Πισίνες και τσιμέντο. Αυτή η λαίλαπα…
Σε μια δεκαετία, που η χώρα αυτή θα ζει σε συνθήκες Αφρικής επίσημα, όλα αυτά τα τέρατα που γεννά ο τόπος θα είναι σαν μεταμοντέρνα νεκροταφεία θερινών ονείρων.
Τις μέρες αυτές με την αφόρητη ζέστη, που η πόλη σε αποδιώχνει, παίρνουμε το αυτοκίνητο τα απογεύματα και σε δεκαπέντε λεπτά ξεμακραίνουμε σε μια από τις κοντινές ακτές της πόλης μου.
Χωρίς να είναι ονειρεμένη, είναι ένα μικρό πολύτιμο αντίδωρο στην τιμωρία της νέας συνθήκης που βιώνουμε με την κλιματική κρίση. Έχει ανάμεσα στα μπιτσόμπαρα μερικές εκατοντάδες μέτρα ελεύθερης αμμουδιάς και ανθρώπους να δροσίζονται στην ακτή καθώς η θερμοκρασία είναι πέντε βαθμούς κάτω από της πόλης και το θαλασσινό αεράκι κάνει το βασανιστικό θέρος πιο ανεκτό.
Παρατηρώ τη μετάλλαξη του τοπίου της Ηράκλειας καθώς πηγαίνουμε. Τα ερμητικά κλειστά σπίτια που κάποτε ήταν παραθεριστικά των ανθρώπων, τα θυμάμαι γεμάτα ζωή τα καλοκαίρια, τις αυλές τους ολοζώντανες. Στην ακτή που κολυμπάμε έχει χτιστεί πάνω στην άμμο ένα έκτρωμα. Κυριολεκτικά πάνω στην άμμο, δόθηκε άδεια να χτιστεί ένα μακρινάρι που παριστάνει το μπιτσόμπαρο. Λίγο πιο πίσω χτίζεται αυτή τη στιγμή ένα συγκρότημα πολυτελών μεζονετών, από αυτά που μοιάζουν με κάτι σκανδιναβικά σπίτια μέσα στα δάση του βορρά της Ευρώπης, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν ταιριάζουν με το ελληνικό παλίμψηστο. Δεν μπορώ να υποψιαστώ καν πιο διεστραμμένο μυαλό αρχιτέκτονα επέλεξε το μαύρο χρώμα για τα ντουβάρια μπροστά στο χρυσό του ηλιοβασιλέματος και το γαλάζιο της θάλασσας.
Στο δρόμο για την παραλία συναντώ τις νέες επεκτάσεις της πόλης που είναι κυριολεκτικά τρομακτικές, στις παρυφές της μέσα σε χωραφόδρομους και πρώην εξοχές. Αν συνεχίσεις το δρόμο θα βρεθείς στη Χαλκιδική, ίσως τον πιο κατεστραμμένο τόπο του ελληνικού καλοκαιριού.
Το βασίλειο του τσιμέντου και της αντιπαροχής, της ακτής προηγήθηκε ακόμα και της μετάλλαξης της πόλης. Ανάμεσα σε λιόδεντρα και τσαλιά που και που λαμποκοπούν πισίνες. Η θάλασσα στα διακόσια μέτρα προσφέρει απλόχερα τη δροσιά της αλλά η πισίνα, ως δείγμα καταξίωσης και επίδειξης υπογραμμίζει το βιασμό της φύσης. Εκεί που το νερό δεν φτάνει πια να ξεδιψάσει ούτε τους ντόπιους το χειμώνα…
Κοιτάζω την εικόνα που βλέπετε και σεις εδώ. Την τράβηξα χθες το απόγευμα. Την απέραντη ομορφιά ενός κόσμου που τον τελειώνουμε για να φτιάξουμε μια τερατογένεση που ονομάζουμε με λαμπερά ονόματα όπως Athens Riviera. Την αντίθετη όψη μιας τερατογένεσης που αποφασίζουν τεράστια συμφέροντα και υπογράφουν σαν πειθήνια θλιβερά όργανα κυβερνήσεις και τοπικοί άρχοντες.
Ακούω για επερχόμενη ”αξιοποίηση” της περιοχής πέρα από το Φοίνικα, μέχρι το αεροδρόμιο. Εκεί που σήμερα είναι τα παλιά καρνάγια και ο τελευταίος αδόμητος τόπος του παράλιου μετώπου της πόλης μου. Ετοιμάζουν λέει μεγάλα σχέδια, πολυτελείς κατοικίες με πισίνες και φράχτες, μαρίνες και εμπορικά κέντρα πάνω στη θάλασσα. Η απόλυτη εξουθένωση του τοπίου. Ο βιασμός του.
Τα απογεύματα, τις τελευταίες μέρες που η πόλη βράζει, παίρνουμε το αυτοκίνητο και ξεμακραίνουμε ένα τέταρτο μακριά και για ένα δίωρο κοιτάζω μόνο το πέλαγο μπροστά. Αρνούμαι να δω πίσω τα σκανδιναβικά εκτρώματα, το φριχτό μακρινάρι που βοά δίπλα μου πάνω στην αμμουδιά νοικιάζοντας ένα πενηντάρικο το όνειρο ενός απογεύματος, τον παρκαρόδο μέσα στα χωράφια που μου λέει θα το πάτε πιο πέρα εδώ είναι για πελάτες, τις πισίνες που ιριδίζουν σαν τιρκουάζ μεταμοντέρνες στέρνες μπροστά στη θάλασσα…
Σε μια δεκαετία, που η χώρα αυτή θα ζει σε συνθήκες Αφρικής επίσημα, όλα αυτά τα τέρατα που γεννά ο τόπος θα είναι σαν μεταμοντέρνα νεκροταφεία θερινών ονείρων. Θα είναι αργά όμως…