Σιγοβράζω στο ζουμί μου

Η μόνη ιδεολογία που έχουμε, ένα τεράστιο εγώ πάνω από μια μεγάλη και βαθιά τσέπη.

Parallaxi
σιγοβράζω-στο-ζουμί-μου-474700
Parallaxi

Λέξεις-εικόνες: Νώντας Στυλλιανίδης

Σιγοβράζω στο ζουμί μου, κάθιδρος απέναντι στον ανεμιστήρα.

Η γη έχει λέει εχει εξαντλήσει τα αποθέματα της και έχει ακόμη δεκαοχτώ μήνες επάρκεια…

Πρέπει, διαβάζω, να φυτέψουμε κάτι δισεκατομμύρια δέντρα για να σωθεί ο πλανήτης απ’ την υπερθέρμανση και στην μακρινή και βασανισμένη Αβησσυνία κάποιοι φύτεψαν κάτι χιλιάδες δέντρα, ενώ στην Κύπρο προσπαθούν για να φυτέψουν άλλα 300.000, ελπίζοντας ότι με την συμμετοχή τους θα βάλουν ένα λιθαράκι στον εξορθολογισμό των πραγμάτων.

Στα καθ’ ημάς, το περιαστικό δάσος της Θεσσαλονίκης χάνεται από αδηφάγο έντομο που κατατρώει τα πάντα, υπό τα αδιάφορα βλέμματα των πολιτών, ενώ στις καθημερινές θαλάσσιες αποδράσεις, επειδή έχουμε μάλλον κατανοήσει το εφήμερο της ζωής και το δραματικό τέλος του πλανήτη, συμπεριφερόμαστε σαν να μην υπάρχει αύριο…

Σκουπίδια και πλαστικά σχηματίζουν σουρεαλιστικά λοφάκια και ατόλες, ίχνη της απαιδεψίας και του ωχαδερφισμού μας. Την άλλη μέρα βέβαια είμαστε πάλι εκεί, βρίζοντας τον δήμο, το κράτος και κάθε υπεύθυνο που δεν φρόντισε να μαζέψει τα σκουπίδια μας το βράδυ για να έχουμε επιτέλους χώρο να αφήσουμε με άνεση τα καινούργια μας.

Ο ανεμιστήρας γουργουρίζει, προσπαθεί να κατεβάσει λίγο την υγρή ζέστη του δωματίου κι ο σκύλος, υπερήλιξ πλέον, με στωικότητα ξαπλωμένος μπροστά στις ριπές του μηχανικού ανέμου, περιμένει να δροσίσει.

Κι όλα αυτά στο μαγικό, ίσως ακόμη για λίγο, Λιτόχωρο… που πριν λίγα χρόνια η δροσιά της θάλασσας και οι κατεβαδιές του βουνού έφερναν τα βράδια δροσερές ανατριχίλες.

Δεν μπορώ να βγω πια στην αυλή μου, την μικρή που βλέπει το μαγικό βουνό. Γιατί τα δέντρα, τέσσερα ωραία κωνοφόρα που πήρα απ’ το δασαρχείο σε μια δεντροφύτευση προ δεκαπενταετίας και μεγάλωσα με πολύ φροντίδα, δεν υπάρχουν πια… Σακατεμένα χέρια από σύγχρονο Προκρούστη, τείνουν ως ικέτες στους Θεούς, ό,τι απέμεινε από το περήφανο κορμί τους…

Θύματα κι αυτά του άθλιου νεοέλληνα λαού με χαμηλη έως ανύπαρκτη περιβαλλοντική συνείδηση… Τα επαρχιακά κατάλοιπα της λάσπης και του μαντριού, που η εγκαταβίωση στα αστικά κέντρα τα κάλυψε με ένα λούστρο αστισμού, σε κάθε ευκαιρία αφήνονται ελευθερα να δράσουν. Τσιμέντο να γίνει, το εθνικό μας σύνθημα.

Πιστή στις αρχές αυτές, η ανοργασμική γειτόνισσα, αφού κατέστρεψε τις φωλιές που τα έρημα χελιδόνια είχαν κάνει σε κάτι γωνίτσες του κτιρίου, αφού πέταξε τα κουπάκια που έβαζα λίγο νερό και φαγάκι στα πολυάριθμα αδέσποτα του χωριού και τα κυνήγησε μ’ ένα σκουπόξυλο, εν τη απουσία μου (!!!) έκοψε και τα δέντρα μου… Μέσα στην αυλή μου… Γιατί λέει την ενοχλούσαν.

Σκέφτηκα να την φυτέψω όρθια με το κεφάλι στο χώμα, αλλά τέτοια ξερή ψυχή πως να φυτρώσει; Να την σκοτώσω; Άδικο για μένα…

Κατέφυγα, ο άφρων, στην αστυνομία. Που εδώ και μέρες αδυνατεί λέει να την βρει και να κάνει παρατηρήσεις.

Τελικά σ’ αυτή την χώρα δεν υπάρχει ελπίδα και σωτηρία.

Η πληρωμή πρέπει να γίνεται με τον ίδιο τρόπο, ο νόμος απουσιάζει σε χρόνιες διακοπές.

Ο κλεφταρματολός μέσα μας, είναι εδώ…

Όλα μας ανήκουν κι ό,τι δεν έχουμε, μας το χρωστάνε.

Η μόνη ιδεολογία που έχουμε, ένα τεράστιο εγώ πάνω από μια μεγάλη και βαθιά τσέπη.

Οι κουτόφραγγοι ας τρώνε βαλανίδια, εμείς δεν έχουμε ούτε βαλανιδιές.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα