Το μαγειρείο του κ. Γιάννη, 40 χρόνια τώρα

Λέξεις-εικόνες: Χριστίνα Παρασκευοπούλου Η Θεσσαλονίκη είναι σίγουρα μια πόλη που έχει την παράδοσή της, καθώς σε κάθε γωνιά και στενό της θα βρει κανείς ένα δείγμα της παλιάς εποχής που πλέον όλοι νοσταλγούν. Και ενώ μέχρι πριν λίγα χρόνια όλοι μιλούσαν για εκσυγχρονισμό, σήμερα αποζητούν το παραδοσιακό, το σπιτικό, το ντόπιο. Μέσα στην θάλασσα των […]

Χριστίνα Παρασκευοπούλου
το-μαγειρείο-του-κ-γιάννη-40-χρόνια-τώρα-26326
Χριστίνα Παρασκευοπούλου
img_20140723_2017442.jpg

Λέξεις-εικόνες: Χριστίνα Παρασκευοπούλου

Η Θεσσαλονίκη είναι σίγουρα μια πόλη που έχει την παράδοσή της, καθώς σε κάθε γωνιά και στενό της θα βρει κανείς ένα δείγμα της παλιάς εποχής που πλέον όλοι νοσταλγούν. Και ενώ μέχρι πριν λίγα χρόνια όλοι μιλούσαν για εκσυγχρονισμό, σήμερα αποζητούν το παραδοσιακό, το σπιτικό, το ντόπιο. Μέσα στην θάλασσα των αλυσίδων καφέ και φαγητού, κάποιος που γυρίζει τους παράπλευρους δρόμους της πόλης χαίρεται πια όταν βρίσκει μια οικογενειακή επιχείρηση που κρατάει ακόμα δυνατά. Ο στείρος και βιομηχανοποιημένος χαρακτήρας των franchise δεν μπορεί να ανταγωνιστεί την ζεστασιά του μαγαζιού της γειτονιάς, των ανθρώπων που ξέρουν τους γονείς σου, αλλά και τα παιδιά σου με το όνομα και τα ταΐζουν χρόνια τώρα μαγειρευτό φαγητό.

Ένα τέτοιο μαγαζί είναι το μαγειρείο του κ. Γιάννη, που θα βρει κανείς κρυμμένο στον πεζόδρομο μπροστά από την Εκκλησία Αχειροποίητου, στο ύψος της οδού Αγίας Σοφίας, σημείο όπου στέκεται από το 1976. Ο κ. Γιάννης πρωτοάνοιξε το μαγειρείο με την σύζυγό του, ενώ μετά από δεκαετίες δουλειάς η επιχείρηση έχει περάσει πλέον στα παιδιά τους. Περνώντας όμως από εκεί, θα τους πετύχει ακόμα κανείς στην κουζίνα, να βοηθάνε ακούραστα όπως μπορούν, 7 μέρες τη βδομάδα. Όπως λέει κι ο κ. Γιάννης, «Με ποδιά κατεβαίνουμε, με ποδιά ανεβαίνουμε. Εδώ δίπλα είναι το σπίτι. Όσο μπορούμε και κρατιόμαστε, περνάμε και την ώρα μας. Αυτή τη δουλειά πρέπει να την αγαπάς, αν δεν την αγαπάς μην την κάνεις.»

Το μαγειρείο, που ήταν γνωστό για το παραδοσιακό του ύφος, έχει βέβαια αλλάξει εμφάνιση τα τελευταία χρόνια, καθώς τα παιδιά του ζευγαριού, που το ανέλαβαν πριν 7 χρόνια, έβαλαν την δική τους πινελιά, ανανεώνοντας τον χώρο. «Όταν το πήρα, ήταν τα έπιπλα όλα παλιά, μέχρι που πήραν τα παιδιά τη σκυτάλη. Μόλις μπήκανε, έβαλαν νέα τραπέζια και ωραίες καρέκλες, το κάνανε πιο μοντέρνο. Εγώ το είχα πολύ λαϊκό. Ερχόταν όποιος ήθελε μέσα, με παντελόνια λερωμένα, ασπρατζήδες, μηχανικοί. Αλλά και τώρα πάλι έρχεται καλός κόσμος.» ανέφερε ο κ. Γιάννης.

Οι γεύσεις του όμως μένουν σταθερές αφού ακολουθεί τον ίδιο τρόπο μαγειρέματος όλα αυτά τα χρόνια, με τα πιάτα να αλλάζουν από μέρα σε μέρα, ενώ νέα φαγητά έχουν προστεθεί στο μενού και το μαγαζί κάνει παράδοση και στο σπίτι. «Κάθε μέρα έχω αλλαγή. Σήμερα θα βάλω φασολάκια, αρακά, αύριο μπάμιες, την άλλη γίγαντες, ρεβίθια στο φούρνο. Έχουμε και της νεολαίας καινούρια φαγητά. Μαγειρευτά ότι ήταν είχα, τώρα τα παιδιά βάλανε και ψητά και τηγανητά. Εγώ μαγείρευα και έπαιρνα συγχαρητήρια κι από όλες τις γυναίκες, που είναι και δύσκολο από τις γυναίκες να πάρεις.» σημειώνει χαμογελώντας, ενώ «Οι τιμές είναι πολύ λαϊκές και είναι μεγάλη η μερίδα». Με τιμές από 3,70 ευρώ τη μερίδα μπορεί κανείς να δοκιμάσει στον «Γιάννη» ποικιλία σπιτικών φαγητών μαγειρεμένων με φρέσκα υλικά.

Το μαγειρείο έχει την ιστορία του μέσα στην πόλη, καθώς κοντεύοντας να κλείσει την τέταρτή του δεκαετία στην Θεσσαλονίκη, μετράει και τους άπειρους ανθρώπους που το έχουν τιμήσει. «Έχουμε και παλιούς πελάτες, έχουμε και καινούριους. Έχω καμιά δεκαπενταριά άτομα που είναι μεγάλοι σε ηλικίες. Ήρθα 35 χρονών εδώ, κι αυτοί θα ήταν τόσο, και ψωνίζουν ακόμα σταθερά. Με γνωρίζουν τόσα χρόνια. Αλλά και ξένοι από Αμερική, από Αυστρία, και φοιτητές και τουρίστες κι από όλα, δούλευα καλά. Παλιά είχε και παιδιά που σπούδαζαν στην πόλη, 30-40 παιδιά έρχονταν το μεσημέρι, κι από το Πανόραμα ακόμα. Κι είχα παιδιά που φοιτητές έτρωγαν εδώ και με γνώριζαν, κι έρχονται με τα παιδιά τους τώρα και τρώνε. Έχω ταΐσει πάρα πολύ φοιτητιλίκι.» χαμογελάει, «Εκατομμύρια, όχι πολύ» συμπληρώνει η γυναίκα του.

Τα πράγματα έχουν δυσκολέψει βέβαια μέσα στην κρίση, καθώς όπως λέει ο κ. Γιάννης, «Ο κόσμος θέλει να φάει αλλά δυσκολεύεται. Έρχεται μέσα και ρωτάει πόσο έχει αυτό και πόσο έχει εκείνο. Άλλος λέει βάλε με λίγο, άλλος άμα του φτάσουν θα φάει. Παλιά είχανε το πορτοφόλι γεμάτο, τρώγανε καλά και πληρώνανε. Τώρα είναι λίγο διστακτικοί.» σημειώνει. «Έχει σπάσει πολύ, δεν έχει την κίνηση που είχε παλιά, εκείνα τα χρόνια. Όπου και να ρωτήσεις τώρα, όλοι θα σου πουν ότι πάνε οι δουλειές εκείνες που είχανε. Τώρα δεν έχει παλιά εστιατόρια, έχουν κλείσει και ανοίγουν όλα στο χέρι. Όπου και να πάνε βλέπουν πολυτέλειες. Εμένα η πολυτέλεια δεν μου αρέσει. Θέλω ένα λαϊκό μαγαζί.» αναφέρει ο κ. Γιάννης.

Μπορεί κάποια πράγματα να άλλαξαν, αυτό που σίγουρα όμως έμεινε είναι ο σπιτικός και οικείος χαρακτήρας που μας λείπει τόσο, αφού παρατηρώντας τους περαστικούς που χαιρετούν το ζευγάρι, θα δει κανείς πως το μαγειρείο αποτελεί μετά από τόσα χρόνια αναπόσπαστο σημείο της γειτονιάς, με τον κ. Γιάννη και την γυναίκα του να έχουν αφήσει το στίγμα τους με την σκληρή δουλειά του και τις φιλίες που έχουν δημιουργήσει. «Αυτό το μαγαζί το πονάμε εμείς τώρα, είναι η ψυχή μας εδώ. Τόσα χρόνια, βάλε τριάντα χρόνια και… Πότε έχει δουλειά, πότε στεναχωριόμαστε, πότε γελάμε, αυτά έχει.» λέει καλοσυνάτα. «Τώρα είναι για τα παιδιά» συμπληρώνει η γυναίκα του, «Εμείς ότι ήταν να φτιάξουμε το φτιάξαμε.»

Ένα ακόμη κομμάτι μιας παλιάς καλής εποχής της πόλης που κρατάει μέχρι σήμερα, το μαγειρείο του κ. Γιάννη είναι εδώ και υποδέχεται ακόμη με την ίδια θέρμη όποιον το επισκεφτεί. Και σίγουρα, ο κόσμος της πόλης, που αρχίζει να αναγνωρίζει την σημασία των σημείων αυτών δεν θα τα αφήσει να χαθούν.

*Π. Παπαγεωργίου 6, Πλησίον Αχειροποίητου, 2310280441, Ώρες: Δευτέρα-Κυριακή, 06.00-20.00, www.estiatoriogiannis.gr

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα