όταν-η-πρωτοχρονιά-είχε-ιεροτελεστία-1262336

Parallax View

Όταν η Πρωτοχρονιά είχε ιεροτελεστία με τσόχα, χαρτί, ρουλέτα και ξενύχτι

Οι συνήθειες που αλλάζουν με τα χρόνια για την πρώτη μέρα του νέου έτους

Χάρης Δημαράς
Χάρης Δημαράς

Δεν αγιοποιώ, ούτε καταγγέλλω. Απλά καταγράφω μια πραγματικότητα.

Θυμάμαι αλλιώς την Πρωτοχρονιά από παιδί. Μου έρχονται στο νου άλλες συνήθειες, που δεν ξέρω γιατί έσβησαν ή αποδυναμώθηκαν με το χρόνο.

Η βασικότερη που μου ήρθε στο μυαλό αναρωτώμενος γιατί δεν υπάρχει πια, πέραν του προφανούς λόγου της οικονομικής κρίσης, ήταν τα χαρτοπαίγνιο.

Θυμάμαι πως δεν υπήρχε περίπτωση να μη στρωθεί τσόχα στο σπίτι Παραμονή Πρωτοχρονιάς. Θα ήταν παράβαση καθήκοντος αν δεν ρίχναμε έστω μια γύρα, σε 21, μπλακ τζακ, ή 31 αν έπαιζε και κάποιο παιδί, γιατί ήταν πιο εύκολοι οι κανόνες. Η πόκα ήταν για άλλη φάση, που δεν μας άρεσε.

Αυτό ήταν περισσότερο μια ιεροτελεστία. Το φαγητό περνούσε σε δεύτερη μοίρα. Αντε, να φάμε γρήγορα (ούτε που με ένοιαζε), να κόψουμε τη βασιλόπιτα (εδώ ενδιέφερε το φλουρί) και να το στρώσουμε.

Κι όταν λέμε να το στρώσουμε, δεν εννοούμε βέβαια τίποτα τρομερά ποσά. Αθώο παιχνίδι, κατά βάση. Άντε να έχανες και δέκα, είκοσι ευρώ, που στη χειρότερη μπορεί και να τα γυρίζαμε πίσω μετά, αν παίζαμε μεταξύ μας, οικογενειακά. Για να μη θυμηθώ τις δραχμές και μελαγχολήσω πρωτοχρονιάτικα.

Πιο πολύ είχε χαβαλέ, τα αστεία για τη ρέντα, ότι παίρναμε ύφος «μεγάλου παίκτου» για το αν έπρεπε να τραβήξουμε φύλλο ή όχι.

Εν ολίγοις, είχε την πλάκα του και τηρούσαμε ένα έθιμο.

Αυτό συνήθως κρατούσε μέχρι και τα ξημερώματα, τα μάτια έκλειναν, αλλά συνέχιζες και άντε μια γύρα ακόμη μπας και γυρίσει, αλλά συνήθως δεν γύριζε. Όποιος ήταν να κερδίσει, κέρδιζε, όποιος ήταν γραφτό να χάσει, δεν γλίτωνε από τις δαγκάνες της μοίρας.

Με φίλους βέβαια το παιχνίδι μπορεί να χόντραινε καμιά φορά. Έμπαινε ο εγωισμός, οι προσωπικές συμπάθειες, το παιχνίδι μπορεί και να χαλούσε, γιατί δεν ήταν όλοι μέσα στο εορταστικό κλίμα. Ήθελαν οπωσδήποτε να κερδίσουν. Μα δεν παίζεις για να κερδίσεις, αλλά για τη χαρά του παιχνιδιού.

Αν κάποιος έφερνε και ρουλέτα, ακόμη χειρότερα. Εκεί έμπαιναν και υπόνοιες για το πώς ρίχνει την μπίλια, ο «γκρουπιέρης». Επαγγελματικά πράγματα. Ε, είπαμε, εντάξει.

Δεν μπορώ να πιστέψω βέβαια ότι ευθύνεται μόνο η κρίση για το γεγονός ότι χάθηκε αυτή η συνήθεια, ούτε είμαι υπέρ της συνέχισής της, γιατί η αλήθεια είναι πως το σαράκι του τζόγου καλό είναι να βρίσκεται σε ύπνωση, αφού πολλοί είναι αυτοί που δεν μπορούν να το διαχειριστούν (βέβαια αυτή είναι μια αθώα μορφή, αν καλοσκεφτείς πόσο εύκολα παίζουν στοίχημα τα νέα παιδιά από τα κινητά και πόσο εθιστικό μπορεί να γίνει αυτό).

Απλά καταγράφω μια πραγματικότητα (υπάρχουν βέβαια κάποιοι που τηρούν ακόμη το έθιμο, αλλά νομίζω λίγοι) και συνεχίζω τη σκέψη περί ιεροτελεστίας, ενθυμούμενος ότι δεν είναι μόνο το χαρτοπαίγνιο που χάθηκε με το πέρασμα του χρόνου, αλλά κι άλλα πράγματα, όπως τα κάλαντα που λέγαμε με έναν πιο αγνό τρόπο (τώρα ακόμη κι αν τα ακούσεις πολύ δύσκολα να τα ακούσεις σωστά, ενώ παλιά ήταν και λίγο ντροπή να μην το ξέρεις), το τραγούδι «πάει ο παλιός ο χρόνος», που πάντοτε τραγουδούσαμε μετά την αλλαγή και φυσικά το ξενύχτι με ποτά μετά το νέος έτος και όχι πριν, όπως γίνεται περισσότερο τώρα.

Ήταν ντροπή να γυρίσεις σπίτι πριν να ξημερώσει και δεν φας πρωινό.

Κι αυτό δεν είχε απαραίτητα ηλικία. Όλοι συμμετείχαν.

Τώρα η πλειοψηφία κοιμάται από τη 1 ή 2, δεν υπάρχει ιδιαίτερη διάθεση, άντε καμιά συζήτηση για τον Τραμπ, τον Έλον Μασκ, τον εθισμό των παιδιών στα σόσιαλ και τα νέα επαγγέλματα που γεννά η ΑΙ.

Για να μην είμαι ισοπεδωτικός, το γλέντι στο πριν αλλάξει ο χρόνος έχει διατηρηθεί, με έναν άλλον τρόπο, να κατέβω στο κέντρο περισσότερο, αλλά για μένα τουλάχιστον είναι κάτι ξένο, γιατί συνήθιζα να γίνομαι «γκολ» μετά και όχι πριν την αλλαγή και όχι απαραίτητα έξω, αλλά και μέσα στο σπίτι.

Τώρα, ούτε πριν, ούτε μετά.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα