Επιβίωσαν από τις δασικές πυρκαγιές, αλλά κάτι άλλο σκοτώνει τα εμβληματικά δάση ελάτων της Ελλάδας

Στα βουνά της Πελοποννήσου τα συνήθως ανθεκτικά δέντρα κιτρινίζουν ακόμη και εκεί όπου οι φωτιές δεν έχουν φτάσει. Οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για μια σύνθετη κρίση

Parallaxi
επιβίωσαν-από-τις-δασικές-πυρκαγιές-α-798131
Parallaxi

Το καμπανάκι του κινδύνου κρούουν εδώ και καιρό οι επιστήμονες για τα έλατα της Ελλάδας, τα οποία βρίσκονται αντιμέτωπα με τον αφανισμό.

Τα εμβληματικά, αργά αναπτυσσόμενα κωνοφόρα, έχουν καθορίσει για γενιές τα δάση σε μεγάλα υψόμετρα, επιβιώνοντας σε δύσκολα εδάφη και βραχώδεις πλαγιές.

Η βρετανική εφημερίδα «The Guardian» δημοσίευσε ένα αφιέρωμα για τα ελληνικά έλατα, παρουσιάζοντας τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν και καλώντας την Πολιτεία να δράσει.

Αναφέρει χαρακτηριστικά:

Στην νότια Πελοπόννησο τα ελληνικά έλατα έχουν μια επιβλητική παρουσία.

Τα πράσινα, αργά αναπτυσσόμενα κωνοφόρα έχουν καθορίσει για πολύ καιρό τα δάση μιας μεγάλης υψομετρικής περιοχής, ευδοκιμώντας στα βουνά και τα πετρώδη εδάφη.

Όταν λοιπόν ο κ. Αβτζής στάλθηκε στην Πελοπόννησο να καταγράψει τις συνέπειες μιας πυρκαγιάς την άνοιξη στην περιοχή, η αποστολή του δεν φαινόταν καθόλου ασυνήθιστη. Είχε περπατήσει σε αμέτρητα καμένα τοπία, εντοπίζοντας τις αναμενόμενες περιοχές με μεγάλη θνησιμότητα, καθώς και τα δέντρα που επέζησαν της πυρκαγιάς.

Αυτήν τη φορά, όμως, κάτι φαινόταν λάθος σχεδόν αμέσως. Η κλίμακα ήταν διαφορετική. Καθώς ο Αβτζής και οι συνάδελφοί του προχωρούσαν βαθύτερα μέσα στα δάση, τα γνωστά τοπία ενός δάσους μετά την πυρκαγιά έδωσαν τη θέση τους σε κάτι πολύ πιο ανησυχητικό.

«Υπήρχαν εκατοντάδες εκτάρια χαμένων δέντρων», λέει – όχι μόνο αυτά που χάθηκαν στην ίδια την πυρκαγιά, αλλά και μεγάλες εκτάσεις νεκρών και ετοιμοθάνατων δέντρων ανάμεσα στο πράσινο, όπου οι φλόγες δεν είχαν φτάσει.

Στα βουνά της Πελοποννήσου, ολόκληρες εκτάσεις πράσινου δάσους γίνονται πορτοκαλί, καθώς τα μακρόβια έλατα ξεραίνονται και πεθαίνουν. Το επίπεδο της καταστροφής ήταν τόσο μεγαλύτερο από αυτό που είχε δει ο Αβτζής τα προηγούμενα χρόνια, που τον ανάγκασε να επικοινωνήσει αμέσως με το υπουργείο Περιβάλλοντος και να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου.

«Η κλίμακα της ζημιάς ήταν τεράστια», λέει.

Ερευνητές από όλη την Ελλάδα και την Κεντρική Ευρώπη προειδοποιούν εδώ και χρόνια ότι η κλιματική αλλαγή θα ωθήσει τα τοπικά οικοσυστήματα σε άγνωστα εδάφη. Οι πυρκαγιές δεν είναι κάτι καινούριο: σύμφωνα με στοιχεία του Global Forest Watch, μεταξύ 2001 και 2024, η Ελλάδα έχασε 200.000 εκτάρια (500.000 στρέμματα) δασών από πυρκαγιές.

Ωστόσο, οι πυρκαγιές δεν είναι το μόνο πράγμα που σκοτώνει τα δέντρα, και οι δυνάμεις που διαμορφώνουν τις συνέπειες των πυρκαγιών έχουν αλλάξει δραματικά τα τελευταία πέντε χρόνια. Αυτό που είδε ο Αβτζής ήταν το αποτέλεσμα πολλαπλών πιέσεων που συσσωρεύτηκαν η μία πάνω στην άλλη, καθεμία από τις οποίες ενισχύθηκε από την κλιματική κρίση.

Οι λόγοι για τα νεκρά έλατα

Το πρώτο είναι η σοβαρή, παρατεταμένη ξηρασία, που αποτελεί πλέον ένα καθοριστικό χαρακτηριστικό του κλίματος της Ελλάδας. Η ξηρασία επιδεινώνεται από τη σταθερή μείωση των χιονοπτώσεων τον χειμώνα. Μια μελέτη του Ινστιτούτου Περιβαλλοντικών Ερευνών και Αειφόρου Ανάπτυξης και του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών διαπίστωσε ότι μεταξύ 1991 και 2020, η Ελλάδα έχασε κατά μέσο όρο 1,5 ημέρες χιονοκάλυψης ετησίως, διαβρώνοντας μία από τις πιο σημαντικές πηγές αργής απελευθέρωσης υγρασίας.

Στη συνέχεια έρχεται η βιολογική καταστροφή. Τα εδάφη που έχουν υποβαθμιστεί από την ξηρασία και η μείωση των υπόγειων υδάτων αποδυναμώνουν τα έλατα, δημιουργώντας ένα κενό για τα έντομα. «Γνωρίζουμε ότι η σοβαρή ξηρασία αποδυναμώνει τα δέντρα», λέει ο Αβτζής. «Αλλά όταν εξετάσαμε πιο προσεκτικά τι συνέβαινε, διαπιστώσαμε ότι τα σκαθάρια φλοιού είχαν εκμεταλλευτεί την κατάσταση. Επιτίθονταν στα δέντρα».

Οι σκαθάρια φλοιού – ιδιαίτερα εκείνα της υποοικογένειας Scolytinae – έχουν αναδειχθεί τα τελευταία δύο χρόνια ως μια αυξανόμενη απειλή για τα ήδη καταπονημένα δάση της Ελλάδας.

Το όνομά τους οφείλεται στο γεγονός ότι τα έντομα τρυπάνε κάτω από τον εξωτερικό φλοιό, κόβοντας τα συστήματα στα οποία βασίζονται τα δέντρα για τη μεταφορά νερού και θρεπτικών ουσιών. Μόλις εγκατασταθούν μέσα σε έλατα που έχουν υποστεί ξηρασία, ο αριθμός τους μπορεί να αυξηθεί ραγδαία. «Όταν ένας πληθυσμός φτάσει σε επίπεδα επιδημίας», λέει ο Αβτζής, «γίνεται εξαιρετικά δύσκολο να τον επαναφέρουμε υπό έλεγχο».

Το φαινόμενο δεν περιορίζεται στην Ελλάδα. Οι επιδημίες των σκαθαριών έχουν γίνει ένα ευρύτερο ευρωπαϊκό πρόβλημα, λέει ο Αβτζής, αντανακλώντας τα μοτίβα που παρατηρούνται και αλλού στην ήπειρο. «Η Νότια Ευρώπη μπορεί να είναι πιο ευάλωτη», λέει, «αλλά παρατηρούμε παρόμοια δυναμική σε χώρες όπως η Ισπανία».

Το συμπέρασμα είναι ανησυχητικό – υποδηλώνει ότι οι αιτίες πίσω από τις μαζικές απώλειες στη Πελοπόννησο δεν είναι τοπικές ανωμαλίες, αλλά συμπτώματα μιας ευρύτερης οικολογικής αλλαγής.

«Δεν υπάρχει χρόνος για απαισιοδοξία»

Ωστόσο, εν μέσω των επιταχυνόμενων πιέσεων της κλιματικής κρίσης, υπάρχουν και κάποιες μικρές νότες αισιοδοξίας. Ο Νίκος Μάρκος, δασολόγος-κλιματολόγος στο ΙΔΕ, επισημαίνει την αναγεννητική ικανότητα των μεσογειακών οικοσυστημάτων. «Η αναγέννηση μετά από πυρκαγιά μπορεί να είναι αρκετά ικανοποιητική», λέει, «ακόμη και σε ορισμένες περιοχές της Πελοποννήσου».

Η ανάκαμψη, ωστόσο, είναι αργή και άνιση. «Δεν είναι κάτι που μπορούμε να δούμε τον πρώτο χρόνο», προσθέτει ο Μάρκος. «Μπορεί να χρειαστούν τέσσερα ή πέντε χρόνια».

Ο Αβτζής είναι ρεαλιστής όταν μιλάει για το τι χρειάζεται για να προστατευθούν τα ορεινά δάση της Ελλάδας. «Θα είμαι ρεαλιστής», λέει. «Η κυβέρνηση και τα υπουργεία πρέπει να αναλάβουν την πρωτοβουλία και να κινητοποιήσουν τα απαραίτητα κονδύλια για να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα».

Ορισμένα μέτρα, σημειώνει, είχαν ήδη αρχίσει να λαμβάνονται από τη στιγμή που υπέβαλε την έκθεσή του για την Πελοπόννησο. «Επικοινώνησαν με τις κύριες περιφερειακές δασικές υπηρεσίες και ρώτησαν πόσα χρήματα χρειάζονται», λέει. «Αυτό που έχει πραγματικά σημασία τώρα είναι αν αυτά τα σχέδια θα τεθούν πράγματι σε εφαρμογή».

Όταν ρωτήθηκε αν οι μεταβαλλόμενες μετεωρολογικές συνθήκες στην Ελλάδα είναι πιθανό να συνεχίσουν να επιταχύνονται και αν αυτό αποτελεί υπαρξιακό κίνδυνο για τα δάση της νότιας Ευρώπης, ο Αβτζής κάνει μια παύση. «Δεν υπάρχει χρόνος για απαισιοδοξία», λέει. «Αλλά έχουμε πολύ δουλειά να κάνουμε».

Τα εργαλεία, λέει, υπάρχουν ήδη. «Έχουμε τις γνώσεις. Έχουμε τους επιστήμονες. Τώρα, πρέπει να αρχίσουμε να βγαίνουμε και να μιλάμε για αυτό», λέει. «Γιατί αυτό που βλέπουμε τώρα θα γίνει μόνο πιο συχνό και πιο έντονο».

Μετάφραση από άρθρο του The Guardian

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα