Να λείψει η ασέβεια από τα θέατρα της πόλης

Σεβασμός και sold out μπορούν να συνυπάρξουν. Μπορούν; Η Λία Κεσοπούλου αναρωτιέται με αφορμή την παράσταση «Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού»

Λία Κεσοπούλου
να-λείψει-η-ασέβεια-από-τα-θέατρα-της-πό-920863
Λία Κεσοπούλου

«Όταν μια παράσταση είναι sold out, ξέρεις ότι μέσα στην αίθουσα δεν βρίσκονται μόνο θεατρόφιλοι, αλλά ένα ευρύ και, κατά πάσα πιθανότητα, μη θεατρικό κοινό», μου είπαν από την «ΤεχνηΧώρος Θεατρικές Παραγωγές» στην Αθήνα, εταιρεία παραγωγής της παράστασης «Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού» του Ντάριο Φο σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα. 

Ένα «μη θεατρικό» κοινό που, επηρεασμένο από το μεγάλο hype που συνήθως προηγείται της εκάστοτε sold out παράστασης, έρχεται να δει από κοντά τον δημοφιλή πρωταγωνιστή (ή τους δημοφιλείς πρωταγωνιστές), να βγάλει μερικές selfies, να ανεβάσει 2-3 stories και να δηλώσει με χαρά “been there, done that”. 

Τέτοια άτομα συνάντησα την Κυριακή 22/5 στο Θέατρο Αριστοτέλειον και ήταν αρκετά για να είναι ενοχλητικά. Έτυχε; Μπορεί. Κάποιες συμπεριφορές, όμως, υπάρχουν, προβληματίζουν και αξίζει να συζητηθούν.

Ο μουσικός Βάιος Πράπας ανέβηκε στη σκηνή, ξεκίνησε να παίζει και ο κόσμος γύρω μου δεν αντιλήφθηκε ότι η παράσταση είχε αρχίσει. Συνέχισαν να συζητούν ζωηρά, να ασχολούνται με τα κινητά και να τρέχουν βιαστικά προς το κυλικείο για να αγοράσουν ποπ κορν, κρασί και αναψυκτικά.

 Μα, επιτρέπεται το φαγητό και το ποτό μέσα στο θέατρο; Ανοίγει παρένθεση. Κανονικά (πρέπει να) απαγορεύεται, γιατί ο θόρυβος αποσυντονίζει ηθοποιούς και θεατές και δυσχεραίνει τη μεταξύ τους επικοινωνία. Επιπλέον, είναι ασέβεια απέναντι στους ηθοποιούς. Δεν γίνεται οι ηθοποιοί να κοπιάζουν πάνω στη σκηνή και στην πλατεία οι θεατές να μασουλούν ποπ κορν λες και βρίσκονται στον καναπέ του σπιτιού τους βλέποντας τηλεόραση.

 Επειδή, όμως, τα κυλικεία που διαθέτουν τα μεγάλα, κυρίως, θέατρα πρέπει να δουλέψουν, οι αιθουσάρχες επιτρέπουν την κατανάλωση σνακ και ποτών κατά τη διάρκεια των παραστάσεων. Και αυτό δεν συμβαίνει μόνο σε παραστάσεις ενηλίκων αλλά είναι ο κανόνας στις παιδικές παραστάσεις, όχι μόνο στο συγκεκριμένο αλλά και σε άλλα θέατρα της πόλης. Κλείνει η παρένθεση. 

Όταν τελείωσε το πήγαινε-έλα στο κυλικείο και όλοι βολεύτηκαν στα – παλιά και άβολα, η αλήθεια είναι – καθίσματα για να παρακολουθήσουν την παράσταση που είχε ήδη ξεκινήσει, βγήκαν τα κινητά. Άνοιγαν, έκλειναν, ανέβαιναν, κατέβαιναν, με τις φωτεινές οθόνες να αποσυντονίζουν όσους ήθελαν να συγκεντρωθούν και να παρακολουθήσουν τον εξαιρετικό θίασο επί σκηνής. 

Λίγο πριν την έναρξη της παράστασης, ακούστηκε η ηχογραφημένη ανακοίνωση περί απενεργοποίησης και μη χρήσης κινητών, αλλά ελάχιστοι φάνηκαν να δίνουν σημασία.

Με αφορμή τα παραπάνω, τα οποία επηρέασαν αρνητικά τη συνολική εμπειρία μου από τη βραδιά και γνωρίζοντας ότι δεν είναι η πρώτη και μάλλον ούτε η τελευταία φορά που συμβαίνουν όλα αυτά, θα ήθελα να θέσω προς συζήτηση ορισμένα ερωτήματα. Τι ακριβώς σημαίνει «μη θεατρικό» κοινό; Από πότε το «μη θεατρικό» κοινό ταυτίζεται με ένα κοινό που δεν σέβεται το θέατρο, ως χώρο και ως τέχνη, τους καλλιτέχνες και τους άλλους θεατές; 

Γιατί είναι άλλο πράγμα να μην σου αρέσει το θέατρο ή να πηγαίνεις μια-δυο φορές τον χρόνο και εντελώς άλλο να μην δείχνεις σεβασμό όταν πηγαίνεις. Και οι sold out παραστάσεις; Αποτελούν μια ειδική κατηγορία θεατρικών παραστάσεων, στις οποίες το κοινό αυτό είναι καλοδεχούμενο και η συμπεριφορά του δεν (μας) ενοχλεί; Και, τέλος, πέρα από την ατομική ευθύνη που αναμφίβολα έχει κάθε θεατής για τη στάση και τη συμπεριφορά του μέσα στο θέατρο, ποιοι άλλοι ευθύνονται γι’αυτό το έλλειμμα θεατρικής παιδείας, ποιοι και πώς προσπαθούν για την καλλιέργειά της;

Μεταξύ πολλών άλλων, ρόλος μιας εταιρείας παραγωγής είναι να διασφαλίζει τις κατάλληλες συνθήκες για να μπορέσει να πραγματοποιηθεί το μοίρασμα μεταξύ αυτών που βρίσκονται πάνω και όσων βρίσκονται κάτω από τη σκηνή. Ανεξάρτητα από το πόσο μικρή ή μεγάλη είναι μια παραγωγή, από το πόσο μικρός ή μεγάλος είναι ο αριθμός των θεατών, από το πόσο δημοφιλείς είναι οι πρωταγωνιστές. Και η παραγωγή μιας τόσο επιτυχημένης παράστασης, όπως «Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού», μπορεί και οφείλει να θέσει τους δικούς της όρους και να απαιτήσει να τηρούνται από το θέατρο που τη φιλοξενεί και τους ανθρώπους που εργάζονται σε αυτό. 

Η Ρίτα Σίσιου, υπεύθυνη παραγωγής της παράστασης στη Θεσσαλονίκη, μου είπε ότι από πλευράς τους κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση, με συστάσεις και παρατηρήσεις σε θέατρο και θεατές, αλλά και δοκιμάζοντας πιο δραστικές λύσεις, όπως η χρήση λέιζερ από τους ταξιθέτες για να περιοριστεί η χρήση κινητών τηλεφώνων κατά τη διάρκεια των παραστάσεων, λύση που τελικά απορρίφθηκε λόγω της δυσαρέσκειας που προκάλεσε σε πολλούς θεατές. Όταν, όμως, ο αριθμός των θεατών είναι τόσο μεγάλος, η κατάσταση δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμη, γιατί, όπως μου είπε, δεν μπορούν να αστυνομεύουν το κοινό.

Ακριβώς επειδή μια εταιρεία παραγωγής δεν μπορεί να αστυνομεύει το κοινό, οι αιθουσάρχες που δεν αντιμετωπίζουν το θέατρο μόνο ως επιχειρηματική δραστηριότητα αλλά ενδιαφέρονται να προάγουν την τέχνη και τον πολιτισμό στην πόλη, θα πρέπει να αλλάξουν πολιτική και τακτικές. 

Αν σταματήσουν να πωλούν σνακ και αναψυκτικά λίγο πριν ξεκινήσει η παράσταση, το κοινό δεν θα τα παίρνει μαζί του μέσα στην αίθουσα. Αν βρουν λίγο πιο δημιουργικούς τρόπους για να εξηγούν στο κοινό γιατί η χρήση κινητών αποτελεί πρόβλημα, σταδιακά το κοινό θα εκπαιδευτεί. Αν είναι αυστηροί με το κοινό, το κοινό κάποια στιγμή θα συμμορφωθεί. Τα social media των θεάτρων μπορούν να αξιοποιούνται και για αναρτήσεις εκπαιδευτικού χαρακτήρα, όχι μόνο για την επικοινωνία του πόσο sold out είναι μια παράσταση. 

Εκπαιδευτικά σεμινάρια μπορούν να γίνονται και για θεατές, όχι μόνο για καλλιτέχνες του θεάτρου. Να κάτι που θα μπορούσε να κάνει το ΚΘΒΕ, για να συμβάλλει στη θεατρική παιδεία του κοινού της πόλης! Όλοι όσοι αγαπάμε το θέατρο, θέλουμε τα θέατρα της Θεσσαλονίκης γεμάτα από κόσμο. Τα θέλουμε, όμως, και γεμάτα από σεβασμό.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα