Ποτέ το αίμα δεν είναι αόρατο όταν τρέχει
Όταν μια παράσταση αποφασίζει έντιμα να ξύσει πληγές τότε το αποτέλεσμα γίνεται για το θεατή μια μεταλαβιά συναισθημάτων.
Κάθε νέα απόπειρα να φωτιστεί το πρόσφατο παρελθόν της ελληνικής Ιστορίας από την Τέχνη είναι καλοδεχούμενη. Κυρίως για να έρθουν στην επιφάνεια οι μικρές εκείνες ιστορίες που συνθέτουν τη μεγάλη Ιστορία που διδάσκεται, όπως διδάσκεται, στα σχολεία.
Έτσι λοιπόν απόπειρες που είδαμε τα τελευταία δυο χρόνια στις σκηνές της Θεσσαλονίκης όπως το ”Πούναι η μάνα σου μωρή” της Δήμητρας Πέτρουλα, η ”Βγερού” του Γιώργου Χατζόπουλου και τώρα το ”Γκιακ” του Δημοσθένη Παπαμάρκου, λειτουργούν περίπου σαν ξυπνητήρια αισθημάτων, σαν μικρά ηλεκτροσόκ που χρειάζεται ο νους, για να αντιλαμβάνεται από που έρχεται η φυλή, τι κουβαλά και που πηγαίνει.
Όταν πριν δυο χρόνια ο τριαντάχρονος Δημοσθένης Παπαμάρκος, που έβγαλε το πρώτο του βιβλίο στα 15 του, κυκλοφόρησε αυτή τη συλλογή διηγημάτων με ήρωες στρατιώτες που πολέμησαν στη μικρασιατική εκστρατεία να έρχονται αντιμέτωποι με τους ρόλους που τους επιβάλλουν οι παραδοσιακοί κανόνες και το βίωμα του πολέμου, η υποδοχή ήτα διθυραμβική. Γιατί απλά τολμούσε να μιλήσει σχεδόν ένα αιώνα μετά για τις σκιές, για τα τραύματα της επιστροφής, για εκείνους που ο γυρισμός δεν ήταν ηρωϊοποίηση αλλά αρχή του εφιάλτη. Και ενώ ξέρεις ας πούμε καλά τι συνέβη στους Αμερικάνους στρατιώτες που γύρισαν από το Βιετνάμ και τον κατεστραμμένο ψυχικό τους κόσμο δεν ξέρεις τίποτε για αυτούς τους Έλληνες που πολέμησαν απέναντι και γύρισαν πίσω κουβαλώντας τα δικά τους σκοτάδια.
Το γκιακ λέει ο συγγραφέας είναι το αίμα, ο συγγενικός δεσμός και ο νόμος του αίματος που σκιάζει τις ζωές τους. Οδηγεί μοιραία πια σε απώλεια προσανατολισμού, σε αδυναμία να συμβιβάσουν τους κώδικες της παράδοσης με τα συναισθήματα και τη συνείδησή τους. Όταν έχεις ματώσει και ματωθεί το κόκκινο του αίματος στον πόλεμο λεκιάζει ανεξίτηλα. Η κουβέντα για τον πόλεμο είναι πάντα ταμπού, είναι ένα κεφάλαιο χωρίς ηθική ή μάλλον με τη δική του ηθική. Και οι Αρβανίτες ήρωες από τη Μαλεσίνα, οι συμπατριώτες του νεαρού συγγραφέα σπάνε το ταμπού της σιωπής. Και αυτό τους κάνει μοιραία παρίσακτους σε ένα ένα κόσμο αποσιώπησης του τι έγινε εκεί πίσω στο μέτωπο. Τους κάνει αιώνια μετέωρους.
Με ένα τέτοιο συγκλονιστικό υλικό στα χέρια της η Γεωργία Μαυραγάνη επιλέγει να μας ταξιδέψει από τα χωριά της Λοκρίδας απέναντι στη Μικρά Ασία, στην Αμερική και από κει στην κόλαση. Στην κόλαση της σιωπής, της υποκρισίας, των τραυμάτων που χάσκουν στο σώμα της φυλής σαν ανοιχτές οπές.
Χωρίς να σκεφτεί ούτε για μια στιγμή το ρίσκο της απογύμνωσης εκθέτει τους ήρωες της και κυρίως το θεατή σε μια μόνιμη, βασανιστική τελετή αποκάλυψης όσων τα βιβλία της Ιστορίας πιθανά δεν θα σου πουν ποτέ.
Για μία ώρα και είκοσι λεπτά μια διαρκής κυκλωτική κίνηση γύρω από ένα τραπέζι που ξεκινά γιορτής και γίνεται κηδείας, με κοπριές, αίματα, τσιγκέλια που κρεμιούνται ανθρώπινες ψυχές, νερά που ξεπλένουν ενοχές και ανθρώπινα ερείπια από τις τύψεις που δεν ξεπλένονται.
Κανένας πόλεμος δεν είναι αθώος, κάθε πράξη που εμπεριέχει βία θα αφήσει τη στάμπα της στο κούτελο του ”ήρωα”, στο σημείο που ξεκινάς να κάνεις το σταυρό σου.
Η Μαυραγάνη, που είναι σπουδαία περίπτωση, μαζί με επτά ηθοποιούς του ΚΘΒΕ στήνουν μια παράσταση που καρφώνεται στο μυαλό σου σαν πρόκα, σαν ένα έντομο που μπήκε λαθραία από το αυτί και ακούς το δυνατό του βουητό μες το κεφάλι σου, να σε βασανίζει.
Να δείτε το Γκιάκ. Είναι θεάτρο με τα όλα του και μαζί μια πολαρόιντ από αυτές που οι άνθρωποι δεν θα έβγαζαν ποτέ και δεν θα κουβαλούσαν ποτέ στο πορτοφόλι τους. Γιατί τα πρόσωπα κάποιων δεν θα ήταν χαμογελαστά. Θα τα σκίαζε ένα σκοτάδι. Σπουδαία δουλειά.
Γκιάκ του Δημοσθένη Παπαμάρκου
Συντελεστές Διασκευή-Σκηνοθεσία: Γεωργία Μαυραγάνη Σκηνικά-Κοστούμια: Άρτεμις Φλέσσα Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας Μουσική σύνθεση- αυτοσχεδιασμοί: Μιχάλης Σιώνας Βοηθοί σκηνοθέτη: Βασίλης Καλφάκης, Σμαρώ Κώτσια Β’ βοηθός σκηνοθέτη: Στυλιανή Δάλλα Βοηθός σκηνογράφου: Κατερίνα Σταύρου Οργάνωση παραγωγής: Μarleen Verschuuren
Παίζουν με αλφαβητική σειρά: Ιωάννα Δεμερτζίδου, Εμμανουήλ Κοντός, Νικόλαος Κουσούλης, Εμμανουέλα Μαγκώνη, Δημήτρης Μορφακίδης, Μιχάλης Σιώνας, Άννη Τσολακίδου. INFO Μικρό Θέατρο Μονής Λαζαριστών Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη στις 6 μ.μ., Πέμπτη – Παρασκευή – Σάββατο στις 9 μ.μ. και Κυριακή στις 7 μ.μ. Τιμές εισιτηρίων: από 5 ευρώ (γενική είσοδος Τετάρτη και Πέμπτη) έως 13 ευρώ.