Το πρώτο μου καλοκαίρι στην Ισαύρων

Σκέψεις και λέξεις για τον πεζόδρομο που έχει πάντοτε σκιά.

Parallaxi
το-πρώτο-μου-καλοκαίρι-στην-ισαύρων-343574
Parallaxi

Λέξεις: Δήμητρα Κατρανιά* | Εικόνες: Parallaxi

Τα πρωινά είναι δύσκολα. Ξυπνάς μες στη ζέστη και τον ιδρώτα, καθότι αντί για σπίτι έχεις αετοφωλιά στον όγδοο χωρίς έιρκοντισιον. Το μόνο σου όπλο, ο πρώτος καφές της ημέρας. Διασχίζεις το μόλις ένα τετράγωνο από το σπίτι μέχρι τη δουλειά και χαιρετάς τους πάντες στον δρόμο, γείτονες, υπαλλήλους, καταστηματάρχες, γιατί αφενός είσαι ολίγον τι από βλαχοδήμαρχος αφετέρου ήθελες πάντα να ζήσεις το δικό σου Notting Hill.

Πέραν των τακτικών και των φοιτητών που τώρα καλοκαίρι έχουν αραιώσει, οι εν δυνάμει πελάτες του βιβλιοπωλείου είναι Βρυξελλιώτισσες τουρίστριες, που το βράδυ θα τις βγάλεις και για μια ποτάρα στα μπαρ του πεζόδρομου, Αμερικάνοι συνταξιούχοι από το Λούιβιλ (γράφεται Louisville) του Κεντάκυ και Έλληνες της διασποράς που ψάχνουν και ψάχνονται με την αρχαία γραμματεία. Καμιά φορά βέβαια, το Notting Hill γυρνάει σε Black Books, αλλά δεν πειράζει. Κι αυτό στο πρόγραμμα είναι. Όπως και τα πολύτιμα meet-me-half-way ραντεβού με τις γειτόνισσες για τσιγάρο, ξεπιάσιμο και κους-κους ή οι καβγάδες με τις κυρίες που πλατσουρίζουν στα μπαλκόνια, ντεμέκ καθαρίζοντας, και μετά πετάνε κάτω στον πεζόδρομο τα νερά με μια εντυπωσιακή έλλειψη σεβασμού στον συνάνθρωπο.

Και τα σκέφτεσαι εσύ όλα αυτά -και με το εσύ εννοώ εγώ- ενώ ξεσκονίζεις για πεντηκοστή όγδοη φορά τα βιβλία του μαγαζιού [o.c.d. much??] και κάπου στο βάθος ακούγονται κραυγές και συνθήματα, Λευκός Πύργος, Τσιμισκή μετά και πλησιάζει το κύμα και τρέμει το φυλλοκάρδι σου ως προς το περιεχόμενο των συναθροισμένων και αλληλοκαλυπτώμενων φωνών, που πασχίζεις να διακρίνεις και αφήνεις το σουίφερ κάτω, τον καφέ σου τον -όχι πια και τόσο– παγωμένο και βγαίνεις προς τον κεντρικό, μόνη ή με φίλους, πελάτες, γείτονες, να δεις και να καταλάβεις τι συμβαίνει. Μαχόμαστε ή αμυνόμαστε; Ωχ… έχεις ξεχάσει την ομπρέλα και πάλι βρέχει κεφτέδες [#tropicaliaSKG].

Και κατεβάζεις ένα βαρύγδουπο τίτλο να διαβάσεις να περάσει το μεσημέρι, όπου και πέφτει η δουλειά και ανεβαίνει η υγρασία και η ζέστη. Αλλά τελικά χρησιμοποιείς το βιβλίο για αέρα –ντροπή – και πας να παραγγείλεις τον επόμενο καφέ. Κι όχι τίποτα, ο πεζόδρομος έχει φιλοξενήσει ιστορικά εναλλακτικά βιβλιοπωλεία σε εποχές προ ίντερνετ. Αλλά τώρα τα 2/3 των μαγαζιών εδώ τα έχουν νέοι επιχειρηματίες και σκέφτεσαι ότι εκούσια ή ακούσια εσείς -και με το εσείς εννοώ εμείς- διαμορφώνετε τα vibes αυτού του έπικ πεζοδρόμου. Για αυτούς που έρχονται επί τούτου και για τους περαστικούς που στρίβουν από τη Γούναρη για να γλιτώσουν από τον κακό αστικό ήλιο. Γιατί μετά τον ήλιο του μεσημεριού, έχει πάντα σκιά στην Ισαύρων. Και το βράδυ έχεις πάντα δικό σου ένα κομματάκι νυχτερινού ουρανού.

Και λίγο πριν το κλείσιμο σκάνε οι φίλοι σου με φωνές και χειρονομίες και κακό χαμό, χειρότερο κι από αυτό που προκαλούν τα δεκαπεντάχρονα σκεητόνια, που γαζώνουν πάνω κάτω το πλακόστρωτο. Και προσπαθείτε να αποφασίσετε αν θα πάτε δίπλα για μπύρα ή κοκτέιλ ή απέναντι για τσίπουρο/μεζέ. Και σχεδιάζετε δυνητικές βουτιές για το σουκού ή για καμιά βδομάδα προς το τέλος Αυγούστου χαχανίζοντας, ενώ παραδίπλα μια κοπέλα μαλώνει με ντιλιβερά στο μηχανάκι που έχει μπει στο στενό γκαζιάρης και παραλίγο να χτυπήσει τα μωρά και τα σκυλιά που αλωνίζουν ανέμελα. Και μετά καληνύχτες.

Και αύριο πάλι από την αρχή.

*Η Δήμητρα Κατρανιά είναι ιδιοκτήτρια του βιβλιοπωλείου Οκτάνα στην Ισαύρων

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα