Νύχτες ατέλειωτες

Στο Λούνα Παρκ άρχισα να δουλεύω παιδί. Οι γονείς µου είχαν τη Μπαλαρίνα και κάθε καλοκαίρι οργώναµε την Ελλάδα.

Γιώργος Τούλας
νύχτες-ατέλειωτες-11326
Γιώργος Τούλας
1.jpg

Στο Λούνα Παρκ άρχισα να δουλεύω παιδί. Οι γονείς µου είχαν τη Μπαλαρίνα και κάθε καλοκαίρι οργώναµε την Ελλάδα. Σε κάθε πανηγύρι ήµασταν εκεί. Τους χειµώνες ξεχειµωνιάζαµε πάντα σε ένα µέρος. Έξω από το Αγρίνιο, καµιά φορά στη Λάρισα, στη Ξάνθη. Παλιά γινότανε χαµός. Κάθε βράδυ. ∆εν προλάβαινα να κόβω µάρκες. Τσούρµο, οικογένειες, παιδιά, αγόρια στον καιρό τους και κορίτσια που γάµπριζαν.

Στα συγκρουόµενα γινόταν τα µεγαλύτερα αλισβερίσια. Έρωτες. Έβαζαν άσπρα παντελόνια τα αγόρια, κοντές φούστες οι κοπέλες και βουρ. Ερχόταν ο άλλος και µε ένα κατοστάρικο περνούσε καλά όλη η οικογένεια. Ώρες ατέλειωτες. Μετά η δουλειά έπεσε. Σήµερα έρχεται µόνο πολύ φτωχός κόσµος και όσοι έχουν µωρά. Σπάνια βλέπεις οικογένειες, όλους µαζί. Τα παιδιά είναι στο ίντερνετ όλη την ώρα. ∆εν έρχονται. Αφού βγαίνω από το ταµείο και κάθοµαι και αερίζοµαι τα καλοκαίρια στο πλάι. Ο κόσµος δεν έχει λεφτά. Καµιά φορά µου κλαίγονται κάτι πολύτεκνοι. Τους λυπάµαι τους δίνω καµιά µάρκα δωρεάν. Άµα έχει ο άλλος τέσσερα παιδιά δεν θα τον κεράσεις µια κούρσα; Θα τον κεράσεις.

Κουράστηκα το στήσε-ξέστησε. Να αλλάζεις τόπο κάθε βδοµάδα. ∆εν έχει χαΐρι. Κάποτε σε ένα πανηγύρι βγάζαµε τα λεφτά ενός µήνα. Τώρα; Τα τραγούδια που παίζουν τα ηχεία τα ξέρω όλα απέξω. Τα ακούω κάθε βράδυ. Καψουροτράγουδα αργά, νωρίς ντάµπα ντούµπα. Χτες άφησα το ταµείο δυο λεπτά να πάω για την ανάγκη µου και µπούκαραν κάτι τσογλάνια να µε κλέψουν. ∆ε βαριέσαι. Πέντε χρόνια ακόµα, να βγω στη σύνταξη και µετά ούτε απέξω δεν θα περνάω. Όποιος θέλει να µε βλέπει να έρχεται στη Λειβαδιά.

* Φωτογραφία: Αλέξανδρος Αβραμίδης

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα