Ο Ντίνος Ψυχογιός έκανε παράσταση «Το χρονικό ενός δυσλεκτικού» και έρχεται Θεσσαλονίκη
Ο σκηνοθέτης μιλάει στην Parallaxi για την παράσταση που είναι από απόψε στο Θέατρο Αυλαία με πρωταγωνιστή τον Δημήτρη Μαμιό
Η πολυβραβευμένη νουβέλα του Γιάννη Πάσχου «Το χρονικό ενός δυσλεκτικού» μεταφέρθηκε στην θεατρική σκηνή φέτος ως ένας καθηλωτικός μονόλογος σε σκηνοθεσία του Ντίνου Ψυχογιού και ερμηνεία του Δημήτρη Μαμιού και έρχεται στη Θεσσαλονίκη για δύο παραστάσεις την Πέμπτη 16 και την Παρασκευή 17 Μαίου στο Θέατρο Αυλαία.
Το έργο που ενθουσίασε κοινό και κριτικούς, ως συνέχεια της μεγάλης επιτυχίας και του βιβλίου, αποτελεί καταγραφή της δύναμης ενός ανθρώπου που με πίστη στον εαυτό του οδηγεί την ίδια του τη ζωή εκεί όπου ο ίδιος θέλει. Μέσα από την αφήγηση του ήρωα, παρουσιάζεται μια δύσκολη ιστορία ενηλικίωσης με χιούμορ και τρυφερότητα, ρίχνοντας φως σε ένα λεπτό αλλά διαχρονικά σημαντικό ζήτημα. Ο συγγραφέας δεν ασχολείται με την δυσλεξία ως επιστήμονας αλλά ως άνθρωπος που αγωνίστηκε μια ολόκληρη ζωή για να μπορέσει να “υπάρχει” σε έναν κόσμο αφιλόξενο για νευροδιαφορετικούς.
Η ερμηνεία του Μαμιού κέρδισε το κοινό και η ευκαιρία να τον απολαύουμε στη Θεσσαλονίκη, έστω σε περιορισμένες παραστάσεις, είναι ευκαιρία, όπως και η συζήτηση με τον ταλαντούχο σκηνοθέτη Ντίνο Ψυχογιό, που μιλάει στην Parallaxi για την παράσταση.
Γιατί επιλέξατε το βιβλίο του Γιάννη Πάσχου, «Το χρονικό ενός δυσλεκτικού» για να ανεβάσετε στη σκηνή;
Διάβασα το βιβλίο μετά από σύσταση φίλης που διέκρινε πάρα πολλές ποιότητες που θα το καθιστούσαν ιδανικό για θεατρική προσαρμογή. Είχε δίκιο. Το βιβλίο είναι πολύ ευχάριστο, αποτελεί μια ειλικρινή προσωπική κατάθεση, έχει εξαιρετικά ζωντανές εικόνες και διέπεται από δράση, αισιοδοξία και χιούμορ. Είναι μια βαθειά ανθρώπινη ιστορία που δεν “ντύνεται” με διδακτισμούς και δεν έχει ατζέντα. Αυτό το καθιστά ιδανικό για να παρουσιαστεί σε σκηνή και να προκαλέσει τα ανάλογα συναισθήματα στο ακροατήριο. Όταν απολαμβάνεις ένα ανάγνωσμα τόσο πολύ, θες να το πας, αν μπορείς, παραπέρα με τις δικές σου ικανότητες και την δική σου τέχνη.
Σε πρόσφατη συνομιλία μου με τον Γιάννη Πάσχο, μου είπε για το βιβλίο πως του δόθηκε η ευκαιρία να μιλήσει για «τα κουσούρια που τυχόν κουβαλάμε όλοι μας, μικρά ή μεγαλύτερα και για την αναγκαιότητα συμφιλίωσης μαζί τους». Η δική σας πρόθεση και η ευκαιρία με αυτό το έργο, ποια νιώθετε να είναι;
Τα λέει εξαιρετικά ο Γιάννης, και αυτή του η πρόθεση και ευκαιρία γέννησαν αυτό το πανέμορφο βιβλίο. Για εμένα η ευκαιρία ήταν να αναμετρηθώ με την διαδικασία ετοιμασίας μιας θεατρική παράστασης με αφετηρία ένα λογοτεχνικό έργο, δεν το είχα ξανακάνει. Να εμβαθύνω στην γενιά των γονιών μου, στην πραγματικότητα της ελληνικής επαρχίας και της εκπαίδευσης και να ανοίξω ένα παραθυράκι στην ζωή ενός άλλου. Μια ζωή συναρπαστική όπως λέει και στο τέλος του βιβλίου. Όλες όμως οι δουλειές στο θέατρο είναι κατά βάθος και ευκαιρίες να συναντηθείς με ωραίους ανθρώπους και να συνεργαστείς με κοινό στόχο. Αυτό μου δίνει κάθε φορά το έναυσμα και την όρεξη να ξεκινάω. Αυτό, και η γνώση πως το τελικό αποτέλεσμα θα το επικοινωνήσεις στο κοινό. Είναι πολύ ωραίο να σε συναρπάζει κάτι και μετά να το παρουσιάζεις και σε άλλους, βάζοντας την επίγευση της δικιάς σου ανάγνωσης.
Αποδεχόμαστε όσο πρέπει τελικά τον εαυτό μας ή στην εποχή της εικόνας, πάντα αποζητάμε κάτι άλλο που μπορεί να βλέπουμε στην οθόνη του κινητού μας;
Είναι πολύ ενδιαφέρον το ότι ζούμε σε μια εποχή όπου η αποδοχή του εαυτού και η αγάπη του εαυτού μας διατυμπανίζονται από παντού ως το πρώτο και ουσιαστικότερο βήμα προς την ευτυχία και ταυτόχρονα έχουμε δημιουργήσει όσο περισσότερους αντιπερισπασμούς και εμπόδια μπορούμε. Είναι θέμα ισορροπίας νομίζω. Το αφήγημα της αποδοχής το αγκαλιάζουμε και το βάζουμε στόχο ή το κρατάμε σαν μια επιφανειακή εικόνα που παρουσιάζουμε στους άλλους; Νομίζω πως συμβαίνουν και τα δύο. Είναι ωραίο βέβαια να αποδεχόμαστε πτυχές του εαυτού μας αλλά και να αποζητάμε αλλαγές. Το πρόβλημα όπως λέτε είναι στο τι αποδεχόμαστε και τι αποζητάμε. Και, ναι, ο διαρκής βομβαρδισμός από περίπλοκες πληροφορίες και εικονικά πρότυπα καθώς και οι χαοτικοί ρυθμοί της ζωής, συχνά δεν μας αφήνουν να συγκεντρωθούμε “όσο πρέπει” στην αποδοχή αλλά ούτε και με τον τρόπο που πρέπει.
Μιλήστε μου για τον κεντρικό χαρακτήρα της παράστασης σας. Τι άνθρωπος είναι;
Τον έχω αγαπήσει πολύ αυτόν τον άνθρωπο. Έχει καταφέρει πολλά που θα ήθελα και εγώ όλο και περισσότερο μεγαλώνοντας. Μπορεί να βρίσκει το χιούμορ στην δυσκολία, να αντιμετωπίζει την ζωή σαν ένα μικρό θαύμα, να είναι ειλικρινής τόσο απέναντι στο τραύμα όσο και στα ελαττώματά του αλλά χωρίς να τους δίνει κεντρικό ρόλο στην ζωή. Νομίζω το πιο βασικό από όλα όμως είναι η “παιδικότητα”. Ο άνθρωπος αυτός έχει περιέργεια για τα πάντα, βλέπει τις προκλήσεις και τις δυσκολίες σαν μικρά παιχνίδια, σαν περιπέτειες που πρέπει να διαχειριστεί και να πάει ως το τέλος τους. Ανοιχτός σε προκλήσεις, αλλαγές αλλά και στην σύμπλευση. Λάμπει στην μοναξιά της ιδιαιτερότητας του αλλά μετά χαράς λούζεται και από το φως των ανθρώπων που τον περιβάλλουν και τους προσκαλεί δίπλα του με κάθε ευκαιρία. Ατενίζει το μέλλον με αισιοδοξία.
Ότι έχουμε να κάνουμε με έναν απόλυτα ανθρώπινο χαρακτήρα, είναι και από τα στοιχεία που μπορούν να κερδίσουν τον θεατή – κάτι που βλέπουμε άλλωστε και στο βιβλίο;
Ναι. Το βιβλίο ήταν ο μπούσουλας μας για τα πάντα. Το κατόρθωμα του βιβλίου για εμένα είναι πως δεν χρειάζεται να είναι δυσλεκτικός κανείς για να ταυτιστεί. Δεν είναι μια σπουδή πάνω στην ιδιαιτερότητα της νευροδιαφορετικότητας, απλώς την χρησιμοποιεί σαν πρίσμα. Φωτίζει λοιπόν υπό αυτό το πρίσμα τόσες καθημερινές, απλές, ανθρώπινες πτυχές της ζωής. Την ενηλικίωση -που μπορεί να είναι ζόρικη και χωρίς να έχεις μαθησιακές δυσκολίες, την ζωή στην επαρχία, την σύγκρουση μας με το εκπαιδευτικό -και όχι μόνο- σύστημα, τον έρωτα, την σχέση με τους γονείς μας. Και ο βασικός λόγος κατά την γνώμη μου που τα πέτυχε όλα αυτά είναι η ειλικρίνεια με την οποία κατέθεσε τα βιώματά του ο συγγραφέας. Αυτή η ακομπλεξάριστη ειλικρίνεια μας έδωσε αυτό τον απόλυτα ανθρώπινο χαρακτήρα. Και πολλοί θεατές, δυσλεκτικοί ή μη, βγαίνουν από την αίθουσα έχοντας δει σε αυτόν ένα μικρό κομμάτι του εαυτού τους.
Η επιλογή του Δημήτρη Μαμιού στον ρόλο αυτόν, πώς προέκυψε και τι χαρακτηριστικά έχει;
Με τον Δημήτρη σπουδάσαμε μαζί υποκριτική στην σχολή Βεάκη και είμαστε από τότε πολύ φίλοι. Πάντα είχαμε κοινές αναφορές και κοινούς θεατρικούς κώδικες. Είναι εξαιρετικά ταλαντούχος και πολύ εργατικός. Αλλά όλα αυτά δεν θα είχαν τόση σημασία αν δεν ήταν απλούστατα μια σχεδόν ενστικτώδης σκέψη. Η ενέργεια που μου απέπνεε αυτός ο χαρακτήρας, η ειλικρίνεια του και ο ενθουσιασμός του για την ζωή είναι χαρακτηριστικά που ο Δημήτρης τα εκπέμπει και ο ίδιος. Η επιλογή λοιπόν έχει τα χαρακτηριστικά ενός προμελετημένου εγκλήματος, καθώς πάντα λέγαμε πως θα κάνουμε θέατρο μαζί στο μέλλον αλλά και μιας τρελής αυθόρμητης ιδέας, διότι βρέθηκε στα χέρια μου ένα λογοτεχνικό κείμενο και τον σκέφτηκα να υποδύεται τον ρόλο ήδη από τις πρώτες σελίδες του διαβάσματος.
Σε ποιο είδος θα λέγατε πως κατατάσσεται η παράσταση σας;
Δύσκολο να σας το απαντήσω αυτό. Στην αρχή έλεγα μέσα μου πως είναι κωμωδία αλλά μάλλον δεν μπορώ να το κατατάξω ακριβώς εκεί. Θα έλεγα πως τα κύρια χαρακτηριστικά της εξιστόρησης που βλέπω εγώ είναι η τρυφερότητα, το χιούμορ και ο αγώνας. Αν ήταν ταινία θα σας απάνταγα “κοινωνική”, να ένας ασφαλής όρος-ομπρέλα. Στο θέατρο είναι καμιά φορά πιο δύσκολο να κατηγοριοποιήσουμε. Στην Αγγλία τα έργα του Σαίξπηρ που δεν είναι ξεκάθαρα τραγωδίες, ιστορικά ή κωμωδίες οι θεωρητικοί τα λένε problem plays. Προβληματίζονται με την περίπλοκη φύση τους και την μη-ξεκάθαρη ιδιότητά τους. Νομίζω πως πρέπει να αποδεχτούμε πως το θέατρο, όπως και η ζωή καμιά φορά δεν μπορεί να κατηγοριοποιηθεί τόσο ξεκάθαρα.
Μιλώντας με θεατές, καταλάβατε πως πήραν τα μηνύματα που θέλατε ή είναι πιο περίπλοκο και ίσως και πιο ελεύθερο να νιώθει ο καθένας ό, τι θέλει;
Γενικότερα τείνω προς το δεύτερο. Νομίζω πως το να έχεις πολύ ξεκάθαρα μηνύματα που θες να περάσεις, μπορεί να εγκλωβίσει την δημιουργικότητα. Πρέπει κανείς να εμπιστεύεται το κείμενο, τους ηθοποιούς, τους συνεργάτες του αλλά και το ίδιο το κοινό. Ειδικά εφόσον μιλάμε για μια ανθρώπινη ιστορία, τα συναισθήματα και τα μηνύματα που θα λάβει ο καθένας μπορεί να διαφέρουν. Βέβαια, το ότι είδα τον χαρακτήρα αυτόν με έναν συγκεκριμένο τρόπο που με ενθουσίασε, σημαίνει πως θα “φωτίσω” τα χαρακτηριστικά του κειμένου και της ιστορίας που μου γέννησαν αυτό τον ενθουσιασμό. Αλλά δεν θα προσπαθήσω να είμαι διδακτικός ή να περάσω ένα μήνυμα αυστηρά. Δουλεύοντας εν τέλη ειλικρινά και σκληρά, όπως ο συγγραφέας αλλά θέλω να πιστεύω και εμείς, αυτά που έχουν αξία θα περάσουν και θα μιλήσουν στον κόσμο με διάφορους τρόπους.
Η ιδιότητα σας ως ηθοποιού, πόσο σας βοηθάει στις σκηνοθεσίες παραστάσεων;
Προσωπικά θεωρώ μεγάλο κέρδος να έχεις βιώσει την θεατρική διαδικασία ως ηθοποιός πριν δοκιμαστείς σαν σκηνοθέτης. Στην Ελλάδα συνήθως αυτή είναι η πορεία και μέχρι πρότινος οι περισσότεροι σκηνοθέτες θέατρου είχαν είτε εργαστεί πρώτα ως ηθοποιοί ή είχαν αποφοιτήσει από δραματική σχολή. Αυτή η εμπειρία κάνει πιο εύκολη την επικοινωνία με τους ηθοποιούς και βοηθά στην κατανόηση των αναγκών τους αλλά και των σκηνικών δυνατοτήτων μιας ομάδας ανθρώπων. Είχα την τύχη να συμμετάσχω σε πολύ ωραίες παραγωγές σε Ελλάδα και Αγγλία ως ηθοποιός πριν αρχίσω να σκηνοθετώ και αυτό με βοήθησε να αντιληφθώ πως ο θίασος πρέπει να είναι μια ομάδα με σαφείς διακρίσεις καθηκόντων αλλά ταυτόχρονα να λειτουργεί με σύμπνοια και αλληλοσεβασμό. Οι ηθοποιοί κάνουν μια πολύ σκληρή και δύσκολη δουλειά. Οι σκηνοθέτες φορτώνουν το κάρο, λαδώνουν τις ρόδες, αλλά οι ηθοποιοί είναι αυτοί που το τραβάνε.
Πώς θα σας βρει το καλοκαίρι;
Υπάρχει στα σκαριά μια συνεργασία με ένα ΔΗΠΕΘΕ που ελπίζω να πραγματοποιηθεί. Θα συμμετέχω επίσης ως ηθοποιός σε κάποιες παραστάσεις του παιδικού έργου “Πες το ψέματα” του Γιώργου Αντωνόπουλου που τρέχει όλο το χρόνο στην Αθήνα. Πέραν αυτών θα κάνω διακοπές και ελπίζω να καταφέρω να οργανωθώ καταλλήλως και για την επόμενη σεζόν!
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΕΝΟΣ ΔΥΣΛΕΚΤΙΚΟΥ του Γιάννη Πάσχου
με τον Δημήτρη Μαμιό
Σκηνοθεσία: Ντίνος Ψυχογιός | Δραματουργική επεξεργασία: Ελένη Σπετσιώτη | Μουσική: Γιώργος Χριστιανάκης | Σκηνογραφία – Ενδυματολογία: Νίκη Ψυχογιού | Φωτισμοί: Μαριέττα Παυλάκη | Βοηθός Σκηνοθέτη: Σοφία Χατζηευθυμιάδη | Βοηθός Σκηνογράφου: Ζωή Κελέση | Φωτογραφίες – Τρέιλερ: Σπύρος Κούρκουλας, Νίκη Ηλιοπούλου | Συμπαραγωγή: Ο2Ο ΑΜΚΕ.
Πληροφορίες: Θέατρο ΑΥΛΑΙΑ: Τσιμισκή 136, (Πλατεία ΧΑΝΘ) | Τηλέφωνο: 2310 230013 | Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Πέμπτη 16 και Παρασκευή 17 Μαΐου, στις 21:00 | Διάρκεια: 80 λεπτά | Προπώληση: Ταμείο θεάτρου ΑΥΛΑΙΑ & more