Το θλιβερό «πρέπει να είσαι δυνατός»
Τρέμουμε την αδυναμία. Γι’ αυτό κλείνουμε ερμητικά τα μάτια μας μπροστά της. Γι’ αυτό την σπρώχνουμε τακτικά κάτω απ’ το χαλί. Πώς να αφήσουμε την ευάλωτη πλευρά μας να υπάρχει;
Λέξεις: Μάρθα Ξανθοπούλου
Μία από τις πιο αγαπημένες συμβουλές στήριξης και ενθάρρυνσης των ανθρώπων αποτελεί η φράση «πρέπει να ‘σαι δυνατός».
Χωρίς να αμφισβητείται η ενδεχομένως υποστηρικτική χροιά της, ασφαλώς ενίσταμαι στο τι ακριβώς επιτυγχάνεται με τη χρήση της.
Η υποχρέωση που προκύπτει από το πολύ ισχυρό «πρέπει» αποτυπώνεται με έναν τόσο συγκεκριμένο τρόπο στο μυαλό, λες και σου φωνάζει πως αν δεν είσαι δυνατός κάτι θα γίνει, αν δεν είσαι δυνατός κάτι θα πάθεις κι όχι μόνο εσύ αλλά και οι υπόλοιποι γύρω σου.
Γιατί η δική σου αδυναμία δεν θα επηρεάσει μόνο εσένα αλλά και όσους βρίσκονται κοντά σου. Έτσι, είθισται να συμβαίνει. Είναι λες και υπάρχουμε σε μία κοινωνία στην οποία η φράση «πρέπει να ‘σαι δυνατός» κρύβει μέσα της ένα τελεσίγραφο.
Σαν να έχει κοπεί εκεί για εύχρηστους λόγους ενώ στην πραγματικότητα συνεχίζει λέγοντας σου «πρέπει να ΄σαι δυνατός γιατί αν δεν είσαι, η κοινωνία θα σε τιμωρήσει που δεν κατάφερες να είσαι».
Γιατί άλλωστε στις προϋποθέσεις της γέννησης του ανθρώπου είναι το να φαίνεται δυνατός. Τρέμουμε την αδυναμία. Γι’ αυτό κλείνουμε ερμητικά τα μάτια μας μπροστά της. Γι’ αυτό την σπρώχνουμε τακτικά κάτω απ’ το χαλί. Πώς να αφήσουμε την ευάλωτη πλευρά μας να υπάρχει; Ταραχή και μόνο ταραχή. Δεν γνωρίζουμε πώς να της φερθούμε, δεν μας έμαθε και ποτέ κανείς. Την αντιμετωπίζουμε σαν ένα μωρό που ενώ το ακούμε να κλαίει, ξέροντας ότι κάτι χρειάζεται, όχι μόνο δεν το παίρνουμε αγκαλιά για να το ηρεμήσουμε αλλά ακόμα χειρότερα κλείνουμε βιαστικά την πόρτα του δωματίου και απομακρυνόμαστε για να μην το ακούμε.
Η κοινωνία αυτή δεν μπορεί να «μείνει» με τις αδυναμίες της. Ταυτίζει την αδυναμία με τα δάκρυα, με τον φόβο, με την διαφορετικότητα, με την ομοφυλοφιλία. Ταυτίζει την αδυναμία με τις Ψυχικές Διαταραχές. Γι’ αυτό αποτελεί στόχο το να δηλώνουμε δυνατοί και αναφέρομαι σε δήλωση γιατί το να υπάρξουμε αδύναμοι είναι αναπόφευκτο.
Είμαι δυνατή άρα ανήκω κι όσο είμαι δυνατή θα ανήκω στην ομάδα που για να είμαι μέλος της, το να είμαι δυνατή είναι μονόδρομος. Και έτσι μεγαλώνουμε και εξελισσόμαστε δίχως να γνωρίζουμε πώς να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να αισθανθεί όπως αισθάνεται.
Αδυνατώντας να τον ακούσουμε, να τον αποδεχτούμε, να τον στηρίξουμε και να τον αγαπήσουμε ως έχει. Γιατί τι νόημα έχει να πρέπει να είμαι κάτι όταν δεν μπορώ να είμαι εγώ; Και δεν υπάρχει κάτι πιο ισχυρό από το να μου επιτρέπω να είμαι εγώ. Γιατί τι ποιο δυνατό από το να μείνω και να περιθάλψω την αδύναμη πλευρά μου;
Μόνο και μόνο τότε θα συνειδητοποιούσαμε ότι η ευαλωτότητα μας δεν αποτελεί μία απειλητική κατάσταση. Ο φόβος γι’ αυτήν είναι τόσο μεγάλος θαρρείς και κατευθύνεται ένας πύραυλος με ιλιγγιώδη ταχύτητα στη Γη και πρέπει πάση θυσία να γλυτώσουμε την επίθεση μη τυχόν και αποτελέσουμε θύματα του.
Ο άνθρωπος χρειάζεται και τον φόβο και τον πόνο και το κλάμα. Χρειάζεται ό ,τι συγκαταλέγεται στην κατηγορία «ευαλωτότητα». Ας αφήσουμε λοιπόν, την πλευρά μας αυτή να ουρλιάξει κι ας την ακούσουμε επιτέλους για μία φορά. Κι ίσως κάποια στιγμή να είμαστε έτοιμοι να την ηρεμήσουμε και να της απαντήσουμε.
Μόνο και μόνο τότε θα είμαστε ολόκληροι. Μόνο και μόνο τότε θα είμαστε ελεύθεροι.
*Η Μάρθα Ξανθοπούλου είναι τελειόφοιτος ψυχολόγος ΑΠΘ και έχει ξεκινήσει μετεκπαίδευση ψυχοθεραπεία
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ