Τελικά οι εφημερίδες πεθαίνουν; Ας μην τις θάψουμε ακόμη

Η κουλτούρα της συνδρομής, ο «κίτρινος» βομβαρδισμός αλλά και η ανία του σκρολαρίσματος ίσως δίνουν κάποιες απαντήσεις

Χάρης Δημαράς
τελικά-οι-εφημερίδες-πεθαίνουν-ας-μην-1196015
Χάρης Δημαράς

Δεν ξέρω πόσο υποκριτικό ή όχι είναι να κλαις πάνω από το χυμένο γάλα, όμως το ζητούμενο είναι να μπορείς να προβλέπεις τι έρχεται.

Αναφέρομαι στο κλείσιμο ιστορικών εφημερίδων, εντύπων που σημάδεψαν μια εποχή, που μέσα από τα σπλάχνα τους γέννησαν σημαντικές μορφές της δημοσιογραφίας, που δεν ενημέρωναν απλά, αλλά έκαναν κάτι πιο σημαντικό: Δημιουργούσαν κουλτούρα ενημέρωσης.

Ελευθεροτυπία, Καθημερινή (ευτυχώς δεν έχει κλείσει ούτε μια μέρα), Αυγή, Ελεύθερος Τύπος, Νέα, Ριζοσπάστης, Μακεδονία, Βορράς, Αγγελιοφόρος... Προσδιοριζόσουν ανάλογα με την εφημερίδα που αγόραζες το πρωί στο περίπτερο, την κρατούσες κάτω από τη μασχάλη, για να τη διαβάζεις αργότερα στο σπίτι, ή να την ξεφυλλίσεις γρήγορα στο γραφείο και το καφέ. Το ίδιο και με τις αθλητικές.

Ο καθένας μπορείς να χαρακτηρίσει την κουλτούρα της εκάστοτε εφημερίδας, με τον τρόπο που θέλει ανάλογα με τα πιστεύω του, την τοποθέτησή του.

Η εφημερίδα ήταν επιλογή συνειδητή, γιατί την πλήρωνες κάθε μέρα και ήξερες ότι ΟΚ, δε θα προλάβεις πιθανότατα να την αναγνώσεις όλη, αλλά θα δεις τι γράφει στο editorial, θα διαβάσεις τους σχολιαστές, τους αρθρογράφους, τις στήλες, το βασικό ρεπορτάζ, ποιο θέμα από τα διεθνή είναι εξάστηλο και ποιο μονόστηλο, στα παρασκήνια έκανες συνειρμούς για το ποιος έγραψε τι με βάση τα αρχικά του και φυσικά την επόμενη μέρα πάλι το ίδιο, με την «γκρίνια της νοικοκυράς για το ότι τις κρατάς σπίτι και δεν τις πετάς».

Δεν το συζητάμε βέβαια για τους μουτζούρες που άφηναν στα χέρια από το μελάνι ή τα αποτυπώματα πάνω στο τραπέζι.

εφημερίδες

Δεν ξέρω αν βρισκόμαστε όντως στο μεταίχμιο, στην μεταβατική εποχή που κάθε εφημερίδα πνέει τα λοίσθια ή αν όλες οι εφημερίδες ήδη έχουν πεθάνει και δεν το ξέρουν.

Δεν ξέρω αν όλα όσα περιγράφω και άλλα τόσα ακόμη που ο καθένας θυμάται από την εποχή των εφημερίδων θα είναι αναμνήσεις μιας εποχής, γιατί ο κόσμος προχωρά και όπως «μετακινείται πλέον παντού με το αεροπλάνο, έτσι με την εξέλιξη της τεχνολογίας θα ενημερώνεται μόνο από το διαδίκτυο». 

Δεν ξέρω αν αυτά τα λουκέτα σηματοδοτούν το τέλος μιας εποχής και αν όλες οι εφημερίδες, αργά ή γρήγορα θα ακολουθήσουν αυτό το δρόμο.

Σίγουρα κανείς σκεπτόμενος λογικά δεν μπορεί να είναι αισιόδοξος.

Κι αυτό διότι η εφημερίδα έχει το εγγενές μειονέκτημα της χρονικής καθυστέρησης στην έκδοσή της, συνεπώς είναι πολύ δύσκολο από τη φύση της, να συναγωνιστεί τα υπόλοιπα ενημερωτικά μέσα, πάνω στο κομμάτι της επικαιρότητας.

Ποιος θα πάρει εφημερίδα να διαβάσει για κάτι που γράφτηκε χθες, τη στιγμή που σερφάροντας στο διαδίκτυο θα μάθει αυτό που γίνεται τώρα;

Η απάντηση το ερώτημα είναι αυτονόητη.

Υπάρχει, συνεπώς, κάτι που μπορεί να οδηγήσει κάποιον να αγοράσει εφημερίδα; Υπάρχει κάποιο κίνητρο για τον οποιονδήποτε να πει πάω στο περίπτερο για να αγοράσω και να μάθω;

Ετσι όπως λειτουργεί το σύστημα, ειδικά στην Ελλάδα, θα πω όχι. Κανένα απολύτως.

Υπάρχουν, συνεπώς, τρόποι για να μην πεθάνει το έντυπο;

Κι όμως, υπάρχουν τρόποι

Παρακολουθώντας λίγο έστω τις διεθνείς εξελίξεις στα μέσα ενημέρωσης, μπορείς να αντλήσεις λίγη αισιοδοξία. Απλά διότι αντιλαμβάνεσαι, ότι αρκετά χρόνια πριν, όταν το διαδίκτυο ήδη σάρωνε τα πάντα, αρκετοί δημοσιογραφικοί οργανισμοί είχαν προνοήσει, ώστε να καταφέρνουν να επιβιώσουν, συνδυάζοντας τη φήμη που είχαν αποκτήσει από τους τίτλους των εφημερίδων τους, με τη νέα εποχή. Προσάρμοσαν το brand της εφημερίδας, στη λογική του διαδικτύου για να διατηρήσουν το κοινό τους. 

Το σύστημα λοιπόν, λειτουργεί ως εξής στις περισσότερες χώρες του κόσμου: Θέλεις να ενημερωθείς για τα θέματα της εφημερίδας, για τα θέματα που οι συντάκτες κόπιασαν, σπαταλώντας σημαντικό χρόνο για να ερευνήσουν και να διασταυρώσουν; Θα πληρώσεις.

Θα πληρώσεις συνδρομή για την έντυπη έκδοση, ποσό που είναι αμελητέο, μπροστά σε αυτό που θα έδινες κάποτε για να αγοράσεις την εφημερίδα στο περίπτερο.

Δε θα την πιάσεις στα χέρια σου την εφημερίδα, απαραίτητα, αν είσαι μακριά. Ωστόσο θα πληρώσεις για το ρεπορτάζ, είτε διαβάζοντάς το από το διαδίκτυο, είτε λαμβάνοντας ηλεκτρονικά τη σελίδα στα email σου σε μορφή pdf, είτε παίρνοντας την έντυπη στο σπίτι σου ταχυδρομικά!

Λύσεις υπάρχουν. Αυτό όμως που δεν αλλάζει, είναι ότι η εφημερίδα με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, θα υπάρχει. Θα υπάρχει και ως χαρτί, θα υπάρχει και ηλεκτρονικά. Ο τίτλος της, το πρωτοσέλιδό της και οι δημοσιογράφοι της, θα είναι εδώ.

Αν έμεινες ευχαριστημένος από αυτό που διάβασες, από το ρεπορτάζ, από το αφιέρωμα, από το άρθρο, αν κάλυψε την ανάγκη σου για ενημέρωση, αν θεώρησες πως όντως ο συντάκτης – ρεπόρτερ το άξιζε, θα ξαναδώσεις τον οβολό σου.

Η εποχή που η σύγχρονη εποχή λοιπόν παντρεύεται με το παλιό, παραδοσιακό και ρομαντικό, είναι εδώ. Διότι έτσι στηρίζεις το μεγάλο brand που μπορεί να λέγεται New York Times, Le Figaro, El Pais, Marca ή όπως αλλιώς, πληρώνοντας και όχι απλά σερφάροντας για μερικά λεπτά σε μια ηλεκτρονική σελίδα. Και θα αισθάνεσαι ότι συμβάλλεις ουσιαστικά στην επιβίωση  του μέσου.

εφημερίδες

Υπάρχουν βέβαια και ειδήσεις για τις οποίες δεν χρειάζεται να πληρώσεις. Είναι η επικαιρότητα που μπορεί να ανακοινώνει ένα ατύχημα, έναν θάνατο, ή την εξαγγελία της κυβέρνησης.

Το ρεπορτάζ όμως που έπεται και είναι η συνέχεια αυτών των ειδήσεων, η ανάλυση, η έρευνα για το τι προηγήθηκε, τι ειπώθηκε, ποιοι λόγοι οδήγησαν σε αυτό και τι μπορεί να γίνει στο μέλλον, θα είναι με συνδρομή. Με συνδρομή θα είναι και τα μεγάλα αφιερώματα. Επίσης οι εφημερίδες έχουν και το «προνόμιο» ενός «τόμου» ιστορικής σημασίας που μπορεί να μπει σε μια βιβλιοθήκη.

Πρέπει να το πληρώσεις για να το… σεβαστείς; Ίσως να είναι κι αυτό. Αν σου αρέσει βέβαια και εφόσον σε καλύπτει. Αν όχι, πας αλλού. Είναι η συνειδητή επιλογή του αναγνώστη να στηρίξει αυτό το μέσο, διότι διέπεται από την κουλτούρα του και έχει εμπιστοσύνη σε όσα γράφει. Εδώ κερδίζει η εφημερίδα το διαδίκτυο: Χάνει στην επικαιρότητα, αλλά κερδίζει στην εγκυρότητα.

Κάποιος μπορεί να αντικρούσει: Μα καλά, το δικαίωμα της πληροφόρησης δεν είναι δωρεάν; Η πληροφορία ναι, είναι δωρεάν, το ρεπορτάζ όμως, είναι αποτέλεσμα συστηματικής δουλειάς ενός επαγγελματία που αφιέρωσε πολλές ώρες. Η διαφορά είναι εμφανής.

Πάνω στην κουλτουρα των συνδρομών στηρίζονται δημοσιογραφικοί οργανισμοί παγκοσμίως, αλλά και νέες δημοσιογραφικές προσπάθειες ανεξάρτητης και ερευνητικής δημοσιογραφίας.

Δεν πεθαίνει το έντυπο, επιτρέψτε μου να ελπίζω

Για να γίνω όμως ακόμη περισσότερο αισιόδοξος, δεν είμαι καν ανάμεσα σε αυτούς που πιστεύουν ότι έχει έρθει το τέλος του εντύπου.  Δεν είμαι μέσα σε αυτούς που πιστεύουν ότι ήρθε το τέλος του βιβλίου. Και δεν είμαι μέσα σε αυτούς που πιστεύουν ότι σε λίγα χρόνια, όλα θα εξαρτώνται από μια οθόνη.

Πείτε με ονειροπόλο, ρομαντικό, αφελή. Ένας φίλος μου με μάλωσε πρόσφατα. «Καλά, πού ζεις; Πιστεύεις ότι σε λίγα χρόνια δε θα εξαρτώνται όλα από το πάτημα ενός κουμπιού; Δεν βλέπεις τους νέους;».

Ελπίζω όχι, του απάντησα. Δεν μπορώ να πιστέψω πως τα πάντα, ακόμη και το δικαίωμα στην ενημέρωση, θα εξαρτάται από ένα δίκτυο που ανά πάσα στιγμή μπορεί να πέσει, να χακαριστεί ή να ελεγχθεί.

διάβασμα, σκρολάρισμα

Δεν είμαι «διαδικτυοφοβικός». Όχι. Ίσα-ίσα, το χρησιμοποιώ πολύ.

Πιστεύω πως είναι ήδη αρκετός ο κόσμος που το σκρολάρισμα σε μια οθόνη αρχίζει και το βαριέται οικτρά γιατί τον χαλάει και είναι έξω από τη φύση  του. Ο βομβαρδισμός από ανούσιες ειδήσεις με… πιασάρικους τίτλους, που πατώντας κλικ αντιλαμβάνεσαι ότι ήταν «πατάτα».

Πρόσφατα μια φίλη ξεφυλλίζοντας την Parallaxi μου είπε πόσο της άρεσε αυτή η αίσθηση, του να διαβάζει ένα έντυπο περιοδικό. Να το μυρίζει, να πιάνει το χαρτί. Κι ας είχε την επιλογή να διαβάσει το PDF.

Και γυρνώντας σπίτι η κόρη μου, ήρθε και το έκανε ακόμη καλύτερο: Τι τυχεροί που ήσασταν το ΄90 που γράφατε γράμματα ο ένας στον άλλον!

Με έκαναν όλα αυτά να σκεφτώ ή έστω να ελπίσω πως «μόδα είναι και γυρίζει, ήδη τα vintage πράγματα όπως μπορεί να θεωρείται και μια εφημερίδα, επιστρέφουν» και μέχρι να δούμε τι θα επικρατήσει στο τέλος, ας βρίσκουμε απλά τον τρόπο για να τα κρατάμε στη ζωή. Και στο φινάλε, από εμάς εξαρτάται.

Αν η κουλτούρα της συνδρομής επεκταθεί, όπως πρέπει, θεωρώ και στην Ελλάδα (προς το παρόν το ακολουθεί μόνο η Καθημερινή), με την αρωγή των Ενώσεων σε ό,τι αφορά στο σοβαρό ζήτημα των πνευματικών δικαιωμάτων (αυτά είναι τα σοβαρά θέματα), τότε, ναι, μπορούμε να είμαστε ακόμη πιο αισιόδοξοι.

Και τα οφέλη (συνολικά ως κοινωνία) θα είναι περισσότερα απ’ όσα φανταζόμαστε.

ΕΙΚΟΝΕΣ: pexels

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα