Θάνος Σταυρίδης: Μ΄ ένα ακορντεόν αεικίνητο σαν σβούρα
Όταν ένας καλλιτέχνης συνθέτει «Μια βαλίτσα όνειρα» βάζοντας 12 δικές του ορχηστρικές συνθέσεις, τις οποίες παίζουν συνολικά 27 μουσικοί από την Ελλάδα και τα Βαλκάνια, οφείλεις να παραδεχτείς ότι πρόκειται για ιδιαίτερη περίπτωση.
Ο Θάνος Σταυρίδης είναι ένας αισιόδοξος καλλιτέχνης. Ειλικρινά, θα μπορούσε να γίνει κολλητός μου και τούτο, γιατί μεγαλώνοντας έχουμε την ανάγκη να μας πλαισιώνουν θετικοί άνθρωποι, να ανακαλύπτουμε κάτι τύπους που δε μασάνε και την παλεύουν μέχρι το τέλος ως γνήσιοι κυνηγοί κι ονειρευτές.
Ο Θάνος Σταυρίδης παίζει καταπληκτικό ακορντεόν και συνθέτει μουσικές που αφορούν όλο τον κόσμο κι όταν λέω όλο τον κόσμο κυριολεκτώ, αφού οι μελωδίες του ακούγονται στα ραδιόφωνα κι άλλων ηπείρων. Σαφώς οι εγχώριες ερτζιανές συνθήκες είναι λιγότερο φιλόξενες, όμως ο Θάνος μοιάζει να είναι ο γιος του καθενός, κατά πως έγραψε κι ο Άσιμος και δεν παγιδεύεται εύκολα σε καμία βιτρίνα. Μιλά στ’ άστρα, συνωμοτεί για το πιο παλιό πεισματάρικο όνειρο.
Να πάρει, μα να μην μπορώ η γυναίκα να είμαι πιο γήινη στις προσεγγίσεις μου, ώστε να μην εφορμώ από το συναίσθημα; Πόσο θαυμάζω εκείνους που το καταφέρνουν, τους διεκπεραιωτές ή τουλάχιστον που το κάνουν να φαίνεται έτσι! Εγώ πάλι χαλάστρα σε όλα. Περιφέρομαι ψάχνοντας για κείνο το αλλιώτικο, το διαφορετικό που με γυρίζει πίσω και κάθομαι και το καταγράφω με μπόλικη δόση μετεφηβικής διάθεσης που ξεσηκώνεται από τραγούδια, ανθρώπους, χαμόγελα, χειρονομίες, ήχους φωνών, κουβέντες και καφέδες σε γνώριμα στέκια και επιθυμεί διακαώς να τα μοιραστεί και με άλλους, που είναι πολλοί, αλλά σκόρπιοι.
Όταν ένας καλλιτέχνης, στον εν πολλοίς άηχο κι άχρωμο καιρό μας, συνθέτει «Μια βαλίτσα όνειρα» βάζοντας 12 δικές του ορχηστρικές συνθέσεις, τις οποίες παίζουν συνολικά 27 μουσικοί από την Ελλάδα και τα Βαλκάνια και που μπορεί να μοιάζουν ετερόκλητες, όμως συνθέτουν ένα παζλ πατώντας στο χθες και στο σήμερα σε Ανατολή και Δύση, οφείλεις να παραδεχτείς ότι πρόκειται για ιδιαίτερη περίπτωση και φτύνεις στον κόρφο σου για την χαρά να τον απολαμβάνεις στη σκηνή, με το ακορντεόν ως τη φυσική προέκταση των χεριών του, το πτυχίο του στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου, τα μαθήματα ακορντεόν σε φοιτητές του Τμήματος Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής στο ΤΕΙ Ηπείρου.
Ο Θάνος Σταυρίδης μετρά πολλές συνεργασίες. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος των Βορείων Εταίρων, των Cabaret Balkan και προσφάτως των dRom κι από τους πρώτους μουσικούς στην Ελλάδα που ασχολήθηκαν με τον Βαλκανικό ήχο σε ένα χαρμάνι με τα σύγχρονα electropop – rock μουσικά ρεύματα. Είναι αηδόνι που ξέρει καλά το πεντάγραμμο κι ας μου θυμίζει την κουβέντα της Μελίνας στο Ποτέ την Κυριακή, όταν προσπαθούσε να πείσει τον Τάκη να ξαναπαίξει το μπουζούκι του στην ταβέρνα, ως άλλο πουλί που δεν ξέρει να διαβάζει νότες, αλλά δεν θα’ πρεπε ποτέ να πάψει να κελαηδά. Ζει από την αγάπη του κι εμπνέεται από την κάθε στιγμή στη ζωή του, την σπαρμένη με εικόνες σε έναν ατέλειωτο δρόμο.
Τον έχουμε δει δίπλα στην Άλκηστη Πρωτοψάλτη, στην Ευανθία Ρεμπούτσικα, στον Σωκράτη Μάλαμα, στη Ματούλα Ζαμάνη, στον Μάκη Σεβίλογλου κι η αλήθεια είναι ότι πριν τον γνωρίσω, ένα ακορντεόν είχε στοιχειώσει τα αδέσποτα χρόνια μου στο ραδιόφωνο, εκείνο του Χρήστου Γαμβρέλλη των Μικρών Περιπλανήσεων και του το είπα. Δύσκολο όργανο, παρεξηγημένο, μα και τόσο παραπονιάρικο, μια ορχήστρα ολόκληρη από μόνο του. Γεμίζει αδειανούς χώρους.
Έπιασα το ακορντεόν στα έξι μου χρόνια κι από τότε ταξιδεύουμε παρέα. Δεν έχω να αποδείξω τίποτα σε κανέναν. Είμαι αυτός που είμαι. Ανεβαίνω στη σκηνή και νιώθω ότι ανήκω κάπου. Φεύγω γεμάτος συναισθήματα από όλη αυτή την ενέργεια που πηγαινοέρχεται κάθε φορά. Είμαι συνεπής σ΄ αυτό που κάνω κι αληθινός. Δεν με καλοπιάνω. Γνωρίζω ότι στη μουσική μοιάζω με μια κουκίδα κι όσο πιο βαθιά εισχωρώ τόσο πιο προφανές μοιάζει εκείνο το περισσότερο που πάντα θα υπάρχει. θα ακροβατώ μονίμως στον ερασιτεχνισμό και τον επαγγελματισμό, για να έχω να παίρνω κι από τα δύο. Το ταξίδι είναι μεγάλο και μου αρέσει να σκέφτομαι το επόμενο βήμα.
Το ραδιόφωνο στο σπίτι έπαιζε συνεχώς και εκείνος διάλεξε για παιχνίδι το ακορντεόν. Από παιδί στα ωδεία κι οι γονείς στον αγώνα. Να συνηγορούν στο ταλέντο του μικρού, που δε θα μπορούσε να φανταστεί στη ζωή του χωρίς να «φτιάχνει μουσική». Υπήρξε η δική του αγάπη κι όχι το απωθημένο ή η λαχτάρα των δικών του και τούτο βαραίνει αλλιώς όταν προέρχεται από έναν δάσκαλο. Κάνει πράγματα μόνος του, γιατί τα εμπόδια είναι για να τα ξεπερνάμε κι οι φράχτες και τα δεδομένα. Κι ας είναι ζόρικοι οι καιροί. Κι ας μην του χαρίστηκε τίποτα σε τούτη τη διαδρομή. Στέκεται εκεί πέρα στη σκηνή και περιμένει να τον ξεχωρίσεις και τούτο το κάνεις αβίαστα κι ενστικτωδώς. Είναι η μοναδική εξωστρέφειά του, που δεν κρύβεται πίσω από το ακορντεόν. Η δράση πάνω στο πατάρι. Μια αεικίνητη σβούρα που δεν τη χωρά ο τόπος και σε παρασέρνει για να ΄χεις φεύγοντας να μονολογείς για τον γνήσιο ευτυχισμένο οργανοπαίκτη, έναν σύγχρονο Πάνα που καμαρώνει για τον ήχο που βγάνει το ακορντεόν του και θα συζητάς για καιρό.