Τέμπη. Σύντομα θα φανεί ποιοι είναι οι ψεκασμένοι και ποιοι υπονομεύουν τους θεσμούς
H κυβέρνηση βρίσκεται σε πανικό και οι εξελίξεις θα είναι ραγδαίες.
Εικόνα: JoDi
Αλλάζει τα τελευταία 24ωρα το κυβερνητικό αφήγημα σε μια ύστατη προσπάθεια του Κυριάκου Μητσοτάκη να αντιστρέψει το κλίμα καχυποψίας σε βάρος του, ενόψει των συγκεντρώσεων σε 250 πόλεις της Ελλάδας και σε άλλες 54 στο εξωτερικό, με αφορμή τη συμπλήρωση δύο ετών από το έγκλημα των Τεμπών.
«Μας λέτε δολοφόνους. Είστε ψεκασμένοι» δηλώνει στη Βουλή ο υπουργός του Μάκης Βορίδης.
«Έχουμε να κάνουμε με μια ομάδα ανθρώπων που, μπροστά στην ανάγκη να ρίξουν τον Κ. Μητσοτάκη, δεν έχουν κανένα ηθικό φραγμό» υποστηρίζει ο Άδωνις Γεωργιάδης, που μόλις πριν δύο εβδομάδες έλεγε ότι «καλώς κατέβηκε ο κόσμος» στους δρόμους. Μάταια επιχειρεί ο πολύς Άρης Πορτοσάλτε να πείσει το κοινό του Sky ότι «είναι ψεκασμένοι, ανορθολογιστές και συνωμοσιολόγοι» όσοι αναφέρουν ότι γίνεται προσπάθεια συγκάλυψης στο έγκλημα των Τεμπών.
Αν και δύσκολο είναι κανείς να κάνει προβλέψεις για το τι μέλλει γενέσθαι, το βέβαιο είναι ότι η κυβέρνηση βρίσκεται σε πανικό και οι εξελίξεις θα είναι ραγδαίες.
«Λάδι στη φωτιά» έριξαν οι δηλώσεις της προϊσταμένης της Εισαγγελίας Εφετών Λάρισας, Σοφίας Αποστολάκη, μητέρας του Βασίλη Καλογήρου, που βρέθηκε νεκρός μετά από πενήντα σχεδόν ημέρες, και η οποία φέρεται να είχε δεχθεί απειλές σχετικά με υποθέσεις που χειριζόταν, μεταξύ αυτών και την τραγωδία των Τεμπών.
Η Σοφία Αποστολάκη, εξαίρετη δικαστικός, σύμφωνα με συναδέλφους της, δήλωσε ότι έχει ενδείξεις πως ο γιος της υπήρξε θύμα εγκληματικής ενέργειας.
Η ίδια, αλλά και ο αδελφός της Γιώργος, πρώην αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου, που είχε καταδικάσει στο παρελθόν τον πρώην δήμαρχο Θεσσαλονίκης, Βασίλη Παπαγεωργόπουλο, και επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας της Νίκης, διερωτήθηκαν δημόσια τι τέλος θα έχουν αυτοί και το «κακόψυχο αφεντικό τους», που πέταξαν στο βουνό τον Βασίλη Καλογήρου. Οι δηλώσεις αυτές προκάλεσαν την αντίδραση της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, Γεωργίας Αδειλίνη, η οποία όχι μόνον έδωσε εντολή για τη διενέργεια επείγουσας προκαταρκτικής εξέτασης, αλλά προσδιόρισε πώς θα κινηθεί η εισαγγελία Πρωτοδικών Λάρισας για τη διακρίβωση των αιτίων θανάτου του Β. Καλογήρου και δημοσιοποίησε την προσωπική επικοινωνία που είχε με τη Σοφία Αποστολάκη.
Τώρα εάν αυτή η ενέργεια ενισχύει τις ανησυχίες για την εμπιστοσύνη των πολιτών στη λειτουργία της Δικαιοσύνης, ας το κρίνει ο καθένας/μια.
Σε κάθε περίπτωση, αναφερόμενοι στο έγκλημα των Τεμπών, η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων και τα κόμματα της αντιπολίτευσης συνεχίζουν σε υψηλότερους τόνους να μιλούν για συγκάλυψη.
Και έχουν δίκιο.
Διότι είναι πλέον οφθαλμοφανές ότι υπουργοί της Νέας Δημοκρατίας (Κ. Αχ. Καραμανλής, Χ. Τριαντόπουλος) έχουν πολιτικές και -όπως φαίνεται- ποινικές ευθύνες.
Γιατί από την πρώτη στιγμή ο Κ. Μητσοτάκης προσπάθησε να αποδώσει το δυστύχημα σε λάθος ενός ανθρώπου, του σταθμάρχη, και όχι στην καθυστέρηση να υλοποιηθεί η σύμβαση 717 και στην κατάρρευση του σιδηροδρομικού δικτύου και των συστημάτων ασφαλείας τη στιγμή που λίγες μέρες νωρίτερα ο τότε αρμόδιος υπουργός κατακεραύνωνε στη Βουλή όσους έθεταν θέμα ασφάλειας των σιδηροδρόμων.
Γιατί από την πρώτη στιγμή ο πρωθυπουργός, αντί να σιωπήσει μέχρι να δει τα συμπεράσματα των επιστημονικών ερευνών, υιοθέτησε την άποψη ότι η πυρόσφαιρα προκλήθηκε από έλαια σιλικόνης των αμαξοστοιχιών και όχι από αρωματικούς υδρογονάνθρακες, όπως απέδειξαν οι ειδικοί πραγματογνώμονες.
Και τώρα υιοθετεί την άποψη ότι η εμπορική αμαξοστοιχία δεν μετέφερε τίποτε το παράνομο, ενώ όλα δείχνουν ότι τα σχετικά βίντεο είναι πλαστά.
Γιατί άραγε αυτή η βιασύνη;
Είναι επίσης οφθαλμοφανές πλέον ότι υπουργοί, ανώτεροι κυβερνητικοί παράγοντες και στελέχη της Πυροσβεστικής και της Αστυνομίας έδωσαν εντολή για το μπάζωμα του τόπου του εγκλήματος και τη μεταφορά τόνων αδρανών υλικών με αποτέλεσμα να θαφτούν ή/και να χαθούν κρίσιμα στοιχεία.
Αυτό που μέλλει να τεκμηριωθεί είναι ο καταμερισμός των ευθυνών, αλλά και εάν κινήθηκαν έτσι με άνωθεν εντολή. Η κοινή γνώμη και η αντιπολίτευση μιλούν για συγκάλυψη, γιατί συμμερίζονται τους φόβους συγγενών των θυμάτων που υπογραμμίζουν ακόμη μια φορά τις παραλείψεις του εφέτη ανακριτή:
την αποδοχή της πραγματογνωμοσύνης για τα αίτια της πυρόσφαιρας που ο ίδιος ο ανακριτής ανέθεσε σε μη-ειδικούς, ενώ αποδείχθηκε αντι-επιστημονική (για την έκρηξη ευθύνονταν δήθεν τα έλαια σιλικόνης).
Την αποδοχή της παράλειψης των ιατροδικαστών να διενεργήσουν εξετάσεις από τις οποίες θα προέκυπτε η ύπαρξη χημικών (πτητικών υδρογονανθράκων) στις σορούς των νεκρών παιδιών.
Την άρνηση μέχρι πρότινος να κατασχέσει τους σκληρούς δίσκους που περιείχαν κρίσιμο βιντεοληπτικό υλικό για τις δύο αμαξοστοιχίες, ενώ συνεχίζει να μην εντάσσει το υλικό αυτό στη δικογραφία.
Την άρνηση να καλέσει κρίσιμους μάρτυρες (πυροσβέστες, χειριστές γερανών, κ.ά.) που βρέθηκαν στον τόπο της τραγωδίας και παρουσίασαν στη συνέχεια προβλήματα υγείας.
Την αποδοχή μονταρισμένων ηχητικών από την επικοινωνία των σταθμαρχών, που αποδείχτηκαν άσχετα με την υπόθεση, χωρίς να διατάξει έρευνα για το ποιος και γιατί έκανε το μοντάζ.
Την άρνηση να επιτρέψει σε συγγενείς να εκταφιάσουν τις σορούς των παιδιών τους ώστε να γίνουν τοξικολογικές εξετάσεις για να διαπιστωθεί η πραγματική αιτία του θανάτου τους.
Για όλους αυτούς τους λόγους η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων, όπως καταγράφουν όλες οι δημοσκοπήσεις, δεν έχει εμπιστοσύνη ούτε και στη Δικαιοσύνη.
Και συμμερίζεται την άποψη της Μαρίας Καρυστιανού, του Παύλου Ασλανίδη, των άλλων συγγενών των θυμάτων, ότι εκτός από το μπάζωμα του τόπου του εγκλήματος, επιχειρείται και το μπάζωμα της δικογραφίας.
Κακώς; Κάκιστα.
Για αυτό, όμως, δεν ευθύνονται οι πολίτες, όπως δεν ευθύνονται για τη συρρίκνωση του Κράτους Δικαίου στην Ελλάδα τα τελευταία πέντε χρόνια (βλ. υποκλοπές, ναυάγιο της Πύλου, κ.ά.), όπως καταδεικνύουν όλες οι εκθέσεις διεθνών ανεξάρτητων οργανισμών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εάν δίνεται η εντύπωση ότι ο θεσμός της δικαιοσύνης δεν λειτουργεί ως πυλώνας της Δημοκρατίας, εάν η εκτελεστική εξουσία, δηλαδή το Μαξίμου, αντιμετωπίζεται με καχυποψία, για αυτό ευθύνονται ορισμένοι δικαστικοί λειτουργοί και οι κυβερνώντες. Τα ερωτήματα, οι εικασίες, οι περίεργες συμπτώσεις, ακόμη και οι συνωμοσιολογίες τροφοδοτούνται από τη σιωπή και τις απόπειρες συγκάλυψης.
Όχι από την αναζήτηση της αλήθειας.
Θα ήταν συνεπώς καλό για τον τόπο ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του, κυρίως ο Άδωνις Γεωργιάδης και ο Μάκης Βορίδης, αλλά και τα φερέφωνά τους, αντί να επιρρίπτουν με πομπώδες ύφος ευθύνες στους πολίτες, που (δήθεν) παραπληροφορούνται, που υιοθετούν (δήθεν) θεωρίες συνωμοσίας, όπως ισχυρίζονται, να κοιταχτούν στον καθρέφτη.
Και εάν θέλουν να αποκαταστήσουν την χαμένη τιμή της κυβέρνησης, να δηλώσουν δημόσια mea culpa, να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να συμβάλουν έμπρακτα στο παλλαϊκό αίτημα για απονομή δικαιοσύνης και την τιμωρία των υπεύθυνων όσο ψηλά κι αν βρίσκονται.
Θα ήταν επίσης καλό για την ηγεσία της δικαιοσύνης, αντί να υπερασπίζεται τα κενά και τις παραλείψεις του εφέτη ανακριτή Λάρισας και άλλοτε πάλι να υποδεικνύει πώς θα κινηθεί η εισαγγελία Πρωτοδικών Λάρισας, ή να «κουνά το δάχτυλο» σε απλούς πολίτες, να αφουγκραστεί.
Να επιδιώξει την αλλαγή του τρόπου επιλογής της με συνταγματική αναθεώρηση, δηλαδή την αποσύνδεση της δικαιοσύνης από την εκτελεστική εξουσία και να συμβάλει στην αποκατάσταση του Κράτους Δικαίου.
Όπως και νάχει, σύντομα θα φανεί ποιοι είναι οι ψεκασμένοι και ποιοι οι δολοφόνοι. Αλλά και ποιοι πλήττουν τους δημοκρατικούς θεσμούς σε μια κοινωνία που αγωνιά, που νιώθει ανασφάλεια, που πλήττεται από την ακρίβεια, που «βρίσκεται στα κάγκελα» κατά το κοινώς λεγόμενο.
Το ερώτημα είναι με ποιο κόστος και πού θα διοχετευτεί όλη αυτή η δυσαρέσκεια.
Με δεδομένο ότι κανένα κόμμα της αντιπολίτευσης δεν προσφέρει μια αξιόπιστη επιλογή, σύμφωνα με δημοσκοπήσεις, ο κίνδυνος της ακροδεξιάς ελλοχεύει όσο ποτέ άλλοτε.