Όσα μου έμαθε αυτό το καλοκαίρι!
της Γιώτας Κωνσταντινίδου Έμαθα να βρίσκω τρόπους να ταξιδεύω. Ταξίδι είναι μια σκέψη, το πρώτο μπάνιο στη θάλασσα, το μόνιμα μεθυσμένο χαμόγελο, ο μπλε ουρανός, το βιβλίο που δεν θες να κλείσεις, το τραγούδι που σου κόλλησε. Έμαθα να αποχαιρετώ ανθρώπους ή καταστάσεις. Πες το όπως θες. Όχι βαρύγδουπα αντίο και οσκαρικά βλέμματα, αλλά αυτόματο […]
της Γιώτας Κωνσταντινίδου
Έμαθα να βρίσκω τρόπους να ταξιδεύω. Ταξίδι είναι μια σκέψη, το πρώτο μπάνιο στη θάλασσα, το μόνιμα μεθυσμένο χαμόγελο, ο μπλε ουρανός, το βιβλίο που δεν θες να κλείσεις, το τραγούδι που σου κόλλησε.
Έμαθα να αποχαιρετώ ανθρώπους ή καταστάσεις. Πες το όπως θες. Όχι βαρύγδουπα αντίο και οσκαρικά βλέμματα, αλλά αυτόματο κλείσιμο βλεφάρων και τσουπ τους εξαφάνισες. Σου δίνω εικόνα. Πες πως είσαι φορτωμένη με ψώνια και τα αφήνεις απότομα στο πάτωμα. Πες ότι μετά από μια ώρα περπάτημα στην παραλία, ρουφάς την πρώτη γουλιά από το αγαπημένο σου κοκτέιλ. Πες πως κάνεις μακροβούτι κι αφήνεις τη στεριά. Ξέρεις, ήμουν από τους ανθρώπους που έκανα βουτιά από βάρκα (σκάφος, φουσκωτό, μαούνα, παράτα με, με τις λεπτομέρειες) και μετά φώναζα, “πατώνω, ρε παιδιά, θα πνιγώ”. Τώρα την κάνω τη βουτιά, φοβάμαι πάλι, αλλά παλεύω. Όχι ηττοπάθειες, όχι μακροχρόνιες αναρρώσεις αλλά βουβή, απαιτητική, σωτήρια και λυτρωτική αντοχή.
Έμαθα να λύνω προβλήματα. Όχι με πόνο, αγανάκτηση, φωνές, εξάντληση. Στωική διπλωματία. Σημείωνε φράσεις, “στο δια ταύτα”, “θα το ξαναδώ αύριο”, “δεν μπορώ αυτό, το άλλο όμως θα το κάνω”, “θα κάνω λίστες, ξεκινάω από τα εύκολα”, “πάλι τίποτα, πάμε ξανά”.
Έμαθα να συλλογίζομαι το “όχι”. Δεν είπα λέω, θα ήταν ψέμα. “Όχι ρε φίλε, δεν μπορώ, ή δε θέλω” ή “ξες κάτι, βαρέθηκα” Το “όχι” δεν είναι άρνηση ή διώξιμο αλλά σηματοδοτεί το κεφάλαιο, “θέτω τα όριά μου”. Ωραία φράση, κλισέ, έλα να την πετύχεις και σε κάνω ήρωά μου. Σκέψου το, βάλε όρια, τράβηξε μια διαχωριστική γραμμή στο πάτωμα με κιμωλία ανάμεσα σε σένα και τους άλλους. Δώσε χρόνο στον εαυτό σου. Αν θες άναψε τσιγάρο ή άπλωσε τα πόδια σου στη βεράντα, μέτρα και κανένα αστέρι.
Έμαθα να ονειρεύομαι. Ποια η διαφορά όμως. Αληθινά όνειρα, χειροπιαστά. Να βάψω φυστικί τον απέναντι τοίχο. Όχι, να’ μουν στο Λονδίνο τώρα. Ντάξει, αν σ’ ευχαριστεί ονειρέψου το και πάρε με μαζί σου!
Έμαθα ότι την αγάπη την κουβαλάμε μέσα μας. Κουράζει και το ψάξιμο. Άσε τα ρομαντικά, δηλαδή μην τα βγάλεις από μέσα σου γιατί δε θα’ σαι πια εσύ αλλά επέκτεινε τον όρο αγάπη. Αγάπη είναι, της φίλης το “κουράστηκες, πέταξε τα τακούνια”. Αγάπη είναι, το “θεία, να’ ρθω σπίτι σου;”. Αγάπη είναι, να αγαπιέσαι με καινούργιους ανθρώπους. Αγάπη είναι, αυτό το σπαρακτικό κράτημα χεριού στα δύσκολα. Τσέκαρε δίπλα σου.
Έμαθα να περιμένω. Όχι αβάσταχτη αναμονή. Να περιμένω ένα αύριο καλύτερο από σήμερα. Να περιμένω να γελάσω πάλι δυνατά. Να φύγω, να έρθω. Να πέσω και να σηκωθώ. Να ελπίζω. Να μην πάψω να ζω.