Τέμπη: Παρακολουθώντας την τραγωδία ως θεατής…

Το δυστύχημα στα Τέμπη, η τηλεόραση και τα social media

Νίκος Γκάγιας
τέμπη-παρακολουθώντας-την-τραγωδία-ω-981212
Νίκος Γκάγιας

Το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη είναι ένα τραγικό συμβάν που ήρθε να μας ταρακουνήσει για τα καλά. Είναι από εκείνες τις στιγμές που τα λόγια περισσεύουν. Δεν έχεις κάτι να πεις. Απλώς παρατηρείς τι έγινε και ακούς διαρκώς νέες πληροφορίες και ενημερώσεις.

Όλες τις προηγούμενες μέρες που βρίσκεται σε εξέλιξη αυτή η τραγωδία, βρισκόμουν σε άδεια οπότε παρακολουθούσα το τι γίνεται ως θεατής.

Το πρώτο σοκ ήρθε το πρωί της Τετάρτης. Άνοιξα το κινητό μου και παντού το δυστύχημα ήταν πρώτη είδηση. Παγωμάρα. Είχαν ήδη εντοπιστεί οι πρώτοι νεκροί και όλα τα κανάλια έκαναν λόγο πως πρόκειται κυρίως για νέα παιδιά, φοιτητές. Αμέσως, όλα τα social media “γέμισαν” με φωτογραφίες από το σημείο και όσο περνούσαν οι ώρες όλο αυτό φούντωνε.

Το μεγάλο χαστούκι ήρθε όταν οι αριθμοί των νεκρών και των αγνοούμενων απέκτησαν πρόσωπα. Ήταν η κόρη εκείνου του πατέρα που περίμενε το μήνυμα «έφτασα μπαμπά» και δεν ήρθε ποτέ, ήταν ο γιος που γυρνούσε στη Θεσσαλονίκη για τις σπουδές του, ήταν η κοπέλα που αποχαιρέτισε για τελευταία φορά το αγόρι της πριν μπει στο βαγόνι. 

Αν και δεν είχα κάποια άμεση ή έμμεση σχέση με το συμβάν, αισθάνομαι πως κάθε φορά που διαβάζω μία εξέλιξη με αφορά προσωπικά. Νιώθω το ίδιο πάγωμα που ένιωσα εκείνο το πρωί της Τετάρτης, σαν να το διαβάζω πρώτη φορά. Πολλές φορές μάλιστα πιστεύω πως όλο αυτό είναι ένας κακός εφιάλτης και πως θα τελειώσει και όλοι αυτοί οι άνθρωποι που χάθηκαν άδικα, θα φτάσουν στη Θεσσαλονίκη να συναντήσουν τους αγαπημένους τους.

Το γεγονός πως βρισκόμουν σε άδεια, μου έδωσε την δυνατότητα να παρακολουθήσω πολλές ώρες το τι συμβαίνει από την τηλεόραση μου.

Αυτό βέβαια που αντίκρισα με έκανε να αναρωτηθώ το τι βλέπω. Σκεφτόμουν πως αν ήμουν στη θέση αρκετών δημοσιογράφων, θα προτιμούσα να παραμείνω σιωπηλός. Δεν θα κυνηγούσα τους ανθρώπους που έχασαν ή αναζητούσαν τα παιδιά τους. Δεν θα ρωτούσα πράγματα που σε πολλές περιπτώσεις δεν υπήρχε κανένα νόημα να ξέρει ο κόσμος. Δεν θα έκανα κοντινά πλάνα στους ανθρώπους που θρηνούν και το μόνο που δεν τους νοιάζει εκείνη την ώρα είναι να έχουν μία κάμερα και ένα μικρόφωνο πάνω από το κεφάλι τους.

Σε τέτοια τραγικά συμβάντα αποδεικνύεται η άγνοια πολλών στο να προσεγγίζουν τέτοια θέματα.

Μία από τις στιγμές που έχει μείνει στο μυαλό μου είναι όταν δημοσιογράφος ρώτησε, συγγενή -αν δεν κάνω λάθος- των διδύμων και της ξαδέλφης που έχασαν της ζωή τους για το «εάν ήταν αγαπημένες;». Που ακριβώς εξυπηρετεί αυτή η ερώτηση; Έφυγαν τρία νέα κορίτσια από την ζωή και αυτό που έχουμε να ρωτήσουμε είναι το πόσο αγαπημένες ήταν;

Ακόμα έγιναν πολλά ρεπορτάζ για τα όνειρα και τα μελλοντικά σχέδια των αγνοούμενων και νεκρών επιβατών. Όμως, όλα αυτά εξυπηρετούσαν κάτι; Βοήθησαν κάπου; Γιατί έγιναν; Άλλαξε κάτι με το να βλέπουμε τον πόνο των γονιών και των συγγενών;

Ένα από τα στιγμιότυπα των ημερών που επίσης δεν θα ξεχάσω είναι η ερώτηση του δημοσιογράφου σε αδελφό αγνοούμενου αν έχουν δώσει κάποιο «ραντεβού» για να βρεθούν όλοι μαζί, ενώ στο τέλος εύχεται να βρεθεί για να περάσουν μαζί τις καλοκαιρινές διακοπές που είχαν σχεδιάσει…

Όμως, πέρα από τις ανούσιες ερωτήσεις, ακούσαμε και απαράδεκτες δηλώσεις, μία εκ των οποίων του Άρη Πορτοσάλτε, ο οποίος δήλωσε πως τα «τροχαία δυστυχήματα αποτελούν… θυσίες, ώστε να βελτιωθεί η χώρα». Ενώ σήμερα επέστρεψε με νέα δήλωση στην οποία αναφέρει ότι:

«Εμένα με πυροβολούν τρεις μέρες τώρα. Δεν περιγράφεται το τι κατάρα έχω ακούσει. Τι είπα εγώ; Ότι στα 30 χρόνια που κάναμε να κατασκευάσουμε έναν εθνικό δρόμο από την Πάτρα στους Ευζώνους, που καθυστερήσαμε δυστυχώς, στα 30 χρόνια αυτά έγιναν δυστυχήματα. Είπα σε κάτι ψέματα; Γιατί πρέπει να δεχθώ τόσες κατάρες; Είπα εγώ ότι έπρεπε να γίνει θυσία; Όμως έγινε; Έγιναν τα δυστυχήματα»

Όσο για το σχόλιο που είχε κάνει προ ημερών και για το οποίο ισχυρίστηκε ότι αδίκως δέχθηκε κριτική, ήταν το ακόλουθο.

Την ίδια ώρα στα social media, όλοι με τον δικό τους τρόπο προσπαθούσαν να βοηθήσουν. Είτε με το να ανεβάζουν για τους αγνοούμενους, είτε με το να ενημερώνουν για τις αιμοδοσίες, είτε δημοσιεύοντας όποια πληροφορία είχαν.

Επίσης όλες αυτές τις μέρες άνοιξε μία μεγάλη συζήτηση για το τι πρέπει να δημοσιεύει και το τι όχι ο καθένας.

Πολλοί άνθρωποι έκαναν σχετικά post. Άλλοι αποφάσισαν να μείνουν σιωπηλοί και να μην αναρτήσουν. Και στις δύο περιπτώσεις υπήρχαν άτομα που κατηγόρησαν τους «μεν» και τους «δε».

Οι πρώτοι κατηγορούσαν όσους μίλησαν ότι εκμεταλλεύτηκαν το τραγικό δυστύχημα για τις προβολές, ενώ οι δεύτεροι αναρωτιόντουσαν γιατί μερικοί δημιουργοί δεν πήραν θέση σ’ αυτό που συνέβη.

Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Στην πραγματικότητα κανείς δεν μπορεί να ορίσει το τι θα ανεβάζει και το τι όχι κάποιος άνθρωπος είτε είναι επώνυμος είτε όχι. Επίσης ένα post στα social media δεν ορίζει το πόσο πολύ ή λίγο στεναχωρήθηκε κάποιος άνθρωπος.

Όλες αυτές τις ώρες άκουσα πολλές διαφορετικές απόψεις στο Instagram και στο TikTok και εκεί που έχω καταλήξει είναι το γεγονός πως δεν με νοιάζει το τι ανέβασε ο καθένας γιατί στην πραγματικότητα δεν είμαι εγώ αυτός που θρηνεί ούτε κανείς άλλος που δεν έχασε τον άνθρωπο του. Εκείνοι που θρηνούν είναι οι μανάδες και οι πατεράδες που περίμεναν τα παιδιά τους εκείνο το βράδυ και ξαφνικά χάθηκαν από προσώπου γης. Είναι οι συγγενείς των ανθρώπων που δεν γύρισαν ποτέ. Και σίγουρα όλοι αυτοί δεν τους αγγίζει το εάν κάποιος πήρε ή όχι θέση για το τι έγινε. Οπότε ας μάθουμε να μην σηκώνουμε το χέρι με τόση ευκολία και να κρίνουμε τους άλλους, καθώς μία ανάρτηση δεν λέει τίποτα.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα