θωμάς-μοσχόπουλος-κινδύνεψα-να-χάσω-τ-1322484

Θέατρο

Θωμάς Μοσχόπουλος: Κινδύνεψα να χάσω τη χαρά μου, επειδή έβαζα στόχους. Ενώ ο στόχος είναι αυτή η χαρά

Ο σπουδαίος δημιουργός του θεάτρου σε μία μεγάλη συνέντευξη στην Parallaxi για το νέο του έργο στο ΚΘΒΕ και τον χώρο του θεάτρου

Γιώργος Σταυρακίδης
Γιώργος Σταυρακίδης

Για λίγες μόνο παραστάσεις ξεκίνησε το περασμένο Σάββατο στη σκηνή του Θεάτρου Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, το νέο έργο του Θωμά Μοσχόπουλου με τίτλο «Οι Δελφίνοι ή Καζιμίρ και Φιλιντόρ» για λογαριασμό του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος  σε ένα κείμενο που συνομιλεί ανοιχτά με τον Μπέκετ, τόσο σε επίπεδο γραφής όσο και περιεχομένου, κάτι που εξηγεί ο ίδιος ο δημιουργός στη συνέντευξη που έδωσε στην Parallaxi με αφορμή τον πρώτο κύκλο των παραστάσεων.

Σε ένα κλειστοφοβικό περιβάλλον που ενυπάρχει το στοιχείο της απειλής, περιμένουμε συνεχώς κάτι να συμβεί, ενώ οι χαρακτήρες συνομιλούν πασχίζοντας να επικοινωνήσουν. Μια επικοινωνία που σαμποτάρεται από λεκτικά παιχνίδια και κωμικές στιχομυθίες μέσα σε έναν διαρκή αγώνα επιβολής και … επιβίωσης. Η πάλη για εξουσία σταδιακά μετατρέπεται σε υπαρξιακή αγωνία, την ώρα που οι δύο Δελφίνοι διανύουν μια διαδρομή πτώσης και έκπτωσης.

Με την υπόσχεση πως η παράσταση θα επιστρέψει την επόμενη χειμερινή σεζόν στη Θεσσαλονίκη, ο Θωμάς Μοσχόπουλος συνεργάζεται με τους ηθοποιούς Δημήτρη Ναζίρη, Έφη Σταμούλη και τον ανερχόμενο Στέλιο Χρυσαφίδη σε ένα έργο που πραγματεύεται τα θέματα της εξουσίας και του ανταγωνισμού και με αφορμή αυτό, μιλάει για όλα σε μία μεγάλη συζήτηση!

«Οι Δελφίνοι ή Καζιμίρ και Φιλιντόρ»

Κάνοντας μία νέα παράσταση, είναι στο μυαλό σας το να αρέσει στο κοινό;

Θα έλεγα το να επικοινωνήσει με αφορά. Το να αρέσει, είναι λίγο πιο περιορισμένο γιατί πολλές φορές μπορεί κάτι να επικοινωνήσει και να δημιουργήσει και μια αντίδραση. Το χειρότερο είναι να μην προκαλέσεις τίποτε. Το αρέσω, ναι υπάρχει φυσικά, είναι στοιχείο ματαιοδοξίας, αλλά περισσότερο ενδιαφέρει το να μην νοιάζει. Θέλω να συνδεθεί κανείς με αυτό που κάνω και να μπορέσει με κάποιο τρόπο να ανοίξει ένα διάλογο. Να μην περάσει αδιάφορο όπως τόσο και τόσα πράγματα που έχουμε στην καθημερινότητα.

Τι είχατε στο μυαλό σας όταν γράφατε αυτό το έργο;

Αυτό το έργο γράφτηκε μέσα στην πανδημία, περισσότερο για δική μου έκφραση και εκτόνωση παρά με στόχο πραγμάτωσης θεατρικής ας πούμε. Δηλαδή, όταν το έγραφα δεν είχα καθόλου στο μυαλό μου ότι μπορεί και να ανέβει. Το έκανα περισσότερο σαν μια άσκηση ύφους. Μόλις είχα τελειώσει για πολλοστή φορά την ανάγνωση των έργων του Μπέκετ, που τότε έχοντας άφθονο χρόνο, τα μελετούσα λίγο διαφορετικά. Ως μορφή άσκησης λοιπόν αυτής της ανάγνωσης, κάθισα και έγραψα, σχεδόν για να απασχολήσω τον εαυτό μου. Σχεδόν σαν ένα είδος «ζεστάματος» και γυμναστική του μυαλού. Κάτι το οποίο περισσότερο με διασκέδαζε, παρά με απασχολούσε να είχα στόχο να κάνω κάτι σοβαρό. Ήταν ένα αστείο που έκανα στον εαυτό μου. Όταν μετά ολοκληρώθηκε και το διαβάσανε διάφοροι φίλοι, αυτοί επέμειναν πολύ, λέγοντας μου πως αυτό είναι πλήρες, δηλαδή πρέπει να το ανεβάσω, «θέλουν να το δούμε στη σκηνή». Και επειδή πιστεύω ότι τα πράγματα στη δοκιμή κρίνονται, είπα ότι δεν έχω τίποτα να χάσω να δοκιμάσω να το πραγματοποιήσω σε μια σκηνική απόδοση. Πρώτα έγινε μια ραδιοφωνική εκτέλεση στον Δημοτικό Σταθμό της Αθήνας και μετά ήρθε η σειρά του ΚΘΒΕ.

Και υποθέτω ότι τελικά είχαν δίκαιο οι φίλοι σας;

Δεν ξέρω, θα φανεί.

Το λέω γιατί αν δεν ήσασταν και εσείς βέβαιος ότι μπορεί να γίνει, θα το κάνατε;

Ξέρετε, μεγαλώνοντας κανείς αρχίζει και παίρνει τα ρίσκα του πολύ περισσότερο από ότι θα το έκανε παλιότερα. Δηλαδή λέω, στη χειρότερη περίπτωση να μην πετύχει. Και τι έγινε; Από το να μην κάνεις κάτι, να κάθεσαι να βασανίζεσαι και να λες πρέπει να το κάνω, δεν πρέπει να το κάνω, το δοκιμάζεις και κρίνεις. Δηλαδή νομίζω ότι αυτό θα χρειάζεται να ξαναβρούμε, την τόλμη του να παίζουμε. Χρειάζεται στοιχεία ελαφρότητας το θέατρο από μόνο του. Δεν μιλάω για αυτό που θα λέγαμε τρολιά, που ακόμη και αυτό να γίνει να έχει ένα στόχο παιχνιδιού με το θεατή. Νομίζω το χειρότερο που παθαίνουμε εμείς οι άνθρωποι του θεάτρου, είναι όταν παίρνουμε πολύ σοβαρά τον εαυτό μας. Συμβαίνει συχνά και πάρα πολύ εύκολα αυτό. Δηλαδή, ξαφνικά λέμε ότι κάτι γίναμε, όμως τι γίναμε; Αέρας είναι αυτή η δουλειά που κάνουμε. Κι αν είναι ένα φρέσκο αεράκι, ωραία. Αν περιμένουμε ότι θα είναι τυφώνας, δεν θα γίνει ποτέ. Δεν πρόκειται να αλλάξουμε τον κόσμο. Τουλάχιστον ας είμαστε συνεπείς με τη διάθεσή μας και εμένα με απασχολεί πολύ η πιο σατυρική, πιο αυτοσαρκαστική διάθεση του εαυτό μου αυτόν τον καιρό.

Τι είναι αυτό λοιπόν που μας κάνει μεγαλώνοντας να μην μας νοιάζει τόσο και να ρισκάρουμε πιο εύκολα όπως είπατε;

Δεν ξέρω αν ισχύει συνολικά. Για μένα έχει να κάνει με το ότι ήμουν αρκετά τυχερός ώστε πολλά από τα, σε εισαγωγικά, όνειρά μου να γίνουν πραγματικότητα αρκετά νωρίς. Και ξαφνικά διαπίστωσα ότι τίποτα δεν άλλαξε στη ζωή μου. Δηλαδή, μη σας πω δυσκολεύτηκα πολύ περισσότερο από ότι αν είχα ένα κίνητρο να συνεχίζω να προσπαθώ προς κάποια κατεύθυνση. Οπότε, αρχίζει και στρέφεται η κατεύθυνση ποιος τελικά πρέπει να είναι συνεπής με κάτι άλλο, όχι με τους στόχους. Και αυτό είναι και κι ένα θέμα μέσα στο έργο, δηλαδή οι στόχοι και τι σημαίνουν αυτοί πραγματικά. Σε τι στοχεύουμε, σε μια επιτυχία ή σε μια ευτυχία. Ευτυχία δεν μπορεί να υπάρξει. Μια ισορροπία, κάτι που να σε πονάει λιγότερο, γιατί όλα τα πράγματα γύρω μας είναι επώδυνα και η επιτυχία είναι πιο επώδυνη από όλα. Καταστρέφεις τη ζωή σου προσπαθώντας να φέρεις κάποιους στόχους σε επίπεδο πραγματικότητας κι όταν πραγματοποιηθούν, δεν είναι πια όνειρο, είναι πραγματικότητα. Οπότε πάλι το έχεις χάσει το παιχνίδι. Και κυνηγάς την ουρά σου συνέχεια και χάνεις τη ζωή σου κυνηγώντας στόχους. Χάνεις δηλαδή τη χαρά σου. Εγώ αυτό κατάλαβα κάποια στιγμή στη ζωή μου. Κινδύνεψα να χάσω τη χαρά μου για αυτό που κάνω, επειδή έβαζα στόχους. Ενώ ο στόχος είναι ακριβώς αυτή η χαρά. Ο πραγματικός στόχος, αυτός θα έπρεπε να είναι.

Σε όλο αυτό που μου λέτε έπαιξε ρόλο και η περιπέτεια με την υγεία σας;

Νομίζω ότι έπαιξε ρόλο ή τουλάχιστον, η αντίδραση σε αυτό έπαιξε ρόλο. Συνειδητοποίησα οτι δεν υπάρχουν πολύ σοβαρά πράγματα που πρέπει να σε απασχολούν και μπορούν να καιροφυλακτούν. Δεν είναι κάτι το οποίο με καθήλωσε σε κάτι πολύ σοβαρό. Απλά εμένα ήταν ένα καμπανάκι που μου είπε, κοίταξε να δεις, υπάρχει κάτι με το οποίο θα μάθεις να ζεις από εδώ και πέρα. Και σίγουρα με ξεσοβάρεψε αυτό. Δηλαδή έβγαλε ένα μεγάλο κομμάτι από το άνθρωπο και τη σοβαροφάνεια που πρέπει να κουβαλούσα.

Αυτό είναι πολύ ωραίο όταν μπορεί ένας άνθρωπος να το κάνει τελικά.

Για μένα ήταν ξεκάθαρο ότι ή θα αρχίσω να κλαίω τη μοίρα μου ή απλά θα δω τι έχω θετικό στη ζωή μου και έχω πολλά.

Η επιρροή σας από τον Μπέκετ σε αυτό το έργο είναι κάτι που φαίνεται;

Πολύ ξεκάθαρα. Δεν θα έλεγα μια επιρροή, είναι ένας φόρος τιμής, είναι μια άσκηση ύφους, είναι ένα προσχέδιο γραμμένο σε μια γλώσσα η οποία προϋπάρχει. Και η γνώση ήταν εσωτερική, είναι σαν να μαθαίνεις αντιγράφοντας, μαθαίνεις πολλά πράγματα για τον εσωτερικό τρόπο που προσεγγίζεται κάτι και όχι τον εξωτερικό. Ένιωθα σαν να συνομιλώ ας πούμε σε μια κοινή γλώσσα. Μπορεί να ακούσει αλαζονικό, δεν θα ήθελα προς Θεό να κληθεί ως κάτι τέτοιο. Δεν λέω ότι πλησιάζω, απλώς αποτίνω έναν φόρο τιμής.

Στο έργο θίγονται θέματα ανταγωνισμού, θέματα εξουσίας. Αλλάζουν οι άνθρωποι όταν ανταγωνίζονται ή ακόμα κι όταν αποκτούν εξουσία;

Εγώ θα έλεγα περισσότερο ότι είναι το έργο όσον αφορά την έννοια της κυριαρχίας και της εξουσίας. Δηλαδή την ανάγκη να είμαστε καλύτεροι από κάποιον. Η προσπάθειά μας είναι να ελέγξουμε τα πράγματα γύρω μας, έτσι ώστε να μας προκαλούν ασφάλεια, ότι χρειαζόμαστε κάποιον να μας ονομάσει κάτι. Είναι μια φράση στο κείμενο, που λέει «δεν θες να γίνεις βασιλιάς;» και η απάντηση είναι «θέλω οι άλλοι να με κάνουν βασιλιά, να γίνεις από μόνος δεν έχει ενδιαφέρον». Δηλαδή στην ουσία η μεγάλη αδυναμία να αυτοπροσδιοριστούμε ζητάει πάντα να έχουμε την αποδοχή των άλλων για να υπάρξουμε. Είναι κάτι το οποίο όλοι έχουμε κάνει στη ζωή μας προσπαθώντας να ενταχθούμε κάπου και νομίζω είναι φοβερά ακυρωτικό. Αν πάρει μεγάλη διάσταση δεν ξέρεις ποιος είσαι, είσαι αυτός που θέλουν οι άλλοι από σένα.

Από την πρεμιέρα του «ΟΙ ΔΕΛΦΙΝΟΙ Η ΚΑΖΙΜΙΡ ΚΑΙ ΦΙΛΙΝΤΟΡ» μαζί με τον Αστέρη Πελτέκη (Καλ. Διευθυντή του ΚΘΒΕ)

Είναι το θέατρο ένας τόπος για τολμηρούς;

Αν δεν είναι, τότε δεν λειτουργεί καθόλου ούτε σε κοινωνικό ούτε σε ψυχολογικό επίπεδο. Δηλαδή, ο συντηρητισμός με το θέατρο είναι ένας πολύ κακός συνδυασμός. Είναι αυτό που λέω συχνά και σε φίλους μου συζητώντας, ότι ο θεός του θεάτρου στην αρχαιότητα ήταν ο Διόνυσος. Ήταν αιρετικός, ήταν παιχνιδιάρης, ήταν βέβηλος, ήταν τολμηρός, ήταν ακραίος. Δεν μιλώ όμως για μια ακρότητα η οποία πρέπει να είναι επιθετική απαραίτητα, αλλά να είναι απελευθερωτική. Είναι ένα μικρό μεθύσι. Είναι κάτι που ξαφνικά λες ότι ναι, θα μπορούσε εν δυνάμει να είναι και έτσι τα πράγματα, που δεν είναι βέβαια, αλλά βλέπεις μια προβολή που γίνεται μέσω μεγεθυντικού φακού. Πρέπει να είναι κάτι που ξεπερνάς την καθημερινότητά σου μέσα από αυτό.

Το θέατρο είναι και ένας τόπος που βοηθά την ψυχολογία των ανθρώπων, είτε ουτοί είναι συντελεστές αυτού είτε είναι κοινό

Από προσωπικό μου βίωμα ξέρω ότι με βοήθησε να κοινωνικοποιηθώ. Είναι ο τρόπος με τον οποίο βρήκα για να επικοινωνώ με το περιβάλλον μου. Άρα με κάποιο τρόπο, σε μένα λειτούργησε απελευθερωτικά. Το ίδιο νομίζω συμβαίνει όταν κανείς παρακολουθεί κάτι το οποίο μπορεί να έχει μια δόση  υπέρβασης, που μπορεί στη σκέψη μας να υπάρχει, στην πραγματικότητα αρνούμαστε ή φοβόμαστε να το δεχτούμε. Μέσα από το φίλτρο της μυθοπλασίας, μέσα από το φίλτρο του θεάτρου, είναι σαν να το βιώνουμε εκ του ασφαλούς λίγο. Οπότε είναι και αυτό ανακουφιστικό. Ζεις σαν θεατής ή σαν performer, πράγματα τα οποία φοβάσαι, επιθυμείς, ελπίζεις, σε τρομάζουν και να τα σκεφτείς απλώς και μπορείς να κάνεις μια πρόβα ζωής έτσι. Οπότε με κάποιο τρόπο έχεις την άνεση και την ασφάλεια ότι δεν θα πάθεις τίποτε αν μπεις σε αυτό το κόσμο, αλλά θα βιώσεις μια γεύση κοντινή σε αυτά τα οποία φοβάσαι ή ελπίζεις και δεν τολμάς να αντιμετωπίσεις τη ζωή.

Ποια είναι τα στοιχεία που θα λέγατε πως σας χαρακτηρίζουν ως θεατράνθρωπο κοιτώντας αν θέλετε και πιο πίσω;

Δεν θεωρώ τον εαυτό μου θεατράνθρωπο. Είμαι απλά ένας άνθρωπος που κάνει θέατρο. Δεν ταυτίζω όμως τη ζωή μου με το θέατρο, γι’ αυτό και μπορώ πια να την κάνω πιο εύκολα τη δουλειά και λιγότερο βασανιστικά από ότι κάποτε. Είναι κι αυτό μέσα στα πλαίσια της άρνησης της σοβαροφάνειας. Είμαι ένας άνθρωπος που έχει ένα ρόλο σε ένα σύστημα που αν δεν λειτουργεί σαν σύστημα, δεν θα γίνει η δουλειά. Εγώ είμαι απλά είμαι ένα γρανάζι της μηχανής, αλλά δεν μου αρέσουν αυτοί οι μυθοποιητικοί όροι. Δηλαδή, ξαφνικά αν έναν άνθρωπο τον ονομάσεις θεατράνθρωπο τον απομακρύνεις από την πραγματικότητα. Τον βάζεις σε ένα βάθρο που μετά μπορεί να γκρεμιστεί με μεγάλη ευκολία. Αυτό που προσπαθώ να κάνω είναι να είμαι συνεπής με τον εαυτό μου, με την επικοινωνία μου με το κοινό και με τα έργα ενίοτε που ανεβάζω, είτε είναι δικά μου είτε είναι διαφορετικά. Να υπάρχει ένας κόσμος που ενώνει παρά διαχωρίζει. Τώρα αν το πετυχαίνω ή όχι, άλλοτε ναι, άλλοτε όχι… Η τάση όμως είναι αυτή, να φέρω κοντά πράγματα που φαίνονται πιο μακρινά και με μεγαλύτερη απόσταση. Δε μου αρέσει η προσπάθεια που κάνουμε όλοι εμείς οι άνθρωποι του χώρου να εντυπωσιάσουμε και να κάνουμε το θεατή να αισθανθεί ότι δεν μπορεί να προσεγγίσει αυτό που κάνουμε. Πολύ συχνά έχουμε την τάση να κάνουμε θαυμάσια πράγματα, αλλά τόσο απροσπέλαστα και τόσο μη προσεγγίσιμα από τον μέσο άνθρωπο. Τον καθηλώνουμε στην καρέκλα του έκθαμβο και μετά είναι ακυρωμένος στην κανονική του ζωή. Εμένα μου αρέσει το θέατρο που κουνάει τον θεατή από τη θέση του, λέγοντας «λίγο ακόμα και θα μπορούσα να το κάνω κι εγώ».

Τι  είναι λοιπόν αυτό που θα θέλατε να πάρει μαζί του φεύγοντας ο θεατής από τη δική σας παράσταση;

Να περάσει καλά, να γελάσει λίγο με τα τα χάλια μας. Να ξεφοβηθεί τη βλακεία μας που είναι κοινή σε όλους. Και μετά μέσα από αυτή την ψυχαγωγία ας πούμε, ίσως να σκεφτεί και δυο-τρία πραγματάκια ή να σκεφτεί ότι πράγματα που τον απασχολούν, δεν απασχολούν μόνο αυτόν, αλλά είναι κοινά μας.

Τι ζητάτε να έχει ένας ηθοποιός για να είναι μαζί σας;

Να διατηρεί έναν βαθμό αθωότητας, να είναι φιλοπερίεργος και δουλευταράς, να μην παίρνει πάρα πολύ σοβαρά τον εαυτό του, αλλά να είναι συνεπής. Και να θέλει να είναι καλός συμπαίκτης, δηλαδή να μην τον ενδιαφέρει μόνο η δική του προβολή ή ακόμα και ο δικός του φόβος ή η δική του ανασφάλεια, αλλά το μαζί να τον καθορίζει. Δεν είναι λίγα αυτά που ζητάω. Συνήθως οι άνθρωποι τα έχουν πιο εύκολα όταν είναι νέοι, αλλά τους λείπει η πείρα και τεχνικά μπορεί να είναι πιο αδύναμοι. Όταν ωριμάζουν όμως, χάνουν την όρεξη τους πολύ συχνά. Υπάρχει μια κούραση, οπότε πάντα υπάρχει ένα θέμα ισορροπίας. Ας πούμε εδώ στους «Δελφίνους» τώρα, υπάρχει μια πολύ ωραία ισορροπία. Υπάρχουν άνθρωποι που ναι μεν είναι πιο ώριμοι, αλλά κουβαλάνε σε πολύ μεγάλο βαθμό τον ενθουσιασμό μικρού παιδιού και ένα πολύ νέο παιδί που έχει τους χυμούς και τις εντάσεις ενός νέου ανθρώπου και τον ενθουσιασμό, με μια περίεργη πρώιμη σοφία. Δηλαδή έχει μια συμπληρωματική ενέργεια αυτός ο νέος άνθρωπος και αντίστοιχα συμπληρωματικά λειτουργούν και προς αυτόν και οι πιο ώριμοι. Δηλαδή είναι θέμα να δημιουργήσεις μια ισορροπία στο σύστημα. Δεν αρκεί κάποιος να είναι καλός ηθοποιός ή και καλός άνθρωπος για να δέσει ένας θίασος. Απ’ την άλλη, όταν θέλεις να μοιραστείς, πάντα υπάρχει τρόπος να γίνει. Το πρόβλημα είναι όταν για κάποιο λόγο ένας ηθοποιός είτε φοβάται, είτε είναι υπεραισιόδοξος, είτε είναι απαισιόδοξος. Όταν υπάρχει απώλεια του μέτρου, είναι πολύ δύσκολο να δουλέψεις με έναν άνθρωπο ο οποίος απασχολείται τόσο πολύ με τον εαυτό του. Υπάρχουν δυστυχώς πολλοί ηθοποιοί που είναι «αυτοαπασχολούμενοι» όπως λέω.

Από την πρεμιέρα της παράστασης «Οι Δελφίνοι ή Καζιμίρ και Φιλιντόρ» στο Θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών

Ζούμε και μια εποχή της εικόνας, μια εποχή της ταχύτητας που δυστυχώς παρασύρεται κόσμος

Ναι, υπάρχει μια αίσθηση ότι πρέπει να τα αρπάξουμε όλα τώρα γρήγορα, ότι πρέπει να γίνω γνωστός με τη μικρότερη δυνατή χρονική απόσταση, δηλαδή αμέσως. Όλα πρέπει να γίνουν σαν το πάτημα ενός κουμπιού. Αυτή η κατάρα της τεχνολογίας μας έχει δώσει την εντύπωση ότι όλα γίνονται αμέσως. Ενώ στην ουσία πρέπει να παρατηρήσει κάποιος πως μεγαλώνει ένα δέντρο. Δεν το αντιλαμβάνεσαι, αλλά μεγαλώνει σταθερά. Εμείς νομίζουμε ότι θα είναι AI όλη η ιστορία. Πατάω ένα κουμπί και αμέσως μου δίνει την απάντηση για το τι θέλω να είμαι. Στην ουσία είναι ένας φόβος αυτός, μια αγωνία υπαρξιακή την οποία πάμε να καλύψουμε. Αλλά είναι για μένα η σίγουρη συνταγή για τη δυστυχία αυτό. Ξέρω πολλούς ανθρώπους που είχαν εκτίναξη κάποια στιγμή στη ζωή τους, αλλά δεν κράτησε. Δεν μπορεί αυτό να κρατήσει για πάντα. Και αν έχεις πάρει τη φόρα και νομίζεις ότι για πάντα όλοι θα ακολουθούν εσένα, είναι πολύ εύκολο να οδηγηθείς μετά σε πολύ δύσκολες εποχές, τις οποίες καταλαβαίνεις ότι κανένας πια δεν σε ακολουθεί.

Αυτό μπορεί να επηρεάσει το θέατρο στο μέλλον;

Νομίζω ότι το επηρεάζει ήδη στο παρόν. Νιώθω ότι γίνονται πολύ περισσότερα πράγματα με πολύ πιο τσαπατσούλικο τρόπο από ό, τι γίνονταν παλιότερα. Δηλαδή, η δυσκολία έχει και μερικά καλά πράγματα. Δηλαδή, σε αναγκάζει να είσαι πιο συγκεντρωμένος και πιο συνειδητός στις επιλογές σου. Τώρα, όταν, όλοι από εμάς κάνουμε μία, δύο, τρεις, τέσσερις, πέντε παραστάσεις το χρόνο, δεν μπορούμε να μοιράσουμε την ενέργειά μας με τον ίδιο τρόπο από ότι αν τη συγκεντρώσουμε σε μία ή σε δύο δουλειές. Αν λοιπόν, ένας ηθοποιός κάνει γύρισμα το πρωί, πρόβα το μεσημέρι και παράσταση το βράδυ, πόσο να αντέξει, τι θα έχει να προτείνει, τι θα γνωρίσει από τη ζωή την ίδια για να επαναφηγηθεί μετά πάνω στη σκηνή.

Σε πολλές περιπτώσεις βέβαια για τον ηθοποιό, είναι και θέμα επιβίωσης πολλές φορές ένα τέτοιο πρόγραμμα που περιγράφετε.

Φυσικά είναι, κι αυτό εγώ δεν το κατηγορώ. Αλλά πρέπει με κάποιο τρόπο κανείς να ξέρει να ιεραρχεί τις προτεραιότητες του και να κρατάει πισινές που λέει ο λόγος. Ξέρετε, πολύ συχνά συναντάω ανθρώπους οι οποίοι για λόγους επιβίωσης βρίσκονται σε μια δουλειά η οποία είναι μέτρια ή κακή. Το ξέρουν, δυστυχώς για να επιβιώσουν χρυσώνουν το χάπι στον εαυτό τους και λένε όχι δεν είναι τόσο κακό. Εκεί αρχίζει η δυσκολία. Το να βρίσκεσαι σε μια σκληρή δουλειά και να ξέρεις ότι είναι μια σκληρή δουλειά που την κάνεις για να επιβιώσεις είναι άλλο. Το να αρχίσεις να βουτάς στην ψευδαίσθηση ότι δεν είναι και τόσο χάλια επειδή το κάνεις εσύ, ε είναι λίγο προβληματικό. Όλοι μας κάνουμε πολλές φορές αγγαρεία. Το να λες όμως ότι όχι δεν είναι αγγαρεία επειδή το κάνεις, έχει άλλο νόημα. Αυτή η ψευδαίσθηση είναι το επικίνδυνο κομμάτι.

Τι είναι για εσάς η Θεσσαλονίκη του σήμερα;

Επειδή έχω μεγαλώσει εδώ στην πόλη και πάνε χρόνια που λείπω, έχω χάσει ενδιάμεσα επεισόδια. Δηλαδή, υπάρχουν πράγματα που αναγνωρίζω σαν γεωγραφικά σήματα, αλλά δεν κουβαλάνε τη φόρτιση που κουβαλούσαν μέχρι που μεγάλωνα εγώ εδώ. Βλέπω αλλαγές τις οποίες ακριβώς δεν μπορώ να εντοπίσω πότε συνέβησαν. Και βλέπω πράγματα τα οποία δημιουργούν μια ενδιαφέρουσα δυναμική, αλλά που ακόμα δεν έχουν βρει τον τρόπο να εκφραστεί. Το βασικό πρόγραμμα που υπήρχε πάντα στη Θεσσαλονίκη ότι ήταν μια πόλη κλεισμένη μέσα στα τείχη της, ακόμα υπάρχει νομίζω παρόλο που ασφυκτιά από ενέργεια. Πρέπει οι Θεσσαλονικείς να πάρουν το θάρρος. Αυτό που γινόταν συνήθως, ήταν ότι φεύγοντας, ρίχναμε μαύρη πέτρα πίσω μας όλοι. Εγώ νομίζω ότι η λύση δεν είναι να υπάρχουν πια αυτά τα στεγανά. Δηλαδή το Αθήνα-Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Βόλος, Πάτρα θα πρέπει να γίνουν ένα σύστημα, ένας κύκλος. Μιλάω για τους ανθρώπους του θεάτρου. Να μετακινούμαστε, όπως συμβαίνει σε πάρα πολλοί χώρες του εξωτερικού. Καταλαβαίνω ότι είναι σχεδόν απίθανο με τα οικονομικά μεγέθη, τα ανύπαρκτα δηλαδή, αλλά αν θα έπρεπε η πολιτεία να βοηθήσει το θέατρο, θα έπρεπε ακριβώς αυτή την εξωστρέφεια να βοηθήσει. Δηλαδή να πριμοδοτείται το «κάνω μια παράσταση και την μετακινώ έξω από την πόλη μου». Δεν γίνεται να είμαστε τόσο εσωστρεφείς σε ένα τόσο εξωστρεφές επάγγελμα. Η Θεσσαλονίκη λοιπόν από τη φύση της, είναι λίγο κλειστή, είναι λίγο ρομαντική με, αλλά αυτάρεσκη ταυτόχρονα.

 Ποιο θέατρο μπορεί να συγκινήσει τον Θωμά Μοσχόπουλο;

Με συγκινεί το πράγμα που θα με ξαφνιάσει, το πράγμα που θα ανακαλύψω σε αυτό μια ποιότητα όσο το δυνατόν πιο αγνή. Κάτι το οποίο είναι ευφυές αλλά ταυτόχρονα είναι και απλό και δεν έχει την  αυτοσυνείδηση ότι είναι κάτι εξαιρετικό. Ακόμα και μια πιο πειραγμένη φόρμα, αν μπορεί με κάποιο τρόπο να μην έχει εγκεφαλική επίφαση και προκύπτει από κάτι πιο αισθητώδες, πιο ζωογόνο ή πιο παιδικό. Όχι όμως με την έννοια  του παιδικού θεάτρου. Το παιδί ζει σε έναν κόσμο φαντασίας πάρα πολύ άναρχο και πάρα πολύ συγκροτημένο ταυτόχρονα. Βάζοντας τα πρέπει, ότι αυτό είναι σωστό ή αυτό είναι λάθος, περιορίζουμε λίγο την εκφραστικότητα μας και αρχίζουμε να κάνουμε πράγματα τα οποία είναι βαρετά. Είναι ασφαλή, αλλά είναι βαρετά. Εγώ βαριέμαι να ξέρω τι θα κάνω στην επόμενη πρόβα ή βαριέμαι να ξέρω τι θα είναι μια παράσταση που θα πάω να δω. Όταν κάτι με ξαφνιάζει, ξαναβρίσκω τον εαυτό μου έτσι όπως τον θυμόμουν την εποχή που ανακάλυψα το θέατρο.

*Η παράσταση «Οι Δελφίνοι ή Καζιμίρ και Φιλιντόρ» για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων στο Θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών κάθε Τετάρτη στις 19:00, Πέμπτη-Παρασκευή στις 21:00, Σάββατο στις 18.00 & 21.00 και Κυριακή στις 19:00 | Προπώληση: ntng.gr |more.com | 11876 | Πληροφορίες- κρατήσεις στο Τ. 2315 200 200 και στα εκδοτήρια του ΚΘΒΕ

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα