Θεσσαλονίκη, η ματιά μιας… «ντεμέκ» Θεσσαλονικιάς!
Είχε μία γοητεία να περπατάς Σάββατο πρωί στο κέντρο και στα καφέ να συζητάνε για ποίηση, μουσική νέες ιδέες και νέες τάσεις.
Λέξεις: Ντέμη Μωραΐτου
Με ρίζες από την Αίγυπτο, οι γονείς μου προσγειώθηκαν ως αλεξιπτωτιστές στη Θεσσαλονίκη με εμένα 3 ετών. Έλεγαν ότι τους θύμιζε την Αλεξάνδρεια και δεν είχαν άδικο, όταν πολύ αργότερα την επισκέφτηκα. Έτσι λοιπόν, αυτο-προσδιορίζομαι ως Θεσσαλονικιά, αλλά οι φίλοι μου πολλές φορές με λένε ντεμέκ Θεσσαλονικιά που θα πει δήθεν.
Έχει πάνω από 30 χρόνια που ζώ στην ξελογιάστρα την Αθήνα, αλλά ανεβαίνω στη Σαλόνικα σχεδόν κάθε μήνα για δουλειές, να δω φίλους, να γιορτάσω, να θυμηθώ να γνωρίσω το νέο πρόσωπο της πόλης, να ψωνίσω, να νοιώσω την ατμόσφαιρα της πόλης.
Πολλές φορές αναρωτιέμαι, τι σημαίνει αυτή η πόλη αυτή για μένα. Είναι οι άνθρωποι; Είναι οι αναμνήσεις ; Είναι η θάλασσα ; Είναι οι γεύσεις ; Οι παρέες; Η ιστορία της; Μάλλον είναι όλα αυτά μαζί. Και κυρίως οι δεσμοί με τους ανθρώπους που είναι δυνατοί και στέρεοι.
Δακρύζω πάντα, φθάνοντας στη Θεσσαλονίκη με αυτοκίνητο από το λιμάνι. Ο ήλιος όποια ώρα και να είναι, δίνει με τις ακτίνες του άλλη διάσταση στο τοπίο, πότε δυνατός χρυσός, πότε κόκκινος γιατί είναι δειλινό, πότε θολό ασημί όταν έχει συννεφιά…
Η Θεσσαλονίκη είναι αλήθεια ότι μου πάει γιατί είναι μία πολυσυλλεκτική πόλη πολλών ταχυτήτων και πάντα έτσι ήταν. Παράγει μία υπεραξία ο συνδυασμός της παρέας, της γεύσης, του τοπίου, της στιγμής… κι ακόμη των φρέσκων ιδεών και της επιχειρηματικότητας. Η Θεσσαλονίκη προάγει τη συμπερίληψη και την ανοχή κάθε διαφορετικότητας και βοηθά τους ανθρώπους της να έχουν τις ιδέες…
Η κινηματογραφική ομορφιά της, δεν είναι μόνο στο παραλιακό μέτωπο αλλά και στο κέντρο, την Άνω Πόλη και σε πολλές γειτονιές που έχουν τα δικά τους ωραία κτήρια, τις πλατείες, τα μπαράκια, τα καφέ, τα ουζερί, τις ταβέρνες.
Στην πόλη αυτή γνώρισα τον Ποντιακό Ελληνισμό, τα ήθη τα έθιμα, τη γλώσσα, τη μουσική του και τις ποντιακές γεύσεις. Άκουσα για καημούς, για διαδρομή με τα πόδια από τη Μικρασιατική Καταστροφή, για τα πρώτα δύσκολα χρόνια αλλά και για τα επιτεύγματα στη νέα πατρίδα. Τραγουδήσαμε παρέα σε καπηλειά και ήπιαμε τσιπουράκια και κρασιά με φίλους πόντιους και τους γονείς τους.
Επίσης στη Θεσσαλονίκη είχα πάντα φίλους, συμμαθητές, συνεργάτες Εβραίους. Άνθρωποι που ήρθαν ή γύρισαν κυνηγημένοι, με πλούσια ιστορία και πολιτισμό μοιράστηκαν μαζί μου τις διαδρομές τους και με επηρέασαν καθοριστικά όπως και όλη την πόλη. Είναι γνωστό ότι λένε για τη Θεσσαλονίκη ότι είναι η Ιερουσαλήμ της Ελλάδας.
Έτυχε να ζώ στην Ανατολική Θεσσαλονίκη κι αυτό αυτόματα με έβαλε σε μία κατηγορία. Την κατηγορία των « φλούφληδων» που δεν ήξεραν από αληθινή φτώχεια και μόχθο, τον αγώνα της επιβίωσης, την κατηγορία των απολιτικ νέων της εποχής που δεν είχαν κομματική ματιά και ιδέα από πολιτικούς αγώνες… Το δέχομαι. Η πόλη τελείωνε για μένα στον Σταθμό αλλά περνούσε από το λιμάνι, τα Λαδάδικα, το Διοικητήριο, την Αριστοτέλους, την Ρωμαϊκή αγορά , ανέβαινε στην Ροτόντα, τις Σαράντα Εκκλησιές, τα Κάστρα και μετά πήγαινε ανατολικά αλλά και νότια μέχρι τη Νέα Κρήνη, το αεροδρόμιο, τη Θέρμη και το Πανόραμα. Τις δυτικές συνοικίες τις γνώρισα κάνοντας διανομή φυλλαδίων για εταιρείες που ήθελαν να προωθήσουν τα προϊόντα τους. Τότε έμαθα τη Νεάπολη, τη Σταυρούπολη, τους Αμπελόκηπους …
Η Θεσσαλονίκη με τους 23 αιώνες ιστορία και τις αμέτρητες εκκλησιές της, η πόλη των μουσείων και φυσικά η πόλη με τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης και όλες τις Κλαδικές Εκθέσεις, που χτυπάνε στην καρδιά της, είναι ένα ζωντανό εργαστήρι ιδεών και ένα μεγάλο παζάρι προϊόντων.
Πάντα με εντυπωσίαζαν οι βίλλες στην οδό Εξοχών, το Ντεπό, το Κτήριο του Λιμανιού, το Μέγαρο Στάιν και τόσα άλλα. Η συνοικία Ουζιέλ με τα υπέροχα σπίτια και κήπους της , η Βίλλα Αλατίνη…
Είχε μία γοητεία να περπατάς Σάββατο πρωί στο κέντρο και στα καφέ να συζητάνε για ποίηση, μουσική νέες ιδέες και νέες τάσεις. Κι αν ο δρόμος σε έβγαζε στο πατάρι του Ιανού ή στο Υπόγειο του Μπαρμπουνάκη, θα συναντούσες όλο τον πνευματικό κόσμο της Ελλάδας που τύχαινε να είναι στη Θεσσαλονίκη εκείνη την εποχή. Γνώρισα εκεί ζωγράφους, ποιητές, φιλόσοφους, επιστήμονες…
Η φωνή του Σαββόπουλου και του Παπάζογλου, ηχούν πάντα στα αυτιά μου. Το στέκι και η γειτονιά που τραγουδούσε κι έπαιζε μπουζούκι ο Τιτσάνης. Ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης υπήρξε γείτονας μου, στη μικρή πινακοθήκη Διαγώνιο πολύ συχνά συναντούσα τον Ντίνο Χριστιανόπουλο και τον Κώστα Λαχά στον Κοχλία με τις όμορφες εκθέσεις του και το φιλόξενο χαμόγελο του. Με ποιήματα του Αναγνωστάκη και κείμενα του Ιωάννου κρατούσαν οι συζητήσεις μέχρι το πρωί πολλές βραδιές.
Έζησα εποχές που δεν ήθελε κράτηση για να φας ένα μεζέ, ούτε να διαβάσεις τις κριτικές στο κοινωνικά δίκτυα, που για να ψωνίσεις έπρεπε να πας στο κέντρο, που το βράδυ δεν φοβόσουν να κυκλοφορήσεις και που αν αργούσες πολύ στο ξενύχτι πήγαινες κατευθείαν στη δουλειά μετά από σούπα ή πατσά. Εποχές που με ένα τηλεφώνημα γινόταν πάρτι στο γραφείο μου , με φίλους που παίρναμε τηλέφωνο και ερχόταν άμεσα και με συντροφιά μια κιθάρα.
Με τους συμμαθητές του Δημοτικού και του Λυκείου βρισκόμαστε ακόμη και κρατάμε την επαφή μας. Είναι ωραίο να χαίρεσαι με τις χαρές των παιδιών που μεγάλωσες και να συμπάσχεις στις λύπες τους. Το βρίσκω συγκινητικό και όμορφο αλλά και κίνητρο για να ανεβαίνω.
Θέατρο ; Οι θίασοι που επισκέπτονται την πόλη συνήθως για αρπαχτή δεν μένουν πολλές μέρες. Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος (ΚΘΒΕ) κρατάει το φάρο της υψηλής τέχνης και τα θέατρα έρχονται αυτόν της μαζικής κουλτούρας, με ελάχιστες εξαιρέσεις.
Και τι ωραίες βραδιές στα Φεστιβάλ κινηματογράφου, με αναλύσεις και ποτά στο Dore. Με συζητήσεις μοναδικές για τους σκηνοθέτες, τις ταινίες και τις ερμηνείες των ηθοποιών.
Σήμερα που διαβάζω καθημερινά τις αναρτήσεις των φίλων για τη μιζέρια που επικρατεί σε κάποια κτήρια, δρόμους, υπηρεσίες αναρωτιέμαι αν μιλάνε για την ίδια πόλη, τις ίδιες γειτονιές, τα ίδια λεωφορεία, το ίδιο Πανεπιστήμιο; Είναι αλήθεια ότι έχει κι ένα μουντό και συντηρητικό πρόσωπο που πολλές φορές οι φίλοι μου στηλιτεύουν στα κοινωνικά δίκτυα. Γκρινιάρηδες αλλά ωραίοι , αρέσκονται να μιλάνε για δρόμους, γωνιές της πόλης και πρόσωπα γνώριμα. Λένε για τη ριβιέρα που ετοιμάζεται στο παραλιακό μέτωπο με ρυθμούς χελώνας, τη δυναμική που θα μπορούσαν να έχουν οι Θεσσαλονικείς στην πολιτική αν το αποφάσιζαν, τα έργα που αργούν και τόσα άλλα.
Όταν είσαι «ντεμέκ», μπορείς να ονειρεύεσαι και να ρίχνεις λίγο χρυσόσκονη στα κακώς κείμενα και την έντονη κριτική κι ακόμα μπορείς να γελάς με τα αστεία για το μετρό που ακόμη δεν έχουμε… Ο πόνος συχνά γλυκαίνει με ένα τρίγωνο πανοράματος, ένα κουλούρι Θεσσαλονίκης.
Μία βόλτα στην παραλία με κύμα και αέρα ή με ωραίο ηλιοβασίλεμα, μια βόλτα στο Χορτιάτη, στο βράχο του αετού, ή στα Πλατανάκια μετά το Πανόραμα μια βόλτα στη λίμνη του Αγίου Βασιλείου είναι ενέσεις αισιοδοξίας και πηγές χαράς. ης, μία αλμυρή μπουγάτσα με ζάχαρη και κανέλλα !
Στη Θεσσαλονίκη μεγάλωσα, σπούδασα, παντρεύτηκα, χώρισα, έγινα κουμπάρα, νονά και δούλεψα με πολλές επιχειρήσεις. Επίσης δίδαξα σε χιλιάδες στελέχη επιχειρήσεων και απέκτησα πολλές ενδιαφέρουσες εμπειρίες και γνώσεις. Ακόμη, έζησα πολλές χαρές και πολλές πίκρες και αναχωρήσεις φίλων κι ένα «Ναι γιαβρί μου», μπορεί να με κάνει να κλάψω, ένα «ναι για » με κάνει να νοιώθω ότι είμαι σπίτι μου…
*H Ντέμυ Μωραϊτου είναι Σύμβουλος Επικοινωνίας, Εκπαιδεύτρια Ενηλίκων, Gestalt Coach