Στη στάση της Μοναστηρίου αντίκρισα δύο άγνωστους ήρωες της πόλης

Ιστορίες καθημερινών ανώνυμων ηρώων.

Κική Μουστακίδου
στη-στάση-της-μοναστηρίου-αντίκρισα-δ-463835
Κική Μουστακίδου

Πριν από λίγες μέρες, καταμεσήμερο πάνω στη Μοναστηρίου, περιμένοντας ατέλειωτα λεπτά τα λεωφορεία του ΟΑΣΘ που μοιάζουν να μην περνούν, αλλά μονάχα να χάνονται. Η ζέστη είναι αποπνικτική, η υγρασία σου παίρνει την ανάσα και κολλάει πάνω στο δέρμα σου, ο κόσμος γύρω είναι πολύς και διαφορετικός, ένα μωσαϊκό ανθρώπων με ιστορίες που δεν θα μάθεις ποτέ, μόλις που μπορείς να τις μαντεύεις.

Στα αριστερά της στάσης, ένας μελαμψός νεαρός, από αυτούς που στοχοποιούνται σε ξενοφοβικά Facebook Groups της Θεσσαλονίκης, οι «προγραμματισμένοι να σκοτώνουν και να κλέβουν», έτσι τους λένε, τους τσουβαλιάζουν και δεν ντρέπονται, στέκεται δίπλα σε έναν ηλικιωμένο κύριο που έχει λυγίσει στα δύο το σώμα του από το κλάμα.

Του χαϊδεύει κυκλικά την πλάτη, τον παρηγορεί, κυρίως όμως τον ακούει και κουνά καταφατικά το κεφάλι του. Ο ηλικιωμένος μοιάζει να είναι «ημεδαπός», όπως λένε τα αστυνομικά δελτία όταν προσπαθούν να αποφύγουν τη λέξη «Έλληνας» σε εγκληματικά συμβάντα, αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία. Ο νεαρός φεύγει για μερικά δευτερόλεπτα, παίρνει από το διπλανό μαγαζί ένα μπουκάλι νερό, του το προσφέρει. Από την ανάσα του συντετριμμένου ανθρώπου, έτσι όπως παύει σε μερικά λεπτά να πάλλεται ο κορμός του, καταλαβαίνω ότι έχει προς το παρόν ηρεμήσει. Η δύναμη της αγάπης προς τον άλλον, που δεν αιτιολογείται αλλά με φυσικό τρόπο εκπορεύεται, έχει άμεσες ευεργετικές ιδιότητες.

Στα δεξιά, πάνω στη Μοναστηρίου, στο ρεύμα προς το κέντρο της πόλης, ένας 40άρης περπατά πάνω κάτω στην άκρη του δρόμου. Εκτεθειμένος στον ήλιο, χαμένος στις σκέψεις του, έχει ιδρώσει μέχρι το μεδούλι. Η μπλούζα του έχει κολλήσει πάνω στο κορμί του, σκουπίζει συνεχώς το μέτωπό του.

Η συνοδηγός ενός αυτοκινήτου που περνά, ανοίγει το παράθυρο της θέσης της και του προσφέρει ένα καθαρό, αφόρετο μπλουζάκι. Εκείνος ξαφνιάζεται από την κίνησή της, φαίνεται, της λέει ευγενικά όχι, εκείνη επιμένει. Τελικά ο 40άρης δεν παίρνει την μπλούζα, το αμάξι σταματά στο επόμενο φανάρι και μόλις ανάψει πράσινο συνεχίζει τον δρόμο του. Η ιστορία τελειώνει – άδοξα – εδώ. Αν ήταν διήγημα, ίσως και να μην είχε καθόλου ενδιαφέρον. Συνέβη όμως, κάποτε στη Θεσσαλονίκη, κι έτσι αποκτά νόημα. Χωρίς στολίδια, ένα τυχαίο περιστατικό, βουτηγμένο όμως στον πυρήνα της φωτεινής αλήθειας του.

Μετά από αρκετή ώρα, ένα λεωφορείο του ΟΑΣΘ καταφθάνει. Είναι ασφυκτικά γεμάτο, δεν έχει νόημα, το κόβω με τα πόδια προς Αριστοτέλους. Έτσι κι αλλιώς, αυτοί οι δύο ανώνυμοι άνθρωποι που έκαναν το σπάνιο αυτονόητο, είναι το παράδειγμα που δείχνει το δρόμο.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Στο 21 του Ευόσμου συνέβη το πιο σπάνιο πράγμα στις μέρες μας

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα