Parallax View

Ποιοι είναι η ”Κ”;

Συμφωνούν όλοι οι συντάκτες της Κ με τη διαφωνία; Έχουν ενημερωθεί ότι επρόκειτο να γίνει αυτό στο σημερινό φύλλο;

Χρήστος Ωραιόπουλος
ποιοι-είναι-η-κ-934831
Χρήστος Ωραιόπουλος

Είναι η πρώτη φορά που βλέπω στην έστω και ολιγοετή μου τακτική ανάγνωση εφημερίδας, έστω και όχι τόσο έντονη από άποψη πολιτικών καταστάσεων αναγομένων στο φρόνημα, στην άποψη, στη θέση, τέτοια σοβαρή διολίσθηση και ταυτόχρονα μαρτυρία μιας εφημερίδας, ειδικά σαν την Καθημερινή πάνω στο σώμα του άρθρου του Νίκου Μαραντζίδη (Πρόκειται για το άρθρο ”Η μοναξιά του αντιφροντούντος” στην Καθημερινή της Κυριακής 13/11/2022).

Ένα άρθρο, στο οποίο δεν υπάρχει απολύτως τίποτα που να μην « τηρεί τους νόμους του Κράτους», για να χρησιμοποιήσω τη συνταγματική διατύπωση του 14Σ. Κατά τη γνώμη δεν υπάρχει απολύτως τίποτα πολιτικά άστοχα, επιστημονικά μη έγκυρο και κάτι που ως άποψη και ανάλυση θα μπορούσε να χαρακτηριστεί έστω και επικίνδυνο. Για εμένα, βασικά, δεν υπάρχει απολύτως τίποτα με το οποίο θέλει κάποιος να διαφωνήσει, όπως έσπευσε να δηλώσει η Καθημερινή με την υποσημείωση στο άρθρο του Μαραντζίδη.

«Το κείμενο εκφράζει την προσωπική άποψη του αρθρογράφου, με την οποία η Κ διαφωνεί», αναγράφεται στο φύλλο.

Αλίμονο αν χρειάζεται, πρώτον, ρητή διευκρίνιση ότι το κείμενο που φέρει υπογραφεί συγκεκριμένου προσώπου, αποτελεί προσωπική άποψη του ιδίου. Δηλαδή υπάρχουν κείμενα με υπογραφή που έχουν κάπως από τρίτους μπολιαστεί; Δεν εμμένω σε αυτό, αλλά ξεκινάμε ήδη με μια βλακώδη σημείωση.

Δεύτερον, αλήθεια σε ποιες περιπτώσεις μια εφημερίδα καλείται ως σώμα ένα και ενιαία να διαφωνήσει με το συντάκτη ενός άρθρου, που δημοσιεύει κανονικά στο φύλλο της, ώστε να πρέπει και να αρκεί μια σημείωση διαφωνίας; Θέλω να πω πως προφανώς η εφημερίδα μπορεί να διαφωνεί και να έχει -κάποιες φορές- και υποχρέωση να δημοσιεύσει κάτι με το οποίο διαφωνεί, αλλά εφόσον κάτι το δημοσιεύει, πότε πρέπει να πει ότι δεν ασπάζεται την άποψη του γράφοντος και κυρίως ποιος θα είναι ο τρόπος να εκδηλώσει αυτή τη διαφωνία της.

Ακόμα και η φιλελεύθερη οπτική της λεγόμενης market of speech που ζηλεύουν αρκετοί από την Αμερική δηλαδή το ελεύθερο περιθώριο ο ένας λόγος να αντικρουστεί με έναν άλλο λόγο, και όχι εκ των προτέρων, να απαγορεύεται ακόμα κι αν θίγει ιερά και όσια. Mέσω αυτής της διαλογικής σύγκρουσης να πάει μπροστά η ελευθερία του λόγου εν γένει. Αφού ο κακός λόγος θα απαντάται με έναν άλλον στο πλαίσιο άσκησης δικαιωμάτων και εν πάση περιπτώσει θα κερδίσει ο λόγος που θα παραμείνει νικητής έπειτα από τις συγκρούσεις με άλλους λόγους φορέων του δικαιώματος να τους εκφράζουν και εξ αυτού του λόγου θα είναι και περισσότερο κριμένος στα κόσκινα της κοινής γνώμης. Λένε όσοι ασπάζονται αυτή τη θεωρία.

Άραγε μας αρκεί στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής αρένας ανταλλαγής απόψεων, που είναι ειδικότατα ο Τύπος, να αναγράφεται απλώς η διαφωνία της εφημερίδας που δημοσιεύει το κείμενο, δίκην μιας στιγματιστικής σημάνσεως, τύπου ΠΡΟΣΟΧΗ;

Τι σημαίνει αυτή η σήμανση, η ταμπέλα, το στίγμα που θέλει να βάλει εκ των προτέρων η εφημερίδα σε ένα κείμενο. Να μετριάσει το αναγνωστικό ενδιαφέρον, να απολογηθεί εμμέσως στην Κυβέρνηση στην οποία γέρνει φιλικά, ότι εγώ είμαι αθώος σαν εφημερίδα, μόνος του πήρε την απόφαση να τα πει, μην μαλώσεις εμένα ή χειρότερα να προειδοποιήσει και να καταδείξει στο δικό της κοινό και τους φίλους ότι αυτό εδώ θα είναι ένα απωθητικό για τα δικά μας μυαλά κείμενο ενός αντιφρονούντα.

Θα περίμενε κανείς από την εφημερίδα είτε συλλογικά με τους συντάκτες της ή έστω και από μία εκ των εγκρίτων πενών της να ακολουθηθεί το μοντέλο του λόγου και του αντιλόγου, να αναμείνει είτε την άλλη Κυριακή είτε το φύλλο της Τρίτης, για να δοθεί και η από μέρους της απάντηση, να θεμελιωθεί η δική της αντίρρηση και διαφωνία με τα όσα έγραψε ο Μαραντζίδης και με αυτό τον τρόπο όλοι οι αναγνώστες της εφημερίδας να πάνε ένα βήμα μπροστά διαβάζοντας δυο καλά κείμενα, τα οποία συγκρούονται το ένα με το άλλο.

Η αγορά του λόγου με την έννοια της δυνατότητας του πάρε-δώσε και όχι του αγοραίου.

Τέλος, αυτό που μου προξενεί μεγαλύτερη εντύπωση και βρίσκω να συγκρούεται με το επιθυμητά πνεύμα που πρέπει να διέπει το σώμα μιας εφημερίδας και για το οποίο αναζητώ ειλικρινά μια ειλικρινή απάντηση, είναι αν η εν λόγω σημείωση/προειδοποίηση/σήμανση στο άρθρο του Νίκου Μαραντζίδη προέρχεται καθαρά από την ενάσκηση του διαχειριστικού, διευθυντικού όχι με την έννοια του εργατικού δικαίου και αποφασιστικού δικαιώματος ενός προσώπου.

Μήπως υφίσταται κάποιο γενικό έγγραφο, κάτι σαν κανονισμός δηλαδή που έχουν διαμορφώσει όλοι οι εργαζόμενοι συντάκτες της Καθημερινής και το συγκεκριμένο άρθρο προσκρούει τόσο φανερά σε αυτόν, ώστε με συνοπτικές διαδικασίες να μπει η σημείωση της διαφωνίας της Κ.

Συμφωνούν όλοι οι συντάκτες της Κ με τη διαφωνία; Έχουν ενημερωθεί ότι επρόκειτο να γίνει αυτό στο σημερινό φύλλο; Ξέρουν πού έγκειται η διαφωνία; Είχαν ποτέ ενημερωθεί ότι αν το συναποφασισούν αυτή η σημείωση της διαφωνίας της εφημερίδας μπορεί να μπει και σε άλλα άρθρα, που ήταν πολύ πιο χυδαία και ευκολότερα δεκτικά διαφωνίας, όπως πρόχειρα σκέφτομαι δυο του Τάκη Θεοδωρόπουλου; Γιατί για εμένα αυτοί είναι η Καθημερινή και η κάθε εφημερίδα είναι οι εργαζόμενοι σε αυτή και ιδιαίτερα οι συντάκτες της.

Φυσικά υπάρχουν πολλοί που θα σπεύσουν να απαντήσουν σε αυτό πως ο ιδιοκτήτης ή ο διευθυντής έχουν την εξουσία ή και το δικαίωμα να το πράξουν αυτό χωρίς καν να ενημερώσουν και πράγματι ίσως νομικά να το έχουν, αν και θα πρέπει να ασκείται με τρομερή φειδώ και επαρκή τεκμηρίωση. Όμως αν δεχθούμε αυτή τη θέση, αντιμετωπίζουμε έναν συνταγματικά προστατευόμενο θεσμό επιφορτισμένο με σοβαρό δημοκρατικό έργο, που αποτελεί ταυτόχρονα και αρένα ποιοτικής κρίσης της δημοκρατίας, δηλαδή τον Τύπο, ως ένα αποκλειστικά εταιρικό μόρφωμα με οικονομικούς όρους διοίκησής σου και όχι σαν έναν από τα κάτω προς τα πάνω διαμορφούμενο θεσμό.

Άλλωστε την εφημερίδα που ο καθένας διαβάζει, δεν τη διαβάζει γι’ αυτόν που πληρώνει τους μισθούς των συντακτών, αλλά γι’ αυτούς τους τελευταίους που καθημερινά την υπηρετούν, τους γραφιάδες της.

#TAGS
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα