Παίζοντας μπάλα στην αλάνα… Μία ιεροτελεστία βγαλμένη από άλλη εποχή
Ένα απόγευμα με ποδόσφαιρο στην αλάνα, βγαλμένο από άλλη εποχή, η νοσταλγία και ένας συνειρμός με την μακρινή Τέλενδο
Ένα απόγευμα στην Καλαμαριά… Πώς μια απλή βόλτα μπορεί να μετατραπεί σε βουτιά νοσταλγίας και να φτάσεις μέχρι και τα νερά της πρώιμης νεότητας. Εκεί που σου έρχονται εικόνες, στιγμές, οι πιο αγνές θύμησες από μία εποχή που δυστυχώς έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
«Μία στιγμή να δω το κινητό μου… Ωχ χτυπάει πάλι. Είδες τι ανέβασε ρε; Κάτσε να βγάλουμε μία σέλφι…». Φράσεις που ακούς πια σε παρέες νέων, πλέον, ακόμη και μαθητών δημοτικού. Κάπου στην πορεία έχουμε ξεχάσει τι σημαίνει να είσαι ανέμελος, να παίζεις με τους φίλους σου μέχρι να βραδιάσει, να μην σε νοιάζει αν σε ψάχνει κάποιος.
Μοιάζει με ιεροτελεστία το «παίζω μπάλα στην αλάνα».
Μου το θύμισε ο φίλος, Κωνσταντίνος, στέλνοντάς μου τις φωτογραφίες από τη βόλτα που έκανε.
Δες τα τσακαλάκια, μου λέει. «Μπαλίτσα στην αλάνα». Α ρε τι θυμήθηκα.
Και μου εξιστορεί μέσα από την άχαρη οθόνη του κινητού.
«Φίλε, τα θυμάμαι και μου ήρθε ένα χαμόγελο νοσταλγίας. Κοτρώνα στη μέση της εστίας για να κρατάει τα δίχτυα. Μπάλα ξεφλουδισμένη σχεδόν κατεστραμμένη.
Μπάλα λίγο φουσκωμένη όχι σαν αυτές που τις τιγκάραμε και έκανες κεφαλιά με αποτέλεσμα να παθαίνεις μικρή διάσειση. Όλα αυτά στα ξερά γήπεδα που ξεκίνησα να παίζω ποδόσφαιρο και στις αυλές των σχολείων, στο τσιμέντο με τις τσάντες και τις κολόνες για τέρμα».
Στα τσιμέντα, εκεί που ολόκληρες γενιές έχτισαν τα όνειρά τους. Πέρασαν ώρες ατέλειωτες παιχνιδιού, με εντάσεις, ιδρώτα, τσακωμούς, γκολ, λάθη, ευκαιρίες. Η νεότητα.
Συνεχίζει τη σκέψη του ο Κωνσταντίνος.
«Και ξέρεις… Σκέφτηκα πως μπορεί να είναι η τελευταία φορά που παίζουν έτσι, χωρίς να το ξέρουν. Μπορεί να μην ξαναβρεθούν σε μια αλάνα. Ποτέ κανένας μας δεν είπε ότι είναι η τελευταία φορά που μαζευόμαστε να παίξουμε μπάλα, μπουγέλο, κρυφτό…».
Καλαμαριά-Τέλενδος μία… σκέψη, δρόμος
Ο Κωνσταντίνος με την αφήγησή του με «έστειλε» νοερά στην Τέλενδο, το περασμένο καλοκαίρι. Είδα μία τρομερή, αντίστοιχα, εικόνα στο σχολείο του νησιού και είχα γράψει το παρακάτω κείμενο:
«Ήταν για μένα το στιγμιότυπο του φετινού καλοκαιριού. Η φωτογραφία βγαλμένη από την δεκαετία του ’80. Τέσσερα πιτσιρίκια, με την ανεμελιά και την ανόθευτη παιδικότητα, παίζουν μπάλα στο προαύλιο του Δημοτικού σχολείου της Τελένδου. Αυτό το σχολείο του ενός μαθητή, του μικρού Σάββα και του ενός δασκάλου, του κ. Δημήτρη. Αυτού του σχολείου που θα γίνει είδηση την 11η Σεπτεμβρίου στον αγιασμό και μετά θα ξεχαστεί, με τον μικρό να κάνει μόνος του σουτάκια, όλο το χειμώνα.
Ο απογευματινός καφές ήταν γλυκόπικρος. Αυτή η «άγια» στιγμή της μπάλας, η ιεροτελεστία, αυτή του «μαμά λίγο ακόμη» ενώ έχει βραδιάσει. Αυτή του «δεν με νοιάζει το αύριο που ξημερώνει, αλλά μόνο πώς θα βάλω το γκολ».
Από την άλλη, οι «σκέψεις των μεγάλων», η εγκατάλειψη, το κράτος που επέτρεψε οι επίγειοι παράδεισοι να ερημώνουν το χειμώνα, τα αστικά κέντρα που γίνονται όλο και πιο ανυπόφορα.
Ένα αυθόρμητο χαμόγελο όταν σου λένε πως μετά από 14 χρόνια στην γειτονική Ψέριμο θα λειτουργήσει και πάλι το δημοτικό.
Προβληματίζεσαι επιφανειακά με το κινητό στο χέρι ώσπου (νομίζεις πως) ακούς μια φωνή:
«Θείο, ή μπες κι εσύ ή ασε μας να παίξουμε, τι κάθεσαι εκεί, για φωτογραφία;».
Σαν μία γραμμή να ένωνε Καλαμαριά-Τέλενδο και όλες τις αλάνες των παιδικών μας χρόνων.