Το καλοκαίρι εκείνο
Τη νύχτα εκείνη, αν την έζησες στη Θεσσαλονίκη, τη θυμάσαι για πάντα.
Ιούνιος 1978. Σαράντα χρόνια πριν. Τα σχολεία μόλις έχουν τελειώσει, έχει αρχίσει το μουντιάλ. Έχω μόλις τελειώσει το δημοτικό, η έκτη τάξη σε ένα παλιό πέτρινο σχολείο στον Άγιο Θεράποντα. Είναι ένα ζεστό καλοκαίρι και ανυπόμονο. Μόλις άρχιζε και εγώ δεν έβλεπα την ώρα να τελειώσει για να πάω στο γυμνάσιο. Διακοπές δεν προβλέπονταν, στην πόλη θα τη βγάζαμε, κάτι μπάνια με το πούλμαν στο Κτήμα του Καραγκιόζη.
Άρχισαν οι βόλτες. Και άρχισαν και οι σεισμοί. Σεισμοί δεν γίνονταν συχνά στην πόλη. Σπάνια θα έλεγα. Ξαφνικά ένα μεσημέρι Δευτέρας να σου ένας δυνατός που τάραξε τη ζωή μας. Οι επιστήμονες ήταν επιφυλακτικοί. Οι γονείς μας έλεγαν να μην απομακρυνόμαστε από τα σπίτια. Εμείς απομακρυνόμασταν. Το σπίτι μας είχε αυλή. Μια παλιά μονοκατοικία της Τούμπας στην μικρή οδό Ανακού.
Τη νύχτα της Τρίτης 20 Ιουνίου, αν την έζησες στη Θεσσαλονίκη, τη θυμάσαι για πάντα. Ο φόβος είναι ένα συναίσθημα που το έχω ταυτίσει με κείνη την νύχτα. Η βοή που προηγήθηκε, 11 και 3 πρώτα λεπτά, το τράνταγμα που ακολούθησε, ο πανικός στην γειτονιά και την πόλη, τα σπίτια με τους σκισμένους τοίχους, η περαντζάδα από τα χαλάσματα της οικοδομής της Ιπποδρομίου, η παράλυτη πόλη. Εκείνα τα δραματικά δευτερόλεπτα και οι εικόνες της ερήμωσης που ακολούθησαν τις επόμενες μέρες, της διακοπής της kανονικότητας, ήταν όλα απότοκα εκείνου του πρώτου φόβου. Του παντοτινού.
Την επομένη μετακομίσαμε σε ένα αντίσκηνο στην αλάνα του γηπέδου του ΠΑΟΚ και μέχρι την ημέρα που φύγαμε υποχρεωτικά στο χωριό του παππού καθώς το σπίτι μας είχε κριθεί ακατοίκητο, ήταν μέρες που έμοιαζαν βγαλμένες από ταινία επιστημονικής φαντασίας.
Εκτός από το φόβο, εκείνο το καλοκαίρι είχε έναν πρώιμο έρωτα με μια συμμαθήτρια μου που θα πήγαινε σε άλλο γυμνάσιο, και θα χανόμασταν, τη ‘’γνωριμία’’ με πρώιμο ερωτισμό, είχε ένα είδος προ-εφηβικής αλητείας, είχε κουβέντες των μεγάλων που έμοιαζαν εξαιρετικά αγχωτικές για το πώς θα διαχειριστούμε την κατάσταση που προέκυψε από το σεισμό. Στο τέλος του καλοκαιριού το σπίτι που μέναμε γκρεμίστηκε ως ακατάλληλο. Το ίδιο και το δημοτικό που πήγαινα.
Εκείνο το καλοκαίρι του 1978, το τελευταίο καλοκαίρι της αθωότητας ένιωσα για πρώτη φορά ότι μεγαλώνω και ας ήμουν μόνο δώδεκα. Όλα γύρω είχαν παράξενα σοβαρέψει. Για μένα και για όλη την Θεσσαλονίκη.