Άγγελος Φραντζής: «Κάθε κωμωδία κρύβει μέσα της ένα δράμα»

Ο γνωστός σκηνοθέτης μιλάει στην Parallaxi, για τη νέα του ταινία "Ο Νόμος του Μέρφυ" και όχι μόνο

Γιάννης Γκροσδάνης
άγγελος-φραντζής-κάθε-κωμωδία-κρύβε-1239861
Γιάννης Γκροσδάνης

Μας συστήθηκε με μια Polaroid. Στην φιλμογραφια του θα βρείτε επιτυχημένες ταινίες όπως η Ευτυχία και το Ακίνητο Ποτάμι.

Ο Άγγελος Φραντζής, ένας από τους πλέον συζητημένους σκηνοθέτες του ελληνικού κινηματογράφου μιλάει στην Parallaxi με αφορμή την πρεμιέρα της νέας του ταινίας, Ο Νόμος του Μέρφι, μια απολαυστική υπαρξιακή κωμωδία καταστάσεων με πρωταγωνίστρια την Κάτια Γκουλιώνη, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και την πολυαναμενόμενη της κυκλοφορία στις αίθουσες στις 21 Νοεμβρίου.

Ποια είναι τελικά η ηρωίδα της ταινίας, η Μαρία Αλίκη;

Για να γνωρίσετε την Μαρία Αλίκη θα πρέπει να δείτε την ταινία. Τώρα, αν με ρωτάς για το ποιο είναι το βιογραφικό της ηρωίδας μας, με δύο λόγια, αυτό είναι πολύ εύκολο να σου το πω: Είναι μια γυναίκα γύρω στα 40, ηθοποιός που όμως τίποτα δεν πάει καλά στη ζωή της, ούτε επαγγελματικά, ούτε σχεσιακά, ούτε σε άλλα επίπεδα. Έχει μια αναζήτηση στο να βρει τι πραγματικά θέλει και ποια είναι. Το αποκορύφωμα των πραγμάτων – των κακοτυχιών της θα λέγαμε – είναι αυτό το ατύχημα που παθαίνει και την βάζει σε αυτό το άλλο σύμπαν, που καλείται να βρει τελικά ποια είναι πραγματικά παίζοντας πιθανούς ρόλους που θα μπορούσε να έχει πάρει στη ζωή της αν είχε κάνει διαφορετικές επιλογές.

Αν είσαι κοντά στην ηλικία της Μαρίας Αλίκης αισθάνεσαι μια μικρή ή μεγάλη ταύτιση.

Αυτό είναι πολύ ωραίο που λες.

Το λέω με το εξής σκεπτικό: Η ηρωίδα της ταινίας είναι παιδί μιας γενιάς που νομίζω μπαίνοντας σε νεαρή ηλικία στην αγορά εργασίας ένιωθε ότι είχε όλο τον κόσμο δικό της. Ξαφνικά μετά από όλο αυτό το τσουνάμι που περάσαμε τα τελευταία 10-15 χρόνια (οικονομική κρίση, πανδημία, ενεργειακή κρίση, κλπ) – χωρίς να υπάρχει κάποια τέτοια αναφορά ευθέως στην αφήγηση της ταινίας – μάλλον έχασε αρκετά πράματα. Και επειδή η ψυχολογία πάντα παίζει σημαντικό ρόλο, νιώθω πως θα φτάναμε πάλι στο ίδιο σημείο. Δηλαδή χάνοντας πράγματα συνεχώς.

Ισχύει αυτό. Ξεκινάει κουβαλώντας μια σειρά από αποτυχίες. Και μέσα στην ταινία, προσπαθώντας να μπει σε αυτά τα στερεότυπα των ρόλων που άλλοι έχουν επιλέξει για εκείνη, πάλι αποτυγχάνει. Βέβαια μέσα από τις αποτυχίες βρίσκει τον εαυτό της ουσιαστικά. Συμφιλιώνεται δηλαδή με αυτό που έχει. Με αυτό που είναι. Για μένα αυτό ήταν μια πολύ ωραία αφορμή για να μιλήσω ουσιαστικά για πράγματα που έχουν να κάνουν με το θάνατο και τη ζωή αλλά με έναν τρόπο από τη σκοπιά της κωμωδίας και όχι με έναν βαρύγδουπο και σοβαροφανή τρόπο.

Έχει σημασία ότι δεν κοιτάς σκηνοθετικά την ιστορία σου ως ένα καθαρό υπαρξιακό δράμα αλλά προτιμάς να το προσεγγίσεις ως μια υπαρξιακή κωμωδία.

Ναι. Νομίζω πως είναι μια επιλογή αυτό. Άλλωστε κάθε κωμωδία κρύβει μέσα της ένα δράμα. Είναι ένας τρόπος να μιλήσουμε για τα πιο σοβαρά χωρίς να βαρύνουμε μέσα μας. Ξέρεις πολλές φορές κινδυνεύεις να αποκτήσει όλο αυτό μια σοβαροφάνεια, θα έλεγα, και κάτι βαρύδουπο. Και εγώ αυτό είναι κάτι το οποίο προσπαθώ να το αποφύγω όσο γίνεται. Δηλαδή, μ’ αρέσει η ελαφρότητα αυτού του πράγματος και μ’ αρέσει η προσπάθεια που ακροβατεί αυτή η γυναίκα ανάμεσα σε κάτι που έχει πολύ χιούμορ και είναι κωμικό και σε κάτι που έχει μια μελαγχολία, μια συγκίνηση.

Αισθάνομαι ότι ο Νόμος του Μέρφι έχει μια αίσθηση εκείνης της αγνότητας που κουβαλούσαν οι πρώτες σου ταινίες. Απλά ότι κάνεις πλέον είναι πιο εξελιγμένο.

Συμφωνώ μαζί σου και είναι ωραίο αυτό που λες. Και η Πολαρόιντ, που είναι η πρώτη μου ταινία και Το Όνειρο του Σκύλου έχουν με τον δικό τους τρόπο κάτι κωμικό και έχουν να κάνουν κάπως με το πραγματικό και το μη πραγματικό όπως συμβαίνει και στον Μέρφι.

Από την άλλη, υπάρχει μια εντυπωσιακή παρέλαση πραγμάτων. Πέρα από το μεταφυσικό στοιχείο υπάρχει και αρκετή φροϊδική ψυχανάλυση αλλά και δεκάδες όμορφες κινηματογραφικές αναφορές με στοιχεία πχ από τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο, τα κλασικά μιούζικαλ μέχρι ακόμα και το Mulholland Drive του Λυντς.

Το καταλαβαίνω αυτό που λες. Δεν ξεκινάω όμως μια ταινία λέγοντας θα κάνω την τάδε αναφορά στο ένα ή στο άλλο. Ξεκινάω και θέλω να με πάει κάπου και προσπαθώ να διεισδίσω σε ένα κομμάτι κόσμου και να το δω από διαφορετικές πλευρές. Οπότε όλο αυτό με τα διαφορετικά στιλιστικά κομμάτια, όπως το μιούζικαλ, υπάρχει γιατί γεννιούνται μέσα από την ψυχοσύνθεση της ηρωίδας μου. Δεν υπάρχουν από μόνα τους, και τα ίδια αυτά υπηρετούν με κάποιο τρόπο τις διαφορετικές αυτές τις πτυχές της ταυτότητάς της.

Υπάρχει μια διάθεση σχολιασμού μέσα από την ηρωίδα σου για τις ψευδαισθήσεις του μεταμοντέρνου κόσμου στον οποίο ζούμε όπως της influencer, των νευρώσεων της ψυχαναλύτριας, της ανάγκης να γίνει μάνα στα 40 της;

Νομίζω πως ήθελα να βάλω μία γυναίκα μέσα σε ρόλους και ρούχα που δεν της ταιριάζουν. Γιατί είναι κομμένα και ραμμένα με τρόπους που δεν μπορεί να ταιριάξουν. Γιατί είναι στερεότυπα πραγμάτων. Είναι το στερεότυπο της μάνας, είναι το στερεότυπο της κόρης, το στερεότυπο μιας επαγγελματία. Υπάρχει σαφώς ένα πλήθος στερεότυπων ρόλων που καλείται να παίξει μία γυναίκα και που μπαίνει μέσα σε αυτά η Μαρία Αλίκη, γιατί όλες οι γυναίκες και όλοι οι άνθρωποι έτσι κι αλλιώς ανεξαρτήτως φύλου αναγκάζονται να μπουν μέσα σε αυτούς τους ρόλους. Και γι’ αυτό ακριβώς αποτυγχάνει γιατί δεν είναι δικά της αυτά τα ρούχα άρα δεν μπορεί να ταυτιστεί σε καμία περίπτωση.

Είναι εύκολο να μιλήσεις για όλα αυτά μέσα από τη ματιά μιας γυναίκας; Έχεις μια ιδιαίτερη επαφή με τις γυναίκες μέσα στις ταινίες σου.

Με ενδιαφέρουν οι γυναίκες στις ταινίες μου. Με ενδιαφέρουν πολύ αλλά και εδώ υπάρχει το εξής: ότι εδώ η ηρωίδα είναι σύμβολο, όπως είπες, μιας υπαρξιακής – ας πούμε – κωμωδίας. Συνήθως φορείς του νοήματος είτε αφορά τραγωδία είτε αφορά κωμωδία στη μεγάλη λογοτεχνία αλλά και γενικά στην τέχνη ήτανε πάντα οι άνδρες. Ο ήρωας δηλαδή ήτανε σπάνια ηρωίδα και οι μεγάλες μορφές της λογοτεχνίας που αφορούν το τι είναι ο άνθρωπος αλλά και η λέξη άνθρωπος ήτανε πάντα ταυτισμένα σε μια πατριαρχική κοινωνία με τον άντρα είτε είναι ο Οδυσσέας, ο Δον Κιχώτης ή ο Οδυσσέας του Τζοϊς. Όλοι οι μεγάλοι ήρωες που αντανακλούν με κάποιο τρόπο την ανθρώπινη ψυχή και το τι είναι ο άνθρωπος ήτανε πάντα άντρες και είναι τόσο άδικο αυτό. Οπότε ναι, εμείς εδώ θέλαμε να κάνουμε μια ταινία που αυτό τον ρόλο να τον παίξει μια γυναίκα και ήτανε ένας στόχος αυτός.

Μιλήσαμε για το πως γεννήθηκε η ταινία και έχει σημασία να σταθούμε και στην εμπειρία να την κουμαντάρεις και να την χειρίζεσαι τεχνικά αφού είναι μια εξαιρετική παραγωγή.

Το χάρηκα πολύ και έχουν γίνει πράγματα και σε επίπεδο της φωτογραφίας και στην τεχνική διεύθυνση που δεν είναι εύκολο για ένα ελληνικό κινηματογραφιστή να τα έχει όλα στο σετ οπότε ήθελε να έχει αυτό το φαντασμαγορικό πλούτο με έναν τρόπο η ταινία. Θα μπορούσε να ήταν μια τελείως άλλη ταινία αλλά αυτό θα ήθελε ένα άλλο σενάριο και μια άλλη διαχείριση. Τα πάντα μπορούν να γίνουν και εγώ έχω κάνει και ταινίες χωρίς χρήματα καθόλου και έχω κάνει και ταινίες που είναι ακριβές. Κάθε ταινία ορίζει κάπως τους δικούς της κανόνες και τη δική της μέθοδο και πρέπει να ακολουθείς αυτή τη μέθοδο για να δεις πως να τη βρεις. Με άλλα λόγια να βρεις τι ταιριάζει κάθε φορά σε αυτό το συναίσθημα που θέλεις να μεταδώσεις με κάποιο τρόπο. Δεν μ’ αρέσει καθόλου να λέω τι θέλει να πει η ταινία γιατί δεν θέλει να πει κάτι, πιο πολύ θέλει να μοιραστεί ένα συναίσθημα ή μια αίσθηση ή μια εικόνα του κόσμου, οπότε δεν είναι απαραίτητο να πούμε ό,τι θέλει να σου πει κάτι. Αν η τέχνη ήταν να μας πει απλά κάτι με δυο λόγια ή να μας υποδείξει κάποιο μήνυμα θα το γράφαμε σε ένα χαρτί και θα το στέλναμε με SMS. Άρα όσο πιο κινηματογραφική είναι μια ταινία, τόσο πιο πολύ μοιράζεσαι μαζί της την αίσθηση και το συναίσθημα που κάποιος είχε και που ήθελε να μεταδώσει με κάποιο τρόπο.

Η μουσική παίζει ένα ρόλο στην αφήγηση γιατί σχολιάζει πράγματα. Κι αυτό είναι μια καλή αφορμή να εστιάσουμε στην συνεργασία σου με τον Σταμάτη Κραουνάκη που είναι πάντα μουσικά μέσα στην ταινία και κυρίως στο τελευταίο κομμάτι της. Πρέπει να δουλέψατε αρκετά μαζί πριν το γυρίσμα.

Ήμουν πάρα πολύ τυχερός που ο Σταμάτης θέλησε να κάνει αυτή τη ταινία. Έχει έναν οργιώδη τρόπο να δημιουργεί και να σκέφτεται και να παράγει μουσική και κρύβει πολύ συναίσθημα μέσα του που ξεχυλίζει. Έχει μια τεράστια καρδιά και μια γενναιοδωρία στον τρόπο που δημιουργεί. Θεωρώ ότι ήταν ιδανικός για να κάνει κάτι τέτοιο. Δουλέψαμε πάρα πολύ πριν το γυρίσμα. Δεν είναι εύκολο να γράψεις μια μουσική φανταζόμενος πώς θα είναι κάτι σε εικόνα. Παίρναμε το σενάριο παράγραφο, παράγραφο και δουλεύαμε πάνω σε αυτό. Εγώ του έλεγα πώς το σκέφτομαι σαν εικόνα, πώς το σκέφτομαι να είναι το κάθε τι και ο Σταμάτης άκουγε, έγραφε, έστελνε. Ήταν μια πολύ δημιουργική διαδικασία. Ειδικά για το τελευταίο μέρος της ταινίας μαζί με τον Άντι Τζούμα, τον χορογράφο μας, καθόμασταν στο σπίτι του Σταμάτη για πολλούς μήνες και δουλεύαμε πάνω στο πώς θα βγει όλο αυτό το πράγμα.

Δεν αναφερθήκαμε καθόλου στην Κάτια Γκουλιώνη, που είναι η πρωταγωνίστρια της ταινίας και με την οποία έχετε βρει έναν εξαιρετικό ρυθμό στις τελευταίες ταινίες σου.

Κοίταξε, η Κάτια είναι μια ηθοποιός που εμένα πάντα με εκπλήσει. Δηλαδή θαυμάζω φοβερά και την αφοσίωσή της και τη λατρεία της για τον κάθε ρόλο. Κάθε φορά βουτάει μέσα στους χαρακτήρες αναδεικνύοντας πλευρές που εγώ μπορεί να μην τις έχω φανταστεί εξ αρχής. Και αυτό είναι που κάνει τους χαρακτήρες της τρισδιάστατους και τους δίνει ποιότητες που πάνε το σενάριο πέντε βήματα πιο πέρα. Γιατί αυτό είναι και το ωραίο με κάθε συνεργασία, με κάθε καλλιτεχνικό συντελέστη. Ότι εσύ έχεις κάτι πάρα πολύ συγκεκριμένο στο κεφάλι σου και το έχεις φανταστεί με πολύ συγκεκριμένο τρόπο αλλά κάθε συνεργάτης έρχεται και βάζει κάτι που στο πάει πιο πέρα. Είναι αυτό που χαίρεσαι που ο άλλος έχει καταλάβει αυτό που θες και κάνει την καλύτερη εκδοχή του ας πούμε.

Αυτές τις μέρες η επικαιρότητα – παρ’ ότι εμείς ζούμε μέσα στο ρυθμό του Φεστιβάλ – έχει αρκετό σχολιασμό με το αποτέλεσμα των αμερικάνικων εκλογών. Επίσης τα τελευταία δύο-τρία χρόνια εξακολουθούμε να βιώνουμε δύο πολέμους και μια συζήτηση για θέματα που αφορούν την ακρίβεια, την ενέργεια, την οικονομία, κλπ. Πώς είναι να προσπαθείς να δημιουργείς ταινίες μέσα σε αυτό το πολύ βαρύ πλαίσιο.

Πιστεύω πως όταν είσαι μέσα σε κάτι που είναι πολύ δύσκολο η Ιστορία ανέκαθεν είχε τέτοιες περιόδους και ανέκαθεν υπήρχαν καταστάσεις που μετά ξεχνάμε τη σοβαρότητά τους. Εννοείται δεν είναι το ίδιο να είσαι Παλαιστίνος και να ζεις στη Γάζα από το να είσαι στην Αθήνα και να παρακολουθείς από μακριά τις εκλογές για τον Τραμπ. Αυτά όμως συμβαίνουν γύρω μας. Υπάρχει τεράστια διαφορά. Αλλά παρόλα αυτά μέσα στην Ιστορία υπάρχουν πάντα ταραχώδεις περιόδους και πάντα μέσα σε μια ταραχή δούλευε και η Τέχνη.

Γενικότερα είσαι αισιόδοξος ή απαισιόδοξος;

Θα έλεγα ότι είμαι αισιόδοξος. Όχι για την τροπή που παίρνουν τα πράγματα, που είναι σε πολύ επικίνδυνο σημείο. Λέω απλά ότι είμαι αισιόδοξος σαν φύση. Με κάποιο τρόπο η πίστη στην αισιοδοξία φέρνει μια ζωή λίγο καλύτερα διαχειρήσιμη. Αν δεν πιστέψεις σε κάτι δεν βγαίνει. Πόσο μάλλον όταν μιλάμε για μια ταινία που έχει όλες τις δυσκολίες να γίνει. Και αυτή η μορφή της πίστης είναι μια αισιοδοξία.

Θα ήθελα να κλείσουμε μιλώντας λίγο γενικότερα για τον ελληνικό κινηματογράφο. Είμαστε, νομίζω, σε ένα μεταβατικό σημείο. Υπάρχει ένας νέος φορέας μπροστά μας που ωστόσο ακόμα δεν έχει γίνει ξεκάθαρο το πλαίσιο δράσης του.

Είμαστε όλοι σε μια στάση αναμονής που όμως δεν θα έπρεπε να υπάρχει. Είναι πράματα που εμείς τα λέγαμε εξ αρχής και για τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις και όλα τα προβλήματα που φέρνει ο νεος φορέας. Και τώρα τα βλέπουμε στην πράξη. Δεν έχουμε τίποτα χειροπιαστό στα χέρια μας σχετικά με την χρηματοδότηση πέρα από υποσχέσεις σχετικά με θέματα που αφορούν το cash rebate, για το selective αλλά και τα χρέη του πρώην ΕΚΟΜΕ. Όμως όλα αυτά τα ακούμε εδώ και δύο χρόνια και υποτίθεται πως για ότι συζητάμε έπρεπε να είναι ήδη έτοιμα. Η πλατφόρμα του cash rebate είναι αναγκαστική κλειστή και αυτό αφορά την παλαιότερη διοίκηση του ΕΚΟΜΕ που φαίνεται έκανε τον οργανισμό να σκάσει οικονομικά και να βρεθούμε στο σημερινό αδιέξοδο. Παράλληλα έχουμε ως χώρα την μικρότερη χρηματοδότηση σε σύγκριση με όλες τις χώρες της Ευρώπης και από την άλλη πλευρά έχουμε μια τρομερή δραστηριότητα με εξαιρετικά δείγματα γραφής από πολλούς σκηνοθέτες που βγαίνουν μπροστά τα τελευταία χρόνια και σκίζουν στο εξωτερικό. Με άλλα λόγια έχουμε και ταλέντα και μυαλά αλλά είναι κρίμα να μην υποστηρίζεται όλο αυτό. Για την ώρα άκούμε διάφορα αντιφατικά σχετικά με την χρηματοδότηση του νέου φορέα και τα ερωτηματικά μας πληθαίνουν. Μέχρι στιγμής τα δείγματα δεν είναι και τα καλύτερα. Και νομίζω πως ήδη περιμένουμε πολύ καιρό.

Υπάρχει η σκέψη αν συνεχιστεί αυτό να δράσετε πιο δυναμικά;

Ναι, σίγουρα. Έχουμε κάνει πολύ υπομονή και είμαστε αρκετά ανήσυχοι για το πως πάνε τα πράματα.

Να κλείσουμε κάπως πιο αισιόδοξα. Μετά από 25 χρόνια μέσα στο σινεμά πως σκέφτεσαι την ιδανική ταινία;

Δεν υπάρχει προφανώς μια ιδανική ταινία. Δεν θα έκανα την ίδια ταινία και στα 30 μου και τώρα στα 54. Αν συνέβαινε αυτό θα τελειώναμε όλοι στην πρώτη μας ταινία. Για μένα κάθε ταινία ανοίγει ένα νέο πεδίο έρευνας, σε βάζει σε μια διαδικασία να μάθεις ξανά τον εαυτό σου, τους άλλους. Είναι μια περιπέτεια μοναδική που μπορεί να έχει και αναποδιές αλλά και πολύ γοητεία μέσα της.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα