Τετρακόσια δεκαπέντε εκατομμύρια, πενήντα μία χιλιάδες, τριάντα έξι ευρώ και εβδομήντα τέσσερα λεπτά
Το νόημα είναι απλό, ξεκάθαρο και διπλό. Οι μικροί πρέπει να είναι αδιάβλητοι και οι μεγάλοι απλώς αόρατοι
Δεν είναι τα χρήματα που συγκεντρώθηκαν χάρη στην εξάλειψη της αποκρυβείσας φορολογικής ύλης.
Ούτε τα έσοδα από τα πρόστιμα που καταλογίστηκαν επειδή το ψιλικατζίδικο δεν είχε ενημερώσει εμπρόθεσμα τα myDATA, για την πώληση μιας τσίχλας.
Ούτε φυσικά οι επιπλέον εισφορές που απέφερε η εφαρμογή της κάρτας εργασίας στο καφενείο του χωριού.
Δεν είναι σίγουρα από τα πρόστιμα, για τα QR code που δεν σκαναρίστηκαν.
Ούτε τα πρόστιμα, από POS που δεν διασυνδέθηκαν εγκαίρως με ταμειακές.
Ούτε από την επιτυχία της ηλεκτρονικής τιμολόγησης μέσω παρόχου.
Ούτε φυσικά είναι το πρόστιμο που επιβάλλεται στα φυσικά πρόσωπα, επειδή δεν κατάφεραν να καλύψουν το απαιτούμενο 30% του ετήσιου εισοδήματός τους σε καταναλωτικές δαπάνες μέσω τραπεζικού συστήματος.
Είναι το πρόστιμο που επέβαλε η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία στην Ελλάδα για τη συστηματική κακοδιαχείριση των αγροτικών ενισχύσεων.
Πράγματι τιμητική διάκριση.
Το κράτος φρόντισε, όχι απλώς να ακολουθήσει την εποχή, αλλά να την καθοδηγήσει.
Ας μην ξεχνάμε ότι η Ελλάδα ηγείται της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης.
Στήθηκαν συστήματα, όχι αστεία.
Mydata, POS, ERPs, κάρτες εργασίας, πάροχοι, e-books, e-τιμολόγια.
Ήρθε το μέλλον στο παρόν. Ένα ψηφιακό θαύμα, μια τεχνολογική επανάσταση.
Το νόημα είναι απλό, ξεκάθαρο και διπλό.
Οι μικροί πρέπει να είναι αδιάβλητοι και οι μεγάλοι απλώς αόρατοι.
Οι μικροί πρέπει να είναι μονίμως απασχολημένοι με το ασήμαντο, ώστε να μην περισσεύει ενέργεια για το σημαντικό.
Να κυνηγά η μικρή επιχείρηση, τη διαβίβαση του παραστατικού.
Να αναρωτιέται ο πατέρας, αν ο γιος χτύπησε την κάρτα εργασίας στην οικογενειακή επιχείρηση.
Να τιμωρείται το καφενείο γιατί το POS πήρε ανάσα για δέκα λεπτά.
Όλοι απασχολημένοι.
Με το τίποτα. Με το αδιάφορο που βαφτίστηκε σπουδαίο.
Για να μη προλάβει να ρωτήσει κανείς, ποιος πήρε την επιδότηση χωρίς χωράφι.
Να μη ρωτήσει κανείς, ποιος ενέκρινε το βοσκοτόπι στον βράχο.
Ποιος υπέγραψε, ποιος έκλεισε τα μάτια, ποιος δεν ρώτησε.
Και εκείνη τη μαγική στιγμή, που όλοι είναι απασχολημένοι από την εξαντλητική ελληνική πραγματικότητα, κάποιοι άλλοι εισπράττουν κανονικά, αθόρυβα, ανενόχλητοι.
Μα που ήταν οι υπερσύγχρονοι ελεγκτικοί μηχανισμοί, οι υπηρεσίες και οι υπουργοί;
Ήταν και είναι όλοι στη θέση τους.
Προσοχή και αν κάποιος υπάλληλος τολμήσει να το ανακαλύψει, θα επιβραβευθεί. Θα μετακινηθεί, θα απομακρυνθεί ή και θα αναδιοργανωθεί. Όλα φυσικά με στόχο να προστατευτεί το κύρος του συστήματος.
Και τελικά, ο υπουργός ασφαλής, ο μηχανισμός αγέρωχος και το κράτος άφθαρτο.
Όλα μια αλφαδιά.