Οι ζωές των άλλων: Στο πιο cult σινεμά της πόλης
Όσα έζησε ως ταμίας του θρυλικού τσονάδικου
Από μικρό παιδί κάτι με γοήτευε κάθε φορά που περνούσαμε από το Βαρδάρη και αντίκριζα από μακριά τον κινηματογράφο Λαϊκόν. Αργότερα έγινε και για μένα ένας ναός λατρείας και ηδονής. Από το 1960 που πρωτολειτούργησε έχει γνωρίσει δόξες έρωτες, πάθη. Όλοι έχουν περάσει από το Λαϊκό γιατί όλοι έχουν περάσει από τον Βαρδάρη.
Ο Νίκος Σταμούλης, που βρίσκεται στο ταμείο του κινηματογράφου από το 1990, μας μιλάει για την ιστορία του τελευταίου λαϊκού κινηματογράφου που έχει απομείνει στην πόλη μας και για ένα είδος μαζικής διασκέδασης που προσπαθεί με δυσκολία να επιβιώσει μετά την επέλαση αρχικά του βίντεο και στην συνέχεια του dvd και του internet.
Το σινεμά Λαϊκό από πότε υπάρχει και ποια η ιστορία του;
Το Λαϊκό ξεκίνησε από το 1960 σαν κινηματογράφος αυτού καθ’ εαυτού δηλαδή σχεδιάστηκε για να γίνει σινεμά. Έπαιζε αρχικά ταινίες ελληνικές, περιπέτειες, κωμωδίες. Είναι στην ψυχή του Βαρδαρίου. Εδώ που ήταν τα σύνορα της μέσα Θεσσαλονίκης με τον έξω κόσμο. Σ’ αυτό το σημείο προπολεμικά υπήρχε ένα πηγάδι, γύρω γύρω είχε τα χάνια όπου έρχονταν οι έμποροι και διανυκτέρευαν. Κάποιοι από τις κακουχίες και τις περιπέτειες πέθαιναν και τους θάβανε εδώ. Αυτούς τους τάφους βρήκαν τώρα με τα έργα του μετρό στην περιοχή.
Ποιος τον πρωτολειτούργησε τον κινηματογράφο;
Οι τρεις εργολάβοι που ανέλαβαν να τον χτίσουν. Οι Πεσματζόγλου, Τσαμπάζης και Νικολαΐδης και όταν οι άνθρωποι δεν μπορούσαν πλέον να ασχοληθούν με τον κινηματογράφο, το 1978 το νοίκιασε η εταιρία Ζαφειρίου- Ράππος.
Γιατί το ονόμασαν Λαϊκό;
Γιατί ήταν ένα λαϊκό σινεμά. για τον λαό, τους απλούς ανθρώπους που μάζευε ο Βαρδάρης από όλη την πόλη. Από τον Βαρδάρη ξεκινούσαν όλα.
Ο χώρος, η διαμόρφωση πώς ήταν και πώς άλλαξε με τα χρόνια;
Το ταμείο αρχικά ήταν στην απέναντι πλευρά και είχε έξω κολονάκια με κάγκελα …φαίνονται τα σημάδια ακόμα. Όταν ήταν πρώτης προβολής σινεμά -γιατί έτσι ξεκίνησε- είχε ουρές και ο κόσμος περίμενε να κόψει εισιτήριο. Το 1990 ήρθε το ταμείο από εδώ που είναι τώρα για να μπορεί ο ταμίας να κοιτάζει προς τα έξω. Μέσα ήταν μια αίθουσα τεράστια, σε 3 επίπεδα, αμφιθεατρική, με μεγάλη οθόνη, χωρητικότητας 1000 ατόμων. Ο μηχανικός επάνω και κάτω, όπως και τώρα, οι τουαλέτες. Αργότερα, επειδή οι μεγάλοι χώροι δεν είναι λειτουργικοί, τις κάναμε μικρές τις αίθουσες… όχι μόνο εδώ, όλοι οι κινηματογράφοι της πόλης σχεδόν άλλαξαν. Έτσι έγιναν δυο αίθουσες των 100 θέσεων γα να λειτουργούν σαν αίθουσες ψυχαγωγίας γιατί παλιά είχαμε και το πρόβλημα με τις λεγόμενες επιτροπές που ήταν ένας φαύλος κύκλος του δήμου με αστυνομίες, υγειονομικό και πυροσβεστική που ο καθένας περνούσε και έλεγε τα δικά του και μάζευε χρήματα. Στην τελευταία ανακαίνιση κάναμε μπροστά και τις καμπίνες για να κάθονται εκεί να μιλάνε, να γνωρίζονται, για να μην μαζεύονται όλοι στις τουαλέτες.
Η δική σου ιστορία στους κινηματογράφους πώς και από πότε ξεκινάει;
Από τότε που ήμουν 10-12 ετών που πήγαινα στο δημοτικό σχολείο. Ένας φίλος μου δούλευε, πουλούσε στους κινηματογράφους και με πήρε και εμένα μαζί. Τότε φτώχεια καταραμένη, πουλούσαμε με τους ταμπλάδες κοκ, πατατάκια, σάντουιτς, καλαμπόκι και ξεκίνησα κι εγώ αρχικά πουλώντας. Πέρασα από πάρα πολλούς κινηματογράφους. Πήγα στο Απόλλων, το Ριβολί, γνωρίστηκα με τον Ράππο, τον οποίο γνωρίζω πάνω από 40 χρόνια, παράλληλα έβγαλα το Α ΄ Αρρένων και το 1976, αφού τελείωσα το σχολείο, ήρθα στο Αλέκα που είχαν πάρει ο Ράππος και έκατσα δυο χρόνια εκεί μέχρι να πάω φαντάρος. Τότε λοιπόν το Αλέκα ξεκίνησε να παίζει πορνό παρά τις αντιξοότητες που υπήρχαν. Μετά ήμουν σε γραφείο διανομής κινηματογραφικών ταινιών και το 1990 ήρθα στο Λαϊκόν.
Όταν λες αντιξοότητες…
Ήταν η μεταπολίτευση, μετά τη Χούντα, και δεν μπορούσε κανείς ούτε καν να δείξει ότι είναι διαφορετικός ότι είναι πχ γκέι ή έχει ένα περίεργο γούστο, ότι του αρέσει το μάτι, οτιδήποτε… ότι θέλει να δει πορνό. Υπήρχαν τα κυνηγητά, το περιβόητο Ηθών, υπήρχαν πολλές οργανώσεις που δεν ήθελαν να λειτουργούν τα σινεμά.
Ήταν παράνομο το πορνό στην Ελλάδα τότε;
Το θεωρούσαν παράνομο, ότι ευτέλιζε τον άνθρωπο, ότι προκαλούσε την θρήσκα κοινωνία της πόλης, γιατί η Θεσσαλονίκη ήταν θρήσκα μια ζωή. Περνούσε από έξω ένας παπάς ή μια του κατηχητικού, έκανε καταγγελία και αυτόματα ερχόταν η αστυνομία να ελέγξει. Το 1992 -1993 βγήκε ένας νόμος ο οποίος έλεγε ότι εφόσον ο κινηματογράφος παίζει αυτό που σου δείχνει έξω σε αφίσες και διαφημιστικό υλικό, είσαι υπεύθυνος τις επιλογής σου, ξέρεις πού μπήκες και τι θα δεις, οπότε σταμάτησαν και τα κυνηγητά.
Βρέθηκε ποτέ κάποιος να πει ότι δεν ήξερε πού μπήκε και τι θα έβλεπε και σοκαρίστηκε;
Ναι, οι βαλτοί και κάποιοι της αστυνομίας που το λέγανε.
Το σινεμά αρχικά έπαιζε φιλμ;
Στο Αλέκα το Σεπτέμβριο του 1976 παίχτηκε το πρώτο πορνό της Θεσσαλονίκης. Ήταν ένα κομμάτι φιλμ 7 λεπτών που ήρθε από την Ευρώπη και παιζόταν υπό τη μορφή τσόντας δηλαδή συνήθως μετά το διάλειμμα και ενώ έπαιζες πχ μια σεξοκωμωδία, έβαζες ένα κομμάτι σκληρό πορνό, αυτό που λέμε την τσόντα, και περιμένανε όλοι για να το δούνε. Σιγά σιγά ήρθανε οι ταινίες και στην Ελλάδα και μετά από ένα διάστημα καταργήθηκε το φιλμ και όλα ήταν προτζέκτορας και βίντεο …πάντα με τον φόβο τον κυνηγητών.
Είχες πάει εσύ σε δικαστήριο; Σε μαζέψανε;
Έχω καθίσει και 24ωρο και 48ωρο μέσα. Πιο συχνά τους μηχανικούς παίρνανε τότε που παίζανε την ταινία αλλά έχω πάει και εγώ μέσα για να περάσω αυτόφωρο. Στο δικαστήριο το μόνο που γινόταν, αν εμφανιζόταν ο μάρτυρας γιατί συνήθως κάνανε την καταγγελία αλλά μετά στη δίκη δεν πατούσαν, ήταν ότι ρωτούσε ο πρόεδρος «αυτό που είδες ήταν αναρτημένο έξω σε ταμπλό;» και αυτοί δεν μπορούσαν να πουν κάτι διαφορετικό, λέγανε ναι εφόσον υπήρχε το υλικό και ο πρόεδρος έλεγε “αθώοι” γιατί συνειδητά μπήκες ήξερες τι θα δεις μέσα. Κανένα δικαστήριο ποτέ στη Θεσσαλονίκη δεν έβγαλε καταδικαστική απόφαση για προβολή πορνό ταινίας σε σινεμά. Ο μεγαλύτερος φόβος μας, από πάντα, ήταν τα ανήλικα. Υπήρχε μια αυστηρότητα να προσέχουμε, δεν βάζαμε ποτέ μας ανήλικα. Αλλά και αυτό μερικές φορές σαν μέτρο δεν είχε λογική. Όταν πχ έχεις ένα τσιγγάνο 17 ετών που έχει ήδη 2-3 παιδιά και είναι παντρεμένος, τι να τους πεις μην μπαίνεις να δεις πορνό; Έχει κάνει την πράξη, την γνωρίζει, δεν υπάρχει κάτι να δει που δεν το ξέρει. Ποτέ όμως δεν βάλαμε ανήλικα στο σινεμά, προσέχαμε.
Τι κόσμος ερχόταν στα σινεμά αυτά τότε;
Όταν πρωτοξεκίνησε το πορνό πέρασε όλος ο κόσμος, όποιος μπορείς να φανταστείς. Τα πρώτα χρόνια στο Αλέκα ερχόντουσαν εκδρομικά λεωφορεία και άδειαζαν κόσμο από όλη την Β. Ελλάδα για να δούνε πορνό. Οικογενειάρχες, οι γυναίκες τους, ήταν περίεργοι ήθελαν να δούνε, δεν ξέρανε τι είναι, δεν είχανε δει στη ζωή τους, ήταν θέαμα για αυτούς. Όταν το ενδιαφέρον του κόσμου στράφηκε στην ιδιωτική τηλεόραση και τις βιντεοταινίες άρχισε να μειώνεται η προσέλευση. Αυτοί που ήθελαν να δούνε αγόράσαν βίντεο αργότερα dvd και βλέπανε σπίτι τους έτσι ο κινηματογράφος μετεξελίχθηκε από θέαμα σε χώρο γνωριμιών όπου η ταινία απλά είναι η πρόφαση έρχονται ξέρουν ότι μπορεί να βρουν κάποιον που να τον ενδιαφέρει για να καταλήξουν σε γνωριμία και σεξ.
Τι είναι αυτό που έχει αλλάξει τη μορφολογία του Βαρδάρη και των κινηματογράφων, πέρα από την τηλεόραση και το dvd;
Η περιοχή είχε 6-7 κινηματογράφους: Ίλιον, Αλέκα, Αλκαζάρ, Αελλώ, Λαϊκόν, Βίλμα που παίζανε περιπέτειες και κωμωδίες και μετά το 1990 μόνο πορνό. Τώρα έχουμε μείνει μόνο εμείς και το Βίλμα. Η περιοχή έχει χαλάσει. Το κύτταρο της Θεσσαλονίκης ήταν εδώ. Τα υπεραστικά λεωφορεία ΚΤΕΛ, ο Σταθμός, το λιμάνι πιο κάτω, όλες οι μικρές βιοτεχνίες εδώ πίσω και μέχρι τη Βαλαωρίτου, τα συνεργεία που είχαν και ανταλλακτικά και οι μεταφορικές. Όλα αυτά σιγά σιγά εξαφανίστηκαν, τίποτα δεν έμεινε και τη χειρότερη ζημιά μας την έχει κάνει το μετρό που υποσχέθηκε στους Θεσσαλονικείς να κάνουν υπομονή και το 2012 θα έχουν μετρό και φτάσαμε στο 2015 και έχουμε μόνο γιαπιά, μάντρες …έχουν καταστραφεί τα πάντα. Όλες οι κακές συγκυρίες έπεσαν στον Βαρδάρη. Εδώ στη στοά υπήρχε μια τεράστια αγορά με στρατιωτικά είδη, τώρα δεν υπάρχει στρατός, δεν υπάρχει στολή εξόδου. Τότε κάτι έχαναν, κάτι χαλούσαν, θέλανε να αγοράσουν ένα επιπλέον ρούχο, γινόταν χαμός εδώ. Οι βιοτεχνίες εξαφανίστηκαν με το που ήρθε η αγορά της Κίνας στην κάτω μεριά. Δεν το λέω με κακό, τι μας φταίνε οι άνθρωποι… απλά έτσι ήρθαν τα πράγματα. Φύγανε και τα ΚΤΕΛ, οι μεταφορικές… Κάποτε θα φεύγανε, βέβαια, γιατί ενώ αρχικά ήταν έξω από την πόλη, η πόλη μεγάλωσε, επεκτάθηκε το κέντρο, και πλέον δεν γινόταν να μείνουν, έπρεπε να πάνε πιο έξω. Δεν έχασε μόνο τη μορφή του ο Bαρδάρης αλλά και τη φυσικότητά του, τον αέρα του. Δεν υπάρχει ο Βαρδάρης που λέγαμε, ο αέρας που ξεκινούσε από την περιοχή των Σκοπίων και κατέβαινε προς τα κάτω περνώντας μέσα από την Θεσσαλονίκη. Άλλαξε το κλίμα, ο αέρας έγινε ανατολικός, τίποτα δεν έχει μείνει που να θυμίζει τι σημασία που έχει η λέξη Βαρδάρης. Να φανταστείς ότι παλιά της Δευτέρες το πρωί μαζεύονταν εκατοντάδες για να μην πω χιλιάδες κόσμος στην πλατεία και συζητούσαν για τα ποδόσφαιρα και τα πολιτικά. Ανέβαζε και έριχνε κυβερνήσεις ο Βαρδάρης, ήταν ένα αθλητικό και πολιτικό παζάρι.
Το κλίμα στην αίθουσα πώς ήταν εκείνη την εποχή;
Ήταν πάρα πολύς ο κόσμος, πολύ συνεσταλμένος αρχικά, δεν έβρισκες την αμεσότητα που υπάρχει τώρα, ήταν πιο απόμακρα. Ένα πυκνό ντουμάνι, γιατί τότε δεν απαγορευόταν το τσιγάρο και όλοι καπνίζαν μέσα στην αίθουσα. Ήταν λίγο πιο οικογενειακά. Μια φορά ανέβηκα σε μια αίθουσα και ήταν ένας με μια κατσαρόλα γεμάτη φασολάδα, έτρωγε και έβλεπε ταινία. Όλα γίνονταν εδώ. Ερχόντουσαν άνθρωποι το πρωί και φεύγανε το βράδυ. Τρομάζαμε να τους βγάλουμε από την αίθουσα, για να βάλουμε καινούργιο κόσμο, δεν φεύγανε. Τώρα είναι το αντίθετο, μπαίνει ο άλλος αλλά φεύγει γρήγορα. Μέσα στην αίθουσα φωνάζανε, βάλε την τσόντα, έχουμε δουλειές, οικογένεια.
Από την κρίση έχετε επηρεαστεί;
Το σινεμά γενικά από την κρίση έχει εξαφανιστεί. Σκέψου ότι κινηματογράφοι πρώτης προβολής μέσα στην πόλη υπάρχουν τρεις και σινεμά πορνό δύο, ελάχιστα θερινά και ακόμα και τα πολυσινεμά έχουν πρόβλημα. Έχει αλλάξει και ο τρόπος διασκέδασης, υπάρχει το ίντερνετ, η νεολαία δεν έχει μάθει να βλέπει ταινίες σε σκοτεινή αίθουσα.
Σου άρεσε πάντα αυτή η δουλειά;
Από πιτσιρίκος μου άρεσε υπερβολικά ο κινηματογράφος, η φαντασία, αυτό που έδειχνε μου φαινόταν μαγικό, εξωπραγματικό. Μεγάλωσα μέσα στις αίθουσες. Το διάστημα που ήμουν στο γραφείο διανομής κινηματογραφικών ταινιών, βλέπαμε όλες τις ταινίες που έβγαιναν για να ξέρουμε τι θα πούμε στον πελάτη που θα έρθει να την πάρει.
Φίλους έχεις κάνει; Έχεις συναντήσει και γνωριστεί με επώνυμους; Από τα λαϊκά σινεμά έχουν περάσει και γράψει ποιητές και λογοτέχνες …από τον Χριστιανόπουλο μέχρι τον Παλαμιώτη.
Έκανα πάρα πολλούς φίλους, πέρασε παρά πολύς κόσμος, δεν θέλω να πω τα ονόματα τους και ποιητές και ηθοποιοί, τραγουδιστές, μέχρι βουλευτές και δικηγόροι, κάθε είδους επώνυμος της πόλης. Εμένα μου άρεσε να μαθαίνω για την ζωή τους, δεν με ενόχλησαν ποτέ, δεν είχα πρόβλημα με τους ανθρώπους και τις επιλογές τους, τους σεβάστηκα όλους και με σεβάστηκαν, τους φέρθηκα καλά και μου φέρθηκαν με τον ίδιο τρόπο.
Τι λέγατε με όλους αυτούς που γνώρισες;
Παλιά ήταν πιο κουμπωμένοι, δεν ανοίγονταν. Ένας άνθρωπος που ήταν γκέι τι να πει, υπήρχε ο φόβος. Τώρα δεν υπάρχει πρόβλημα, το λένε, τους αρέσει να το λένε, αγαπάνε τον εαυτό τους όπως είναι και γι’ αυτό που είναι και αυτό είναι καλό, να είναι άνετοι και να τα έχουν βρει με τον εαυτό τους. Παλιά δεν μπορούσες να τους βγάλεις τίποτα, ήταν κρυφοί και ήταν χειρότερο, δεν είναι ωραίο να υποκρίνεσαι κάτι που δεν είσαι. Το Λαϊκό έχει μεγαλώσει γενιές και γενιές και έχω δει όλες τις αλλαγές στις ζωές των ανθρώπων. Είχα έναν παππού 86 ετών, τον έχασα τώρα τελευταία, τι να έγινε άραγε; Μου έλεγε: «Νίκο παιδί μου, βρες μου ένα διαμέρισμα φθηνό εδώ κοντά να μένω γιατί θα πεθάνω αν δεν μπορώ να έρχομαι εδώ». Ήθελε να βρίσκεται συνέχεια στο χώρο αυτό, τον αγαπούσε, αυτό αγαπούσε να κάνει .
Γυναίκες είχε το σινεμά ποτέ;
Οι γυναίκες ερχότανε γιατί θέλανε να δούνε πορνό, δεν υπήρχε κάπου αλλού, κάποιος άλλος τρόπος να δούνε. Θέλανε να απελευθερωθούν, να εξοικειωθούν με αυτά που έδειχνε το πανί. Υπήρχαν από εκεί και πέρα και ζευγάρια που θέλανε ο άντρας να παρακολουθεί, η γυναίκα να πράττει και το αντίθετο ή έψαχναν τρίτο πρόσωπο. Αυτά τα τελευταία χρόνια, που μπορείς να τα βρεις όλα στο ιντερνέτ, σταμάτησαν.
Για την οικογένεια σου και τον περίγυρο ήταν περίεργο να κάνεις αυτή τη δουλειά;
Ποτέ δεν είχα πρόβλημα με την οικογένειά μου. Καταρχήν η δουλειά είναι δουλειά και δεν είναι κάτι περίεργο. Από την άλλη και η γυναίκα μου και ο γιος μου, ο οποίος τώρα είναι 25 ετών, είναι ελεύθερα πνεύματα, δεν έχουν κολλήματα και κανένα πρόβλημα, μιλούσαμε και στο σπίτι για τη δουλειά.
Ποια περιστατικά θυμάσαι πιο έντονα όλα αυτά τα χρόνια;
Μπορώ να σου πω πολλά, πάρα πολλά. Είχα κάποτε έναν γιατρό, τακτικό πελάτη, ομοφυλόφιλο και γιόρταζα του Aγίου Νικολάου (πριν 25 -30 χρόνια το περιστατικό αυτό) και χτυπάει το κουδούνι του σπιτιού μου, ανοίγω και είναι αυτός με μια γλάστρα και μου λέει: «Νίκο ήρθα να σου ευχηθώ για τη γιορτή σου». Έμεινα άφωνος, δεν το περίμενα να το κάνει αυτό το πράγμα για μένα. Κάποτε έρχεται ένας ηλικιωμένος, ανεβαίνει τις σκάλες και ακούω θόρυβο και ένα μπαμ στη τζαμαρία, τρόμαξα, πετάγομαι και βλέπω στην πόρτα ένα ξύλινο πόδι. Ο άνθρωπος είχε ξύλινο πόδι και όπως ανέβηκε σκάλωσε στο τελευταίο σκαλοπάτι και του έφυγε. Ένας άλλος ήταν η βασίλισσα της τουαλέτας με όλα τα τεκνά γύρω και δεν άφηνε κανέναν να κατέβει αν δεν του δώσει την άδεια. Είχα έναν άλλο που του άρεσε να κάνει χαλάστρα, ήταν το χόμπι του. Όταν έβλεπε ότι μιλάνε δυο άτομα και κάνουνε ψηστήρι, χωνόταν στην μέση μέχρι που κάποια στιγμή δεν γινόταν και τον διώξαμε. Κάποιος άλλος ντυνόταν γυναίκα, άλλαζε την λάμπα από την τουαλέτα και έβαζε μια κόκκινη και του άρεσε να κάνει ότι είναι στην είσοδο ενός μπουρδέλου… δεν έκανε κάτι άλλο. Ένα βράδυ Τσικνοπέμπτης σταματάει ένα τζιπάκι και κατεβαίνει μια νύφη με ουρά, με λουλούδια, με τα όλα της. Λέω τι κάνει μια νύφη τέτοια ώρα στον Βαρδάρη, πλησιάζει και βλέπω ότι είναι ένας πελάτης γνωστός. Μπαίνει και μου λέει: «Νίκο δες τώρα πόσοι θα πάρουν τη νύφη». Μπορείς να φανταστείς τι χαμός έγινε. Πολλά τέτοια περιστατικά, ατελείωτα, είχαμε αυτούς που τους άρεσε να παίρνουν μάτι, τους ξεχασμένους που κοιμόντουσαν στα πίσω καθίσματα και τους βρίσκαμε την άλλη μέρα το πρωί. Είχα αυτούς με τα διπλοονόματα ΠετροΚώστηδες και ΝικοΓιάννηδες, δεν λέγανε το αληθινό τους όνομα και κάθε ένας μου τον σύστηνε με ένα διαφορετικό και δεν ήξερες ποιο είναι το πραγματικό.
Το μέλλον του σινεμά πορνό πώς το βλέπεις;
Δεν το βλέπω. Το θέαμα επί της οθόνης τελείωσε, κανείς δεν θα έρθει να δει ταινία. Οι αίθουσες είναι πλέον χώρος συνάντησης μεταξύ ατόμων αλλά και οι χώροι έξω πλέον είναι πολλοί για γνωριμίες, έχει σάουνες, καμπίνες, μπαρ και πολλές οι σελίδες στο ίντερνετ.
Έχει πολλούς αλλοδαπούς πλέον στα σινεμά;
Στα πρώτα χρόνια να δεις… που έρχονταν οι πρώτοι Ρώσοι, Αλβανοί και περισσότερο έμπαιναν για να κρυφτούν. Ερχόταν η αστυνομία και έχει βγάλει μέχρι και 11 άτομα μια μέρα από εδώ. Εμείς τους αγκαλιάσαμε από την αρχή με αγάπη, όλο τον κόσμο τον αγκάλιασε το Λαϊκό, είναι πολυπολιτισμικό και πολύχρωμο, το σημείο αναφοράς για όλους μια μεγάλη γιορτή, ένα πανηγύρι όπου μπορούσες να βρεις τα πάντα.
Υπάρχουν άνθρωποι που θυμάσαι να έρχονται από τότε που είσαι στους κινηματογράφους;
Γνώρισα νέους που έγιναν ώριμοι άντρες, άντρες που τώρα είναι παππούδες και παππούδες που έχουν πεθάνει και μέχρι την τελευταία στιγμή ερχόντουσαν στον κινηματογράφο. Για πολλούς δεν είναι η ταινία απλά και η γνωριμία, αλλά το στέκι, το καφενείο τους, θέλουν να βρίσκονται μέσα σ’ αυτό τον χώρο, είναι η συναναστροφή, ξέρεις ότι θα βρεις τα φιλαράκια σου εδώ.
Εσένα το δικό σου μέλλον ποιο είναι;
Μετά από τόσα χρόνια είμαι στην διαδικασία σύνταξης, έχω συμπληρώσει τα ένσημα μου, από το 1978 κολλάω ένσημα στους σινεμάδες. Κουράστηκα κιόλας, η δουλειά είναι δύσκολη, πρέπει με όλους να τα έχεις καλά, να είσαι φίλος και δεν έχεις γιορτές, αργίες, Κυριακές. Δεν θυμάμαι να έχω κάνει ποτέ Πάσχα, πρωτοχρονιά σηκωνόμουν από το τραπέζι να έρθω να ανοίξω τον κινηματογράφο. Θέλω φύγω, να πάω να εκπληρώσω το τάμα μου. Είμαι από το Λιτόχωρο, θα πάω στον Όλυμπο να ζήσω με τους φίλους μου τους παιδικούς και θα αράξω εκεί.
Περισσότερες φωτογραφίες εδώ