Παρενδυσία, μεταμφιέσεις και ντίβες του βαριετέ που ήτανε αγόρια
Ο θρυλικός Ζαζά, η στερεοτυπική αναπαράσταση γκέι αντρών στην επιθεώρηση και η εξέλιξη του drag show - Γράφει ο Γ. Τσιτιρίδης
Η ερμηνεία γυναικείων ρόλων από άντρες ηθοποιούς αποτελούσε κατά την αρχαιότητα και μέχρι την Ελισαβετιανή εποχή τον κανόνα και όχι την εξαίρεση.
Με τη Λυσιστράτη να κατέχει την πρωτιά και να ακολουθούν τα έργα του Σαίξπηρ, μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν ανέβηκαν παραστάσεις που έθιγαν έμφυλα ζητήματα και σεξουαλικό προσανατολισμό.
Άντρες ηθοποιοί βρέθηκαν να υποδύονται τράνς γυναίκες, ομοφυλόφιλοι να διακωμωδούν τον ερωτικό τους προσανατολισμό και να μιμούνται γυναίκες. Μέχρι και σήμερα αποτελεί συνήθης πρακτική να αντιστρέφονται οι ρόλοι στις κωμωδίες, ενώ στην επιθεώρηση δεν έχει σταματήσει η χονδροειδής διακωμώδηση της θηλυκότητας αλλά και του ομοφυλόφιλου με όλα τα κλισέ που ακολουθούν αυτό το χαρακτήρα μέσα στα χρόνια.
Στην Αμερική του 1950 το να είσαι τρανς γυναίκα ή να μην τηρείς τους συντηρητικούς ενδυματολογικούς κανόνες της εποχής ήταν απαγορευτικό και είχε σοβαρές επιπτώσεις στην καθημερινότητα. Αυτός ήταν και ο λόγος που στην underground σκηνή της Νέας Υόρκης γεννιούνται οι Drag queens που έρχονται να καλύψουν την ανάγκη για ελεύθερη έκφραση κάτω από την πρόφαση της τέχνης.
Με το πέρασμα των χρόνων τα Drag Balls πήραν μυθικές διαστάσεις, αποτυπώθηκαν στην ταινία «Paris is burning» και μετατράπηκαν σε έναν ανεξάρτητο τρόπο καλλιτεχνικής έκφρασης που δεν σταματά να εξελίσσετε μέχρι σήμερα. Χορευτές, τραγουδιστές, ηθοποιοί σε όλο τον κόσμο δημιουργούν μια δική τους περσόνα μέσα από την οποία παρουσιάζουν μια υπερβολική εκδοχή του αντίθετου από το δικό τους φύλο.
Η περσόνα αυτή με το πέρασμα του χρόνου μπορεί να αυτονομηθεί ως μια ανεξάρτητη οντότητα. Η διεθνούς φήμης Drag Queen Ru Paul μέσα από την εκπομπή Ru Paul Drag Race μετέτρεψε τις Queens στους ροκ στάρ του σήμερα. Ο όρος Drag δε πρέπει να συγχέεται με τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή με την ταυτότητα φύλου, διότι με την τέχνη του Drag μπορεί να ασχοληθεί όποιος το επιθυμεί, τον εκφράζει και πιστεύει πως έχει ταλέντο σε αυτό. Αποτελεί ξεχωριστό κεφάλαιο από τις μιμήσεις οι οποίες μπορεί να χρησιμοποιούνται στο Drag συμπληρωματικά και παράλληλα. Ταλαντούχοι ηθοποιοί στο θέατρο και την τηλεόραση μιμούνται άλλους επωνύμους και ενδύονται υπαρκτά πρόσωπα του ιδίου ή αντίθετου φύλου.
Στην Ελλάδα ο πλέον αναγνωρισμένος είναι ο Τάκης Ζαχαράτος ενώ προγενέστερα ο πρώτος showman που τραγουδούσε, χόρευε, έκανε μιμήσεις με ένα μεγάλο κοινό να τον αγαπά και να τον ακολουθεί δεν ήταν άλλος από τον Γιώργο Μαρίνο που τόλμησε να δηλώσει από την πρώτη στιγμή δημόσια πως είναι ομοφυλόφιλος. Πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν πως ήταν ο πρώτος ηθοποιός που το τόλμησε.
Δεν είναι όμως ακριβώς έτσι τα πράγματα.
Στις επιθεωρήσεις και στα μπουλούκια που περιοδεύαν ανά την Ελλάδα οι θηλυπρεπείς ομοφυλόφιλοι που δεν έκρυβαν την σεξουαλικότητα τους, έβρισκαν ένα ασφαλές, «ανεκτικό» περιβάλλον που μπορούσε να τους αποδεχτεί. Λόγο των προκαταλήψεων της εποχής δεν τους δίνονταν η δυνατότητα μιας μεγάλη γκάμας ρόλων. Ήταν δευτεραγωνιστές χωρίς καμία ελπίδα να γίνουν σταρ, συνοδεύαν ως πιστοί φίλοι ντίβες του βαριετέ και του θεάτρου και στην καλύτερη περίπτωση ο κόσμος θα τους αποθέωνε γελώντας με τα σκετσάκια στα οποία θα έπρεπε να αυτοσαρκάζονται και να παρουσιάζουν μια αστεία εκδοχή ενός παρενδυτικού ομοφυλόφιλου.
Σύμφωνα με την βιβλιογραφία αλλά κυρίως μέσα από τις προσωπικές μαρτυρίες της Σπεράντζας Βρανά στο βιβλίο «Επιθεώρηση Καψούρα μου» (1985 εκδόσεις Γλάρος) οι δυο διασημότεροι ηθοποιοί που δεν έκρυψαν ποτέ την σεξουαλικότητα τους, υποδύονταν γυναικείους ρόλους και μιμούνταν με μεγάλη επιτυχία ντίβες του κινηματογράφου και που αγάπησε το κοινό της Αθήνας ήταν ο Ανδρέας Παπανικολάου γνωστός με το ψευδώνυμο Ζαζά και ο Γιώργος Χριστοδούλου.
Ο Ζαζά γεννήθηκε το 1909 και απεβίωσε το 1974. Το ψευδώνυμό του προέρχεται από την σπουδαία Ελληνίδα τραγουδίστρια και ηθοποιό Ζαζά Μπριλλάντη που εκείνη την εποχή μεσουρανούσε στο μουσικό θέατρο και την οπερέτα και την οποία εκτός από το ότι την θαύμαζε, την μιμούνταν θαυμάσια. Στους κύκλους της ομοφυλοφιλικής και τρανς κοινότητας ήταν ιδιαίτερα προσφιλή η χρήση ονομάτων γυναικών ηθοποιών και τραγουδιστριών εν είδη ψευδόνυμου. Η Σπεράντζα Βρανά μιλά για ένα πολύ ταλαντούχο ηθοποιό με τρομερή ικανότητα στον αυτοσχεδιασμό, τις μιμήσεις και τον αυτοσαρκασμό.

«Ενας ψηλός νταγλαροειδής δηλαδή αρσενικού γένους άχαρος με κάτι πόδια σαν ξυλοπόδαρος και χέρια σαν κουπιά, κακάσχημος με προγναθισμό και ψευδός. Παρ όλα τα κουσούρια του ή εξαιτίας αυτών ανέβαινε στη σκηνή και το θέατρο έπαιρνε φωτιά».
Ο Ζαζάς μπορούσε να μεταμορφωθεί από Ρίτα Χαιγουορθ σε Γκρέτα Γκάρμπο από Ζαζα σε Γκόλφω. Τα αυθόρμητα και αστεία περιστατικά στην σκηνή αλλά και στις παρέες του αποτελούν θρύλους στην θεατρική πιάτσα και ξεχωρίζουν για την αθυροστομία και την ετοιμολογία τους
Ένα ίσως από τα τρανταχτά συνάμα και συγκινητικά ήταν όταν η αγαθή μητέρα του με την οποία ζούσε μαζί μέχρι τον θάνατό της τον ρωτά «Αντρέα τι είναι πούστης παιδί μου;» (η ίδια δεν γνώριζε τη σημασία της λέξης) και της απαντά «Καλός άνθρωπος μητέρα.
Ο Ζαζά έκανε στενή παρέα με τον Γιάννη Φλερύ αλλά και τον Γιώργο Χριστουδούλου έναν άλλο σπουδαίο κωμικό που χάλαγε κόσμο με τις μιμήσεις του. Από Σάρα Μπερνάρ, Μαρίκα Κοτοπούλη μέχρι Γκρέτα Γκάρμπο και Μαρλέν Ντίτριχ.

Ήταν από τους πιο καλοντυμένους ηθοποιούς μιας και επιμελούνταν τις τουαλέτες τα κοστούμια και τα φορέματα που φορούσε τα οποία συνόδευε με στράς, παγιέτες, φτερά μποά, και ακριβά κοσμήματα. Ένα από αυτά σώζεται στο αρχείο του Θεατρικού μουσείου με άγνωστή την τύχη του μιας και το κλειστό για χρόνια μουσείο παρά τις επανειλημμένες ανακοινώσεις δεν έχει ακόμα στεγαστεί σε κάποιο νέο χώρο. Πριν ξεκινήσει την θεατρική του καριέρα ο Χριστοδούλου ήταν πλασιέ αρωμάτων και επισκεπτόταν συχνά τα θέατρα για να πουλήσει στις γυναίκες ηθοποιούς την πραμάτεια του.
Ανοιχτά ομοφυλόφιλος, εμφανώς θηλυπρεπής και τολμηρός για την εποχή εκείνη. Μέσα από την δουλειά ξεκίνησε η φιλία του με την Κοτοπούλη που τον προσέλαβε αρχικά ως αμπιγιέρ. Η μεγάλη ηθοποιός του θεάτρου σύμφωνα με μαρτυρίες ήταν προστάτιδα των ομοφυλόφιλων τους οποίους αγαπούσε πολύ και ήθελε να έχει στον κύκλο της.
Το θέατρο ως φαίνεται ήταν ένας ασφαλής χώρος εργασίας κυρίως για τους ανοιχτά ομοφυλόφιλους της εποχής και αυτούς που κατά πώς λέγανε την εποχή εκείνη «τους φαινότανε». Η Κοτοπούλη προέτρεψε τον Χριστουδούλου να ασχοληθεί με το θέατρο. Το σπίτι του, «Ανάκτορο της Γούβας» το έλεγε ο ίδιος ήταν στέκι και σημείο αναφοράς. Μεγάλες παρέες τον επισκέπτονταν για να διασκεδάσουν με τα ανέκδοτα, τα αστεία και τις ιστορίες του. Αρκετοί από αυτούς τον υποστήριζαν και οικονομικά.
Με το πέρασμα των χρόνων ο ρόλος του ομοφυλόφιλου παρουσιάστηκε δεκάδες φορές σε επιθεωρήσεις. Ήταν η πιο γνωστή καρικατούρα πλάι σε αυτήν του τσιγγάνου και δεν έλειπαν ποτέ και από καμία παράσταση. Αποδείχθηκε πως ήταν ο πιο εύκολος τρόπος για να γελάσει το κοινό. Υπήρξαν ηθοποιοί που επένδυσαν όλη τους την καριέρα στην αναπαράσταση στερεοτύπων χαρακτήρων με τα οποία το κοινό διασκέδαζε.
Στην συνέχεια οι ρόλοι αυτοί πέρασαν εύκολα στις μαζικές παραγωγές βιντεοταινιών. Σταδιακά και ενώ μέχρι σήμερα δεν έχει σταματήσει η στερεοτυπική αναπαράσταση γυναικών και γκέι αντρών στην επιθεώρηση, θεωρείται χρόνο με το χρόνο ξεπερασμένο.
Η εξέλιξη του Drag Show, οι σαρωτικές αλλαγές στον τρόπο που οι καλλιτέχνες αντιλαμβάνονται το θέατρο και ειδικά την κωμωδία αλλά και η αλλαγή της στάσης μας ως προς την αναπαράσταση των μειονοτήτων, κατάφεραν σε μεγάλο βαθμό της αποστιγματοποίηση των χαρακτήρων αυτών που με τα χρόνια αποκαθίστανται ως ρόλοι που είναι πιο ρεαλιστικοί και μέσα στην πραγματικότητα, σαν μέρος της πλοκής, δηλαδή μέρος της ζωής όπως είναι και θα έπρεπε να είναι.
Ο Ζαζάς στην ταινία «Ο ναύτης του Αιγαίου» (1968)