Μια ζωή σαν δέκα… Η Μελίνα λείπει 30 χρόνια αλλά (θα) την θυμόμαστε πάντα
Η γεμάτη ζωή της καλλιτεχνικά και πολιτικά - Το όραμα της για τα γλυπτά του Παρθενώνα, τα ΔΗΠΕΘΕ, και ο θάνατος - Όσα θα πρέπει να γνωρίζεις
Τριάντα χρόνια από τον θάνατο της Μελίνας Μερκούρη δεν είναι απλά μία επέτειος μνήμης, αλλά μία μεγάλη απώλεια για την τέχνη και τον πολιτισμό της χώρας. Η Στέλλα του Κακογιάννη, η Μήδεια του Βολανάκη, η Κλυταιμνήστρα και η ηρωίδα των έργων του Τενεσί Ουίλιαμς του Κουν, η Ίλια στα «Παιδιά του Πειραιά», η Υπουργός, η αγωνίστρια.
Η Μελίνα Μερκούρη, υπήρξε μία από τις κορυφαίες φυσιογνωμίες του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου και ηγετική μορφή του αντιδικτατορικού αγώνα. Ήταν εκείνη που έκανε γνωστή στα πέρατα του κόσμου την Ελλάδα. Η Μελίνα που αναστάτωσε τις Κάννες με το συρτάκι, η Μελίνα του αντιδικτατορικού αγώνα που ενόχλησε τους συνταγματάρχες σε βαθμό που της αφαίρεσαν την ιθαγένεια, η Μελίνα των Γλυπτών του Παρθενώνα που διεκδίκησε την επιστροφή τους μέχρι το θάνατο της, η Αμαλία — Μαρία (όπως τη βάφτισαν) Μερκούρη, η υπουργός Πολιτισμού των κυβερνήσεων του Ανδρέα Παπανδρέου.
Πίστευε ότι «ο πολιτισμός είναι η βαριά βιομηχανία μας». Ότι είναι ένα σοβαρό εξαγώγιμο προϊόν και ότι έχει μεγάλη σημασία και αξία η ανάδειξή του. «Η Ελλάδα πρέπει να πρωταγωνιστεί για τον Πολιτισμό. Η Ελλάδα αυτό είναι. Η κληρονομιά της, η περιουσία της. Και αν το χάσουμε αυτό δεν είμαστε κανείς» είχε πει κάποτε η ίδια σε συνέντευξη της.
Ο παππούς Σπύρος και ο μπαμπάς Σταμάτης
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 18 Οκτωβρίου 1920 ως Μαρία-Αμαλία (Μελίνα). Καταγόταν από μία πολύ γνωστή οικογένεια της Αθήνας, με αρβανίτικες ρίζες, που προερχόταν από την Αργολίδα και μέλη της είχαν πολεμήσει στην Επανάσταση του 1821. Ο παππούς της Μελίνας, Σπυρίδων Μερκούρης, είχε διατελέσει για πολλά χρόνια δήμαρχος Αθηναίων. Ο πατέρας της, Σταμάτης Μερκούρης, ήταν αξιωματικός του Ιππικού και χρημάτισε βουλευτής και υπουργός (Λαϊκόν Κόμμα, Εθνικόν Ριζοσπαστικόν Κόμμα, Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά) ενώ για πολλά χρόνια συμμετείχε στη διοίκηση της ομάδας του Παναθηναϊκού. Στην κατοχή, ο Σταμάτης Μερκούρης ίδρυσε την αντιστασιακή οργάνωση με την ονομασία «Ριζοσπαστική Οργάνωσις» τον Ιανουάριο του 1942. Ο θείος της, Γεώργιος Μερκούρης, είχε ακροδεξιές πολιτικές απόψεις και ήταν ιδρυτής του Ελληνικού Εθνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, καθώς και διοικητής της Εθνικής Τράπεζας την περίοδο της Κατοχής, γεγονός που προκάλεσε την οργή της οικογένειας Μερκούρη, ενώ αρνήθηκαν να παραστούν στην κηδεία του, το 1943. Η μητέρα της, Ειρήνη Λάππα, ήταν αδελφή του ναυάρχου Πύρρου Λάππα, ο οποίος διατέλεσε αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, γενικός γραμματέας της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων και αρχηγός του Στρατιωτικού Οίκου του βασιλιά Παύλου.
Ο κρυφός γάμος και το Εθνικό
Το χειμώνα του 1939 παντρεύεται κρυφά έναν θαυμαστή της, τον Παναγή Χαροκόπο, που της έχει υποσχεθεί ότι θα της επιτρέψει να σπουδάσει ηθοποιός. Έτσι, σπουδάζει στο Εθνικό Θέατρο με συμμαθητές τη Δέσπω Διαμαντίδου, την Αλέκα Παΐζη, τον Ανδρέα Φιλιππίδη, τον Αλέξη Δαμιανό ενώ η Ελλάδα ζει τη Γερμανική Κατοχή. Ο πατέρας της και ο αδερφός της είναι στην αντίσταση, η ίδια όμως είναι αφοσιωμένη στις σπουδές της και δεν αναπτύσσει αντιστασιακή δράση. Αργότερα, θα εξομολογηθεί πως είναι το μόνο πράγμα για το οποίο μετάνιωσε. Στα τέλη της δεκαετίας του 40, η Μελίνα γνώρισε τον Πύρρο Σπυρομήλιο με τον οποίο υπήρξαν ζευγάρι για εφτά ολόκληρα χρόνια. Κατά πολλούς υπήρξε ο μεγάλος έρωτας της ζωής της, πριν συναντήσει τον Ντασέν. Ο Πύρρος Σπυρομήλιος ήταν αξιωματικός του πολεμικού ναυτικού και ήρωας του αλβανικού μετώπου. Πέθανε τον Μάρτιο του 1961 από υπερτροφία της καρδιάς, γεγονός που συνέτριψε τη Μελίνα, παρόλο που είχαν μεσολαβήσει πέντε χρόνια από τον οριστικό χωρισμό τους.
Το θέατρο
Πρωτοεμφανίζεται στη θεατρική σκηνή το 1944 στο Θέατρο Βρετάνια με το θίασο του Γιώργου Παππά και Αντώνη Γιαννίδη, με το έργο του Αλέξη Σολομού «Το μονοπάτι της Λευτεριάς» και ακολουθεί το έργο του Laszlo Bus-Fekete «Η κόμισσα και ο καμαριέρης». Ακολουθούν: 1945-1946 «Μις Μπα», «Θα σε παντρευτώ Τέρας», «Το Πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα», «Πωλείται Κέφι», «Η Μπόρα Πέρασε», «Επικίνδυνη Στροφή», «Ο Άνθρωπος και τα Όπλα», «Φαύλος Κύκλος», «Της Νύχτας τα Καμώματα», «Ένας Φίλος θα ‘ρθει απόψε» 1946 «Τρισεύγενη», «Ανατολικά του Σουέζ», «Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ», «Δεν θα τα πάρεις μαζί σου», 1947 «Άνθρωπος και Υπεράνθρωπος», «Γαμήλιο Εμβατήριο», «Ο Βασιλικός», «Το τραγούδι της Κούνιας».
Το 1949 στο θέατρο τέχνης του Κάρολου Κουν, ερμήνευσε την Μπλανς Ντιμπουά στο «Λεωφορείον ο Πόθος». Η παράσταση σημείωσε πραγματικό θρίαμβο τόσο εμπορικά όσο και καλλιτεχνικά. Στην πρεμιέρα το κοινό σηκώθηκε όρθιο φωνάζοντας ρυθμικά το όνομά της και ξέσπασαν σε ένα παρατεταμένο χειροκρότημα. Ήταν ο ρόλος που επί της ουσίας την καθιέρωσε ως πρωταγωνίστρια, δίνοντας μία ηχηρή απάντηση στους αμφισβητίες της. Ο ίδιος ο Δημήτρης Ροντήρης (ο οποίος απεχθανόταν το θέατρο Τέχνης, αποκαλώντας το συχνά «φιδοφωλιά») της έδωσε συγχαρητήρια για την υπέροχη ερμηνεία της. Ειδικά για τη συγκεκριμένη παράσταση γράφτηκε το τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι «Χάρτινο το Φεγγαράκι».
Από το 1951 αρχίζει να πρωταγωνιστεί παράλληλα και στη Γαλλική θεατρική σκηνή, όπου έγινε μούσα ενός από τους μεγαλύτερους θεατρικούς συγγραφείς της Γαλλίας, του Μαρσέλ Ασάρ. Ο Αχιλλέας Μαμακης από πολύ νωρίς την αποκαλεί συχνά στη θεατρική στήλη της εφημερίδας « Έθνος», «Ελληνο-Παρισινή πρωταγωνίστρια». Το 1953 κερδίζει το έπαθλο «Μαρίκα Κοτοπούλη», ένα σημαντικό θεατρικό βραβείο που καθιέρωσε η Μαρίκα Κοτοπούλη για τις νέες ανερχόμενες ηθοποιούς. Συνεχίζει την παράλληλη πορεία της και στις δύο σκηνές, την αθηναϊκή και την παριζιάνικη.
Η Στέλλα
Το 1955 υπήρξε η χρονιά – σταθμός της καριέρας και της ζωής της. Ήταν η χρονιά που πρωταγωνίστησε στην πρώτη κινηματογραφική της ταινία, τη Στέλλα του Μιχάλη Κακογιάννη. Ήταν ένας ρόλος κομμένος και ραμμένος στα μέτρα της. Η ταινία διαγωνίστηκε στο Φεστιβάλ των Καννών και κατά την προβολή της, γνώρισε και ερωτεύτηκε τον Ζυλ Ντασέν, με τον οποίο έμεινε μαζί του, έως το τέλος της ζωής της. Μαζί έγραψαν ιστορία με τις ταινίες που γύρισαν. Για χάρη της, εκείνος θα αφήσει την καριέρα του στο Χόλιγουντ και θα εγκατασταθεί με την αγαπημένη του στην Ελλάδα. Το 1964, η Μελίνα και ο Ντασέν ανήγγειλαν την πρόθεσή τους να δεσμευτούν. Η Παρί Ζουρ δημοσίευσε την είδηση ως εξής: «Η Μελίνα Μερκούρη, 38 ετών, είναι η χαρά της ζωής, η ελευθερία, το απρόοπτο. Ο Ντασσέν 52 ετών είναι η διακριτική διάνοια, το ταλέντο, ο μη κραυγαλέος αντικομφορμισμός». «Αν στην ηλικία μου δεν γνωρίζω τι είναι σημαντικό εις την ζωήν δεν θα το μάθω ποτέ», ομολογεί η Μελίνα. «Ζω με τον Ντασσέν, τον αγαπώ, είναι καλύτερός μου. Και θα ήθελα αυτό να μην τελειώσει ποτέ». Παντρεύτηκαν στις 18 Μαΐου του 1966 στο δημαρχείο Λωζάνης. Ο Νίκος Κούρκουλος ήταν ο μόνος Έλληνας μάρτυρας στο γάμο. Ο άλλος μάρτυρας ήταν ο Ελβετός δικηγόρος του Ζυλ Ντασέν. «Είναι η πιο ευτυχισμένη στιγμή στη ζωή μου», φέρεται ότι δήλωσε η Μελίνα Μερκούρη. «Θα ήθελα να είχαμε παντρευτεί στην Ελλάδα, αλλά τότε θα έπρεπε να καλέσουμε πολύ κόσμο και δεν ταίριαζε ο θόρυβος και η φασαρία σε μια απλή τελετή που επισφραγίζει συμβίωση 10 χρόνων». Το ίδιο βράδυ ακολούθησε ελληνικότατο γλέντι με συρτάκι και πολύ κέφι στο Λωζάν Παλλάς.
Επιστρέφοντας στην καλλιτεχνική της πορεία, η Μελίνα Μερκούρη το 1960 παίζει με τεράστια επιτυχία στο θέατρο Τέχνης το «Γλυκό Πουλί της Νιότης» με τον πρωτοεμφανιζόμενο τότε Γιάννη Φέρτη. Οι κριτικές είναι διθυραμβικές για τη Μελίνα, με κοινό και κριτικούς να αναφέρουν πως η Μελίνα ήταν τόσο ρεαλιστική που δεν «έπαιζε» την Αλεξάνδρα ντελ Λαγκο, αλλά «ήταν» η Αλεξάνδρα ντελ Λαγκο επί σκηνής. Μία λιγότερο γνωστή στιγμή, ήταν όταν το 1962 συμμετείχε στο διάσημο τηλεπαιχνίδι «What’s my line» στην Αμερική, όπου διάφοροι celebrity καλούνταν να μαντέψουν τις ιστορίες άλλων επωνύμων ή ακόμη και ανωνύμων μέσα από άγνωστους γρίφους!
Επόμενος σημαντικός σταθμός στη θεατρική της καριέρα είναι το 1967 με το «Illya Darling» που ανεβάζει, με προπωλημένα όλα τα εισιτήρια των παραστάσεων και με συμπρωταγωνιστή τον Νίκο Κούρκουλο, στο Μπρόντγουέι στις ΗΠΑ, ενώ είχε ήδη κάνει περιοδεία σε κάθε πολιτεία των ΗΠΑ. Το έργο είναι η θεατρική διασκευή του κινηματογραφικού έργου «Never on Sunday» (Ποτέ την Κυριακή), που της είχε χαρίσει παγκόσμια αναγνώριση. Η παράσταση σημείωσε πραγματικό εμπορικό θρίαμβο με αποτέλεσμα η Μελίνα να γίνει εξώφυλλο, στο ευρείας κυκλοφορίας αμερικανικό περιοδικό Life. Η εξαιρετικά επιτυχημένη ερμηνεία της Μελίνας, της χάρισε μια υποψηφιότητα για το μεγάλο θεατρικό Βραβείο Tony.
Κατά τη διάρκεια της επταετίας (1967-1974) πολέμησε έντονα τη Χούντα, χρησιμοποιώντας τη φήμη και τη λάμψη που είχε αποκτήσει, με συνέπεια να της αφαιρεθεί η ελληνική υπηκοότητα. Έδωσε αρκετές συναυλίες και διοργάνωσε αρκετά μεγάλο αριθμό πορειών αντιδικτατορικού χαρακτήρα. Επεδίωξε και συναντήθηκε με πολιτικούς αλλά και με πνευματικές προσωπικότητες παγκοσμίου κύρους, με σκοπό να τους ευαισθητοποιήσει ενάντια στη χούντα. Τα χρόνια της δικτατορίας, από τη στιγμή που τελείωσε τις παραστάσεις του «Illya Darling», η Μελίνα Μερκούρη έπαιξε μόνο τη Λυσιστράτη το 1972 στο Μπρόντγουεϊ σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη.
Το 1975 και ενώ έχει επιστρέψει στην Ελλάδα, ανεβάζει στο θέατρο Κάππα με τον Νίκο Κούρκουλο την «Όπερα της πεντάρας», το 1976 τη «Μήδεια» με το Κ.Θ.Β.Ε., ενώ το 1978 το «Συντροφιά με το Μπρεχτ» από το Ελληνικό θέατρο του Μάνου Κατράκη, παράσταση για την οποία γράφτηκε από το Θάνο Μικρούτσικο το «Άννα μην κλαις» για να τραγουδηθεί από τη Μελίνα Μερκούρη και τον Γιάννη Κούτρα. Τέλος, το 1980 ανέβασε ξανά το «Γλυκό πουλί της Νιότης» με τον Γιάννη Φέρτη και έκλεισε ουσιαστικά τη θεατρική της καριέρα με το «Ορέστεια» στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου από το Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν». Το 1992 κάνει μια τελευταία, έκτακτη, εμφάνιση στην όπερα Πυλάδης, σε βιντεοσκοπημένη σκηνή, στο ρόλο της Κλυταιμνήστρας, που παρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Η Μελίνα στην πολιτική
Μετά την πτώση της Χούντας, η εξορία τελειώνει για τη Μελίνα Μερκούρη. Εντάσσεται στο ΠΑΣΟΚ και σύμφωνα με εντολή του Ανδρέα Παπανδρέου, κατεβαίνει υποψήφια στη Β’ Πειραιά. Το 1977 η Μερκούρη εκλέγεται βουλευτής συγκεντρώνοντας μόνη της, τους διπλάσιους ψήφους από όσους πήραν όλοι οι υποψήφιοι μαζί στην συγκεκριμένη περιφέρεια. Το 1981 ορκίζεται Υπουργός Πολιτισμού και κρατά τη θέση αυτή για περίπου 8 χρόνια. Το πέρασμά της από εκεί, λαμπρό. Ήταν εκείνη που έφερε τον πολιτισμό στο προσκήνιο της ελληνικής πολιτικής. Εκείνη που είχε εμπνευστεί την ίδρυση των Δημοτικών Περιφερειακών Θεάτρων σε μια αξιόλογη προσπάθεια να αποκτήσει η περιφέρεια την πολιτιστική της φυσιογνωμία.
«Πρέπει να καταλάβετε τι σημαίνουν τα Γλυπτά του Παρθενώνα για εμάς»
Τα επιτεύγματά της ως υπουργού Πολιτισμού άλλαξαν τη χώρα της: από την ενοποίηση των αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας σε περιοχή χωρίς αυτοκίνητα, μέχρι τη θέσπιση δωρεάν εισόδου των Ελλήνων πολιτών στα μουσεία και στους αρχαιολογικούς χώρους στο πλαίσιο μιας προσπάθειας για την ευρύτερη παιδεία. Επίσης, έθεσε τις βάσεις για το Μουσείο της Ακρόπολης αλλά και την επιστροφή των μαρμάρων. Οραματιζόταν μέχρι τον θάνατό της την επιστροφή των Γλυπτών από το Βρετανικό Μουσείο. Ξεκίνησε την εκστρατεία θίγοντας το θέμα επίσημα στη Διεθνή Διάσκεψη Υπουργών Πολιτισμού της UNESCO, τον Ιούλιο του 1982, στο Μεξικό. «Πρέπει να καταλάβετε τι σημαίνουν τα Γλυπτά του Παρθενώνα για εμάς», δήλωνε. «Είναι το καμάρι μας. Είναι οι θυσίες μας. Είναι το υπέρτατο σύμβολο ευγένειας. Είναι φόρος τιμής στη δημοκρατική φιλοσοφία. Είναι η φιλοδοξία και το όνομά μας. Είναι η ουσία της ελληνικότητάς μας». Και τόνιζε: «Αν με ρωτήσετε εάν θα ζω όταν τα Γλυπτά του Παρθενώνα επιστρέψουν στην Ελλάδα, σας λέω πως ναι, θα ζω. Αλλά κι αν ακόμη δεν ζω πια, θα ξαναγεννηθώ». Το 1986, ως υπουργός Πολιτισμού, πάει στην Οξφόδρη να μιλήσει σε ένα debate για το ζήτημα των Γλυπτών του Παρθενώνα, που είχε κάνει σημαία της πολιτικής της. Εκεί μίλησε με το γνωστό της πάθος, ζητώντας συγγνώμη για την προφορά της, λέγοντας ότι θυμίζει έναν εκφωνητή «που μιλάει σαν να ‘χει τα Ελγίνεια Μάρμαρα στο στόμα του».
«Υπάρχουν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα. Δεν υπάρχουν Ελγίνεια Μάρμαρα. Όπως υπάρχει ο Δαβίδ του Michael Angelo, υπάρχει η Αφροδίτη του Da Vinci, υπάρχει ο Ερμής του Πραξιτέλη, υπάρχουν οι Ψαράδες στη θάλασσα του Turner, υπάρχει η Capella Sixtina. Δεν υπάρχουν Ελγίνεια Μάρμαρα. Ξέρετε, λένε ότι εμείς οι Έλληνες είμαστε ένας θερμόαιμος λαός. Να σας πω κάτι, είναι αλήθεια. Και είναι γνωστό πως δεν αποτελώ εξαίρεση. Γνωρίζοντας τι σημαίνουν τα γλυπτά του Παρθενώνα για τον ελληνικό λαό δεν είναι εύκολο να μιλήσω ψύχραιμα για το πως πάρθηκαν τα Μάρμαρα από την Ελλάδα… Η κυβέρνησή μου έχει ζητήσει την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα. Μας το αρνήθηκαν. Ας σημειωθεί ότι δεν θα εγκαταλείψουμε ποτέ το αίτημα αυτό» είχε πει μεταξύ άλλων σε εκείνη την ιστορική ομιλία. Η Μελίνα αποφάσισε να κάνει σκοπό ζωής την επιστροφή των Γλυπτών το 1960, ένας σκοπός που μπορεί να έμεινε ανεκπλήρωτος ωστόσο διήρκησε μέχρι το τέλος της ζωής της. «Θέλω πίσω τα μάρμαρά μου!» έλεγε το 1983 η υπουργός Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη, στον σερ Ντέιβιντ Ουίλσον, διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου για να πάρει την απάντηση: «Εσύ θέλεις τα δικά σου μάρμαρα, άλλοι θέλουν τα δικά τους». Η Μελίνα Μερκούρη δεν άφησε αναπάντητες τις αιτιάσεις του Ν. Ουίλσον λέγοντάς του: «Μα είναι μέλη εντός κτίσματος. Τα ξερίζωσαν. Υπάρχουν δηλαδή πολλοί Παρθενώνες στον κόσμο;»
Προκειμένου να υποβοηθηθεί το αίτημα της επιστροφής των Γλυπτών, το 1989 προκήρυξε διαγωνισμό για την κατασκευή ενός νέου Μουσείου της Ακρόπολης, δίνοντας παράλληλα έμφαση στις εργασίες αναστήλωσης της Ακρόπολης, αλλά και στη διάσωση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Το τέλος
Η Μερκούρη έφυγε από τη ζωή μετά από σκληρή μάχη με τον καρκίνο στις 6 Μαρτίου του 1994, σε ηλικία 74 ετών. Ήταν μανιώδης καπνίστρια. Συνήθιζε να λέει ότι το τσιγάρο της χάρισε χιλιάδες ευχάριστες στιγμές. Δυστυχώς όμως, της επεφύλαξε την πιο πικρή γεύση για το τέλος της ζωής της. «Παραλίγο να με λιντσάρουν επειδή κάπνιζα», είχε πει σε συνέντευξή της και λίγο αργότερα ζήτησε συγγνώμη και άναψε τσιγάρο.
Για τα 30 χρόνια χωρίς την τελευταία «Ελληνίδα θεά» η καλύτερή της φίλη και στενότερη συνεργάτιδά της και θεματοφύλακας της πολιτιστικής κληρονομιάς της, Μανουέλα Παυλίδου, αναφέρει στο Mega: «Ήμασταν στο Λονδίνο και ήταν ο Ντασέν και ο αδερφός της και πήγαν στον γιατρό και ήρθαν πίσω. Της είπαν “έχεις έναν καρκίνο, πολύ μαλακό και ήπιο και θα τον ξεπεράσεις” και είπε “α, πολύ καλά” και φύγαμε. Μέσα στο ασανσέρ τον έπιασαν τον Ντασέν τα κλάματα. Και μου λέει “δεν είναι ούτε απλός, ούτε ήπιος, είναι είναι επιθετικός καρκίνος και μας είπε ο γιατρός δεν έχει πολύ καιρό . Πήγα να λιποθυμήσω. Και πήγε καλά γιατί η Μελίνα έμαθε ότι έχει καρκίνο το 1988 και έζησε ως το 1994 καπνίζοντας. Ήταν από το τσιγάρο και της λέγαμε “γιατί καπνίζεις;”. “Μου λέτε ότι είμαι καλά. Άρα μου πήρε 60 χρόνια να αρρωστήσω άρα αφού είμαι καλά άρα 60 να ξαναπάθω” ήταν αυτή η λογική. Την κυνηγούσαμε, για το τσιγάρο. Της βάζαμε σε ένα πακέτο πολύ λιγότερα αλλά έκανε πολύ περισσότερα γιατί όποιον έβλεπε του έπαιρνε το τσιγάρο».
Η σορός της τέθηκε σε διήμερο λαϊκό προσκύνημα στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης Αθηνών, κηρύχθηκε τριήμερο εθνικό πένθος και έγινε η πρώτη Ελληνίδα που κηδεύτηκε με τιμές αρχηγού κράτους. Στην Ακρόπολη η σημαία κυμάτιζε μεσίστια, ενώ μετά τη νεκρώσιμη ακολουθία στον Καθεδρικό Ναό Αθηνών χιλιάδες άνθρωποι συνόδευσαν το φέρετρο μέχρι το Α’ Νεκροταφείο. Κατά μήκος της διαδρομής, από ιστορικά-αρχαιολογικά σημεία ακούγονταν από τα ηχεία τραγούδια της, όπως τα «Παιδιά του Πειραιά». Στην είδηση του θανάτου της, ο διεθνής Τύπος προέβη σε αναλυτικά αφιερώματα για τη ζωή της, ενώ στο Μπρόντγουεϊ τα θέατρα παρέμειναν κλειστά την ώρα της κηδείας της.
Η Μελίνα Μερκούρη υπήρξε μία σπουδαία γυναίκα που άφησε για πάντα το αποτύπωμα της με όσα έκανε. Μπορεί τα χρόνια να περνούν και να λείπει πάντα, ωστόσο υπάρχουν δεκάδες λόγοι να μιλάμε για εκείνη μέχρι σήμερα και να τη θυμόμαστε και τα επόμενα χρόνια, όταν ίσως κάποια στιγμή, επιστρέψουν και τα γλυπτά του Παρθενώνα στην Ελλάδα. Θα είναι τότε που υποσχέθηκε, πως θα ξαναγεννηθεί. Και η Μελίνα, κρατούσε πάντα τον λόγο της…