Parallax View

Πώς δρας μπροστά στη βία

Η καταφυγή στην χρήση και άσκηση βίας αποτελεί το σύμπτωμα μιας μη ευημερούσας κοινωνίας υλικά, μα κυρίως αξιακά, η οποία έχει χάσει την πυξίδα της

Ειρήνη Περπερίδου
πώς-δρας-μπροστά-στη-βία-1106533
Ειρήνη Περπερίδου

Ο όρος της «γυναικοκτονίας» χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά το 1976 από την Diana Russell  στις εργασίες του Διεθνούς Δικαστηρίου για τα Εγκλήματα κατά των Γυναικών στις Βρυξέλλες. Η Russell αν και έκανε χρήση του όρου της γυναικοκτονίας κατά τη διάρκεια της κατάθεσής της, δεν έδωσε έναν σαφή ορισμό, μέχρι το 1990 όταν μαζί με την Jane Caputi όρισαν την γυναικοκτονία: «ως τη δολοφονία γυναικών από άνδρες με κίνητρο το μίσος, την περιφρόνηση, τη σεξουαλική ικανοποίηση ή ένα αίσθημα ιδιοκτησίας επί των γυναικών».

Αν και στον συγκεκριμένο ορισμό δύναται να ασκηθεί κριτική σε επιστημονικό επίπεδο, σημασία έχει να γίνει αντιληπτό σε ένα πρώτο επίπεδο η ratio του όρου,  κοινώς ποιος ήταν ο σκοπός της χρήσης του όρου αυτού; Και  τι αποσκοπούσε να τονίσει με τον εξειδικευμένο όρο της γυναικοκτονίας η Russell;

Μια στις τρεις γυναίκες, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας υπολογίζεται παγκοσμίως ό,τι έχουν υποστεί σωματική ή σεξουαλική βία από τον σύντροφο ή σύζυγο τους. Οι θηλυκότητες αυτές μπορεί να είναι οι αδερφές, οι κόρες, οι φίλες μας, ακόμη και γειτόνισσές της διπλανής πόρτας. Η νέα υπόθεση της στυγερής δολοφονίας της εγκύου  στη Θεσσαλονίκη, με σκοπό -από τα μέχρι τώρα στοιχεία που έχουν δει το φως της δημοσιότητας- την παράνομη ιδιοποίηση των περιουσιακών της στοιχείων ανοίγει τη λίστα των γυναικοκτονιών για το νέο έτος του 2024.

Τα περιστατικά βίας τα τελευταία χρόνια, έπειτα από το πέρας αλλεπάλληλων και πολυδιάστατων κρίσεων έχουν αυξηθεί σημαντικά, χωρίς βέβαια να παρέχονται ακριβή στατιστικά δεδομένα τόσο για ενημερωτικό, όσο και για επιστημονικό σκοπό από τους αρμόδιους θεσμούς.

Έμφυλη βία, οπαδική βία, διαδικτυακή βία, ενδοσχολική βία αποτελούν μερικά από τα πρόσφατα παραδείγματα εγκληματικότητας, τα οποία μαστίζουν την ελληνική κοινωνία. Μονάχα κάποιες από τις διαστάσεις που μπορεί να λάβει η εκτεταμένη μορφή επιθετικότητας που μαστίζει τις σύγχρονες πολυσύνθετες και ανασφαλείς κοινωνίες. Σαφώς, όσο τα θεσμικά αναχώματα υποχωρούν και επέρχεται κοινωνική διάβρωση, τα περιστατικά αυξάνονται με ταχείς ρυθμούς, καθιστώντας την κατάσταση ιδιαιτέρως ανησυχητική και περίπλοκη.

Το πρόσφατο περιστατικό γυναικοκτονίας στη Θεσσαλονίκη, ήρθε να προστεθεί στη μεγάλη λίστα των ατόμων που έχασαν τη ζωή τους, λόγω του φύλου τους. Δυστυχώς, από τα στοιχεία που δημοσιοποιεί η ΕΛ.ΑΣ σποραδικά, τα περιστατικά έμφυλης βίας έχουν αυξηθεί το τελευταίο διάστημα, διαμορφώνοντας μια κατάσταση κατεπείγοντος! Τα εγκλήματα αυτά φανερώνουν την υποδόρια αντίληψη περί διακριτικής μεταχείρισης των θηλυκοτήτων. Το αρνητικό πρόσημο που συνοδεύει τις θηλυκότητες οφείλεται κατά πολλοίς στη πατριαρχική δόμηση της ελληνικής κοινωνίας, συνδυαστικά με την επικρατούσα κουλτούρα, η οποία συντηρεί και προωθεί την διαιώνιση διακρίσεων σε βάρος συγκεκριμένων πληθυσμιακών ομάδων.

Ας μην λησμονούμε την σύσταση και τη δομή της ελληνικής κοινωνίας, η οποία παρήγαγε -και εξακολουθεί εν μέρει να παράγει- σε συστηματικό βαθμό παθογενείς αντιλήψεις για τις θηλυκότητες, οι οποίες διαιώνιζαν τις ανισότητες και καλλιεργούν συχνά την ανοχή στην άσκηση βίας προς τις θηλυκότητες. Αν και σαφώς η ελληνική κοινωνία έχει σημειώσει βήματα προόδου εξακολουθεί να μαστίζεται από «τα φαντάσματα του παρελθόντος», τα οποία αναδύονται με διαφορετικές αφορμές, έχοντας όμως την ίδια κατάληξη την άσκηση βίας, με σκοπό τον έλεγχο, τη φίμωση και τελικά την εξόντωση των ανθρώπων, οι οποίοι ανάλογα με το συγκείμενο και την περίπτωση διαφέρουν από την νομενκλατούρα και δρουν ανασταλτικά,  ως εμπόδιο για την επίτευξη ίδιων σκοπών και στόχων.

Οι καθημερινές αποκαλύψεις για το εγκληματικό παρελθόν του φερόμενου ως δράστη και δη τα περιστατικά βίας κατά των γυναικών και ενός βρέφους φανερώνουν μέσω ενός μονάχα παραδείγματος το μέγεθος του προβλήματος, στο οποίο συχνά κλείνουμε το μάτια, καθώς αδυνατούμε λόγω του βάρους και της διάστασής του να αναλάβουμε την πλήρη ευθύνη ως κοινωνία και συλλογικό υποκείμενο.

Η δημοσιοποίηση ειδεχθών έμφυλων – και μη- εγκλημάτων, σε ένα πρώτο επίπεδο μας αφήνει εμβρόντητες/-ους και είναι δικαιολογημένο, καθώς ο άνθρωπος μπροστά στο κακό αναζητά άμυνες και προστασία. Όμως, σε ένα δεύτερο επίπεδο τόσο συλλογικά, όσο και ατομικά καθίσταται απαραίτητο να αναλογιστούμε το μέγεθος της ευθύνης μας και να δράσουμε, ώστε κάθε άνθρωπος να γίνεται σεβαστός, έτσι όπως θέλει να υπάρχει και να ζει.

Η καταφυγή στην χρήση και άσκηση βίας αποτελεί το σύμπτωμα μιας μη ευημερούσας κοινωνίας υλικά, μα κυρίως αξιακά, η οποία έχει χάσει την πυξίδα της. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, όσο άλλοτε ποτέ απαιτείται κοινωνική ευαισθητοποίηση και συλλογική συσπείρωση για τον επαναπροσδιορισμό των κοινωνικών αξιών και τη διαμόρφωση ενός πλαισίου δράσης για τη καλλιέργεια της ουσιαστικής – μη βίαιης επικοινωνίας και της αντιεγκληματικής πολιτικής, η οποία θα δρα συνδυαστικά με την παροχή παιδείας και ψυχικής καλλιέργειας από τα πρώτα σχολικά έτη του παιδιού.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα