Ξεκινώντας τη μέρα σου με χυδαίο μπινελίκι
Η καθημερινότητα σου χαλάει από νωρίς τη διάθεση...
Δεν ξέρω αν πρέπει να συνηθίσουμε σε αυτήν την καθημερινή βαρβαρότητα.
Ξυπνάς το πρωί με διάθεση, ή έστω προσπαθείς να τη βρεις, ανοίγοντας το ραδιόφωνο, βάζοντας ένα τραγούδι που σου έχει κολλήσει την τελευταία εβδομάδα. Φτιάχνεις το καφεδάκι σου και πίνοντάς το, πριν φύγεις από το σπίτι, προσπαθείς να κάνεις την πιο αισιόδοξη σκέψη που μπορείς, σαν μια εσωτερική διαδικασία αυτοσυντήρησης, μέσα στη βιαιότητα. Εχεις συμφωνήσει με τον ή την σύντροφό σου ότι δε θα γκρινιάζετε το πρωί για να μην χαλάσει η μέρα.
Ακόμη κι αν γίνεται αυτοματοποιημένα, αντιλαμβάνεσαι πως μέσω αυτής της αυθυποβολής, μπορεί να υπάρξει κάποιο αποτέλεσμα. Πείθεις τον εαυτό σου ότι μπορείς να αλλάξεις τη μοίρα σου, βάζοντας ένα χαμόγελο κατά ένα τρόπο με το ζόρι στο στόμα σου.
Σύντομα συνειδητοποιείς όμως ότι όλη αυτή η διαδικασία μπορεί να πάει… στράφι, λίγα λεπτά αργότερα. Μόλις ξεκινήσεις για τη δουλειά, μόλις βγεις στο δρόμο και συναντήσεις τους «βάρβαρους» που οδηγούν σαν τρελοί για να φτάσουν ένα λεπτό νωρίτερα στο γραφείο (ενώ θα μπορούσαν να έχουν φύγει δέκα λεπτά νωρίτερα από το σπίτι τους) και σε προσπερνούν από τα δεξιά ή σε «κολλάνε» από πίσω, συνειδητοποιείς πως το «ζεν» που οραματίστηκες πάει περίπατο.
Μπορεί να συμβεί και κάτι ακόμη πιο σοκαριστικό: Να ακούσεις πρωί πρωί ένα χυδαίο μπινελίκι.
Μου συνέβη προχθές σε δρόμο της Καλαμαριάς. Δεν είχε καν πάει 8 το πρωί. Πού βρήκαν την όρεξη. Ο νεαρός στο ένα αυτοκίνητο ήθελε να στρίψει, ο άλλος στο αντίθετο ρεύμα είχε κολλήσει στο φανάρι και έκλεινε την πρόσβαση.
Δεν πρόλαβα να ακούσω τον αρχικό διάλογο. Αυτό που όμως άκουσα ήταν το χυδαίο μπινελίκι του πρώτου οδηγού. «Α, ρε γ… τη μάνα σου», φώναξε ανοίγοντας το παράθυρο και πρόλαβε να φτύσει τον απέναντι και να φύγει.
Εμεινα… ενεός. Προσπαθούσα για αρκετά δευτερόλεπτα να συνειδητοποιήσω πόσο εύκολα εκστομίζει κανείς μια τέτοια βρισιά και επίσης υπέθετα τι θα έκανα, αν μου συνέβαινε εμένα κάτι τέτοιο, πώς θα αντιδρούσα. Αν δηλαδή ένας τυπάκος μου για ψύλλου πήδημα έβριζε τη μητέρα μου επειδή του έκλεινα το δρόμο για να στρίψει.
Θα τον ακολουθούσα και θα τον πλάκωνα, θα απαντούσε κανείς με ευκολία. Θα συντελούσες κι εσύ λιγάκι σε αυτή τη ζούγκλα που ζούμε καθημερινά, η δεύτερη σκέψη. Θα του έδινες αξία, θα έριχνες νερό στο μύλο της χυδαιότητας.
Δεν ήταν το πρώτο περιστατικό λεκτικής βίας που έζησα μεταξύ οδηγών ή περαστικών. Όμως ήταν κάτι μου με σόκαρε και μου χάλασε όποια διάθεση προσπαθούσα να φτιάξω από το πρωί.
Κι επειδή αναρωτιόμαστε για την αύξηση της βίας των ανηλίκων, φίλος μου διηγήθηκε πρόσφατα ότι φτάνοντας σε πάρκινγκ μεγάλου εμπορικού κέντρου με το γιο του, αναγκάστηκε να κλείσει άρον άρον το παράθυρο, για να μην ακούσει ο μικρός το χυδαίο μπινελίκι και το παραλίγο άγριο ξύλο μεταξύ δύο οδηγών για μία θέση πάρκινγκ.
Μη μου πείτε ότι υπάρχει εβδομάδα που να μην σας έχει τύχει;
Ακόμη κι αν δεν το ζήσετε πραγματικά, μπορεί να το δείτε ψηφιακά. Από τότε που το συζητάω περισσότερο, μου εμφανίζεται στο τικ τοκ κι ένα βιντεάκι με τσακωμούς στο δρόμο.
Και όπως μου είπε ο φίλος μου ως επίλογο στην ιστορία με το πάρκινγκ, ναι φίλε, για κάτι τέτοιους λόγους και όχι μόνο οικονομικούς, σκέφτομαι να ξαναφύγω στο εξωτερικό. Για να μην ακούω πρωί πρωί αυτό το χυδαίο μπινελίκι, που κάποτε θα εκστομίσει το παιδί μου επειδή θα το θεωρεί φυσιολογικό.
Κεντρική εικόνα: Pexels