Τουρισμός και Θεσσαλονίκη στον 21ο αιώνα
Η τουριστική κατεύθυνση της Θεσσαλονίκης τον 21° αιώνα.
Λέξεις: Γιάννης Καραμήτσιος
(Συνεισέφερε ιδέες και προτάσεις η Natalia Lialina, ιδιοκτήτρια του Urban Donkey Apartments στην Θεσσαλονίκη)
Στα φαινόμενα της παγκοσμιοποίησης ανήκει και η εκρηκτική άνοδος του τουρισμού. Σε αυτό έχουν συντελέσει η άνοδος του βιοτικού επιπέδου σε μεγάλες χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία και η Ρωσία, η ελάττωση των περιορισμών στις διασυνοριακές μετακινήσεις, η διάδοση του διαδικτύου, η πύκνωση των μεταφορών και η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού εν γένει.
Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: οι τουριστικές αφίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο υπολογίζονται γύρω στο 1,4 δισεκατομμύριο κάθε χρόνο και αυξάνονται ετησίως κατά 3% με 4%.
Υπολογίζεται ότι το 2030 θα έχουν αγγίξει το 1,8 δισεκατομμύριο.
Η κάθε δημοφιλής πόλη στον κόσμο θα πρέπει συνεπώς να προσδιορίσει τον εαυτό της στον διεθνή τουριστικό χάρτη και να αναπτύξει την δική της μακροπρόθεσμη στρατηγική. Η Θεσσαλονίκη ανήκει ασφαλώς σε αυτήν την κατηγορία.
Το τουριστικό προφίλ της πόλης
Η Θεσσαλονίκη αποτελεί εδώ και πολλά χρόνια έναν ελκυστικό τουριστικό προορισμό για αρκετούς λόγους. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται η πλούσια ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά, η φυσική και γεωγραφική της θέση, η ψυχαγωγία, η κουζίνα, η εγγύτητά της στην Χαλκιδική, το πανεπιστήμιο και η φοιτητική κοινότητα, τα κινηματογραφικά φεστιβάλ, οι επιχειρηματικές εκθέσεις, όπως και το γεγονός ότι αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο συγκοινωνιακό κόμβο στην χώρα.
Η αύξηση της τουριστικής κίνησης στην δεκαετία του 2010 ήταν εντυπωσιακή. Σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην εξωστρεφή δραστηριότητα της δημαρχιακής διοίκησης Μπουτάρη, με ιδιαίτερη μνεία στην πολύ σκληρή δουλειά του αρμόδιου Αντιδημάρχου Σπύρου Πέγκα.
Σύμφωνα με στοιχεία της Ένωσης Ξενοδόχων Θεσσαλονίκης, το 2012 οι διανυκτερεύσεις στα ξενοδοχεία της πόλης ήταν περίπου 1,6 εκατομμύρια. Έξι χρόνια μετά, το 2018, πραγματοποιήθηκαν 2,4 εκατομμύρια διανυκτερεύσεις. Σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, το ποσοστό πληρότητας κλινών στα ξενοδοχεία της περιφερειακής ενότητας Θεσσαλονίκης βρισκόταν σε συνεχή αύξηση: το 2017 διαμορφώθηκε στο 56,3% από 39,6% το 2010.
Επίσης λειτουργεί ο Οργανισμός Τουριστικής Προβολής και Μάρκετινγκ της Θεσσαλονίκης (ΟΤΘ), με κεντρική αποστολή την διαφήμιση και την τουριστική προώθηση της πόλης στην υπόλοιπη Ελλάδα και το εξωτερικό.
Μια στρατηγική για τις επόμενες δεκαετίες
Ο τουρισμός στον 21ο αιώνα θα αλλάξει χαρακτηριστικά. Λόγω της αύξησης του προσδόκιμου ζωής, του βιοτικού επιπέδου και των επιλογών που προσφέρει το διαδίκτυο, οι τουρίστες του μέλλοντος θα είναι μεγαλύτεροι σε ηλικία, πιο μορφωμένοι και πιο επιλεκτικοί. Οι νέοι τουρίστες θα είναι επίσης πιο απαιτητικοί, καθώς η γενιά των millenials είναι πιο καλά ενημερωμένη χάρη στο διαδίκτυο, έχει πρόσβαση σε φτηνότερες μεταφορές και επενδύει περισσότερο στην απόκτηση εμπειριών παρά στην απόκτηση υλικών αγαθών.
Όπως δείχνει και η πρόσφατη κατάρρευση της Thomas Cook, το μοντέλο του οργανωμένου και μαζικού τουρισμού αρχίζει να υποχωρεί και να παραχωρεί την θέση του σε πιο εξατομικευμένες μορφές.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα προτείναμε τον προσανατολισμό της Θεσσαλονίκης σε μια νέα στρατηγική που θα βασίζεται στους εξής άξονες:
- δημιουργία μιας διακριτής τουριστικής ταυτότητας για την πόλη (branding), και
- εστίαση στις ειδικότερες μορφές τουρισμού, όπως ο πολιτιστικός τουρισμός, ο “ασημένιος” τουρισμός για τις ηλικίες άνω των 60, και ο οικο-τουρισμός.
Αυτοί είναι οι τομείς στους οποίους η Θεσσαλονίκη διαθέτει εντυπωσιακά συγκριτικά πλεονεκτήματα και θα πρέπει να τα αξιοποιήσει στο έπακρον.
Τουριστική ταυτότητα (branding): η Θεσσαλονίκη ως «μπουτίκ προορισμός»
Παρά την δημιουργία του ΟΤΘ, έχουμε την αίσθηση ότι η Θεσσαλονίκη δεν διαθέτει ακόμη μια διακριτή τουριστική ταυτότητα σε διεθνές επίπεδο. Δεν έχουμε παρακολουθήσει στενά τις δραστηριότητες του Οργανισμού και για αυτό δεν μπορούμε να κρίνουμε την ποιότητα της δουλειάς του. Μπορούμε να πούμε σίγουρα ότι η ιστοσελίδα του είναι εκτενής και οι πληροφορίες που παρέχονται εκεί είναι πολύ χρήσιμες τόσο για τους επισκέπτες όσο και για τους κατοίκους της πόλης. Ωστόσο το σλόγκαν ‘Many stories, one heart’ δείχνει κάπως κενό, ασαφές, και σε κάθε περίπτωση θα μπορούσε να κολλήσει στην κάθε πόλη του κόσμου. Δεν παράγει καμία ιδιαίτερη σύνδεση με την Θεσσαλονίκη.
Χάρη στα ιδιαίτερά της χαρακτηριστικά, πιστεύουμε ότι η Θεσσαλονίκη πρέπει να προβληθεί, αλλά και να αναδιοργανωθεί, ως ένας «μπουτίκ προορισμός» υψηλής ποιότητας. Θα πρέπει να απευθυνθεί σε εκλεκτικούς τουρίστες, αλλά και αυτούς που προσδιορίζουν τον εαυτό τους ως κάτι παραπάνω από τουρίστες, δηλαδή ως ταξιδιώτες ή περιηγητές. Οι άνθρωποι αυτοί είναι συνήθως πιο εύποροι από τον μέσο όρο, ξοδεύουν περισσότερα λεφτά και έχουν επίσης την τάση να διαφημίζουν πιο ενεργά τους τόπους που έχουν επισκεφτεί.
Είναι ενδεικτικό πως, σύμφωνα με έρευνα που αναφέρει το ρεπορτάζ της εφημερίδας “Μακεδονία”, οι τουρίστες ανέφεραν ως τρεις κορυφαίους λόγους για την επίσκεψή τους την ταυτότητα της πόλης (58%), την γαστρονομία της (50%) και το αρχαιολογικό και πολιτιστικό ενδιαφέρον που παρουσιάζει (47%).
Δεν είμαστε επικοινωνιολόγοι, αλλά το επόμενο και ίσως πιο πετυχημένο σλόγκαν του ΟΤΘ θα πρέπει να περιλάβει οπωσδήποτε λέξεις όπως «σταυροδρόμι», «ποιότητα», «ιστορία» ή «πολιτισμός». Θα θέλαμε να τονίσουμε εδώ ότι η Αθήνα έχει ήδη αξιοποιήσει σε μεγάλο βαθμό την παγκόσμια φήμη της ως λίκνο του πολιτισμού, και έχει τοποθετηθεί ως τέτοια στον διεθνή τουριστικό χάρτη. Κάτι τέτοιο θα έπρεπε ίσως να επιχειρήσει και η Θεσσαλονίκη, ως ένα ιστορικό σταυροδρόμι ανάμεσα στην αρχαιότητα και το Βυζάντιο, αλλά και ως γεωγραφικό της Μεσογείου, των Βαλκανίων, της Ευρώπης και της Ασίας.
Η προβολή όμως δεν είναι αρκετή από μόνη της. Θα πρέπει και η ίδια η πόλη να τιμήσει την εικόνα που θα ήθελε να δώσει μέσα από τις ιστοσελίδες και τους ταξιδιωτικούς οδηγούς. Θα πρέπει να αλλάξει η ίδια σε έναν τόπο που σέβεται την ιστορία του, παρέχει ποιοτικές υπηρεσίες και εκτιμάει τους επισκέπτες της ως απαιτητικούς φιλοξενούμενους.
Πολιτιστικός τουρισμός, ασημένιος τουρισμός και οικο-τουρισμός
Παρουσιάζουμε παρακάτω τις πιο συγκεκριμένες μας προτάσεις για τρεις επιμέρους τουριστικούς τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας.
α) Πολιτιστικός τουρισμός
Ο πολιτιστικός τουρισμός, δηλαδή αυτός που απευθύνεται σε ταξιδιώτες με έντονο ιστορικό, θρησκευτικό ή καλλιτεχνικό ενδιαφέρον, θα έπρεπε να αποτελεί το βαρύ πυροβολικό της Θεσσαλονίκης. Η πόλη διατηρεί ένα από τα κορυφαία ρωμαϊκά μνημεία του κόσμου, την Ροτόντα με το γαλεριανό συγκρότημα, βυζαντινές εκκλησίες που έχουν χαρακτηριστεί παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά από την UNESCO, τον μοναδικό Λευκό Πύργο, πολύ όμορφα μουσεία, όπως και τζαμιά, λουτρά και διατηρητέα κτίρια και εργοστάσια.
Όλα αυτά συνθέτουν ένα ιδανικό μωσαϊκό που θα συγκινούσε και τον πιο απαιτητικό πολιτιστικό τουρίστα. Ωστόσο πολλή δουλειά απομένει ακόμα ώστε η σημερινή πόλη να σταθεί αντάξια της ιστορίας της.
Όπως γράψαμε και σε προηγούμενο άρθρο, τα μνημεία της είναι σε μεγάλο βαθμό αναξιοποίητα. Πολλά από αυτά παραμένουν κλειστά για πολλές ώρες ή μέρες, δεν παρουσιάζονται στον επισκέπτη τους με συναρπαστικό τρόπο και δεν χρησιμοποιούν τις νέες τεχνολογίες για να διευκολύνουν την καλύτερη κατανόησή τους. Σε μερικά από αυτά, όπως το μεταβυζαντινό κάστρο στο Μετόχι της Αγίας Αναστασίας στα Κριτζιανά της Επανομής, απουσιάζει τελείως οποιαδήποτε σήμανση. Σε άλλα, όπως ο λόφος της Τούμπας με τους νεολιθικούς οικισμούς, βλέπει κανείς απλώς έναν χορταριασμένο και εγκαταλημμένο τόπο.
Οι υπηρεσίες που έχουν σχέση με τον πολιτιστικό τουρισμό στην Θεσσαλονίκη πρέπει να τεθούν σε συναγερμό. Θα χρειαστούν σημαντικά μεγαλύτεροι πόροι για την λειτουργία, συντήρηση και ανάδειξη των μνημείων, για την χρήση νέων τεχνολογιών (όπως επί τόπου εφαρμογές για να διαβάζει ο κόσμος τις πληροφορίες στα τηλέφωνά του), για ελκυστικότερη σήμανση, για διαφημιστικές καμπάνιες και -χωρίς να θεωρείται πλέον ταμπού- για αναστηλώσεις ενός μέρους των μνημείων.
Θα χρειαστεί περαιτέρω ενοποίηση των υπηρεσιών που μπορούν να παραχθούν στους επισκέπτες. Για παράδειγμα, θα μπορούσαν να προμηθεύονται μια ενιαία “τουριστική κάρτα”, η οποία με ένα συγκεκριμένο αντίτιμο και για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα θα τους δίνει δωρεάν πρόσβαση σε μουσεία, μέσα μεταφοράς και άλλους επιλεγμένους χώρους.
Θα πρέπει να βελτιωθούν οι τουριστικοί χάρτες και να εξαπλωθούν ως ευανάγνωστες πινακίδες σε όλα τα κεντρικά σημεία της πόλης.
Οι ομάδες πολιτών που προσφέρουν περιπατητικές ξεναγήσεις, καλό θα ήταν να ενισχυθούν από τον ίδιο τον Δήμο για να προσφέρουν ένα ιδιαίτερο πρόγραμμα στους ξένους επισκέπτες.
Τα τζαμιά της πόλης πρέπει να ανοίξουν και να πάψει η χρόνια παραμέλησή τους. Η ανάδειξή τους θα προσελκύσει πολλούς μουσουλμάνους επισκέπτες, και ειδικά από τα Βαλκάνια και την Τουρκία. Θα ήταν επίσης πολύ ενδιαφέρον να δημιουργηθεί μουσείο οθωμανικής κληρονομιάς, με πλούσια ιστορικά και πολιτιστικά εκθέματα.
Επιπλέον, θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να ανοίξουν και άλλα μουσεία για την ανάδειξη της πλούσιας ζωής και παράδοσης της περιοχής, όπως μουσείο βιομηχανικής και βιοτεχνικής ιστορίας, μουσείο εφαρμοσμένων τεχνών (π.χ. μόδας), ή μουσείο οινολογίας και ζυθοποιίας. Θα ήταν επίσης σημαντικό να αναδειχθούν περισσότερο τα υπάρχοντα ιδρύματα και εικαστικές εκθέσεις. Θα θέλαμε να αναφερθούμε στα δύο καταπληκτικά μουσεία, το Αρχαιολογικό και το Βυζαντινό, όπως και την έκθεση Κωστάκη στην Μονή Λαζαριστών με τα αριστουργήματα της ρωσικής πρωτοπορίας.
Όλα τα μνημεία -κυριολεκτικά όλα- πρέπει να ενταχθούν σε ένα ενιαίο πλαίσιο προβολής και διασύνδεσης μεταξύ τους. Ο ΟΤΘ θα μπορούσε να παίξει αυτόν τον ρόλο, σε συνεργασία με την Δήμο, την Περιφέρεια, την Εφορία Αρχαιοτήτων και την Εκκλησία.
Πέρα από τα μνημεία και τα μουσεία, η πόλη θα μπορούσε να αναδειχθεί μέσα από φεστιβάλ διεθνούς αίγλης, στον δρόμο που άνοιξε το φεστιβάλ κινηματογράφου. Η ΔΕΘ θα μπορούσε, για παράδειγμα, να αναλάβει την οργάνωση της μεγαλύτερης έκθεσης – φεστιβάλ γαστρονομίας των Βαλκανίων, με διεθνή προβολή εκεί της κουζίνας της πόλης. Υπάρχουν ήδη κάποιοι θεσμοί, όπως το Thessaloniki Food Festival του Δήμου Θεσσαλονίκης, με εκδηλώσεις όπως το Gourmet Food Exhibition, αλλά δεν είναι μέχρι στιγμής αρκετοί για να αναπτύξουν τουριστικό αντίκτυπο.
Καλό θα ήταν επίσης να ανοίξουν εστιατόρια ειδικευμένα σε συγκεκριμένα είδη κουζίνας, όπως η εβραϊκή σεφαραδίτικη των Βαλκανίων ή η βυζαντινή. Αυτό βέβαια αποτελεί θέμα επιλογής των επιχειρηματιών, αλλά και της ενθάρρυνσης που θα λάβουν από τις δημόσιες αρχές με κίνητρα και προγράμματα.
Τέλος, θα ήταν επίσης σημαντικό να αποτανθεί η Θεσσαλονίκη στους Έλληνες της διασποράς και να τους προσκαλέσει τόσο ως τουρίστες, όσο και ως επιχειρηματίες. Οι άνθρωποι αυτοί νιώθουν έναν ιδιαίτερο πνευματικό δεσμό με την χώρα μας και η Θεσσαλονίκη θα μπορούσε να τους προσφέρει ένα ειδικό έρεισμα να την τιμήσουν χάρη στον πολιτισμό της. Στην προσπάθεια αυτήν θα μπορούσε να οργανωθεί μια ειδική καμπάνια και να επιστρατευθούν διακεκριμένοι Έλληνες διανοούμενοι, καλλιτέχνες και επιστήμονες, προκειμένου να προσελκύσουν τους ομογενείς.
β) Ασημένιος τουρισμός
Ως “ασημένιος τουρισμός” (silver tourism) προσδιορίζεται αυτός που απευθύνεται στα “ασημένια” μαλλιά των πιο ηλικιωμένων τουριστών, οι οποίοι συνήθως διαθέτουν πολύ χρόνο, ενέργεια και χρήμα να διαθέσουν για ταξίδια.
Όπως αναφέραμε και παραπάνω, οι άνθρωποι σήμερα ζουν μακρύτερη και υγιέστερη ζωή, ενώ το βιοτικό τους επίπεδο έχει ανέβει. Σύμφωνα με μια έρευνα της Διανέοσις, το ποσοστό των ταξιδιωτών άνω των 65 ετών αυξήθηκε από 15%, το 2010, σε 25% σήμερα και υπολογίζεται να φτάσει το 35% το 2050.
Η Θεσσαλονίκη αποτελεί ιδανικό προορισμό για τους ηλικιωμένους τουρίστες επειδή αποτελεί πόλη σχετικά μικρών διαστάσεων και με βατό κέντρο που προσφέρει πολλές διευκολύνσεις. Αυτό που θα χρειαστεί, ωστόσο, είναι να βελτιώσει τις δυνατότητες υπηρεσιών σπα, θεραπευτικών κέντρων, και την ανάδειξη των ευκαιριών χαλάρωσης που προσφέρονται για τους ανθρώπους αυτής της ηλικίας. Η περιοχή στα ανατολικά της της πόλης προσφέρει επίσης υπέροχες τοποθεσίες για δημιουργία μονάδων ευεξίας και θεραπείας, κάτι το οποίο ίσως θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στα επιχειρηματικά προγράμματα που σχεδιάζονται από τις εθνικές και ευρωπαϊκές αρχές.
Τα ξενοδοχεία θα πρέπει να επενδύσουν σε χώρους πιο φιλικούς για τους ηλικιωμένους, όπως και στην σχετική διατροφή. Οι υποδομές για ανθρώπους με δυσκολία στην μετακίνηση θα πρέπει να βελτιωθούν στο κέντρο της πόλης – αυτό φυσικά είναι ζητούμενο και για τους μόνιμους κατοίκους της.
Σε επίπεδο επικοινωνίας, ο ΟΤΘ θα ήταν χρήσιμο να ετοιμάσει ειδική καμπάνια για αυτήν την κατηγορία των τουριστών. Αυτή θα μπορούσε να περιστραφεί γύρω από το μήνυμα “ελάτε στην πόλη της χαλάρωσης, της ποιότητας και της αναζωογόνησης”.
γ) Οικο-τουρισμός
Η Θεσσαλονίκη απέχει το πολύ μιάμιση ώρα από καταπληκτικούς φυσικούς προορισμούς. Αναφέρουμε ενδεικτικά το δέλτα του Αξιού, τον Όλυμπο, τον Χορτιάτη με τα πολύ όμορφα μονοπάτια, τις λίμνες Βόλβη, Κερκίνη, Δοϊράνη και Πικρολίμνη, τα σπήλαια των Πετραλώνων και της Αλιστράτης, τα βουνά της οροσειράς Πέλλας – Κιλκίς – Σερρών, την περιοχή της Νάουσας – για να μην αναφέρουμε τον κάθε συγκεκριμένο προορισμό της Χαλκιδικής.
Παρ’ όλα αυτά, η πόλη και η περιφέρειά της δεν προβάλλονται ως προορισμοί για οικοτουρισμό και αυτό είναι μάλλον άδικο για μια τόσο όμορφη και πλούσια περιοχή. Θα χρειαστεί λοιπόν η συνέργεια δημόσιων αρχών και ιδιωτών.
Η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας θα ήταν καλό να φτιάξει μια πιο στοχευμένη διαφημιστική εκστρατεία με διείσδυση στα διεθνή δίκτυα οικοτουριστών, και ιδιαίτερα των νέων.
Τα ταξιδιωτικά πρακτορεία θα μπορούσαν να αναμορφώσουν τα δικά τους πακέτα και να περιλάβουν οδοιπορίες, ναυσιπλοΐα και άλλες σχετικές δράσεις. Θα μπορούσαν επίσης να προσεγγίσουν τα οργανωμένα αγροκτήματα της κεντρικής Μακεδονίας και να εξετάσουν προγράμματα αγροτουρισμού, ένας τομέας που έχει αρχίσει να γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλής στην Ευρώπη.
Οι ορειβατικοί σύλλογοι της πόλης θα μπορούσαν να φτιάξουν προγράμματα, ολιγοήμερα ή πολυήμερα, για ξένους ορειβάτες. Το ίδιο θα μπορούσαν να κάνουν αντίστοιχα οι ιστιοπλοϊκοί όμιλοι, με έμφαση στον περίπλου του Θερμαϊκού και τα δέλτα των ποταμών του.
Ο Δήμος, τα ξενοδοχεία, τα αεροδρόμια θα μπορούσαν να προβάλλουν πιο ενεργά την φύση της περιοχής και τα τουριστικά πακέτα για την απόλαυσή της.
Στρατηγική για την Θεσσαλονίκη αλλά και όλη την Ελλάδα
Οι προτάσεις μας αυτές αποτελούν φυσικά συνάρτηση της ευρύτερης εθνικής τουριστικής πολιτικής της Ελλάδας. Ο πολιτισμός, ο οικοτουρισμός, η γαστρονομία και η διασκέδαση αποτελούν πανελλαδικά προνόμια. Για αυτόν τον λόγο, δεν πρέπει να διαβαστούν μόνο σε συνάρτηση με την Θεσσαλονίκη.
Μερικά μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν σε εθνικό επίπεδο είναι η καλύτερη ρύθμιση των βραχυχρόνιων εκμισθώσεων τύπου Airbnb, προκειμένου να εξασφαλισθεί η καλύτερη ποιότητα παρεχόμενων υπηρεσιών σε αξιοπρεπείς χώρους, μικρούς και μεγάλους. Ένα άλλο μέτρο θα πρέπει να συνίσταται σε φορολογικά ή άλλα κίνητρα προς τους επιχειρηματίες του τουριστικού χώρου, και ιδιαίτερα τους ξενοδόχους ή τους ιδιοκτήτες ιστορικών κτιρίων.
Επιπλέον, θα πρέπει τόσο η Θεσσαλονίκη όσο και οι υπόλοιποι τουριστικοί προορισμοί της Ελλάδας, να επενδύσουν στις νέες τεχνολογίες για να βελτιώσουν το λεγόμενο τουριστικό τους προϊόν. Ο ΟΤΘ και οι υπόλοιποι οργανισμοί θα πρέπει να γίνουν πιο ενεργοί στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης, να αυξήσουν τις διαφημίσεις και πληρωμένες καταχωρήσεις και να προβάλουν εκεί το μήνυμά τους σε πιο στοχευμένο κοινό (π.χ. πληροφορίες για οικοτουρισμό θα μπορούσαν να εστιάσουν σε νέους Γερμανούς ή Σκανδιναβούς, ενώ πληροφορίες για θρησκευτικό τουρισμό θα μπορούσαν να εστιάσουν σε ηλικιωμένους Ρώσους). Μέσα στην πόλη της Θεσσαλονίκης, όπως και στις άλλες πόλεις, θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα πυκνό δίκτυο ψηφιακών εφαρμογών, όπου η κάθε γωνιά κυριολεκτικά θα “μιλάει” στον επισκέπτη μέσα από τις πληροφορίες που θα παράσχει στο τηλέφωνό του.
Όσο προελαύνουν η παγκοσμιοποίηση και οι τεχνολογίες της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης, η τουριστική μας πολιτική πρέπει να στραφεί στην ποιότητα της ζωής, στην γνώση και την δημιουργία εμπειριών. Η Θεσσαλονίκη, όπως και η υπόλοιπη Ελλάδα, έχουν τις προϋποθέσεις να το πετύχουν.
Ο Γιάννης Καραμήτσιος γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Θεσσαλονίκη. Από το 2006 ζει και εργάζεται στις Βρυξέλλες ως υπάλληλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Είναι συγγραφέας του βιβλίου «Θεσσαλονίκη, 100 μικρές ιστορίες», εκδόσεις IANOS, και συνιδρυτής της οργάνωσης υπέρ των ευρωπαϊκών αξιών Alliance 4 Europe. Οι απόψεις που παρουσιάζει στο κείμενο είναι προσωπικές και δεν εκφράζουν αυτές της Επιτροπής.