θάνος-νίκας-η-θεσσαλονίκη-έχει-μια-ισ-1400668

Θέατρο

Θάνος Νίκας: «Η Θεσσαλονίκη έχει μια ιστορική μνήμη που βαραίνει. Τώρα, επαναλαμβάνεται η τραγωδία σε άλλο τόπο»

«Ο Ριχάρδος στη Γάζα δεν είναι παράσταση, είναι ένας καθρέφτης που δεν θέλουμε να κοιτάξουμε» - Ο σκηνοθέτης Θάνος Νίκας μιλάει στην Parallaxi για τη νέα του παράσταση στο Θέατρο Τεχνών

Γιώργος Σταυρακίδης
Γιώργος Σταυρακίδης

Στη Θεσσαλονίκη, όπου το θεατρικό τοπίο τα τελευταία χρόνια δείχνει να αναγεννιέται μέσα από νέες ομάδες και φρέσκες συνεργασίες, το Θέατρο Τεχνών συστήνει στο κοινό μια από τις πιο τολμηρές παραγωγές της χρονιάς.

«Ο Ριχάρδος στη Γάζα», η νέα σκηνική σύνθεση του Θάνου Νίκα, ανεβαίνει για λίγες μόνο παραστάσεις τον Νοέμβριο, επιχειρώντας μια δύσκολη αλλά απολύτως αναγκαία συνομιλία ανάμεσα στον Σαίξπηρ, την Caryl Churchill και τη σκληρή πραγματικότητα που εκτυλίσσεται τα τελευταία δύο χρόνια στη Γάζα. Σε μια εποχή όπου οι εικόνες της βίας μοιάζουν να περνούν μπροστά μας σαν αριθμοί, η παράσταση επιχειρεί να επαναφέρει την ανθρώπινη διάσταση εκεί όπου ο θόρυβος της επικαιρότητας την καθιστά σχεδόν αόρατη.

Ο Θάνος Νίκας, σκηνοθέτης και ιδρυτής της Ars Moriendi Theatre Group, γνωστός για τις έντονες, πολιτικά φορτισμένες παραστάσεις του, συνθέτει εδώ ένα θεατρικό παλίμψηστο: οι φωνές των Εβραίων της Θεσσαλονίκης που χάθηκαν στο Άουσβιτς συναντούν τις σύγχρονες μαρτυρίες Παλαιστινίων από τη Γάζα, ενώ ο αρχετυπικός Ριχάρδος του Σαίξπηρ, απογυμνωμένος από το ιστορικό του περίβλημα, μετατρέπεται σε καθρέφτη της σύγχρονης δημαγωγίας.

Με οκτώ ηθοποιούς επί σκηνής και την ωμή ενέργεια μιας ηλεκτρικής κιθάρας να διαπερνά την παράσταση, ο γνωστός σκηνοθέτης επιχειρεί όχι μια αναπαράσταση της φρίκης, αλλά μια υπενθύμιση της ευθύνης: της ευθύνης να δούμε, να ακούσουμε, να μιλήσουμε.

Η πορεία του Θάνου Νίκα στη σκηνοθεσία είναι βαθιά συνυφασμένη με αυτόν τον άξονα, δηλαδή με το θέατρο όχι ως παρηγοριά, αλλά ως ταραχή. Από τον «Faedra’s Eros» της Σάρα Κέην μέχρι την πρόσφατη ανάγνωση του 1984, η δουλειά του διαλέγεται σταθερά με τις σκοτεινές περιοχές της ανθρώπινης εμπειρίας. Στον «Ριχάρδο στη Γάζα» αυτή η πορεία δείχνει να κορυφώνεται και το έργο να στήνεται ως μια παράσταση-μαρτυρία, ένας σκηνικός χώρος όπου η ιστορία δεν αναβιώνεται απλώς, αλλά απαιτεί από τον θεατή να τη σκεφτεί ξανά μέσα στο σήμερα.

Στη συνέντευξη που ακολουθεί, ο σκηνοθέτης μιλά με λόγο ωμό, στοχαστικό και βαθιά πολιτικό. Αναμετριέται με τους 70.000 νεκρούς της Γάζας, με την αδράνεια της διεθνούς κοινότητας και με τη σιωπή που, όπως λέει, γίνεται συνενοχή, είτε στη Θεσσαλονίκη του ’43 είτε στη Μέση Ανατολή του σήμερα. Για τον ίδιο, η παράσταση δεν είναι μια πράξη επικαιρότητας αλλά μια πράξη ευθύνης· ένας τρόπος να μη συνηθίσουμε τους αριθμούς και να θυμηθούμε πως πίσω από τα ποσοστά υπάρχουν άνθρωποι.

Ταυτόχρονα, ο «Ριχάρδος στη Γάζα» λειτουργεί ως σχόλιο πάνω στη γλώσσα της εξουσίας. Ο Νίκας εξηγεί ότι ο Ριχάρδος της δικής του σκηνικής εκδοχής δεν έχει πρόσωπο, είναι η φωνή που βαφτίζει τον πόλεμο «χειρουργική επιχείρηση», που μετατρέπει τις «παράπλευρες απώλειες» σε καθημερινότητα, που κάνει το αδιανόητο να μοιάζει λογικό. Μια παρουσία διάχυτη, περισσότερο συστημική παρά ατομική — γι’ αυτό και πιο επικίνδυνη.

Ποια ήταν τα δικά σας εσωτερικά κίνητρα για τον «Ριχάρδο στη Γάζα»;

Τα τελευταία χρόνια στις παραστάσεις μου νιώθω όλο και περισσότερο την ανάγκη να μιλήσω για τη βία, όχι όμως ως γεγονός, αλλά σαν ανθρώπινη κατάσταση. Ο Ριχάρδος είναι κατάλληλη αλληγορική μορφή αρχετυπικής εξουσίας. Ένας τυραννικός νους που πιστεύει ότι η βία και η υποκρισία είναι η μόνη γλώσσα πάνω στην οποία μπορεί η εξουσία να καθρεφτίζεται. Από την άλλη το κείμενο της Caryl Churchill, ένα σύντομο έργο για το πώς περιγράφεις σ’ ένα παιδί τον πόλεμο και την φρίκη που ακολουθεί. Αυτό που εξελίσσεται τα τελευταία δύο χρόνια στη Γάζα είναι η πληγή του αιώνα, η ντροπή της εποχής μας, και δεν είναι για μένα θέμα επικαιρότητας, αλλά ευθύνης. Μια στενή λωρίδα γης που είναι η πρωτεύουσα των ακρωτηριασμένων παιδιών, με πάνω από 70 χιλιάδες καταγεγραμμένους νεκρούς εκ των οποίων το 40% είναι γυναίκες και παιδιά. Τα νούμερα για την κατάσταση που βιώνουν οι άνθρωποι εκεί είναι σοκαριστικά αλλά δεν παύουν να ηχούν στα αυτιά μας ως νούμερα. Άλλωστε στην πολιτισμένη δύση έχουμε συνηθίσει να σφάζονται εκεί κάτω και θα συνεχίζαμε έτσι αν δεν υπήρχε το διαδίκτυο και κινητά με κάμερες να καταγράφουν την φρίκη. Δεν μπορούμε να ζούμε έτσι, μέσα σε έναν κόσμο όπου οι αριθμοί των νεκρών καταγράφονται σαν χρηματιστηριακοί δείκτες, και να μην παίρνουμε θέση.

Ποια ήταν τα σημεία που έπρεπε να δυσκολευτείτε ώστε να γίνει η σύνδεση ενός κλασικού ρεπερτορίου με την επείγουσα πραγματικότητα που βιώνουμε σήμερα;

Ο κίνδυνος που ελλοχεύει σε ένα τέτοιο εγχείρημα, λόγω της πολυπλοκότητας αλλά και της διαρκούς ανατροφοδότησης των πληροφοριών, μιας και συμβαίνει τώρα, είναι να περάσεις ασυναίσθητα στον διδακτισμό. Ο Σαίξπηρ μιλάει ήδη για τη βία, τη χειραγώγηση, τη ρητορική του ψεύδους. Έτσι δεν χρειαζόταν να τραβήξω το έργο προς τη Γάζα αλλά ν’ αφήσω τη Γάζα να διαπεράσει τον Σαίξπηρ. Ίσως το πιο δύσκολο κομμάτι να ήταν στη διαχείριση. Υπήρχε ένας τεράστιος όγκος από μαρτυρίες, γεγονότα και ειδήσεις, τόσο έντονες, που θα μπορούσε πολύ εύκολα να μας τραβήξει σε μια άνισα φορτισμένη κατάσταση και να χαθεί ο λόγος για τον οποίο έγινε αυτή η παράσταση. Η πρόκληση ήταν να δημιουργήσουμε ένα έργο που να μην κηρύττει, αλλά να προβληματίζει. Να μην επιβάλλει μια θέση, αλλά να ανοίγει έναν διάλογο που πολλοί προτιμούν να αποφεύγουν. Ο Σαίξπηρ μού έδινε τη δομή και την απόσταση που χρειαζόμουν. Η Churchill μου έδινε την αμεσότητα και το ανθρώπινο πρόσωπο του πόνου. Ανάμεσα σε αυτά τα δύο κείμενα, βρήκα τον τρόπο να μιλήσω για κάτι που συμβαίνει τώρα.

Από τις μνήμες των Εβραίων της Θεσσαλονίκης στις σύγχρονες μαρτυρίες Παλαιστινίων από τη Γάζα, τι σας προβληματίζει ή σας τρομάζει σε αυτή τη διαδρομή;

Το μοτίβο και η επανάληψη, όχι των γεγονότων αλλά της αδράνειας. Ο τρόπος με τον οποίο συνηθίζουμε τον πόνο και την αδικία σε βάρος των άλλων. Όταν στη Θεσσαλονίκη οι ναζί μάζευαν τους Εβραίους, συνέβη μέσα στη σιωπή των γειτόνων. Τώρα η Γάζα και οι Παλαιστίνιοι χάνονται μέσα στη σιωπή της διεθνούς κοινότητας. Και στις δύο περιπτώσεις, η σιωπή ήταν συνενοχή. Αυτό που τρομάζει περισσότερο είναι η κανονικοποίηση της φρίκης και το πώς η Ιστορία επιμένει να μας δείχνει ότι δεν μάθαμε τίποτα. Δεν είναι πια θέμα άγνοιας, είναι θέμα επιλογής. Επιλέγουμε τι θα δούμε, τι θα νιώσουμε, πού θα σταθούμε. Και πολύ συχνά επιλέγουμε να μη σταθούμε πουθενά το οποίο κι αυτό επιλογή είναι. Η Θεσσαλονίκη έχει μια ιστορική μνήμη που βαραίνει. Το 1943, πάνω από 46 χιλιάδες Εβραίοι εκτοπίστηκαν και η πόλη έχασε σχεδόν ολόκληρη την εβραϊκή της κοινότητα και μαζί της ένα κομμάτι της ψυχής της. Τώρα, οκτώ δεκαετίες μετά βλέπουμε να επαναλαμβάνεται η ίδια τραγωδία σε άλλο τόπο, με άλλους ανθρώπους, αλλά με την ίδια σιωπή. Ποτέ ξανά πρέπει να σημαίνει ποτέ ξανά για κανέναν.

Πώς αντιλαμβάνεστε ως σκηνοθέτης αλλά και άνθρωπος του θεάτρου την ευθύνη – αν υπάρχει – στο τι θα δώσετε νοηματικά και πώς θα το παραλάβει ο θεατής;

Προσωπικά πιστεύω σ’ ένα χρήσιμο θέατρο, όπου η βασική του δουλειά δεν είναι να παρηγορεί, αλλά να ενοχλεί. Ο θεατής δεν πρέπει να φύγει ήρεμος, αλλά προβληματισμένος το λιγότερο. Τουλάχιστον εμένα αυτό με αφορά και δεν με ενδιαφέρει να του δείξω τι να πιστέψει, αλλά να τον φέρω μπροστά σε αυτό που αποφεύγει να δει. Όσο κι αν αυτό που κάνουμε είναι μια διαρκής μετάφραση μιας κατάστασης σε ορισμένο χρόνο, δεν είναι ευθύνη μας να μεταφράζουμε τον πόνο, αλλά να τον παραδίδουμε όπως είναι, ωμό και δύσπεπτο. Το θέατρο δεν είναι ασφαλής χώρος. Είναι ο χώρος όπου συναντάς αυτό που θα προτιμούσες να αγνοήσεις. Ο Μπρεχτ έλεγε ότι το θέατρο πρέπει να κάνει το οικείο ξένο. Εγώ προσπαθώ να κάνω το ξένο οικείο – να φέρω αυτό που νομίζουμε ότι είναι μακριά μας, κοντά, τόσο κοντά που να μην μπορούμε να το αγνοήσουμε. Δεν με ενδιαφέρει να κάνω τον θεατή να συμφωνήσει μαζί μου. Με ενδιαφέρει να τον κάνω να σκεφτεί, να αναρωτηθεί, να αμφισβητήσει ακόμα και τις δικές του βεβαιότητες.

Στην εποχή του «τα ξέρω όλα», είναι πια πιο δύσκολο να πείσει κάποιος τον άλλον να βγει από αυτό που πιστεύει;

Ναι, γιατί η πληροφορία έχει γίνει άμυνα και όχι γνώση. Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι άνθρωποι δεν ξέρουν. Το πρόβλημα είναι ότι ξέρουν πάρα πολλά και δεν ξέρουν τι να κρατήσουν. Ένα αδιάκοπο scroll down υπερπληροφόρησης όπου όλα είναι εξίσου σημαντικά και εντέλει τίποτα δεν μένει. Τις περισσότερες φορές, σχεδόν ασυναίσθητα, δεν ψάχνουμε την αλήθεια αλλά μια γνώμη που απλά να επιβεβαιώνει τη θέση μας. Κι έτσι, η όποια πληροφορία καταλήγει να κουράζει αντί να φωτίζει. Κι όμως, μέσα σε αυτή την εξάντληση η ανάγκη για ανθρωπιά, συμπόνια και δικαιοσύνη παραμένει ένα διαρκές αίτημα και καμιά φορά έρχεται από εκεί που δεν το περιμένεις. Παρατηρώ εδώ και κάποιο καιρό τον Zohran Mamdani, που μίλησε στην καρδιά της Αμερικής για τη γενοκτονία στη Γάζα. Ένας Αμερικανός, μουσουλμάνος πολιτικός και υποψήφιος δήμαρχος της Νέας Υόρκης, στάθηκε απέναντι στο κυρίαρχο αφήγημα, ενάντια στις πιο ισχυρές ελίτ και κατάφερε να πάρει τον κόσμο με το μέρος του. Τέτοιοι άνθρωποι είναι η απόδειξη ότι ακόμη και μέσα στην εποχή του πιο εξόφθαλμου κυνισμού, η συνείδηση δεν έχει χαθεί εντελώς.

Σας είδα το βράδυ της παρουσίασης του Θεάτρου Τεχνών που μιλήσατε στο κοινό και ένιωσα έναν ενθουσιασμό για αυτή τη νέα θεατρική κίνηση στη Θεσσαλονίκη. Πώς είδατε πραγματικά τη δημιουργία ενός καινούργιου θεάτρου στην πόλη;

Στη Θεσσαλονίκη λειτουργούν πέντε ανώτερες δραματικές σχολές που κάθε χρόνο βγάζουν δεκάδες νέους ηθοποιούς. Η πόλη παράγει δηλαδή ανθρώπους του θεάτρου σε έναν ρυθμό που η ίδια δεν μπορεί να απορροφήσει αλλά δεν έχει και τους μηχανισμούς για να τους στηρίξει επαγγελματικά. Δεν υπάρχει μια πραγματική αγορά εργασίας, ούτε δίκτυα που να εξασφαλίζουν τη συνέχεια μετά τη σχολή. Κι αυτό δημιουργεί ένα τεράστιο κενό. Τα πρώτα δείγματα γραφής του Θέατρου Τεχνών είναι ότι δεν άνοιξε απλώς ένας καινούριος χώρος αλλά μια προσπάθεια να δημιουργηθεί περιβάλλον συνεργασίας, να βρουν οι νέοι ηθοποιοί ένα βήμα να σταθούν και να δουλέψουν με σοβαρούς όρους. Αυτό είναι που λείπει από τη Θεσσαλονίκη δεν είναι οι αίθουσες αλλά οι άνθρωποι που θα τις ενεργοποιήσουν. Και ίσως αρχίζουμε να πλησιάζουμε σε αυτό που συμβαίνει στις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, όπου οι άνθρωποι του θεάτρου παίρνουν στα χέρια τους τον χώρο και τον τρόπο της δουλειάς τους. Όχι ως αντίδραση, αλλά ως μια πιο ουσιαστική ανάγκη έκφρασης. Δημιουργούν δίκτυα καλλιτεχνών με στόχο την πρωτογενή παραγωγή και όχι την αναπαραγωγή. Και αυτό είναι που έχει πραγματικά ανάγκη αυτή η πόλη.

Υπάρχει ένα καινούριο τοπίο θεατρικό στη Θεσσαλονίκη τα τελευταία δύο χρόνια με γεμάτες αίθουσες, πολλούς νέους να τρέχουν στις παραστάσεις και γύρω από το Θέατρο Τεχνών να δημιουργείται μία νέα ωραία κατάσταση με μικρότερα θέατρα που παρουσιάζουν τη δουλειά των ομάδων. Πώς εξηγείτε ή βλέπετε όλη αυτή τη νέα συνθήκη;

Με αισιοδοξία αν και θα έλεγα ότι έχουμε αργήσει αισθητά. Η θεατρική παραγωγή είναι εντελώς δυσανάλογη για το μέγεθος της πόλης, παρόλα αυτά βλέπουμε τον τελευταίο καιρό μια πρωτοβουλία νέων ανθρώπων που έρχεται να το αλλάξει αυτό, και ίσως έτσι η Θεσσαλονίκη καταφέρει να μπει ξανά στον θεατρικό χάρτη. Βλέπω νέους που δεν περιμένουν άδεια για να δημιουργήσουν. Που καταλαβαίνουν ότι το θέατρο δεν είναι προνόμιο αλλά δικαίωμα. Και αυτό είναι το πιο ελπιδοφόρο σημάδι που μπορεί να έχει μια πόλη. Η Θεσσαλονίκη όμως έχει να αντιμετωπίσει και μια άλλη πραγματικότητα καθώς είναι η δεύτερη πόλη της χώρας αλλά πολιτιστικά λειτουργεί σαν επαρχία της Αθήνας. Οι περισσότεροι καλλιτέχνες αναγκάζονται να φύγουν για να βρουν δουλειά, και έτσι η πόλη χάνει διαρκώς το υλικό της. Αυτό που συμβαίνει τώρα με το Θέατρο Τεχνών, αλλά και με άλλους ανεξάρτητους χώρους και ομάδες ,είναι μια αντίστροφη κίνηση. Βλέπουμε ανθρώπους που επιλέγουν να μείνουν και να δημιουργήσουν εδώ και αυτό είναι επαναστατικό για τα δεδομένα της πόλης.

Πόση ανάγκη έχουν οι καλλιτέχνες της Θεσσαλονίκης να βρουν συμμάχους σε αυτό που κάνουν και χώρους να το υποστηρίξουν;

Όσοι από εμάς δουλεύουμε στο ελεύθερο θέατρο, γνωρίζουμε από πρώτο χέρι ότι το να δημιουργείς σε αυτή την πόλη είναι σαν να φωνάζεις κάτω από το νερό. Το θέατρο δεν είναι ούτε χόμπι ούτε πολυτέλεια, είναι δουλειά. Ένα πολιτιστικό προϊόν που συμβάλλει πολύ σημαντικά στην ανάπτυξη αυτού που ονομάζουμε αστικός πολιτισμός. Η τέχνη χρειάζεται συνομιλητές, όχι μόνο θεατές. Χρειάζεται ανθρώπους που να πιστέψουν ότι ο πολιτισμός δεν είναι διακοσμητικός αλλά καθορίζει την ταυτότητα και το μέλλον μιας πόλης. Αυτό δεν αφορά μόνο τους φορείς αλλά και εμάς τους ίδιους ως προς την πόλη που επιλέγουμε να ζούμε. Κάθε φορά που στηρίζουμε μια παράσταση, μια ομάδα, έναν χώρο, ψηφίζουμε για το είδος της πόλης που θέλουμε. Είναι το οικοσύστημα που χτίζεται γύρω από την τέχνη. Το θέατρο δεν είναι μόνο η παράσταση αλλά και το πριν και το μετά. Οι συζητήσεις, τα ερωτήματα που μπορεί να υπάρχουν ή διαφωνίες. Αυτή η ώσμωση της συνύπαρξης καθιστά έναν θεατρικό χώρο τόπο συνάντησης.

Επιστρέφοντας στον «Ριχάρδο», ποια είναι τα σημεία που θα λέγατε πως σας κεντρίζουν περισσότερο το ενδιαφέρον – ποια είναι δηλαδή τα πιο δυνατά νοηματικά σημεία του έργου που θα δούμε;

Πάντα μου προκαλούσε ενδιαφέρον ο τρόπος που η εξουσία χρησιμοποιεί τη γλώσσα. Το πώς το ψέμα μετατρέπεται σε τεχνική, σε εργαλείο. Πώς μπορείς μόνο με μια φράση να βαφτίσεις τη βαρβαρότητα ως αναγκαιότητα και να καταφέρεις να πείσεις την κοινή γνώμη, ότι το κακό είναι μονόδρομος. Στη δική μας εκδοχή, ο Ριχάρδος δεν έχει πρόσωπο. Είναι παντού. Είναι μέσα στις φωνές που δικαιολογούν, τις λέξεις που διαστρεβλώνουν την αλήθεια και μετράνε ανθρώπινες ζωές σαν ποσοστά. Είναι το λεξικό της εξουσίας που προσπαθεί να κάνει το αδιανόητο να μοιάζει λογικό. Όπως και η βία που δεν είναι πάντα σωματική. Πολλές φορές είναι λεκτική, είναι συντακτική, είναι στον τρόπο που διαλέγουμε τις λέξεις για να περιγράψουμε κάτι. Για παράδειγμα λέμε παράπλευρες απώλειες αντί για νεκρά παιδιά, χειρουργική επιχείρηση αντί για βομβαρδισμό αμάχων. Ο Ριχάρδος για εμάς δεν είναι απλώς ένας άνθρωπος, είναι μια γλώσσα που επαναλαμβάνεται μέσα στους αιώνες.

«Ο αιώνιος κύκλος της βίας και η τραγική μεταμόρφωση του θύματος σε θύτη» – Τι θα λέγατε γι’ αυτή τη δυνατή φράση που διαβάζω για το έργο σας;

Αυτός ο κύκλος είναι η ουσία της τραγωδίας. Δεν υπάρχει τίποτα πιο οδυνηρό από το να βλέπεις τον καταπιεσμένο να γίνεται ο νέος καταπιεστής. Η βία δεν έχει χρώμα, δεν έχει εθνικότητα ούτε δικαιολογία. Κάθε φορά που η ιστορία επαναλαμβάνεται με καινούρια πρόσωπα, οφείλουμε να αναρωτιόμαστε πού σταθήκαμε εμείς. Γιατί κανείς δεν γεννιέται Ριχάρδος. Ο Ριχάρδος είναι το αποτέλεσμα της σιωπής πολλών και κάθε φορά που σιωπούμε μπροστά στο άδικο, κάθε φορά που κοιτάζουμε αλλού, του δίνουμε χώρο να επιστρέψει.

Ποιος θα μπορούσε σήμερα να είναι ο Ριχάρδος του Σαίξπηρ αν μπορούσαμε να μιλήσουμε με σημερινά δεδομένα;

Αυτός που βαφτίζει ανέχεια εξέλιξη, που πουλάει την καταπίεση ως ελευθερία και την φρίκη του πολέμου σαν προϋπόθεση για ειρήνη. Μπορεί να είναι και η φωνή μέσα μας που λέει μη μιλάς, δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα. Αυτό είναι το πιο επικίνδυνο πρόσωπο του Ριχάρδου σήμερα, το αόρατο, γιατί δεν μπορείς να τον δείξεις μόνο να τον αναγνωρίσεις μέσα σου. Γι’ αυτό και η παράσταση δεν προσπαθεί να πει ποιος είναι ο Ριχάρδος αλλά να ρωτήσει ποιος τον γεννά κάθε φορά

Αλήθεια, επειδή συναναστρέφεστε συνεχώς με νέα παιδιά, αλλά έχετε και μία κόρη, τι τους λέτε για το δικό τους αύριο;

Η επόμενη γενιά έχει πιο καθαρό βλέμμα από δικό μας, έχει όλη την πληροφορία που χρειάζεται απέναντι στα πράγματα και θα έλεγα πως δεν χρειάζεται συμβουλές από την δική μας. Δεν τα καταφέραμε και τόσο καλά στην τελική. Ίσως το μόνο που λέω στην κόρη μου, είναι να μη συνηθίσει το σκοτάδι ,να μη θεωρεί φυσιολογικό το άδικο και να μάθει την ανυπέρβλητη αξία αλλά και ευθύνη που έχει, το να λες όχι.

*Ο Ριχάρδος στη Γάζα | Θέατρο Τεχνών (Κωνσταντινουπόλεως 75, Θεσσαλονίκη) | Ερµηνεύουν: Νικολέτα Αβραάµιδου, Σοφία Αλεβιζάτου, Ναταλία Γκατζώνα Παπαδάµ, Μάριος Δρόσος, Αλέξης Κότσυφας, Ευγενία Κουζέλη, Ξένια Παπαϊωάννου, Τάσος Ταλιανίδης | Μουσικός επί σκηνής: Θοδωρής Κότσυφας (ηλεκτρική κιθάρα) | Εισιτήρια: Τιµές: Μειωµένο από 12€ (Φοιτητές, Άνεργοι, ΑΜΕΑ) , Κανονικό από 15€ | Προπώληση/Κρατήσεις: more.com, καταστήµατα Public και στο ταµείο του θεάτρου καθηµερινές 09:00-15:00 | Σε µια κίνηση έµπρακτης στήριξης, µέρος των εσόδων της παράστασης θα διατεθεί στον οργανισµό Medical Aid for Palestinians. 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα