεις τα ρούχα όταν πρόκειται να ξανατσαλακωθούν κι όταν πρόκειται απόψε ή την επόμενη μέρα να σου δώσουν ένα μπουφάν σε σακούλα και ν’ αρχίσουν να χώνουν τα χέρια τους στα σεντόνια σου και στα μαχαιροπήρουνά σου και στις ευχετήριες κάρτες που σού γράψαν στα βαφτίσια του παιδιού σου και στα πιο μέσα, στα ανομολόγητα και στα προστατευμένα και στα πιο δικά σου, είμαστε μ’ αυτές τις καρδιές, τις φροντιστικές και τις τρυφερές που εκδιώχνονται απ’ τα σπίτια τους αφήνοντας το μάτι ανοιχτό με το φαγητό να σιγοβράζει και ένα μήλο μισοτελειωμένο και το σαπούνι ακόμα μαλακό απ’ το τελευταίο ντους και την τηλεόραση χωρίς ήχο να παίζει την επόμενη και την επόμενη ταινία ενώ κανείς δεν είναι εκεί και τα λουλούδια τελευταία φορά ποτισμένα.
Αυτοί είναι οι άνθρωποί μας, αυτοί που ξέρουν πως άνθρωπο σε κάνει ν’ αναγνωρίζεις στον απέναντί σου πως είναι κι εκείνος άνθρωπος και να μην πατάς τα σφουγγαρισμένα και να χτυπάς την πόρτα πριν εισέλθεις σ’ ένα δωμάτιο και ν’ αφήνεις τον διπλανό σου να ξεσπά πάνω σου τα δάκρυα και τον θυμό του ακόμα κι αν δεν φταις, επειδή απλώς έτσι είναι, επειδή έτσι πρέπει, πρέπει να μένουμε βουβοί καμμιά φορά και σεβαστικοί στον σπαραγμό και συντετριμμένοι, μπορείς ν’ ακολουθείς εντολές και ταυτόχρονα να συντρίβεσαι, μπορείς να φοράς στολή και να συντρίβεσαι, μπορείς να φοβάσαι να μη χάσεις τη δουλειά σου και να συντρίβεσαι και μετά είναι η κραυγή της κυρίας Κολοβού “ψοφισμένε άνθρωπε” όχι “ξεφτιλισμένε”, όχι “τιποτένιε”, αυτή η κραυγή που εύχομαι να πέσει πάνω στα κεφάλια τους σαν μεγαλειώδης παλιά κατάρα και σαν πόνος απ’ τη ρίζα της καρδιάς και να μην τολμήσουν να ξαναμπούν ποτέ στα σπίτια των ανθρώπων.
ΥΓ: και τα πράγματα να γίνουν επιτέλους ανεξέλεγκτα.
Ουρλιάξτε. Και όπου πάει.
*Η Μάτα Καστρησίου είναι συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1989. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης – Κάρολος Κουν και στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Η συλλογή διηγημάτων “Απορριμματοφόρα των έξι” ήταν υποψήφιο στη βραχεία λίστα των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας στην κατηγορία ‘Πρωτοεμφανιζόμενος Συγγραφέας’.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ